Αρχική » Προσοχή στο κενό

Προσοχή στο κενό

από Γιώργος Ρακκάς

Η μετάβαση της χώρας στον 21ο αιώνα έχει απομείνει στα μισά του δρόμου

του Γιώργου Ρακκά

Όπου κενό, το στρατηγικό έλλειμμα της Νέας Δημοκρατίας. Μπορεί βέβαια αυτό να κρύβεται, καθώς ο Κασσελάκης, και μαζί με αυτόν η φάση της «δημιουργικής» (;) καταστροφής στην οποία έχει υποβάλει τον ΣΥΡΙΖΑ ο Τσίπρας και η ομάδα του, έχουν μονοπωλήσει την πολιτική συζήτηση της τελευταίας εβδομάδες. Αλλά, όπως και στην περίπτωση του νέου προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, έτσι και για το κυβερνών κόμμα ισχύει το «τα πάντα δεν είναι επικοινωνία»: το κενό μπορεί να διασκεδάζεται από τα παθήματα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, εντούτοις δεν κρύβεται, ούτε παύει να δημιουργεί δυσοίωνες προοπτικές για το μέλλον.

Από το δυστύχημα των Τεμπών κι έπειτα η κυβέρνηση επιδεικνύει μια αυξανόμενη εντροπία σε εκείνα τα πεδία όπου υποτίθεται είχε το αδιαμφισβήτητο πλεονέκτημα: κυβερνησιμότητα, υπευθυνότητα, αποτελεσματικότητα. Ακολούθησαν οι πυρκαγιές του Έβρου, οι πλημμύρες της Θεσσαλίας –ο Daniel και ο Elias, που τόνισαν ακόμα περισσότερο τη διάσταση αυτήν.

Επιδεικνύεται επίσης δυστοκία στις μεταρρυθμίσεις. Εδώ υπάρχει μια κατάσταση πρωτοφανής για το ιστορικό των πρόσφατων δεκαετιών. Συνήθως, φραγμό σε αυτές έθεταν οι αντιδράσεις μερίδων της κοινωνίας, που είχαν καταφέρει να παντρέψουν το δικό τους συμφέρον από την επιβίωση των αναχρονισμών, με συνθήματα μάλλον πλειοψηφικής απήχησης. Σήμερα ισχύει το αντίθετο. Η κυβέρνηση έχει λευκή επιταγή να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις στο σχολείο, το πανεπιστήμιο, το κράτος, την τοπική αυτοδιοίκηση.

Δεν ξέρει όμως τι να την κάνει. Ακριβώς διότι στερείται στρατηγικών προσανατολισμών.

Το 2019, και πριν να αναλάβει την εξουσία, ο σημερινός πρωθυπουργός στηλίτευε την πολιτική των επιδομάτων, υποστηρίζοντας ότι δεν συνιστά επί της ουσίας κοινωνική πολιτική. Επειδή όμως δεν διαθέτει μια διαφορετική αντίληψη –επί του προκειμένου, την κοινωνική πολιτική ως επένδυση στην παιδεία, την υγεία και το δημογραφικό–ακόμα εξαγγέλλει επιδόματα το 2023.

Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί για τη στεγαστική πολιτική, όπου οι αναιμικές προσπάθειες συγκράτησης στις τιμές των ακινήτων δεν συνδυάζεται με μια πολιτική αποκέντρωσης –δίχως την οποία το πρόβλημα δεν λύνεται. 

Η έκθεση Πισσαρίδη, επίσης στην αρχή της πρώτης θητείας της ΝΔ, φώναζε για τη διαφοροποίηση της ελληνικής οικονομίας προς παραγωγικότερες κατευθύνσεις. Φέτος στη ΔΕΘ, οι εξαγγελίες του πρωθυπουργού δεν περιλάμβαναν ούτε μια αναφορά στην παραγωγή.

Για την τριτοβάθμια δε, εκπαίδευση, η κυβέρνηση λέει μεν ότι θέλει να εκσυγχρονίσει το δημόσιο πανεπιστήμιο, αλλά και να καταστήσει τη χώρα διεθνή εκπαιδευτικό κόμβο, για αυτά όμως δεν αρκούν ούτε η πανεπιστημιακή αστυνομία, ούτε τα μη κρατικά ιδρύματα. Χρειάζεται να έχει κανείς όχι μόνον άποψη, αλλά σχέδιο για την αξιοποίηση των εκπαιδευτικών πλεονεκτημάτων της χώρας που συνδέονται με τη μακρά διαδρομή του ελληνικού πολιτισμού και συνδυάζονται με τις προκλήσεις της σύγχρονης εποχής.

Η δυστοκία είναι εμφανής πλέον και στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής. Με έναν επιθετικό Ερντογάν, η χώρα πραγματοποίησε σημαντικά βήματα προς μια πολιτική αποτροπής, καλύπτοντας εν μέρει το υπερδεκαετές κενό στους εξοπλισμούς ή δημιουργώντας πολύτιμο διπλωματικό κεφάλαιο.

