του Γιώργου Καραμπελιά
Στις εκλογές της 25ης Ιουνίου, το καθοδηγούμενο και ποδηγετούμενο από τον Κασιδιάρη κόμμα των Σπαρτιατών κατόρθωσε να παρακάμψει το εμπόδιο του Αρείου Πάγου και να ψηφιστεί με ένα σχετικά υψηλό ποσοστό που του επιτρέπει την είσοδο στη Βουλή.
Το γεγονός ότι το επέτυχε οφείλεται κατ’ αρχάς στην προχειρότητα με την οποία πραγματοποιείται ο έλεγχος της νομιμότητας και του δημοκρατικού χαρακτήρα των κομμάτων από τον Άρειο Πάγο, ο οποίος επέτρεψε και σε άλλα κόμματα ή κομματίδια με ανοικτά αντιδημοκρατικό καταστατικό να συμμετάσχουν στις εκλογές.
Δεύτερον, καταδεικνύει τον ερασιτεχνισμό με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν οι υπόγειες αλλά και φανερές δραστηριότητες του Κασιδιάρη, τόσο από την πολιτεία και τα όργανά της όσο και από τα κόμματα, κατ’ εξοχήν τη Νέα Δημοκρατία.
Η ΕΥΠ και οι Υπηρεσίες του κράτους θα έπρεπε να έχουν διαπιστώσει τόσο αυτές τις επαφές όσο και τη συμμετοχή μεγάλου μέρους των υποψηφίων των «Ελλήνων» του Κασιδιάρη στα ψηφοδέλτια των Σπαρτιατών. Άλλωστε, η δήλωσή του ότι «θα είναι παρών» και στις εκλογές του Ιουνίου, μετά τον αποκλεισμό των «Ελλήνων» τον Μάιο, θα έπρεπε να κάνει αυτές τις υπηρεσίες και τα κόμματα να είναι ήδη «ψυλλιασμένα» και περισσότερο προσεκτικά.
Εάν σε αυτά προστεθεί το γεγονός ότι 800.000 δημοκρατικοί πολίτες, που είχαν ψηφίσει τον Μάιο, απείχαν από τις εκλογές του Ιουνίου επέτρεψε στα ολοκληρωτικά κόμματα, οι ψηφοφόροι των οποίων ψήφισαν φανατικά και με στοχοπροσήλωση, να εμφανίσουν υψηλότερα ποσοστά και εκλογική δύναμη από αυτή που πραγματικά έχουν. Η Χρυσή Αυγή, ακόμα και αφού ήδη είχαν αρχίσει οι διώξεις εναντίον της τον Ιανουάριο του 2015, έλαβε 388.000 ψήφους και 6,3% ενώ, το 2019, στο ναδίρ της επιρροής της, ημιδιαλυμένη και στη φυλακή, έλαβε 165.000 ψήφους και έμεινε οριακά έξω από τη Βουλή, ενώ οι Σπαρτιάτες με 241.000 ψήφους έφθασαν το 4,63%.
Τελικώς, όμως, ο γέγονε γέγονε, με συνέπεια οι Σπαρτιάτες να διεκδικήσουν ανοικτά τη διασύνδεσή τους με τον Κασιδιάρη, τόσο στην προεκλογική τους εκστρατεία, με τις αφίσες του αρχηγού «Ηλία», όσο και με τις ίδιες τις δηλώσεις των επικεφαλής τους, το βράδυ των εκλογών, ότι άντλησαν τη δύναμή τους από τη στήριξή του.
Έτσι, μια ολόκληρη προσπάθεια να αποκλειστεί ο εγκληματίας Κασιδιάρης από τις εκλογές, με διαμάχες, παλινωδίες και τροπολογίες επί τροπολογιών στη Βουλή, μοιάζει να απέβη άκαρπη και οι ναζί να κορυβαντιούν απροκάλυπτα ότι εξαπάτησαν τη δημοκρατική πολιτεία και τους θεσμούς της!
Εν τούτοις, υπάρχει και σήμερα η δυνατότητα να αντιμετωπιστεί, έστω εκ των υστέρων, το φαινόμενο της εξαπάτησης των θεσμών και της πολιτείας και να μην επιτραπεί στους κλώνους του Κασιδιάρη να μπουν στη Βουλή. Και αυτό μπορεί να γίνει μέσω μαζικών ενστάσεων πολιτών ή και πολιτικών στελεχών σε όλες τις περιοχές όπου έχουν εκλεγεί οι εξαπατήσαντες την πολιτεία βουλευτές των Σπαρτιατών.
Όπως έχουν ήδη δηλώσει πολλοί συνταγματολόγοι, όπως ο Κώστας Χρυσόγονος και ο Κώστας Μποτόπουλος, κάτι τέτοιο είναι απολύτως εφικτό και δεν οδηγεί σε επανάληψη των εκλογών, όπως εσφαλμένα υποστηρίζει ο Ευάγγελος Βενιζέλος, αλλά ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του Ανωτάτου Εκλογικού Δικαστηρίου να ανακατανείμει απλώς τις χηρεύουσες έδρες στα υπόλοιπα κόμματα της Βουλής.
Ωστόσο, από πολλούς τίθεται το ερώτημα εάν κάτι τέτοιο είναι πολιτικά ορθό.
Θα έλεγα λοιπόν ότι όχι μόνο είναι ορθό αλλά και πολιτικά επιβεβλημένο.
