του Jean Clair, από το Άρδην τ. 21, Ιούλιος-Αύγουστος 1999
Παρίσι, η πρώτη Τετάρτη του μήνα. Το μεσημέρι ξανακούστηκαν οι σειρήνες. Κανένας δεν σαλεύει. Ο ήχος των συζητήσεων παραμένει σταθερός. Η αναισθητοποίηση των Γάλλων αντιστοιχεί στην έλλειψη συνείδησης τους. Ως συνήθως όταν ακούω τις σειρήνες καταλαμβάνομαι από την επιθυμία να χωθώ κάτω από το τραπέζι. Τα αντανακλαστικά ενός παιδιού που γεννήθηκε στα 1940, που το ξυπνάνε ξαφνικά και στην αγκαλιά του πατέρα του το κουβαλάνε στο μετρό. Όταν τελείωνε ο συναγερμός έμενε μια ακαθόριστη ανησυχία αν θα ξανάβρισκες το σπίτι όρθιο. Ένα κοινό χαρακτηριστικό διακρίνει τους αρχηγούς των κρατών που κήρυξαν τον πόλεμο στο Βελιγράδι: γεννημένοι ανάμεσα στο 1945 και το 1955, δεν έχουν γνωρίσει τον πόλεμο. Χοσέ Μαρία Αθνάρ, Μπλερ και Σρέντερ. Και οι τρεις τους έχουν το πρόσωπο της γενιάς των γιάπις. Ο Κλίντον κυβερνά μία χώρα που ουδέποτε βομβαρδίστηκε. Κολυμπάμε μέσα στο εξωπραγματικό. Το ξύπνημα θα είναι οδυνηρό.
Η Γκουέρνικα, τον Απρίλιο του 1937, αποτέλεσε ένα σοκ. Για πρώτη φορα, ένας πληθυσμός γινόταν στόχος αεροπλάνων που πετούσαν τόσο ψηλά, ωστε μόλις που μπορούσες να τα διακρίνεις. Ο πόλεμος έως τότε γινόταν από στρατιώτες εναντίον στρατιωτών. Ήταν αναμφίβολα φονικός, αλλά υπάκουε στον στοιχειώδη κανόνα της προστασίας του αδυνάτου στο όνομα του δικαίου.
Αυτή τη στρατιωτική ευγένεια διαδέχθηκε η ατιμία ενός κόσμου, στον οποίο μόνον ο στρατιωτικός θα προστατεύεται, ενώ ο πολίτης θα μεταβάλλεται σε όμηρο και θύμα. Είναι γνωστό το δόγμα του Πενταγώνου περί ομόκεντρων κύκλων: ο εσωτερικός κύκλος που θα πληγεί πρώτος και θα καταστραφεί, είναι ο κύκλος των αμάχων. Ακολουθούν ο διοικητικός, ο πολιτικός… Ο τελευταίος κύκλος, ο εξωτερικός, είναι εκείνος των στρατιωτικών, ο οποίος πρέπει να διαφυλαχθεί.
Στα τέλη Μαρτίου, ένας Αμερικανός πιλότος, ο οποίος απογειώθηκε από μία από αυτές τις βάσεις που έχουν πολλαπλασιασθεί στη βόρεια Ιταλία, μετέτρεψε μία εκπαιδευτική πτήση σε ακροβατική, έκοψε το καλώδιο ενός τελεφερίκ και προκάλεσε τον θάνατο είκοσι ανθρώπων, δικάστηκε στη χώρα του και αθωώθηκε. Ανακάλυψαν ότι η ζωή δύο δεκάδων Ευρωπαίων αμάχων έχει ελάχιστο βάρος απέναντι σε εκείνη ενός και μόνο Αμερικανού στρατιωτικού.
Μερικές ημέρες μετά, το NATO κήρυσσε τον πόλεμο στη Σερβία. Η σφαγή αμάχων πληθυσμών, κάτω από τη μύτη του ΟΗΕ και των κοινοβουλίων των ενεχομένων κρατών, νομιμοποιήθηκε.
