Αρχική » Η Θεσσαλονίκη συρρικνώνεται, ο Δήμος αδυνατεί να δώσει απαντήσεις

Η Θεσσαλονίκη συρρικνώνεται, ο Δήμος αδυνατεί να δώσει απαντήσεις

από Μένουμε Θεσσαλονίκη

Ανακοίνωση της Δημοτικής Παράταξης Μένουμε Θεσσαλονίκη

Τα προσωρινά στατιστικά που ανακοίνωσε η Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία για όλη την Ελλάδα, αντιπροσωπεύουν άλλη μια ένδειξη για το γεγονός ότι η δημογραφική συρρίκνωση της ελληνικής κοινωνίας επιταχύνεται ταχύτατα. Η τυπική μείωση πληθυσμού, στο 3,5%, κατά την δεκαετία 2011-2021, γίνεται ακόμα πιο έντονη αν αφαιρέσουμε τα μεγάλα κύματα προσφύγων και μεταναστών που δέχθηκε η χώρα, από την Ανατολή και το Νότο, ιδίως μετά το 2015 κι έπειτα.

Στον Δήμο Θεσσαλονίκης καταγράφεται μείωση από 325.182 σε 317.778 κατοίκους. 858.273 κάτοικοι απογράφηκαν σε όλο το πολεοδομικό συγκρότημα, δηλαδή στον κεντρικό Δήμο και στους Δήμους Αμπελοκήπων, Καλαμαριάς, Κορδελιού-Ευόσμου, Νεάπολης-Συκεών, Πυλαίας-Χορτιάτη, Παύλου Μελά, Ωραιοκάστρου. Στις αρχές τις δεκαετίας του 2000, οι μελέτες και ο στρατηγικός σχεδιασμούς μιλούσαν για την «πόλη των 2 εκατομμυρίων». Σήμερα, μόλις μετά βίας που αγγίζει τις 850.000.

Οι δείκτες θα έπρεπε να σημάνουν καμπανάκι στην πολιτεία και την τοπική αυτοδιοίκηση. Όχι μόνο για την συρρίκνωση, αλλά για το γεγονός ότι πίσω από τα στατιστικά της, κρύβεται και ένα παρεπόμενο φαινόμενο, αυτό της ραγδαίας γήρανσης του πληθυσμού: «Κοινωνία γκρίζων κροτάφων» κοντεύει να γίνει πλέον η Θεσσαλονίκη και όλη η υπόλοιπη Ελλάδα· κάτι που έχει ανυπολόγιστες συνέπειες στην κοινωνική και οικονομική δυναμική, στην αγορά εργασίας, στα ασφαλιστικά ταμεία, ακόμα, στην ποιότητα του ευρύτερου δημοσίου τομέα –και στους Δήμους, καθώς γνωρίζουμε ότι ο μέσος όρος ηλικίας των εργαζόμενων είναι πολύ υψηλός, πράγμα που καθιστά εξαιρετικά δύσκολο οποιονδήποτε θεσμικό και διοικητικό εκσυγχρονισμό.

Η δημογραφική πολιτική όφειλε να είναι υψηλά ιεραρχημένη στην ατζέντα της Πολιτείας και των Δήμων. Ιδίως οι τελευταίοι που έχουν στην αρμοδιότητά τους την προσχολική εκπαίδευση και την βρεφονηπιακή δημιουργική απασχόληση –και έχουν δυνατότητα επίσης να συστήσουν κέντρα υποστήριξης των νέων εργαζόμενων γονέων σε κάθε δημοτικό διαμέρισμα, ή πιο απλά να αναβαθμίσουν τις παιδικές χαρές.

Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες έχουν αντιληφθεί εδώ και δεκαετίες ότι η δημογραφική πολιτική αποτελεί «κοινωνική επένδυση» και είναι κρίσιμη ώστε οι κοινωνίες και οι οικονομίες τους να είναι εύρωστες και δυναμικές. Εδώ, η μισή μερίδα του πολιτικού κόσμου την καταγγέλλει ότι ανήκει σε μια κάποια υποτιθέμενη «ακροδεξιά ατζέντα». Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πόσο ισχυρός είναι ο μικροελλαδισμός στην πολιτική μας ζωή, και μια στάση που βαφτίζει αντιπολίτευση την εξαχρείωση του δημοσίου διαλόγου και την αποβλάκωση της κοινής γνώμης. Από την άλλη πλευρά, ισχυρή είναι ακόμα η πελατειακή πολιτική, που βλέπει τους πολύτεκνους και τους τρίτεκνους ως ωφελούμενους ορισμένων μικροεπιδομάτων ευελπιστώντας ότι θα αποτελέσουν δεξαμενές ψήφων για τις επόμενες εκλογές.