Πρώτον, διότι θα κατεδείκνυε εν τοις πράγμασι πως η Ελληνική Δημοκρατία απαντά αποτελεσματικά σε όσους δοκιμάζουν να την εξαπατήσουν. Η πολιτική σταδιοδρομία του Κασιδιάρη πρέπει να λάβει οριστικά τέλος: αφ’ ενός η τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου θα του αφαιρέσει τα πολιτικά δικαιώματα – και πρέπει επιτέλους να ολοκληρωθεί η κατ’ έφεσιν δίκη, αγαπητέ Γιώργο Φλωρίδη. Αφ’ ετέρου, δεν θα μπορεί να ασκεί, μέσω παρένθετων προσώπων, θεσμική πολιτική επιρροή.
Και το επιχείρημα πως πρέπει «να ξεριζωθούν οι ρίζες του ναζιστικού φαινόμενου στην κοινωνία» δεν αρκεί για να απαντήσει στην απαγόρευση της δράσης, ανοικτής ή όχι, μιας εγκληματικής οργάνωσης. Εάν αφεθούν ελεύθεροι να πολιτεύονται όσοι επιχείρησαν να ανατρέψουν τη Δημοκρατία και να στρατολογούν άκοπα οπαδούς, τότε ανοίγει η όρεξη σε πολλούς. Όσο για τις ακροδεξιές απόψεις που υπάρχουν στην ελληνική κοινωνία, αυτές δεν θα εξαφανιστούν ως δια μαγείας, αλλά θα έχει κοπεί με το μαχαίρι στους οπαδούς τους η οποιαδήποτε σύνδεσή τους με τον Κασιδιάρη και τη Χρυσή Αυγή. Ας επιλέξουν άλλα κόμματα και πολιτικές εκφράσεις, που εξάλλου αφθονούν στον σχετικό χώρο.
Προπαντός, όμως, η αποπομπή των κλώνων του Φύρερ Ηλία από την ελληνική Βουλή έχει ύψιστη πολιτική και ιδεολογική σημασία. Πολλοί πίστευαν και πιστεύουν πως η εσκεμμένη καθυστέρηση του ΣΥΡΙΖΑ να δικάσει τη Χρυσή Αυγή, όταν ήταν στην κυβέρνηση, ή η άρνησή του να ψηφίσει τον πρόσφατο νόμο για τον Κασιδιάρη, έχει μόνο ή κυρίως ψηφοθηρικά κίνητρα. Ωστόσο, υπάρχει κάτι πολύ πιο βαθύ. Οι εθνομηδενιστές, στον ΣΥΡΙΖΑ, και όχι μόνο, χρειάζονται τους ναζί μέσα στη Βουλή ώστε να μπορούν να συκοφαντούν κάθε πατριωτική φωνή ή μέτρο ως ναζιστικό ή συνοδοιπόρο των ναζιστών. Ο φράχτης στον Έβρο είναι ναζιστική πολιτική!
Το δίπολο ναζισμού-αντιναζισμού είναι οργανικό στοιχείο της πολιτικής τους για να ποινικοποιούν και να απαξιώνουν τους δημοκρατικούς πολιτικούς τους αντιπάλους. Οι Σπαρτιάτες στη Βουλή είναι βούτυρο στο ψωμί του ΣΥΡΙΖΑ. Γι’ αυτό και ξαφνικά καταφεύγουν σε «ουσιοκρατικά» επιχειρήματα, ότι πρέπει να αντιμετωπιστούν στο επίπεδο των ιδεών. Αλλά το ένα δεν αποκλείει το άλλο. Αντίθετα, η μάχη των ιδεών ενισχύεται όταν θωρακίζεται η δημοκρατία, και όχι το αντίστροφο.
Εν κατακλείδι: για να ολοκληρωθεί αυτό που άρχισε με την απαγόρευση της εισόδου του Κασιδιάρη στη Βουλή θα πρέπει να εκδιωχθούν και οι κλώνοι του από το Κοινοβούλιο. Και εδώ θα κριθούν και κόμματα και πολιτικές δυνάμεις και ενεργοί πολίτες, εάν θα αναλάβουν ή όχι τις σχετικές πρωτοβουλίες.
2 ΣΧΟΛΙΑ
Αν υπάρχει εντιμότητα θα πρέπει να υπάρχει πρόταση και το ΚΚΕ να βγει εκτός νόμου μιας και δεν αποδέχεται ξεκάθαρα τον κοινοβουλευτισμό. Δεν έχει καμία σημασία το ότι είναι “καλή” ιδεολογία: είναι το ίδιο εχθρικό προς τη δημοκρατία.
Δεν τολμάει κανείς να το θέσει διότι εξυπηρετούνται μικροπολιτικές σκοπιμότητες, δεν είστε αμερόληπτοι.
Είμαστε όμως αμερόληπτοι διότι δεν ζητάμε την αποπομπή κομμάτων που ιδεολογικά αναφέρονται στην όποια κοσμοθεωρία, όπως ζητούσε ο Τζήμερος για το ΚΚΕ, ακόμα και αν υποστηρίζουν τον φασισμό. Η αποπομπή των Σπαρτιατών συνδέεται αποκλειστικά με το γεγονός ότι ο πραγματικός τους ηγέτης είναι ένας καταδικασμένος για ενέργειες που στρέφονται εναντίον της ελληνικής δημοκρατίας.