Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Ό, τι γράφεται για την Τσακωνιά, είτε είναι ιστορία, είτε είναι λογοτεχνία, είναι μεγάλη συμβολή στην επίγνωση της ιδιοπροσωπίας μας, στο να γνωρίσουμε δηλαδή το από πού ερχόμαστε. Είναι και το πιο βοηθητικό στοιχείο για τη συνέχεια μας. Πολύτιμη λοιπόν κάθε εργασία που παρουσιάζει κάτι από αυτόν τον αγιασμένο και ηρωικό τόπο. Μια τέτοια σημαντική εργασία είναι αυτή του αείμνηστου Τάκη Δολιανίτη για την Ιερά Μονή του Αγίου Νικολάου Σίντζας, που παρουσιάζεται σήμερα.
Το σημαντικό της έκδοσης αντιλαμβάνεται εύκολα κανείς αν αναλογισθεί ότι αν δεν δημοσιεύονταν τα στοιχεία που συγκέντρωσε με κόπο πολύ ο αείμνηστος Τάκης δεν θα υπήρχε το παρουσιαζόμενο βιβλίο, που αναφέρεται στην κοντινή προς το Λεωνίδιο Μονή και, επομένως, δεν θα μπορούσε ο κάθε Τσάκωνας και ο κάθε επισκέπτης να εκτιμήσει, την ιστορία της και την προσφορά της στην Εκκλησία και στο Έθνος. Αυτός είναι ο λόγος που εσαεί θα αποδίδεται φόρος τιμής στον συγγραφέα, ο οποίος απήλθε στην αιωνιότητα προ της εκδόσεως του βιβλίου, αλλά και ευγνωμοσύνη στην οικογένειά του και σε όσους την βοήθησαν να το εκδώσει. Βεβαίως ο δίκαιος έπαινος αποδίδεται και στο Αρχείο Τσακωνιάς, το οποίο το εξέδωσε και στην ΔΟΜΗ Ο.Ε. που είχε την επιμέλεια και την εκδοτική παραγωγή.
Το παρουσιαζόμενο βιβλίο «Άγιος Νικόλαος Σίντζας» είναι αποτέλεσμα της δεδηλωμένης αγάπης του αείμνηστου Τάκη Δολιανίτη προς την εν λόγω Ιερά Μονή, όπως σημειώνει στον πρόλογο του βιβλίου ο πρώην Δήμαρχος και τώρα Πρόεδρος του Αρχείου Τσακωνιάς Δημήτριος Τσιγγούνης. Η αγάπη του Τάκη προς τη Μονή προκαλούσε ένα παράπονο στην ψυχή του, ότι δεν υπήρχε κάποιο βιβλίο που να αναφέρεται σε αυτήν, ενώ έχουν γραφεί πολλά και ενδιαφέροντα για άλλα Μοναστήρια της Κυνουρίας. Το παράπονο αυτό του δημιούργησε την παρόρμηση να αρχίσει ο ίδιος να συγκεντρώνει υλικό, κυρίως από το ίδιο το Μοναστήρι και από το παράρτημα του Λεωνιδίου των Γενικών Αρχείων του Κράτους.
Ο αείμνηστος συγγραφέας πίστευε ότι θα ευχαριστούσε τον Άγιο Νικόλαο όταν το υλικό που είχε μαζέψει το έκαμε βιβλίο. Όμως νωρίτερα πήγε κοντά στον αγαπημένο του Άγιο και την έκδοση του βιβλίου, όπως είπα στην αρχή, ανέλαβαν η οικογένειά του και το Αρχείο Τσακωνιάς. Σημειώνω ότι ο Τάκης Δολιανίτης είχε μια αυθόρμητη, και καρδιακή σχέση με τον Άγιο Νικόλαο. Ως παράδειγμα να αναφέρω πως κατά την τσιμεντόστρωση του δρόμου, για την χρηματοδότηση του οποίου έδρασε ενεργά, εργάσθηκε εθελοντικά και όταν κουραζόταν σήκωνε ψηλά το κεφάλι του, ατένιζε τον ουρανό, έκαμε τον Σταυρό του και έλεγε στον αγαπημένο του Άγιο: «Παππού (έτσι αποκαλούσε τον Άγιο Νικόλαο) με κούρασες πάλι σήμερα».
Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη. Το πρώτο είναι το ιστορικό και το περιγραφικό της Ιεράς Μονής Σίντζας. Το δεύτερο είναι η παράθεση των εγγράφων και χειρογράφων που αφορούν στη Μονή, με περίληψη του περιεχομένου τους και σύντομη περιγραφή της ιδίας της Μονής και των περί αυτήν αξιοθεάτων, όπως το σπήλαιο του Διονύσου. Το τρίτο μέρος είναι, ως παράρτημα, φωτογραφίες των συγκεντρωθέντων εγγράφων.
Στην αρχή των ιστορικών στοιχείων ο αείμνηστος συγγραφέας αναφέρεται στις ετυμολογικές και ιστορικές απόψεις που διατυπώθηκαν από τους Δέφνερ, Λεκκό και Πετάκο για την ονομασία της Μονής, καθώς και αναφορές στο όνομα Της από τα Σιγίλια του Οικουμενικού Πατριαρχείου και τα επίσημα έγγραφα της Μονής. Ο συγγραφέας καταλήγει στην άποψη ότι επικρατέστερη ονομασία είναι Σί(ν)τζα ή Σίντζια. Ως προς την ίδρυσή της ο Τάκης Δολιανίτης αναφέρεται στο Σιγίλλιο του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Αγίου Κυρίλλου Λουκάρεως, με το οποίο το 1622 Την αναγνωρίζει ως Σταυροπηγιακή. Σταυροπηγιακή σημαίνει ότι υπάγεται απ’ ευθείας στη δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου και όχι σε αυτήν του Μητροπολίτη ή Επισκόπου της περιοχής της Μονής.
Ο Άγιος Κύριλλος Λούκαρις είναι εκ των σπουδαιοτέρων Πατριαρχών της Βασιλεύουσας, μετά το σχίσμα του 1054. Λόγω της σπουδαίας δράσης του και της εκ μέρους του αποτελεσματικής αντιμετώπισης των επιλέκτων ταγμάτων προπαγάνδας του Βατικανού, δηλαδή των Ιησουιτών, κυνηγήθηκε άγρια από αυτούς, συκοφαντήθηκε, υπονομεύθηκε και στο τέλος, αφού βασανίστηκε, δολοφονήθηκε. Το Σταυροπηγιακό προνόμιο της Μονής ανανεώθηκε από τον Πατριάρχη Ιωαννίκιο Β΄, το 1653, ο οποίος τέσσερις φορές εκθρονίστηκε από τους Οθωμανούς. Σημειώνω πως αυτή ήταν η μοίρα των περισσοτέρων Πατριαρχών της Κωνσταντινούπολης. Στα 570, έως φέτος, χρόνια αιχμαλωσίας του Πατριαρχείου ελάχιστοι Πατριάρχες απεβίωσαν χωρίς διώξεις, χωρίς εξορίες, χωρίς ταπεινώσεις. Πολλοί εκτελέστηκαν. Τελευταία φορά που ανανεώθηκε το Σταυροπήγιο στη Μονή της Σίντζας ήταν το 1798, επί πρώτης πατριαρχίας του μακαριστού εθνοϊερομάρτυρος Αγίου Γρηγορίου του Ε΄ του εκ της Δημητσάνης Γορτυνίας καταγομένου και υποστάντος μαρτυρικό θάνατο δι’ απαγχονισμού από τους Οθωμανούς κατά την έναρξη της Επαναστάσεως του 1821. Οι σπουδαίες ιστορικές προσωπικότητες του Γένους, που υπογράφουν τα πατριαρχικά έγγραφα, δείχνουν την αξία της Μονής, αλλά και του εκδοθέντος βιβλίου.
Μέσα σε, περίπου, τριάντα σελίδες ο αείμνηστος φίλος Τάκης Δολιανίτης επιτυγχάνει να πληροφορήσει τον αναγνώστη του για την πολυκύμαντη ιστορία της Ιεράς Μονής του Αγίου Νικολάου Σίντζας, από το 1622 έως τις ημέρες μας. Όπως όλος ο Ελληνισμός πέρασε και αυτή περιπέτειες και διωγμούς, πέρασε περιόδους παρακμής, όπως πέρασε και περιόδους άνθησης, ακμής και προσφοράς στο Έθνος μας. Είναι μια μικρογραφία του αγώνα του Ελληνισμού για επιβίωση, ανάπτυξη και ελευθερία κατά την τουρκοκρατία και την ενετοκρατία.
