
Χθες ο πρωθυπουργός παρουσίασε το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης υπό τον τίτλο «Ελλάδα 2.0», για τον μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας την επαύριον της πανδημίας. Το σχέδιο αυτό, που στην ομιλία του ο υφυπουργός παρά των πρωθυπουργώ, Άρης Σκέρτσος συνέδεσε με τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821, μοχλεύει συνολικά πόρους (δημόσιους, κοινοτικούς, ιδιωτικούς) της τάξης των 57,46 δισ.€, ποσό που από το ύψος του και μόνο μπορεί να προκαλέσει μεγάλες αλλαγές στην φυσιογνωμία της ελληνικής οικονομίας, αλλά και κοινωνίας.
Το πακέτο επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων αγγίζει πολλούς τομείς, ενώ αξίζει να παραθέσουμε λεπτομερώς τους σχετικούς άξονες που επιλέγονται, γιατί καταγράφουν τις κυβερνητικές προτεραιότητες και άρα περιγράφουν τους νέους προσανατολισμούς που η εγχώρια οικονομία θα λάβει υπό την κινητοποίηση όλων αυτών των πόρων:
Άξονας | Ποσό (δισ.€) |
Μετάβαση σε νέο ενεργειακό μοντέλο φιλικό στο περιβάλλον | 3,774 |
Ενεργειακή αναβάθμιση του κτηριακού αποθέματος της χώρας | 6,823 |
Μετάβαση σε ένα πράσινο και βιώσιμο σύστημα μεταφορών | 1,627 |
Αειφόρος χρήση των πόρων, ανθεκτικότητα στην κλιματική αλλαγή και διατήρηση της βιοποικιλότητας | 4,127 |
Συνδεσιμότητα για τους πολίτες, τις επιχειρήσεις, το κράτος | 0,906 |
Ψηφιακός μετασχηματισμός του κράτους | 2,616 |
Ψηφιακός μετασχηματισμός των επιχειρήσεων | 0,750 |
Αύξηση των θέσεων εργασίας και προώθηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας | 1,520 |
Ενίσχυση των ψηφιακών δυνατοτήτων της εκπαίδευσης και εκσυγχρονισμός της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης | 4,723 |
Ενίσχυση της προσβασιμότητας, της αποτελεσματικότητας, και της ποιότητας στο σύστημα υγείας | 3,072 |
Αύξηση της πρόσβασης σε αποτελεσματικές και χωρίς αποκλεισμούς κοινωνικές πολιτικές | 1,202 |
Φορολογικά εργαλεία πιο φιλικά για την ανάπτυξη και βελτίωση της φορολογικής διοίκησης | 0,366 |
Εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης | 0,368 |
Bελτίωση της αποτελεσματικότητας του συστήματος δικαιοσύνης | 0,562 |
Ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού τομέα και των κεφαλαιαγορών | 0,050 |
Προώθηση της έρευνας και της καινοτομίας | 0,998 |
Εκσυγχρονισμός και βελτίωση της ανθεκτικότητας κυρίων κλάδων της οικονομίας της χώρας | 9,641 |
Βελτίωση της αναταγωνιστικότητας και προώθηση ιδιωτικών επενδύσεων και εξαγωγών | 0,643 |
Δάνεια | 12,728 |
Στρατηγικές απουσίες
Στους επιλεγόμενους άξονες αναδεικνύουνται “στρατηγικές απουσίες”, καθώς, θα περίμενε η κυβέρνηση να αδράξει την ευκαιρία των 57,4 δισ.€ για να αντιμετωπίσει στρατηγικότερα προβλήματα που ανακόπτουν την δυναμική της ελληνικής κοινωνίας.
Το δημογραφικό είναι το πιο σημαντικό από αυτά, καθώς η μείωση του πληθυσμού συνεπάγεται αυτόματα συρρίκνωση και γήρανση του εργατικού δυναμικού, με το τελευταίο να επηρεάζει περισσότερο τον δημόσιο τομέα, που με τον υψηλό μέσο όρο ηλικίας του καθιστά δυσκολότερες τις μεταρρυθμίσεις και την εφαρμογή των νέων τεχνολογιών σε αυτόν. Μια μεταρρύθμιση που θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί, θα ήταν να αποσυνδεθεί η χρηματοδότηση της δημόσιας υγείας από την ασφαλιστική κάλυψη και να περάσει στην γενική φορολογία, συνδέοντας τους ασφαλιστικούς αλλά και πρόσθετους δημόσιους πόρους με την δημογραφική πολιτική. Με αυτόν τον τρόπο, μέρος το ασφαλιστικό χρηματοδοτεί την διεύρυνση του εργατικού δυναμικού, και έτσι εξασφαλίζει την δική του, μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα.
