της δημοσιογράφου Αλεξάνδρας Μπρουντζάκη* από το Άρδην τ. 134-135 που κυκλοφορεί
Όταν μου έγινε η πρόταση να παρουσιάσω το βιβλίο του Φαρχάντ Χοσροκαβάρ, Ιράν: Οι γυναίκες ενάντια στη θεοκρατία σκεφτόμουν πώς θα ξεκινήσω. Πάντα το είχα αυτό το θέμα. Η πρώτη μου αντίδραση ήταν –όπως συνηθίζω– να αναφέρω κάτι «βαθυστόχαστο», κάτι έξυπνο. Έσπασα για λίγο το κεφάλι μου και συνειδητοποίησα το εξής: Σήμερα, για να έρθω εδώ σκεφτόμουν τι να βάλω, πώς να είμαι άνετη, χτένισα τα μαλλιά μου τα άφησα κάτω, ήρθα οδηγώντας το αμάξι μου και τραγουδώντας με τη μουσική, ήρθαν και οι γονείς μου μαζί –ο πατέρας μου ήρθε να με ακούσει, όχι να με συνοδέψει ως άντρας– κι έφτασα σε αυτόν τον χώρο για να μοιραστώ με όλους εσάς τις σκέψεις μου. Δεν προσβάλλω κανέναν με την παρουσία μου ή με το ηχόχρωμα της φωνής μου. Τόσο απλό! Πολλές γυναίκες κάτω από τον νόμο της σαρίας δεν μπορούν να τα κάνουν αυτά. Δεν έχουν το δικαίωμα να ντυθούν όπως θέλουν, να φοιτήσουν στο σχολείο ή στη σχολή που επιθυμούν, να οδηγήσουν ή να ανέβουν πάνω σε μηχανή και –θου, Κύριε– να ανταλλάξουν απόψεις με κάποιον άντρα ή και γενικά.
Το βιβλίο αυτό αναλύει τις κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές συνθήκες που οδήγησαν στο κίνημα του 2022 στο Ιράν, όταν γυναίκες και άντρες βγήκαν στους δρόμους διεκδικώντας τα δικαιώματά τους και αμφισβητώντας τη θεοκρατική εξουσία.
Η γενιά των Ιρανών του 2022
Το κίνημα που ξέσπασε το 2022, με αφορμή τον θάνατο της Μαχσά Αμινί από την αστυνομία ηθών, ανέδειξε μια νέα γενιά Ιρανών που αρνείται να αποδεχτεί τους περιορισμούς της θεοκρατίας. Αυτή η γενιά μεγάλωσε σε ένα Ιράν όπου οι οικονομικές δυσκολίες, η κρατική καταστολή και η διαρκής λογοκρισία έχουν γίνει καθημερινότητα. Ωστόσο, οι νέοι άνθρωποι δεν διστάζουν να αμφισβητήσουν το καθεστώς.
Πρόκειται για μια γενιά που έχει πρόσβαση στο διαδίκτυο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, γεγονός που της επιτρέπει να συγκρίνει τη ζωή της με αυτή των συνομηλίκων της στη Δύση. Παράλληλα, έχει μια αυξανόμενη αίσθηση συλλογικής ταυτότητας, με κοινό στόχο την απελευθέρωση από τον θεοκρατικό αυταρχισμό. Ουσιαστικά, μιλάμε για μια γενιά που προσβλέπει σε ένα δυτικότερο μοντέλο κοινωνίας, πιο εκκοσμικευμένο, κι αυτή ακριβώς είναι η συνθήκη που κάνει το Ιράν μια χώρα δύο κόσμων, ή καλύτερα δύο πραγματικοτήτων. Από τη μία έχουμε τον θρησκευτικό σκοταδισμό και από την άλλη την επιθυμία για μια «πλουραλιστική», πιο κοσμική, ενδυματολογικά ελεύθερη κοινωνία, όπου επικρατεί η πολιτική ελευθερία, η οικονομική δικαιοσύνη και η ειρήνη.
Πολλοί που είδαν στις ειδήσεις την ιρανική εξέγερση του 2022 αυτόματα θεώρησαν πως έγινε για την καταπίεση των γυναικών και τη μαντίλα. Η μαντίλα λειτούργησε ως σύμβολο αυτής της εξέγερσης. Στο Ιράν επικρατεί η φτώχεια.