Κατά την ανάγνωση του βιβλίου και των εγγράφων ξεχώρισα τα, κατά την άποψή μου, σημαντικά – θετικών ή αρνητικών γεγονότων – έτη στην ιστορία της Μονής του Αγίου Νικολάου Σίντζας, τα οποία και παραθέτω:
1622. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Άγιος Κύριλλος ο Λούκαρις με Σιγίλλιό του ανακηρύσσει Σταυροπηγιακή τη Μονή, δείγμα της τότε – σε βασανιστικά χρόνια – καλής κατάστασης της.
1768. Με την έναρξη των Ορλωφικών οι Τουρκαλβανοί λεηλατούν τη Μονή και καταστρέφουν μεγάλο μέρος της αγιογραφίας Της, που είχαν ιστορήσει οι λαϊκοί ζωγράφοι Παναγιώτης και Κυριάκος Κουλιδά.
1829. Στον έρανο προς ανέγερση σχολείου στο Λεωνίδιο, που διενήργησαν οι Λεωνιδιώτες και άλλοι Τσάκωνες, όπως αποδεικνύεται από έγγραφο της Μονής του Αγίου Νικολάου, Αυτή προσέφερε 250 ασημένια ισπανικά τάλιρα δίστηλα, ποσό σημαντικό για την εποχή. Σας σημειώνω πως διασώζεται έγγραφο στον Δήμο Νότιας Κυνουρίας με το οποίο οι κάτοικοι του Λεωνιδίου το 1827 ζήτησαν από την κυβέρνηση όχι άλλες ενισχύσεις, αλλά μόνο δασκάλους για την εκπαίδευση των παιδιών τους. Στον ίδιο έρανο για τη στέγαση και λειτουργία των επί Κυβερνήτου Καποδίστρια ιδρυθέντων αλληλοδιδακτικού και ελληνικού σχολείου στο Λεωνίδιο ο τότε Επίσκοπος Ρέοντος και Πραστού Διονύσιος προσέφερε 600 φοίνικες, το εθνικό νόμισμα που ο Καποδίστριας έκοψε για να αντικαταστήσει το γρόσι, το τούρκικο νόμισμα, που ήταν νοθευμένο, υποτιμημένο και μη αποδεκτό από τους Έλληνες. Ο φοίνικας είχε την ίδια ισοτιμία με το προαναφερθέν ισπανικό δίστηλο. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με τα έγγραφα που παρουσιάζει στο βιβλίο του ο Τάκης Δολιανίτης, το 1844 ο Δ. Μπεκύρος ενημερώνει την Κυβέρνηση ότι η Μονή αφιέρωσε με συμβόλαιο στο Ελληνικό Σχολείο του Λεωνιδίου κατοικία με αποθήκη, που κτίσθηκε με χρήματα της Μονής.
1834. Η τριμελής Αντιβασιλεία του Όθωνα καταργεί τις πλείστες Μονές στην Επικράτεια. Από τις 593 εν ενεργεία Μονές κατήργησε τις 412. Μεταξύ αυτών και τη Μονή του Αγίου Νικολάου Σίντζας. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η παρουσιαζόμενη στο βιβλίο Έκθεση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Εκκλησιαστικών Γραμμάτων Γ. Φιλοπατρίδη, ο οποίος το 1834 επισκέφθηκε τα μοναστήρια της Κυνουρίας, μεταξύ των οποίων και αυτό της Σίντζας.
Σε αυτήν επισυνάπτονται και «εξομολογήσεις» μοναχών της Μονής. Πρόκειται για απολογητικές απαντήσεις, σε ερωτήσεις που τους ετέθησαν για τον διωγμό τους και για την τραγική περιπέτεια, που τους επέβαλαν. Στην ερώτηση προς τον ηγούμενο της Μονής Γεράσιμο αν με ευχαρίστηση μεταβαίνει στη Μονή της Ορθοκωστάς, που θα διατηρείτο, εκείνος απάντησε: «Ποιος είναι εκείνος που είναι ευχαριστημένος όταν σε αυτή την ηλικία που είμαι του επιβάλλεται να αφήσει το σπίτι του και να πάει σε άλλο, όπου δεν το ηξεύρει;».