Ο Ρεζί Ντεμπρέ, στην επιστολή του προς την «Μοντ» (13 Μαΐου) δεν λέει τίποτε διαφορετικό απ’ αυτά που συχνά διαβάζω στον ιταλικό, τον γερμανικό, τον αμερικανικό και τον καναδικό Τύπο – και πολύ σπάνια στον Τύπο της χώρας μου. Αν η Γαλλία είναι σήμερα η τελευταία πολεμοχαρής χώρα της Ευρώπης, αυτό συμβαίνει γιατί η γαλλική κοινή γνώμη χειραγωγείται από έναν εξαιρετικά μονόπλευρο Τύπο. Μήπως μπορέσαμε ποτέ να διαβάσουμε ένα άρθρο για την ακριβή φύση του UCK, για τις φατρίες και τις μαφίες που συγκρούονται στο εσωτερικό του;
Είναι αδύνατο να κατανοήσει κανείς την καταστροφή που έπληξε την Ευρώπη αν δεν συνειδητοποιήσει ότι η Αμερική του 1999 δεν έχει σχέση με εκείνη του 1945. Και ο αφελής θαυμασμός που οι Γάλλοι εξακολουθούν να τρέφουν γι’ αυτή τη χώρα θα παραμείνει χωρίς αμφιβολία ένα από τα μυστήρια αυτού του τέλους του αιώνα. Οι τεχνικοί που πιλοτάρουν τα στελθ, οι άνδρες που κατευθύνουν τα τομαχόκ δεν είναι οι γενναίοι στρατιώτες που αποβιβάστηκαν στην Βρετάνη. Η τόσο συχνά αλαζονική και φουσκωμένη Αμερική του σήμερα δεν είναι πια η γεμάτη νεύρο και γενναιόδωρη Αμερική που γνώρισα στις πανεπιστημιουπόλεις, στα τέλη της δεκαετίας του ’60. Είναι η χώρα, όπου εδώ και 20 χρόνια ο αναλφαβητισμός προοδεύει ταχύτερα από οπουδήποτε αλλού. Μία χώρα με αμύθητες περιουσίες, όπου, όταν ξεσπούν αιματηρές ταραχές, όπως πρόσφατα στο Λος Αντζελες, οι πλούσιοι κλείνονται σε πύργους που τους φυλάνε ιδιωτικές πολιτοφυλακές. Ένας Αμερικανός στους 150 βρίσκεται στη φυλακή ή στο κρατητήριο, αναλογία που δεν συναντά κανείς σε καμιά άλλη δημοκρατική χώρα.
Ένας στους 20 θα περάσει κάποια ημέρα από το κελί της φυλακής. Και αυτό είναι περισσότερο έντονο σε ότι αφορά τις εθνικές μειονότητες, ένας μαύρος στους 40 είναι στη φυλακή. Πρόκειται για τη χώρα, όπου η ποινή του θανάτου εφαρμόζεται σε γυναίκες, σε ανηλίκους, σε ψυχασθενείς. Η φυλακή για τους μεν, ο πόλεμος για τους δε: η αμερικανική δημοκρατία έχει και αυτή τους τρόπους της να τακτοποιεί το πρόβλημα των εθνικών μειονοτήτων της. Αυτή είναι η χώρα στην οποία η Ευρώπη εμπιστεύθηκε την προστασία των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Επιπλέον, κανείς Αμερικανός δεν πρέπει να διακινδυνεύσει την ζωή του για να σώσει αυτά τα ανθρώπινα δικαιώματα που υποτίθεται πως αποκαθιστά. Από το πιλοτήριο του, στα 5.000 μέτρα, βομβαρδίζει στα τυφλά. Και η δύναμη των ναζί ήταν ακριβώς η τυφλότητα τους. Αρνούνταν να «κατέβουν» στο επίπεδο των θυμάτων τους ή ακόμα και να δείξουν οίκτο γι’ αυτά. Κανένας δεν έπρεπε σε καμία περίπτωση να δει τους σκοτωμένους – ούτε στην Ουκρανία, ούτε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Το να αντικρίσεις τον αντίπαλο, πρόσωπο με πρόσωπο, θα σήμαινε πως αναγνωρίζεις τη σάρκα και το αίμα του σαν όμοια με τη δική σου.
Η σωτηρία της ζωής των Αμερικανών έχει γίνει η έμμονη ιδέα αυτής της νέας γενιάς των κυριάρχων. Υπάρχει μια κεντρική φαντασίωση που χαρακτηρίζει αυτό το νεαρό έθνος, πεπεισμένο πως εκπροσωπεί πάνω στη Γη τον νέο άνθρωπο, τον πλούτο, την ισχύ και πάνω απ’ όλα την αθανασία. Ο Αμερικανός δεν θα έπρεπε να πεθαίνει και κατά συνέπεια δεν μπορεί να πεθαίνει. Γι’ αυτό και όλες αυτές οι ατελείωτες διενέξεις όταν μια ιατρική πράξη δεν πηγαίνει καλά, το κλίμα της υπερ-ασφάλειας, η λατρεία του αιωνίως νεαρού σώματος που δεν πρέπει να γερνά, η φοβία απέναντι σε συνήθειες που μπορεί προξενήσουν ασθένεια και θάνατο, τα τσιγάρα ή το αλκοόλ. Η φαντασίωση της αθανασίας και της παιδικής εξουσίας πάνω σε ο,τιδήποτε είναι ένα πέπλο που καλύπτει αυτή τη χώρα που νιώθει άσχημα μέσα στο κορμί της κάτω από την σπάθη ενός αυταρχικού υγιεινισμού.