Το Ιράν αντιμετωπίζει σήμερα σημαντικές οικονομικές και κοινωνικές προκλήσεις. Η οικονομία του πλήττεται από διεθνείς κυρώσεις, οι οποίες έχουν οδηγήσει σε υψηλό πληθωρισμό, άνω του 40%. Το εθνικό νόμισμα, το ριάλ, έχει υποτιμηθεί σημαντικά, ενώ το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ανέρχεται σε περίπου 4.663 δολάρια, υποδηλώνοντας χαμηλό βιοτικό επίπεδο για πολλούς πολίτες. Παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης να στηρίξει την οικονομία μέσω επιδοτήσεων σε βασικά αγαθά, η διαφθορά και η αδιαφάνεια στις κρατικές δομές, ιδιαίτερα στους Φρουρούς της Επανάστασης και σε θρησκευτικά ιδρύματα, επιδεινώνουν την κατάσταση.
Οι πολίτες διαμαρτύρονται για την οικονομική δυσπραγία, την ανεργία και την καταστολή των ελευθεριών. Οι διαδηλώσεις και οι απεργίες είναι συχνές, με αιτήματα για βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και περισσότερες ελευθερίες.

«Γυναίκα, Ζωή, Ελευθερία»
Το κεντρικό σύνθημα του κινήματος, «Γυναίκα, Ζωή, Ελευθερία», εκφράζει τη βαθύτερη επιθυμία των Ιρανών για έναν κόσμο όπου οι γυναίκες δεν θα καταπιέζονται, η ζωή δεν θα περιορίζεται από θεοκρατικούς κανόνες και η ελευθερία θα αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα. Όμως αυτά είναι η κορυφή του παγόβουνου. Στο βιβλίο του Χοσροκαβάρ βλέπουμε το πώς φτάσαμε σε αυτό το σημείο ή, για να είμαι πιο σωστή, πώς ξαναφτάσαμε σε αυτό το σημείο. Βλέπετε οι Ιρανοί έχουν συνέπεια στις εξεγέρσεις τους. Δεν έχουν υποταχτεί στις επιβολές αυτών που βρίσκονται στην εξουσία. Και κάθε γενιά έχει αντιδράσει διαφορετικά, έχει κάνει τη δική της επανάσταση απέναντι στον καταπιεστή της.
Η άρνηση της υποχρεωτικής μαντίλας και η άρση του απόλυτου ελέγχου της γυναίκας από το καθεστώς πρώτα απ’ όλα κι έπειτα από κάποιον ΑΝΤΡΑ, θίγει το Ισλάμ στο κόκκαλο. Σκοπός είναι να κάνουν τις γυναίκες όσο πιο μικρές κι ασήμαντες μπορούν, μέχρι να γίνουν αόρατες. Μια ακόμα μαύρη φιγούρα χωρίς μοναδικότητα, χωρίς ταυτότητα. Χωρίς αυτό δεν υπάρχει το θεοκρατικό κράτος του ισλάμ. Ο νόμος της σαρίας ισούται με υποταγή. Οι νέοι έστειλαν ένα σαφές μήνυμα σε αυτές τις εξεγέρσεις: Δεν είναι κατά της θρησκείας τους όμως απαιτούν αποϊσλαμοποίηση των μουσουλμανικών κοινωνιών.
Μόνο το 2024 ο επίσημος αριθμός των γυναικών που εκτελέστηκαν (τονίζω το επίσημος) είναι 31. Από το 2010 έως το 2024 είναι 241. Και μιλάμε για εκτελέσεις που καταγράφηκαν. Πόσες γυναίκες πέθαναν ενώ βρέθηκαν ΤΥΧΑΙΑ σε κώμα; Πόσες έπαθαν κάποιο ατύχημα σε κάποιο νοσοκομείο και πόσες απλώς εξαφανίστηκαν; Ο πραγματικός αριθμός ίσως μας σόκαρε.
