Αρχική » Γαλλογερμανική κόντρα ενόψει της ενεργειακής μετάβασης

Γαλλογερμανική κόντρα ενόψει της ενεργειακής μετάβασης

από Αναστάσης Μπαλτατζής

Η διαχείριση της ενεργειακής μετάβασης είναι ένα από τα πλέον φλέγοντα ζητήματα σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο και πρόκειται να καθορίσει πολλές από τις ισορροπίες στον πλανήτη τα επόμενα χρόνια.

Του Αναστάση Μπαλτατζή

Στο εσωτερικό της Γηραιάς Ηπείρου, η οποία «τραβά το κουπί» της ενεργειακής μετάβασης σε πλανητικό επίπεδο, υπάρχουν δύο διαφορετικές τάσεις ως προς το τι μπορεί να θεωρηθεί «πράσινο» ενόψει της νέας εποχής, με τις Γαλλία και Γερμανία να ηγούνται αυτών. Οι δύο χώρες έχουν εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις στον χαρακτηρισμό ή όχι της πυρηνικής ενέργειας ως «πράσινης», με τη Γερμανία να έχει προχωρήσει εδώ και χρόνια στο κλείσιμο των πυρηνικών της εργοστασίων και την άδεια των τελευταίων τριών εργοστασίων της να λήγει στο τέλος του έτους. Από την άλλη μεριά, η Γαλλία έχει διαμορφώσει το δικό της σχέδιο για την αντικατάσταση των παλιών μεγάλων πυρηνικών της εργοστασίων από μικρότερα νέας γενιάς.
Η Κομισιόν κατέθεσε πρόταση με την οποία συγκαταλέγει την πυρηνική ενέργεια στη λίστα με τις «πράσινες» μορφές παραγωγής ενέργειας, έστω και υπό πολύ συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Κι αν αυτό είχε προαναγγελθεί από καιρό τόσο από την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν όσο κι από άλλα κορυφαία στελέχη της ΕΕ ως μία συγκαταβατική λύση, η πρόταση προκάλεσε την οργή της νέας γερμανικής κυβέρνησης. Η υπουργός Ανάπτυξης της Γερμανίας (αλλά και υπουργός Περιβάλλοντος στην προηγούμενη κυβέρνηση) Σβένγια Σούλτσε (SPD) έσπευσε να χαρακτηρίσει την πρόταση λανθασμένη, υπογραμμίζοντας πως η πυρηνική ενέργεια είναι «πολύ επικίνδυνη, ακριβή και αργή». Στον ίδιο τόνο εκφράστηκε και ο Ρόμπερτ Χάμπεκ, υπουργός Οικονομίας και Κλίματος και αντικαγκελάριος, ο οποίος εξέφρασε και την απορία του για το πόσο αποδεκτή θα είναι αυτή η ταξινόμηση από τις αγορές.
Αυτό είναι και το όλο νόημα της ταξινόμησης. Η πρόταση της Κομισιόν λειτουργεί ως δείκτης προς τις εταιρείες, τους επενδυτές και τους φορείς χάραξης πολιτικής για το ποιες μορφές παραγωγής ενέργειας μπορούν να χαρακτηριστούν περιβαλλοντικά βιώσιμες στη νέα εποχή και έχουν ως εκ τούτου επενδυτική αξία.
Γιατί όμως η πυρηνική ενέργεια βρίσκει τόσο πολλές αντιστάσεις, ενώ οι εκπομπές άνθρακα είναι σχεδόν μηδενικές σε αυτήν; Εκτός από τον προφανή κίνδυνο των ατυχημάτων, όπως στη Φουκουσίμα και στο Τσερνόμπιλ, η πυρηνική ενέργεια συνδέεται με μεγάλα κόστη, είναι «αργή» και η αποθήκευση των αποβλήτων ενέχει κινδύνους. Τόσο η κατασκευή όσο και η αποσυναρμολόγηση ενός πυρηνικού εργοστασίου είναι χρονοβόρες διαδικασίες. Όπως σημειώνει ο Μίχαελ Σνάιντερ: «Η γαλλική κυβέρνηση υποθέτει ότι, αν όλα πάνε καλά, το πρώτο πυρηνικό εργοστάσιο νέου τύπου θα τεθεί σε λειτουργία το 2039», και συνεχίζει λέγοντας, «όταν μιλάμε για κλιματική ανάγκη εννοούμε τη δεκαετία του ‘20». Πράγματι, με τους στόχους που έχει θέσει η Ε.Ε. για το 2050, η πυρηνική ενέργεια ίσως αποδειχτεί μία πολύ χρονοβόρα λύση.
Παρ’ όλα αυτά, ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν φαίνεται να προχωρά στο σχέδιο για περισσότερα, μικρότερα πυρηνικά εργοστάσια, τα οποία θα θυσιάζουν την ποσότητα παραγωγής ενέργειας με αντάλλαγμα την ασφάλεια και τη φιλικότητα προς το περιβάλλον. Η επιτυχία του εγχειρήματος θα κριθεί στο πόσο αποτελεσματικά θ’ αποδειχθούν στους άξονες της ασφάλειας, της μεταφοράς ενέργειας, της αποσυναρμολόγησης και της αποθήκευσης των αποβλήτων.