Στην άλλη ερώτηση πώς τότε δέχθηκε να υπογράψει ότι δέχεται να πάει στη Μονή Ορθοκωστάς, απάντησε ότι ο Αρχιερεύς (ο Διονύσιος Παρδαλός) του το επέβαλε. Του είπε ότι είναι βασιλική προσταγή και ότι είχε μία έτοιμη αναφορά και τον έβαλε να υπογράψει. Στην ερώτηση του απεσταλμένου της κυβέρνησης αν ήξερε τι έγραφε η αναφορά και υπέγραψε, ο ηγούμενος απάντησε: «Μας την διάβασε (ο Αρχιερέας), πλην δεν καταλάβαμε σχεδόν τίποτε και μόνον από την παρακίνηση του υπογράψαμε»…
1836. Το 1836 αποκαθίσταται η λειτουργία της Μονής. Στα ονόματα των ιερομονάχων και των μοναχών, που εγκαταβίωναν τότε σε αυτήν συγκαταλέγονταν γόνοι γνωστών τσακώνικων οικογενειών, όπως Χιώτης, Γολεγός, Τροχάνης, Καραμάνος, Γεροντάκης, Κωστάκης, Λεκκός και Χείλαρης.
1952. Μέχρι το έτος αυτό η Μονή ήταν ανδρώα. Τότε μετατρέπεται σε γυναικεία. Το ίδιο έτος το Κράτος προβαίνει σε αναγκαστική απαλλοτρίωση καλλιεργούμενων και καλλιεργήσιμων εκτάσεων ιδιοκτησίας της Μονής, συνολικής εκτάσεως 517 στρεμμάτων. Είναι ένα πολύ μικρό δείγμα της περιουσίας που έδωσε, εκουσίως ή ακουσίως, η Εκκλησία στο Κράτος και έλαβε ως αντάλλαγμα αργότερα την ένταξη των κληρικών της στον κρατικό προϋπολογισμό.
Πριν τελειώσω την παρουσίαση του βιβλίου να αναφέρω ότι ξαφνιάστηκα λίγο όταν διάβασα ότι το 1860 ο «Αρχιεπίσκοπος Μαντινείας και Κυνουρίας έδωσε άδεια σε μοναχό της Μονής να μεταβεί στο εξωτερικό… Ηρέμησα, όταν στη συνέχεια διάβασα ότι Εξωτερικό τότε, ακόμη, ήταν το Άγιον Όρος…
Και το δεύτερο που ξεχώρισα, μεταξύ όλων των άλλων, ήταν η επιστολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου το 1811 προς τις Μονές όλου του Γένους, με το οποίο ζητούσε βοήθεια για την ενίσχυση του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων. Το εν λόγω Πατριαρχείο εκείνα τα χρόνια είχε πολλά προβλήματα με τους ρωμαιοκαθολικούς και τους αρμενίους –αργότερα και με τους ρώσους – που ήθελαν με κάθε τρόπο να πάρουν από τους Έλληνες την ευθύνη της φύλαξης των ιερών προσκυνημάτων των Αγίων Τόπων. Τότε συνέβησαν πολλές ζημίες σε αυτά και από μεγάλη πυρκαγιά. Το γεγονός της εκκλήσεως του Οικ. Πατριαρχείου προς τους Έλληνες, που ήσαν υπό την βάρβαρη τουρκική αιχμαλωσία, για βοήθεια προς το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, με έκανε να σκεφθώ το θαύμα που επιτελείται στα Ιεροσόλυμα, στη Βηθλεέμ και στα άλλα παγκόσμια χριστιανικά προσκυνήματα της Παλαιστίνης, τα οποία επί είκοσι αιώνες φυλάσσονται με αγάπη, με αφοσίωση και με πολύ αγώνα από μια δράκα Ελλήνων κληρικών, που αποτελούν την Αγιοταφιτική αδελφότητα. Έχουμε ως Έλληνες αυτή την ανεκτίμητη τιμή. Σε αυτούς τους αιώνες από τους Αγίους Τόπους πέρασαν σταυροφορίες, επιθέσεις και αιχμαλωσίες πολλών αιώνων από αλλοθρήσκους, υπονομεύσεις από χριστιανούς ομοδόξους και ετεροδόξους, εσωτερικές αναταράξεις, διεκδικήσεις για κατάληψη από κοσμικά πανίσχυρες χώρες… Και όμως έως και σήμερα οι Άγιοι Τόποι στο μέγιστο μέρος τους παραμένουν υπό την ευθύνη των Ελλήνων. Όταν ετέθη το 1811 το θέμα της επισκευής των Ιερών Προσκυνημάτων οι Έλληνες δεν δέχθηκαν την προσφορά βοηθείας από τους ετεροδόξους, γιατί ήξεραν ότι αυτό θα εθεωρείτο ως απόδειξη ότι και αυτοί είναι συνυπεύθυνοι για την φύλαξη και λειτουργία τους. Για αυτό και ζήτησαν την βοήθεια μόνο των αδελφών τους Ελλήνων. Και αυτό, ότι δηλαδή η επισκευή εγένετο με δαπάνες των Ελλήνων είναι γραμμένο στο πάνω μέρος της εισόδου του κουβουκλίου του Παναγίου Τάφου, στα Ιεροσόλυμα.
