Του Αλέκου Μιχαηλίδη από τον Φιλελεύθερο
Τον Νοέμβριο του 2013, η Ουκρανία συγκλονίστηκε από το κίνημα «Ευρω-Μαϊντάν» (Ευρωπλατεία). Ήταν η αντίδραση εκατοντάδων χιλιάδων Ουκρανών εναντίον της απόφασης του τότε Προέδρου Βίκτορ Γιανουκόβιτς να διακόψει τη διαδικασία σύνδεσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι διαδηλώσεις ξέσπασαν το βράδυ της 21ης Νοεμβρίου 2013 και είχαν ως αποτέλεσμα την πτώση της κυβέρνησης και τη διαφυγή του ρωσόφιλου προέδρου Γιανουκόβιτς. Είχε προλάβει, βέβαια, ο Γιανουκόβιτς, να διατάξει την αστυνομία να επιτεθεί βίαια στους διαδηλωτές που ήθελαν αλλαγή στην πολιτική ζωή της Ουκρανίας. Ήταν η μεγαλύτερη συγκέντρωση υπέρ της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην ιστορία, καθώς η προσέλευση των διαδηλωτών έφθασε μέχρι και τις 800.000.
Τις διαδηλώσεις στήριξε ενεργά ο Πέτρο Ποροσένκο, ο οποίος εξελέγη πρόεδρος Ουκρανίας τον Μάιο του 2014 με 55%. Μια από τις πρώτες του ενέργειες ήταν να καλέσει τη Ρωσία σε διαπραγματεύσεις ώστε να λυθεί το ζήτημα που είχε δημιουργηθεί στις περιοχές Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ από ένοπλους ρωσόφωνους αντάρτες. Παρουσίασε ειρηνευτικό σχέδιο αλλά το καθεστώς Πούτιν απέρριψε την πρόταση για διαπραγματεύσεις με την παρουσία διεθνών μεσολαβητών.
Είναι περισσότερο από αληθές ότι ο Ποροσένκο ανέχτηκε εγκλήματα κατά ρωσόφωνων στην περιφέρεια του Ντονμπάς. Είχε, στο μεταξύ, κατηγορηθεί πολλάκις από τις ΗΠΑ για διαφθορά, χαρακτηρίστηκε «ναζιστής» από κομμάτια της αντιπολίτευσης και Ρώσους σχολιαστές, ενώ το 2019 υπέστη συντριπτική ήττα από τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι, που εξελέγη πρόεδρος με 73,22%. Ο Ζελένσκι επίσης υποστήριξε το κίνημα του «Ευρωμαϊντάν», την είσοδο της Ουκρανίας στην ΕΕ αλλά και το ΝΑΤΟ, καθώς και τις διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία για τις λεγόμενες «λαϊκές δημοκρατίες» του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ.
Η ιστορία, βέβαια, της μαχόμενης Ουκρανίας δεν ξεκίνησε ούτε το 2014 ούτε το 2019 ούτε καν το 1991. Ούτε μπορεί κανείς να τη «σφραγίσει» ως κεκτημένο της Ρωσίας επειδή ιδρύθηκε εκεί το Κράτος Των Ρως κατά τον 9ο αιώνα μ.Χ. ή επειδή στο Ντονμπάς μιλούν ρωσικά. Ούτε επειδή η τσαρική ή η σοβιετική ρωσική αυτοκρατορία είχαν πάντα βλέψεις και απαιτήσεις για τη μεγαλύτερη σε έκταση ευρωπαϊκή χώρα. Ούτε επειδή έγινε πάμπολλες φορές πεδίο μάχης των ισχυρών κάθε εποχής σε αντίθεση με το εθνικό αίσθημα και την ιστορική συνείδηση του ουκρανικού λαού.
Κάτι που υποτιμά και ο Βλαντιμίρ Πούτιν, όπως υποτίμησαν οι μπολσεβίκοι από το 1917 όταν θεώρησαν ότι η Ουκρανία θα γινόταν αναίμακτα κομμάτι της μεγάλης Σοβιετικής Ένωσης. Όπως υποτίμησε ο Γιανουκόβιτς, αλλά και οι επίδοξοι «σωτήρες» του ουκρανικού λαού. Κι όμως, παρά τις αντιξοότητες των πρώτων χρόνων της ανεξαρτησίας, την τραγική οικονομική κατάσταση, την κρίση εθνικής ταυτότητας και την πολιτική αστάθεια, η Ουκρανία απέκτησε νέο Σύνταγμα το 1994. Η Ρωσία δεν έπαυσε ποτέ να βάζει το μακρύ της χέρι στη χώρα, ως μια έκπτωτη αυτοκρατορία που αναζητούσε τρόπο να σώσει τα παλιά της εδάφη. Η «Πορτοκαλί Επανάσταση» του 2004 μπορεί να μην είχε διάρκεια, ήταν μια ένδειξη όμως αυτού που ονομάζεται ουκρανική εθνική συνείδηση -ούτε με τον Πούτιν ούτε με το ΝΑΤΟ. Αυτό είναι που δεν αποδέχονται και υποτιμούν οι ισχυροί τούτης της γης κι όσοι απολογούνται εκ μέρους τους: Την ουκρανική εθνική συνείδηση, την ιστορία μιας χώρας που διαρκώς αντιστέκεται. Slava Ukraini!
alekos@phileleftheros.com
1 ΣΧΟΛΙΟ
Είναι αναμφισβήτητο ότι η Ρωσία λειτουργεί ως μία επεκτατική, απολυταρχική δύναμη που τελικώς αποκόπτει από μόνη της την δυνατότητα οργανικής ενσωματώσεώς της με την πραγματική πολιτιστική της οικογένεια: την Ευρώπη. ‘Ετσι σταδιακώς η εντεύθεν των Ουραλίων Ρωσία βαίνει προς την αυτοκτονία της, απομακρυνόμενη από τον ιστορικό φυσικό της χώρο.