Ένα ακόμα σημαντικό ζήτημα που αγνοήθηκε συστηματικά από την τρέχουσα κυβέρνηση, δεν κατάφερε να βρει την θέση του ούτε στην έκθεση Πισσαρίδη, ούτε στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης, είναι η αποκέντρωση, καθώς σήμερα ο δημογραφικός, διοικητικός και οικονομικός αθηναϊκός υδροκεφαλισμός της χώρας, την δεσμεύει σε ένα παρασιτικό μοντέλο, και προκαλεί ‘απο-ανάπτυξη’ στην περιφέρεια, ιδίως σε περιοχές που έχουν υψηλές παραγωγικές προοπτικές λόγω διάφορων συγκριτικών πλεονεκτημάτων, τα οποία παραμένουν αναξιοποίητα λόγω έλλειψης ανθρώπινων πόρων. Καμία αναφορά, επίσης, δεν γίνεται στην αμυντική βιομηχανία, αν και ενδεχομένως η ενίσχυσή της να κρύβεται σε κωδικούς που δεν παραπέμπουν απευθείας σε αυτήν.
Για τη δημόσια υγεία δίνεται σωστή έμφαση στην πρωτοβάθμια φροντίδα. Θα πρέπει ωστόσο, η ελληνική κυβέρνηση να επιτρέψει την εμπλοκή των κοινωνικών φορέων (τοπική αυτοδιοίκηση, επιμελητήρια και συνδικάτα) στις δομές της, για αποσυμπίεση του κόστους και του συγκεντρωτισμού στο δημόσιο σύστημα. Επίσης, να ενθαρρύνει θεσμικά, τα ίδια τα δημόσια νοσοκομεία να βρουν απαιτούμενους πόρους παράγοντας την δική τους προστιθέμενη αξία, κάτι που θα μπορούσε να γίνει, για παράδειγμα, με την εμπλοκή τους στην αγορά του «ιατρικού τουρισμού» (να λειτουργούν απευθυνόμενα σε αυτήν, τα απογεύματα που δεν εφημερεύουν, και να χρησιμοποιούν τα κέρδη τους για να αυξήσουν την ποιότητα της δημόσιας φροντίδας που παρέχουν).
Προβληματισμό επίσης προκαλεί το “μείγμα πολιτικής” που προκρίνεται σε μια σειρά άξονες που κινούνται μεν προς την σωστή κατεύθυνση, αλλά πάσχουν στην εξειδίκευση. Ο ενεργειακός μετασχηματισμός της χώρας χρήζει αναθεώρηση, καθώς θα πρέπει να περιλάβει στους στόχους του όχι μόνον την περιβαλλοντική συμβατότητα, αλλά και την εθνική ενεργειακή αυτοδυναμία, μαζί με την ενίσχυση σχετιζόμενων με την ενέργεια κλάδων παραγωγής (π.χ. εγχώρια παραγωγή του εξοπλισμού ανανεώσιμων πηγών ενέργειας). Η στρατηγική για την απολιγνιτοποίηση, επίσης, δεν μπορεί να προκαλέσει την αποβιομηχάνιση των σημερινών ενεργειακών κέντρων της χώρας.
Είναι εξαιρετικά παράδοξο, επίσης, το να εκπονείται ένα πραγματικά τεράστιο ποσό (4 δισ.€) για «αειφόρο χρήση των πόρων, ανθεκτικότητα στην κλιματική αλλαγή και διατήρηση της βιοποικιλιότητας», την ίδια στιγμή που με την «απλοποίηση διαδικασιών αδειοδότησης ΑΠΕ» διευκολύνεται το φύτεμα ανεμογεννητριών σε κάθε, σχεδόν ελληνική βουνοκορφή και όχι μόνον. Λιγότερο έμφαση δίνεται, σε ό,τι έχει να κάνει με τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, η αστική ακόμα και η οικιακή τους χρήση, που θα μείωνε θεαματικά την κατανάλωση, θα δημιουργούσε επενδυτικές ευκαιρίες για τους κοινωνικούς φορείς που έχουν μεγάλο κτιριακό απόθεμα μέσα στις πόλεις, και θα δημιουργούσε επίσης, δυνατότητα εξέλιξης τεχνολογιών επιτόπιας παραγωγής-κατανάλωσης ενέργειας, κάτι που μειώνει τις απώλειες από το δίκτυο. Η έμφαση που δίνεται στις βιομηχανικές ΑΠΕ, είναι στην αδειοδότηση, και όχι στη διασύνδεσή τους με την εσωτερική παραγωγή. Το ίδιο συμβαίνει με την ηλεκτροκίνηση, όπου επιδοτείται μόνο η μετάβαση στην χρήση και όχι στην παραγωγή των οχημάτων.
