του Σάκη Μουμτζή από την Καθημερινή
Το πολιτικό κόστος θεωρείται ότι είναι ένας ανασταλτικός παράγοντας στις μεγάλες μεταρρυθμίσεις, καθώς σχεδόν όλες οι κυβερνήσεις το συνεκτιμούν πριν νομοθετήσουν. Και είναι απολύτως λογικό, διότι ουδείς πρωθυπουργός θέλει να βλέπει τη δημοτικότητά του να πέφτει μαζί με τα ποσοστά της κυβέρνησής του, θυσία στον βωμό μιας μεγάλης τομής. Αυτή είναι η μία όψη του θέματος. Διότι υπάρχει και η άλλη όψη. Μήπως το λεγόμενο πολιτικό κόστος είναι απαραίτητο, ένα δομικό στοιχείο του δημοκρατικού πολιτεύματος; Μήπως δείχνει, τελικά, τα όρια εντός των οποίων οφείλει να κινηθεί μια κυβέρνηση; Μήπως ο σεβασμός της βούλησης των πολιτών είναι ένας αξιόπιστος δείκτης δημοκρατικής ευαισθησίας;
Τι σημαίνει πολιτικό κόστος; Προχωρώ σε μια μεταρρύθμιση την οποία κρίνω αναγκαία για τη χώρα, όμως, η πλειοψηφία των πολιτών την απορρίπτει. Και η εκλογική βάση του κόμματος την απορρίπτει με ακόμη σημαντικότερα ποσοστά. Ερώτημα: Είναι πολιτικά θεμιτό να νομοθετούνται μέτρα-τομές που βρίσκονται σε προφανή αντίθεση με τις διαθέσεις των πολιτών; Μια κυβέρνηση δεν θα πρέπει να διαφυλάσσει το πολιτικό της κεφάλαιο από μια τέτοια φθορά;
Είναι κανόνας στα δημοκρατικά πολιτεύματα –γιατί στα απολυταρχικά καθεστώτα επικρατούν άλλοι κανόνες– ο βηματισμός των κυβερνήσεων να μη χάνει την επαφή του με το λαϊκό αίσθημα. Δεν πρέπει απλώς να το ακολουθεί, διότι σε αυτή την περίπτωση είναι ουραγός των εξελίξεων, αλλά να το διαμορφώνει προς την κατεύθυνση που αυτή θέλει. Για να συμβεί όμως αυτό, δεν θα πρέπει να έχει ξεκοπεί από τη μέση συνείδηση των πολιτών, από αυτό που λέμε κοινή γνώμη, με θέσεις που προκαλούν και κόβουν γέφυρες επικοινωνίας. Δηλαδή, τομές υπερβολικά προωθημένες μπορεί να αποδειχθούν πολιτικά αυτοκτονικές. Ο βολονταρισμός και η επιβολή από τα επάνω είναι ίδιον αυταρχικών καθεστώτων. Στις δημοκρατίες, τιμωρούνται. Ο πολιτικός ηγέτης οφείλει να πείσει για την ορθότητα των απόψεών του και αν δεν τα καταφέρει θα πρέπει, συνεχίζοντας τις προσπάθειές του, να αφήσει τις συνθήκες να ωριμάσουν. Κάθε κοινωνία έχει διαφορετικό χρόνο ωρίμανσης και αυτό ας το γνωρίζουν διάφορες σέκτες-ομάδες πίεσης. Παράδειγμα: Η ίδρυση των μη κρατικών πανεπιστημίων δεν ήταν ένα ώριμο αίτημα τη δεκαετία του 1990 ή του 2000. Γι’ αυτό και οι όποιες προσπάθειες έγιναν, απέτυχαν. Σήμερα, αν κρίνω από την έλλειψη ουσιαστικών αντιδράσεων –πλην των γνωστών και μη εξαιρετέων συντρόφων– φαίνεται πως το συγκεκριμένο μέτρο έχει μια πλατιά κοινωνική και πολιτική υποστήριξη. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και με κάποια άλλη μεταρρύθμιση, η οποία σήμερα απορρίπτεται από την πλειοψηφία των πολιτών με υψηλά ποσοστά, και ύστερα από λίγα χρόνια να γίνει άνετα αποδεκτή.
Συμπερασματικά, όταν εκβιάζονται συνειδήσεις με τομές που δεν έχουν ωριμάσει, το αποτέλεσμα είναι τελικά αρνητικό. Το πολιτικό κόστος, πολλές φορές, αποτελεί έναν ασφαλή δείκτη ισορροπίας μεταξύ βολονταρισμού και πραγματικότητας.