Όσο για τα ανθρώπινα δικαιώματα, πότε το ζήτημα ήταν πραγματικά η προστασία τους; Αν έπρεπε να κηρυχθεί πόλεμος παντού, όπου καταπατούνται τα ανθρώπινα δικαιώματα, ολόκληρος ο πλανήτης θα φλεγόταν, από την Κορέα έως την Τουρκία, από την Αφρική έως την Κίνα. Ποιος στρατός κινητοποιήθηκε ποτέ για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων; Οι στρατιώτες του Έτους II της γαλλικής επανάστασης δεν σκοτώθηκαν στο Βαλμύ υπερασπίζοντας τα δικαιώματα τα οποία διακήρυτταν, αλλά τα σύνορα του έθνους εν κινδύνω….
Όποιος έχει χάσει την αίσθηση της υπεράσπισης των συνόρων και των αξιών που αυτά προστατεύουν, έχει χάσει το λογικό του. Την ημέρα που η Ευρώπη, στο όνομα της υπερ-εθνικότητας απαρνήθηκε τα σύνορα των χωρών που την αποτελούν και υποκατέστησε την πολιτική από τον «ανθρωπισμό», βυθίστηκε στην ήττα και τον παραλογισμό.
Ένας πόλεμος στην καρδιά της Ευρώπης, που διεξάγεται από μία ξένη δύναμη και έχει κηρυχθεί στο όνομα μίας υπερεθνικής Ευρώπης: το τέλος του αιώνα μάς έριξε κατάμουτρα αυτόν τον αιματηρό παραλογισμό που μόνον η ειρωνεία ενός Σουίφτ ή το χιούμορ ενός Βολταίρου θα μπορούσαν να καταγγείλουν, όπως του αξίζει.
Ποιος θα μπορούσε να πιστέψει ότι μετά το τέλος της χιλιετηρίδας τα έθνη θα είναι ξαφνικά ξεπερασμένα, όπως θα γίνουν ορισμένοι υπολογιστές μετά το 1999;
Εξαιτίας ποίου προνομίου ο UCK, που οι Αμερικανοί εξοπλίζουν στα κρυφά και η ΝΑΤΟποιημένη Ευρώπη κολακεύει στις οθόνες της, έχει για μας περισσότερη γοητεία απ’ ό,τι οι μυστικοί στρατοί και οι τρομοκρατικές συμμορίες που, παντού στην Ευρώπη, εργάζονται για τη διάλυση των παλιών κρατών; Όταν οι μικροί αλληλοσπαράσσονται, οι μεγάλοι τους καταβροχθίζουν.
Η αρχή του 20ού αιώνα είδε την κατάρρευση των αυτοκρατοριών, η αρχή του 21ου αιώνα θα δει την κατάρρευση των εθνών. Όχι προς όφελος υπερεθνικών οντοτήτων, αλλά υπό την ώθηση αρχαϊκών και φανατικών μικροεθνικιομών, οι οποίοι θα καταστρέψουν τα λαϊκά και δημοκρατικά ιδεώδη μας.
Κλεισμένοι ανάμεσα στην Τουρκία και την Αλβανία, οι Ελληνες ξέρουν ακριβώς τι κοστίζει να θυσιάζεις την αρχή ενός ευρωπαίκου έθνους στο όνομα των μεγάλων «ανθρωπιστικών» αρχών, που δεν καταφέρνουν να κρύψουν αμφίβολες πολιτικές επιδιώξεις. Αν ο πόλεμος στα Βαλκάνια μας φαίνεται τόσο τρομερός αυτό συμβαίνει επειδή αποτελεί το εργαστήριο της επερχόμενης βαλκανοποίησης ολόκληρης της Ευρώπης.
Μετάφραση: Γ.Κ
” Το άρθρο του συγγραφέα που είναι διευθυντής του Μουσείου Πικάσο και ιστορικός της Τέχνης, δημοσιεύτηκε στο πλαίσιο της συζήτησης που εγκαινιάστηκε με την ανοικτή επιστολή του Ρεζί Ντεμπρέ προς τον πρόεδρο της δημοκρατίας, Le Monde , 21 Μαίου 1999. (Μερικά αποσπάσματα δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Τα Νέα).