Αρκούσε η μεταστροφή του Σουλτάνου προς ηπιότερες τοποθετήσεις, και η υιοθέτηση μιας παρελκυστικής πολιτικής απέναντι στην Ελλάδα και την ΕΕ, όπου η επιδίωξη συμφωνιών στα πεδία της «χαμηλής πολιτικής» αυξάνει τη μόχλευση της επιρροής και της εξάρτησης και της Ελλάδας και της Ευρώπης από μια Τουρκία που διόλου δεν έχει εγκαταλείψει τη «μεγάλη στρατηγική» να καταστεί αυτόνομος παγκόσμιος πόλος μέσα στον 21ο αιώνα. Πιλότος για τον Ερντογάν εδώ είναι πως ο Πούτιν έστρεψε το δόγμα των ευρωπαϊκών ηγεσιών πως «το εμπόριο θα απαλύνει τους ανταγωνισμούς» εναντίον τους, και έτσι τους παγίδευσε.

Η κυβέρνηση  δεν μπορεί να απαντήσει σε κανένα από αυτά τα επίπεδα, απλούστατα γιατί δεν διαθέτει υψηλή στρατηγική. Τι μένει στο πηλίκο; Η μετάβαση της χώρας στον 21ο αιώνα έχει απομείνει στα μισά του δρόμου.

Η αδυναμία της κυβέρνησης να την προχωρήσει περαιτέρω, σε συνδυασμό με την αποδρομή των κυριότερων αντιπολιτευτικών δυνάμεων, δείχνει πως το πρόβλημα το έχουν εν γένει οι ιθύνουσες τάξεις στην Ελλάδα. Που δεν διαθέτουν τη συγκρότηση, τους συλλογικούς μηχανισμούς, την παιδεία, το ανάστημα, όλα εκείνα τα εφόδια που θα τους επέτρεπαν να την ολοκληρώσουν. Πλειοψηφική διάθεση εκφράζεται, καταγράφεται πλέον ρητώς στις δημοσκοπήσεις, αλλά και στην ετυμηγορία της κάλπης. Ωστόσο προς το παρόν ισχύει το «ο νους θέλει, η σαρξ (του πολιτικού συστήματος) ασθενεί».

Εν τω μεταξύ, όχι πολύ μακριά μας, στην Αρμενία, ένας ιστορικός λαός αντιμετωπίζει και πάλι τους χειρότερους εφιάλτες της ιστορίας του, πιεζόμενος εκ νέου από τις «παλιές αυτοκρατορίες» Τουρκία (πρωτίστως) και Ρωσία. Το παράδειγμά του έχει μια παραβολική σημασία και για εμάς.

Το 2018, η Αρμενία ταρακουνήθηκε συθέμελα από μια μεγάλη ειρηνική επανάσταση, η οποία ζητούσε την απαλλαγή της χώρας από το μετασοβιετικό καθεστώς που την καθήλωνε στο τέλμα του «ρωσικού κόσμου». Ο τωρινός πρωθυπουργός της χώρας, Νικόλ Πασινιάν, που εξέφρασε αυτήν την υπόσχεση, εξελέγη το 2018 λαμβάνοντας το 70% των ψήφων, για να νικηθεί από την αδράνεια μέχρι το ξέσπασμα του πρώτου πολέμου (2020), να παραιτηθεί μετά την ήττα σε αυτόν και να εκλεγεί εκ νέου με 53,9% στις εκλογές του 2021, μιας και ο κόσμος δεν ήθελε με τίποτα να επιστρέψει στο παλιό καθεστώς.

Σήμερα, οι Αρμένιοι χάνουν μια από τις ιστορικές τους κοιτίδες, το Αρτσάχ, και βλέπουν το δίδυμο Αλίεφ-Ερντογάν, με τις ευλογίες του Πούτιν να επιβουλεύεται και το νότιο τμήμα της χώρας, ώστε να επιβάλει τον «διάδρομο Ζανγκέζουρ». Την απρόσκοπτη χερσαία οδό ανάμεσα στην Τουρκία, το αζέρικο Ναχτισεβάν και το καθεαυτό Αζερμπαϊτζάν, που αποτελεί όνειρο του παντουρκικού αλυτρωτισμού. Πλέον, η Αρμενία, με τη μεγάλη και ισχυρή διασπορά σε Γαλλία και ΗΠΑ, αλλά με πληθυσμό μόλις 2,79 εκ. κατοίκων στο εσωτερικό της, αντιμετωπίζει και κυριολεκτικά το φάσμα της εξαφάνισής της στον 21ο αιώνα…

Ενισχύστε την προσπάθειά μας κάνοντας μια δωρεά στο Άρδην πατώντας ΕΔΩ.

Γνωρίστε τα βιβλία των Εναλλακτικών Εκδόσεων

Ακολουθήστε το Άρδην στο Facebook

Ακολουθήστε το Άρδην στο twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του Άρδην στο Youtube

ΣΧΕΤΙΚΑ

1 ΣΧΟΛΙΟ

Χαράλαμπος Παπαδόπουλος 1 Οκτωβρίου 2023 - 16:37

Η στήριξη που παρέχει η κοινωνία στις μεταρρυθμίσεις αφορά τους άλλους και όχι αυτά που θιγουν την κάθε μια ομάδα ξεχωριστά και ιδιαιτερα το δημόσιο δεν θέλει να αλλάξει . Γι αυτό οι νόμοι ψηφίζονται αλλά δεν εφαρμόζονται και οι μεταρρυθμίσεις αργούν να προχωρήσουν. Ο μεν νους ( κυβέρνηση) πρόθυμος, η δε σαρξ (δημόσιο) ασθενής.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