Σωστή, από την άλλη, είναι η έμφαση στην παιδεία, την Υγεία, την εφαρμοσμένη έρευνα (αν και τα…998 εκατ. € που προορίζονται για την τελευταία είναι μικρό ποσό), η ανανέωση των υποδομών (δίκτυα, αδρευτικά έργα, σιδηρόδρομος κ.ά), οι επενδύσεις στον πολιτισμό, την αγροτοδιατροφή κ.ο.κ. Οι επενδύσεις, όμως, για την Παιδεία αφορούν δυσανάλογα στην ψηφιοποίηση, παράλληλα με την όντως εύστοχη επιλογή ενίσχυσης της τεχνικής παιδείας (συνολικοί πόροι 3,72 δισ.€). Η κατάπτωση των μορφωτικών δεξιοτήτων και των γνωστικών επιδόσεων στην ελληνική εκπαίδευση δεν είναι, όμως, ένα ζήτημα που θα αντιμετωπιστεί με την φυγή προς την ψηφιοποίηση και ως προς αυτό δεν έχουμε ακούσει ακόμα από την Υπουργό κάποια άξια λόγου πρόταση.
Για τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής βιομηχανίας, υπάρχει ένας άξονας «ειδικού ενδιαφέροντος», που αναφέρεται στην λίστα υπό την ονομασία «εκσυγχρονισμός και βελτίωση της ανθεκτικότητας κυρίως κλάδων της οικονομίας της χώρας». Σε αυτόν έχει προϋπολογιστεί το σημαντικό ποσό των 9,64 δισ.€. Είναι ένα όντως θετικό σημείο του σχεδίου που δίνει προτεραιότητα στην διασύνδεση του τουρισμού με τον πολιτισμό, στο ποιοτικό ελληνικό αγροτοδιατροφικό προϊόν, στην προώθηση της «βιομηχανίας 4.0» με την ανάπτυξη νέων γραμμών παραγωγής, τον εκσυγχρονισμό των παλαιότερων, την διασύνδεση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και παραγωγής κ.ο.κ.
Άλλα 643 εκ.€, απορροφά ο άξονας για την «βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και προώθηση ιδιωτικών επενδύσεων και εξαγωγών», το ποσό είναι μικρό, ενώ στην σύντομη περιγραφή των προτεραιοτήτων δεν περιγράφεται κάποια συγκεκριμένη στρατηγική ανατάξεως των εξαγωγικών κλάδων. Κι όμως η χώρα χάνει προστιθέμενη αξία εξάγοντας χύμα μεγάλο μέρος της πρωτογενούς της παραγωγής, με πιο εμβληματική περίπτωση εκείνη του ελαιόλαδου, ενώ και τα τυροκομικά έχουν πολλές αναξιοποίητες δυνατότητες. Την ίδια στιγμή η Κύπρος, παρά τα μικρά μεγέθη της οικονομίας της, έχει φτάσει να κερδίζει 300 εκ.€ το χρόνο, μόνο από το χαλούμι.
Ο πολιτικός διάλογος σε τέλμα και απαξίωση
Η εκπόνηση και η δημοσιοποίηση ενός τέτοιου σχεδίου θα έπρεπε να είναι σήμερα το κύριο ζήτημα στην συζήτηση που διεξάγεται μεταξύ της κυβέρνησης και των αντιπολιτευτικών δυνάμεων. Το ύψος των κεφαλαίων που διατίθενται, σε συνδυασμό με την κρίσιμη φάση στην οποία η ελληνική οικονομία βρίσκεται, αυξάνει τις πολλαπλασιαστικές επιπτώσεις του σχεδίου στην Οικονομία, και μέσω αυτού “κλειδώνουν” οι προσανατολισμοί που θα έχει αυτή σε ορίζοντα, τουλάχιστον, δεκαετίας. Από την επιτυχία του προγράμματος αυτού κρίνεται, ουσιαστικά, το με ποιον τρόπο θα γυρίσει τελικά η χώρα σελίδα από την οικονομική κατάπτωση της δεκαετίας 2011-2021.
Αντί για αυτά, όμως, βλέπουμε ότι στον πολιτικό διάλογο να κυριαρχεί, η “υπόθεση Παππά” και ο Πολάκης, η κόντρα κυβέρνησης και αντιπολιτευτικών δυνάμεων επί της πανδημίας. Ενώ, εκεί όπου θα έπρεπε να συμβεί η κρισιμότερη αντιπαράθεση κυριαρχεί σιωπή –ιδίως από την πλευρά της αντιπολίτευσης, και έτσι η κυβέρνηση αφήνεται να σολάρει φλερτάροντας επικίνδυνα με τις δικές της εμμονές (αλόγιστη ψηφιοποίηση, πράσινη πολιτική που δεν συντονίζεται με τις εγχώριες ανάγκες και δυνατότητες) και κενά (αποκέντρωση, δημογραφική πολιτική, κ.ά).
«Δεκεμβριστής»