Αγαπητές και αγαπητοί μου, η ιστορία της Μονής της Σίντζας, την οποία με το βιβλίο του διέσωσε ο αείμνηστος Τάκης Δολιανίτης είναι μια μικρογραφία της Ιστορίας του Ελληνισμού. Περάσαμε και περνάμε πολλά, γιατί είμαστε μοναδικοί. Αυτό δεν το λέμε εμείς επειδή είμαστε σοβινιστές. Το λέει όλος ο κόσμος. Το διακηρύσσουν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, η αρχιτεκτονική κτιρίων στις πρωτεύουσες πολλών χωρών, η διδασκαλία της γλώσσας και του πολιτισμού μας στις περισσότερες χώρες του κόσμου, η ορολογία πολλών επιστημών, η Αγία Γραφή, Δεν είμαστε ένα πολυπληθές σύνολο, όπως οι Σλάβοι, οι Γότθοι, οι Κέλτες, οι Φράγκοι, οι Σάξονες, για να αναφέρω μόνο τους χριστιανικούς λαούς. Όταν ο αείμνηστος Πρόεδρος της Δημοκρατίας Χρ. Σαρτζετάκης μας χαρακτήρισε έθνος ανάδελφο λοιδορήθηκε. Και όμως έχει δίκιο. Αν ανήκουμε πολιτικά και στρατιωτικά στη Δύση δεν ανήκουμε πνευματικά, πολιτισμικά. Όπως είπε ο Γ. Σαραντάρης δεν έχομε τίποτε να ζηλέψουμε από τη Δύση, παρά μόνο να εκτιμήσουμε την τεχνολογία της. Και ο Χρήστος Μαλεβίτσης σωστά είπε ότι δεν ανήκουν οι Έλληνες στη Δύση, αλλά η Δύση ανήκει στους Έλληνες. Δικός μας είναι ο πολιτισμός, που μας έρχεται παραποιημένος, ως αντιδάνειο.
Κατά τη δική μου σκέψη ούτε είμαστε οι Δυτικοί της κοσμικής λογικής, ούτε οι Ανατολικοί της μοιρολατρείας. Οι κοσμικά ισχυροί της Ανατολής και της Δύσης θέλουν να μας αλλάξουν τους χαρακτήρες, να μας αφομοιώσουν, να παύσουμε να ζούμε ως Έλληνες, αλλά ως εξαρτώμενα δυτικά ή ανατολικά όντα. Από εμάς εξαρτάται αν θα παραμείνουμε Έλληνες, ή θα αλεστούμε στον κιμά της Παγκοσμιοποίησης και θα αφομοιωθούμε από ξένα προς εμάς πρότυπα.
Η Μονή του Αγίου Νικολάου της Σίντζας στέκει κοντά στο Λεωνίδιο, με μία ευσεβέστατη μοναχή, την μοναχή Λαυρεντία, η οποία με ανοικτή την καρδιά της περιμένει πάντα με ευγένεια και καλοσύνη τους πιστούς. Η Μονή ζει στις καρδιές των Λεωνιδιωτών και γενικά των Τσακώνων, όπως και αυτή της Παναγίας της Έλωνας. Η Παναγία και ο Άγιος Νικόλαος ποτέ δεν θα μας εγκαταλείψουν. Από εμάς εξαρτάται αν εμείς θα τους εγκαταλείψουμε. Δική μας είναι η απόφαση και η ευθύνη. Ο αείμνηστος Τάκης Δολιανίτης, με το βιβλίο του, μας δείχνει τον δρόμο.
*Παρουσίαση του βιβλίου του Παναγιώτη Δολιανίτη «Άγιος Νικόλαος Σίντζας». Λεωνίδιο, 30 Ιουλίου 2023.