Και τι κάνει η Ευρώπη γι’ αυτό;
Η αντίδραση της Ευρώπης στις εξελίξεις στο Ιράν υπήρξε υποτονική. Παρά τις φωνές διαμαρτυρίας, οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις απέφυγαν να λάβουν αυστηρά μέτρα κατά του καθεστώτος, περιοριζόμενες σε λεκτικές καταδίκες και επιλεκτικές κυρώσεις. Αυτή η πενιχρή αντίδραση εξηγείται εν μέρει από τα γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα. Η Ευρώπη επιθυμεί να διατηρήσει ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με την Τεχεράνη για ενεργειακά και στρατηγικά ζητήματα, γεγονός που περιορίζει τη δυνατότητα για πιο δυναμική στήριξη των διαδηλωτών.
Φυσικά και όλα τα δυτικά κράτη έπαθαν σοκ όταν είδαν με πόση βιαιότητα προσπαθούσε το ιρανικό κράτος να καταστείλει τις διαδηλώσεις και λογικό, γιατί συνήθως το αντιμετώπιζαν πολύ ήρεμα. Όπως αναφέρει ο Γ. Καραμπελιάς στην εισαγωγή του «στο πεδίο των κοινωνικών επιστημών και στο εσωτερικό των κοινωνικών κινημάτων, κατ’ εξοχήν του φεμινιστικού, το ενδιαφέρον για ένα τέτοιο ιστορικής σημασίας κίνημα υπήρξε μειωμένο έως ελάχιστο». Περίεργο, γιατί εδώ πέρα στην Ελλάδα έχουμε ένα άλλο είδους καταπιεστικής συνθήκης. Λέγεται woke. Με το woke δεν μπορείς να πεις και πολύ ελεύθερα τη γνώμη σου, πρέπει να μετράς τις λέξεις σου μήπως παρεξηγηθεί μία από τις εκατομμύρια «ατομικότητες» που υπάρχουν στις μέρες μας.
Και θα φέρω το παράδειγμα της Ματούλας Ζαμάνη η οποία έβγαλε την μπλούζα της κι έμεινε με τον στηθόδεσμό της. Με νοιάζει; Όχι ιδιαίτερα. Έχει το δικαίωμα να το κάνει; Ναι, και ειλικρινά θα αγωνιστώ για να έχει κάθε γυναίκα την ελευθερία να διαχειριστεί το σώμα της όπως θέλει. Μου άρεσε; Όχι ήταν αντιαισθητικό κατά τη γνώμη μου. Αυτή η δήλωση μπορεί να ξεσηκώσει όλη την προοδευτική φρουρά της χώρας και να αρχίσει να ωρύεται, «Πώς τολμάς να ορίζεις εσύ σε μια γυναίκα τι θα βάλει, ή εν προκειμένω, τι θα βγάλει». Και εδώ προσέξτε το οξύμωρο. Για τις γυναίκες του Ιράν δεν ισχύει ακριβώς το ίδιο, καθώς, σύμφωνα με τα διδάγματα του δυτικού προοδευτικού αριστερισμού, οι μουσουλμάνοι του Ιράν έχουν το δικαίωμα στην κουλτούρα τους.
Είδατε; Κουλτούρα: ωραίος, «απαλός» όρος. Μας αρέσει στους Ευρωπαίους η συμπεριληπτικότητα, να είμαστε ανοιχτοί, να «αγκαλιάζουμε» τους άλλους πολιτισμούς και τις κουλτούρες. Θέλουμε να ενθαρρύνουμε τον άλλον να έχει την κουλτούρα του, ρε παιδί μου. Σε άλλους η κουλτούρα ορίζει να γιορτάζουμε το Πάσχα όλοι μαζί, άλλοι έχουν το μαστίγωμα μιας γυναίκας επειδή μπορεί να φάνηκε ο αστράγαλός της. Κουλτούρες είναι αυτές.
Άρα, εάν ένα θεοκρατικό καθεστώς εγγυηθεί στους Ευρωπαίους ότι θα κάνει κάποια βήματα προς την εξασφάλιση κάποιων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και επιβληθούν και κάποια οικονομικά μέτρα, μαγικά σχεδόν ψιλοεξαφανίζεται η ισλαμική πατριαρχία, οι γυναίκες φορούν με τιμή και καμάρι τη μαντίλα τους κι όσοι φωνάζουν είναι ισλαμοφοβικοί.