Στην υπόλοιπη Ευρώπη, αντίθετα, τα δημογραφικά προγράμματα –με τη συμμετοχή και των Δήμων– προσφέρουν ποικιλότροπη στήριξη στις νέες οικογένειες, ενθαρρύνοντάς τους να κάνουν πάνω από 1 παιδί: Οι γονεϊκές άδειες με την γέννηση κάθε παιδιού έχουν μεγαλύτερη διάρκεια, οι νταντάδες επιδοτούνται, υπάρχουν χώροι προσωρινής φύλαξης των παιδιών σε κάθε δημοτική ενότητα ώστε οι γονείς να κάνουν τις δουλειές τους, προγράμματα επιδότησης οικογενειακής στέγης, μεγάλη έμφαση στην εναρμόνιση οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής, μέριμνα ώστε οι δημόσιοι βρεφονηπιακοί σταθμοί να καλύπτουν όλες τις ανάγκες, σημαντική επιδότηση της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, στήριξη των μονογονεϊκών νοικοκυριών κ.ο.κ.

Εδώ δεν γίνεται ούτε συζήτηση. Από το 2014 που η Δημοτική Παράταξη Μένουμε Θεσσαλονίκη θέτει το ζήτημα, μαζί με ελάχιστες άλλες φωνές, εισπράττουμε την σιωπή, ή τις κοροϊδίες των ψευδοπροοδευτικών μικροελλαδιστών που νομίζουν ότι κοινωνία είναι οι μπούμερ της μεταπολίτευσης που τους ψηφίζουν.

Ο δήμαρχος Κωνσταντίνος Ζέρβας δεν έχει διατυπώσει ούτε μισή πρόταση συστηματικής δημογραφικής πολιτικής. Αυτή θα κρίνει όμως το μέλλον της πόλης, και όχι μόνον ή κυρίως οι ασφαλτοστρώσεις.

Η πόλη γερνάει και συρρικνώνεται. Την ίδια στιγμή όλοι οι παράγοντες της τοπικής αυτοδιοίκησης είναι εγκλωβισμένοι στο μικρόκοσμό τους, πράγμα που μεταβάλλει την ίδια την τοπική αυτοδιοίκηση σε μικρόκοσμο: αποπροσανατολισμένη από τις μεγάλες ανάγκες της πόλης, τείνει να γίνει υπόθεση ορισμένων μόνο κυκλωμάτων του κέντρου της.

Η εμπιστοσύνη των κατοίκων στον Δήμο εν γένει είναι κάτω από 50%, και γι’ αυτό η αποχή στις εκλογές ολοένα και μεγαλώνει. Υπάρχει μια βαθιά κρίση του θεσμού που εκδηλώνεται κυρίως στην αδυναμία του να παρέμβει στα καίρια.

Η δημογραφική πολιτική είναι ένα από αυτά, η πολιτική τόνωσης των τοπικών οικονομικών κλάδων υψηλής προστιθέμενης αξίας είναι μια άλλη, η αλλαγή νοοτροπίας στην κοινωνική πολιτική ώστε να ξεφύγει από την φιλανθρωπία και να προχωρήσει σε κοινωνικές επενδύσεις για την παιδεία, την υγεία, και την γεννητικότητα, μια τρίτη, και η επένδυση στην μεγάλη πολιτιστική κληρονομιά της πόλης, μια τέταρτη.

Αυτό σημαίνει πολιτική υπέρ των πολλών στην Θεσσαλονίκη, να τεθούν οι βάσεις ώστε η αυριανή της κοινωνία να είναι νεανική, δυναμική, να έχει αποκαταστήσει την ανοδική κινητικότητα –και άρα να μειώσει τις ανισότητες– και να διαπνέεται από ένα ισχυρό όραμα παιδείας και πολιτισμού, άρα να ευνοήσει τους όρους ποιοτικής συμμετοχής του κόσμου στα κοινά.

26/07/2022

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