Αρχική » Ευρώπη: η ρήξη πρέπει να γίνει πρώτα στο εθνικό πεδίο

Ευρώπη: η ρήξη πρέπει να γίνει πρώτα στο εθνικό πεδίο

από admin

Του Μπερνάρ Κασέν

δημοσιογράφος, διευθυντής της Monde Diplomatique

Στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, η ριζοσπαστική αριστερά στέκεται ιδιαίτερα αμήχανη απέναντι στο εθνικό ζήτημα. Τα κείμενα, τα θεωρητικά έργα και περιοδικά, τα σχετικά με αυτό το ζήτημα, που θα μπορούσαν να γεμίσουν ολόκληρες βιβλιοθήκες, αναφέρονται στους Μαρξ, Λένιν, Ρόζα Λούξεμπουργκ, Τρότσκι, προκειμένου να τοποθετηθούν πάνω στην έννοια της πατρίδας, στις σχέσεις ανάμεσα σε τάξη και έθνος, στον εθνικισμό, τον διεθνισμό, ακόμα και την εναλλακτική παγκοσμιοποίηση.

Αυτές οι συζητήσεις, ή ό,τι έχει απομείνει από τους όρους αναφοράς της αριστεράς, δεν είναι μόνο καθαρά αφηρημένοι, ή αιωρούμενοι πάνω από τους συγκεκριμένους πολιτικούς αγώνες: δομούν την ίδια τη συνείδηση των πρωταγωνιστών τους. Η στάση των τελευταίων απέναντι στο ζήτημα της ευρωπαϊκής οικοδόμησης συνιστά μια ολόκληρη σχολή. Πράγματι, με αυτή την κατασκευή, βρισκόμαστε μπροστά σε ένα πρωτοφανές ιστορικά σχήμα, του οποίου το πιο ευαίσθητο σημείο βρίσκεται στη συνάρθρωση –που εξελίσσεται διαρκώς και μεταβάλλεται, ανάλογα με τον κάθε χώρο– ανάμεσα στον χώρο επέμβασης και απόφασης του εθνικού πεδίου και εκείνον (υπερκρατικό ή ομοσπονδιακό) της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).

Η σοσιαλ-δημοκρατία, μετά την προσχώρησή της στον νεο-φιλελευθερισμό, κατά τη δεκαετία του 80, μετέβαλε την ευρωπαϊκή χίμαιρα σε ένα άλλοθι για την παραίτησή της από κάθε κοινωνική αλλαγή σε βάθος, στο εθνικό πεδίο: από ευρωπαϊκή εκλογή σε ευρωπαϊκή εκλογή, υπόσχεται μια «κοινωνική Ευρώπη», η οικοδόμηση της οποίας παραπέμπεται μονίμως στις ελληνικές καλένδες. Και πως θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, μέσα στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών συνθηκών –τις οποίες ψήφισε ενθουσιωδώς–, των οποίων καθοδηγητική αρχή είναι «ο ελεύθερος και απαραχάρακτος ανταγωνισμός» και όχι η αλληλεγγύη;

Είναι ενδεικτικό το γεγονός, στη Γαλλία, ότι όλοι οι υποψήφιοι του Σοσιαλιστικού Κόμματος, για την εκλογή του υποψήφιου στην προεδρία της Δημοκρατίας, υπέταξαν τις ελάχιστες φιλόδοξες προτάσεις τους, που θα μπορούσαν να έχουν μια ευρωπαϊκή επίδραση, στη συναίνεση του συνόλου των Ευρωπαίων εταίρων, στην οποία κανένας δεν πιστεύει. Το πρόσχημα να μην «απομονωθεί» η Γαλλία οδηγεί στο να θάβεται το ζήτημα με ελαφριά συνείδηση…

Η ευρωπαϊκή φυγή προς τα μπρος χαρακτηρίζει και ένα σημαντικό τμήμα της ριζοσπαστικής αριστεράς. Κατ’ αυτήν, κάθε μέτρο που θα έπαιρνε μια προοδευτική κυβέρνηση, η οποία θα αποφάσιζε μονομερώς να μην υπακούσει στις νεο-φιλελεύθερες πολιτικές της ΕΕ, θα είχε έναν «εθνικιστικό» χαρακτήρα και θα κινδύνευε να παίξει το παιχνίδι της άκρας δεξιάς. Όπως ακριβώς και η σοσιαλ-δημοκρατία, αλλά για διαφορετικούς λόγους, αυτή η αριστερά τείνει να ρίξει στη λήθη το εθνικό ζήτημα. Η πρώτη περιμένει για να δράσει (ή, μάλλον, για να είναι σίγουρη ότι δεν θα μπορεί να δράσει) την απίθανη συναίνεση των άλλων κυβερνήσεων. Όσο για τη δεύτερη, που επικαλείται τον διεθνισμό –του οποίου η ΕΕ αποτελεί μια σίγουρα κακή εκδοχή αλλά που μπορεί να βελτιωθεί–, θεωρεί ότι πρωτεύων στόχος δεν είναι να παρθούν πρωτοβουλίες σε εθνικό επίπεδο αλλά να αναδυθεί ένα ευκταίο, αλλά πολύ υποθετικό, «ευρωπαϊκό κοινωνικό κίνημα».

Ωστόσο, με την «αραβική άνοιξη» και το κίνημα των Αγανακτισμένων, η πρόσφατη ιστορία μας διδάσκει πως ένα διεθνές κοινωνικό κίνημα δεν μπορεί να αποκρυσταλλωθεί και να αναπτυχθεί, εξαπλωνόμενο από τη μία χώρα στην άλλη, παρά μόνο με αφετηρία μία ρήξη στο εθνικό πεδίο. Αυτή είναι η εναρκτήρια πράξη η οποία, πάνω από τις υπόλοιπες κυβερνήσεις, θα αποτελέσει έναν πόλο συσπείρωσης και κινητοποίησης των κοινωνικών κινημάτων σε ηπειρωτική κλίμακα.

* Ο Μπερνάρ Κασέν είναι δημοσιογράφος, διευθυντής της Monde Diplomatique, και από τους ιδρυτές της ATTAC (σήμερα, επίτιμος πρόεδρός της), της οργάνωσης που, ξεκινώντας από τη Γαλλία, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξάπλωση του κινήματος της εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