Παραφωνίες και εντός της Γερμανίας


Οι διαφωνίες δεν περιορίζονται όμως μόνο σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η γερμανική κυβέρνηση μπορεί να κρατάει ενιαία στάση στο θέμα της πυρηνικής ενέργειας, φαίνεται όμως να είναι διαιρεμένη στο εσωτερικό της ως προς την ταξινόμηση του φυσικού αερίου. Άλλωστε, η πρόταση της Κομισιόν συμπεριλαμβάνει και το φυσικό αέριο στην λίστα των βιώσιμων ενεργειακών επενδύσεων, έστω και υπό τον αστερίσκο του μεταβατικού καυσίμου. Ο Κρίστιαν Λίντνερ, αρχηγός των Φιλελευθέρων και υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας χαιρέτισε την προσθήκη αυτή. Τόνισε μάλιστα πως η Γερμανία έχει ανάγκη ως μεταβατική λύση τα σύγχρονα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής που λειτουργούν με φυσικό αέριο, τα οποία στη συνέχεια θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την καύση υδρογόνου. Στο ίδιο κλίμα κινούνται λίγο πολύ και οι Σοσιαλδημοκράτες. Στον αντίποδα, ο Χάμπεκ εξέφρασε τις αμφιβολίες του και για το φυσικό αέριο, τονίζοντας τη γρήγορη ανάγκη για την αντικατάστασή του από το «πράσινο» υδρογόνο. Η παραπάνω διαφωνία στον κυβερνητικό συνασπισμό είχε διαφανεί ήδη μήνες πριν, με τους Πράσινους να μην καταφέρνουν να συμπεριλάβουν την «καταδίκη» του φυσικού αερίου και της πυρηνικής ενέργειας στην προγραμματική συμφωνία.
Όσον αφορά την πρόταση της Κομισιόν στις χώρες της ΕΕ, δόθηκε διορία μέχρι τις 21/01 ώστε να καταθέσουν τα σχόλια τους για το προσχέδιό της. Ενδεχόμενη ανατροπή της δεν φαντάζει όμως δυνατή. Αυτή μπορεί να πραγματοποιηθεί με δύο τρόπους, είτε με ενισχυμένη πλειοψηφία των κρατών μελών, όπου απαιτούνται 20 ψήφοι από τα 27 κράτη μέλη, είτε μέσω πλειοψηφίας στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο (50% +1 ψήφος). Μαζί με τη Γερμανία έχουν ταχθεί χώρες όπως η Αυστρία, το Λουξεμβούργο, η Δανία και η Πορτογαλία, χώρες οι οποίες σίγουρα δεν αρκούν για να συμπληρώσουν τον απαιτούμενο αριθμό ευρωβουλευτών.
Η διαχείριση της ενεργειακής μετάβασης είναι ένα από τα πλέον φλέγοντα ζητήματα σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο και πρόκειται να καθορίσει πολλές από τις ισορροπίες στον πλανήτη τα επόμενα χρόνια. Ήδη φάνηκε αυτό με μία -άτυπη ακόμη- άλλα πρώτη νίκη του Γάλλου προέδρου έναντι της νέας τρικομματικής γερμανικής κυβέρνησης, ενόψει βέβαια και των γαλλικών προεδρικών εκλογών. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Το θέμα του φυσικού αερίου φαίνεται πως διχάζει και τη νέα γερμανική κυβέρνηση, ενώ συνδέεται άμεσα και με τον αγωγό Nordstream 2, ένα έργο το οποίο έχουν καταδικάσει οι Πράσινοι, φέρει όμως την υπογραφή των Σοσιαλδημοκρατών. Μένει να δούμε πώς οι εξελίξεις θα μπορέσουν να επηρεάσουν τις δυναμικές μέσα στην ΕΕ κι αν η νέα γερμανική κυβέρνηση θα μπορέσει να διατηρήσει τη χώρα στο επίπεδο που την παρέλαβε.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