Σίγουρα καλά μπουμπούκια είναι και οι Δυτικοί, κυρίως οι Αμερικάνοι, που αναζητούν πάντα τον “απέναντι” εχθρό, για να έχουν λόγο υπάρξεως ως υπερδύναμη και που απομόνωσαν την Ρωσία από τους διεθνείς οργανισμούς λήψεως αποφάσεων (ΝΑΤΟ, G8 κλπ). Αλλά με δεδομένη την αμερικανική εχθρότητα προς την Ρωσία, αν μπορούσε ίσως να υπάρξει μία γέφυρα μεταξύ Ρωσίας και Ευρώπης, αυτή θα ήταν η Ουκρανία, την οποία σήμερα ο Πούτιν κατεδαφίζει διαπράττοντας ένα ιστορικό (και ανθρωπιστικό) έγκλημα, εχθρικό προς προοπτική όποιας πιθανής ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Από την άλλη (και αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί δικαιολόγηση του Πούτιν, αλλά διεύρυνση του πολιτικού προβληματισμού για μία ελληνική εθνική ολοκλήρωση) μήπως πρέπει να αναρωτηθούμε επιτέλους στα σοβαρά αν υπάρχουν τεχνητά έθνη;
Για παράδειγμα οι Σκοπιανοί είναι “γνήσιο” ιστορικό έθνος ή μία κρατικογενής λαότητα που διαμορφώνει εθνική συνείδηση απορροφώντας ετερόκλητες εθνικές ομάδες και υποκλέπτοντας ξένες ιστορικές κληρονομιές;
Το ίδιο θα λέγαμε για πλήθος λατινοαμερικάνικων “εθνών” (ποιες οι διαφορές Ουρουγουανών – Αργεντίνων άραγε;) , αφρικανικών ακόμα και δυτικοευρωπαϊκών (τι είναι οι Βέλγοι τελικά; ). Και αντιστρόφως αναρωτιέμαι εάν οι αποσχιστικές τάσεις των Καταλανών έναντι των Καστιλιάνων έχουν άραγε σοβαρή εθνολογική βάση (λατινογενείς γλώσσες, καθολικισμός, ιστορική ενότητα από τον καιρό της Ισαβέλλας και του Φερδινάνδου).
Αντιστοίχως λοιπόν οι λεγόμενοι Ουκρανοί πόσο σοβαρές διαφορές (γλωσσικές, θρησκευτικές, πολιτιστικές) έχουν από τους Ρώσους, ώστε να αξιολογηθούν ως διαφορετικό έθνος;
Εν τέλει θεωρώ ότι είναι άλλης τάξης ζήτημα η υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της Ουκρανίας και η καταδίκη του Πουτινισμού, και άλλης τάξης η ανάδειξη ιστορικού βάθους ουκρανικής συνείδησης. Η υπεράσπιση της ουκρανικής ανεξαρτησίας διασώζει την πιθανότητα σταδιακής ένταξης του σλαβικού ορθόδοξου κόσμου στην ευρωπαϊκή οικογένεια και αποκρούει τον αναθεωρητισμό, όμως η αποδοχή ουκρανικής εθνικής συνείδησης με ιστορικό βάθος λειτουργεί υπέρ της διαμορφώσεως κρατικογενών εθνικών συνειδήσεων, πράγμα που ήδη έχει αποπειραθεί να συμβεί στην ελεύθερη Κύπρο (ευτυχώς ανεπιτυχώς για την ώρα) με την διαμόρφωση “κυπριακής” εθνικής συνείδησης.
Απαιτείται προσοχή. Θα πρότεινα καλύτερα να αντιμετωπισθεί η ρωσική επίθεση ως αδελφοκτόνος εμφύλιος πόλεμος (στον οποίον όμως φταίει ο επιτιθέμενος) και όχι ως πόλεμος κόντρα στο “εθνικό αίσθημα και την ιστορική συνείδηση του ουκρανικού λαού”.
Και κάτι ακόμα: το φλερτ από και προς την Τουρκία δεν είναι μόνον ρωσικό, αλλά και ουκρανικό (βλ. πωλήσεις Μπαϊρακτάρ κλπ).
Αυτά όχι ως αντίθεση με την ξεκάθαρη γραμμή του Άρδην για το ουκρανικό (την οποία και εγώ ασπάζομαι), αλλά ως έκφραση ενός βαθύτερου προβληματισμού.
Ευχαριστώ.