Ιράν
Εάν παρατηρήσουμε τις περιόδους του Ιράν, βλέπουμε μια διαδρομή προς τα πίσω. Το βιβλίο τις παρουσιάζει ξεκάθαρα. Ξεκινώντας από τη δυναστεία των Παχλαβί, οι γυναίκες δεν είναι υποχρεωμένες να φορούν χιτζάμπ. Το Ιράν θύμιζε κατά πολύ μια εκκοσμικευμένη κοινωνία, όχι απαραίτητα στα δυτικά πρότυπα. Οι γυναίκες είχαν την ελευθερία της επιλογής, να φορέσουν μαντίλα/ πέπλο κατά τη διάρκεια της προσευχής και έπειτα να την αφαιρέσουν στους δημόσιους χώρους. Εάν δει κανείς φωτογραφίες εκείνης της εποχής θαρρείς και βλέπεις εικόνες από κάποια ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Μίνι φούστες, πολύχρωμα ρούχα, ψηλές μπότες, ελεύθερα μαλλιά σε διάφορα μήκη και χτενίσματα, γυναίκες να κυκλοφορούν μόνες τους ή σε παρέες. Καμία σχέση με τώρα. Με λίγα λόγια, οι γυναίκες είχαν εσωτερικεύσει την αυτοεικόνα τους χωρίς μαντίλα για πάνω από 40 χρόνια (1936). Και αφού όλα πήγαιναν τόσο καλά, γιατί φτάσαμε στο 1979;
Για αρχή, είχε ανοίξει μια συζήτηση (τότε εντρεπόντουσαν οι αναστοχασμοί και οι συζητήσεις) που ουσιαστικά αποτύπωνε τη δυσαρέσκεια από τους μαρξιστές διανοούμενους της τριτοκοσμικής θεωρίας[1], που πίστευαν ότι η προλεταριακή επανάσταση θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω του ισλάμ και ότι ο εκδυτισμός της χώρας αποτελούσε σημαντική απειλή. Φυσικά, αυτό δεν είχε καμία σχέση με την πραγματικότητα καθώς οι γυναίκες δεν φορούσαν χιτζάμπ, όχι επειδή το κάνουν και στη Δύση, αλλά επειδή, πολύ απλά, το επέλεξαν. Μιλάμε για έναν ιρανικό νεωτερισμό κι όχι για μια δυτική απομίμηση.
Το Ιράν οδηγήθηκε στην επανάσταση, καθώς το 1979 υπήρχε εντεινόμενη δυσαρέσκεια των εκσυγχρονισμένων μεσαίων τάξεων απέναντι στις αυθαιρεσίες του σάχη ο οποίος για παράδειγμα είχε απαγορεύσει όλα τα κόμματα εκτός ενός, υπήρχε τρομερή φτώχια και ανισότητες και η λαμπερή και αυτοκρατορική ζωή του στάθηκε αρκετά προκλητική στα μάτια των βιοπαλαιστών Ιρανών. Κάπως έτσι περνάμε στην εποχή του αγιατολάχ Χομεϊνί, ο οποίος υποσχέθηκε στον ιρανικό λαό ότι μετά την επανάσταση θα αποσυρθεί στην Κομ και θα άφηνε την εξουσία στα χέρια εκλεγμένων αντιπροσώπων. Μαντέψτε ποιος είπε ψέματα. Αντίθετα:
– Επέβαλε τον εαυτό του στην κοινωνία.
– Δημιούργησε έναν θανατηφόρο κατασταλτικό μηχανισμό.
– Οδήγησε πάνω από 3 εκατομμύρια μορφωμένων Ιρανών να εγκαταλείψουν τη χώρα.
– Η επανάσταση οδήγησε σε μια επώδυνη κοινωνική, οικονομική και πολιτική πραγματικότητα. Με λίγα λόγια, η λέξη που ψάχνουμε είναι οπισθοδρόμηση.
– Οι γυναίκες υποχρεούνται να φορούν χιτζάμπ, ακόμα και οι μη μουσουλμάνες, ενώ κατήργησε τον νόμο για τη στήριξη της οικογένειας.
– Οι γυναίκες που δεν φορούσαν χιτζάμπ δεν μπόρεσαν την επόμενη μέρα να μπουν στη δουλειά τους πράγμα που οδήγησε πολλές να διαδηλώσουν (5.000-6.000).
– Το ’83 ο νόμος για τη σαρία γίνεται υποχρεωτικός. Οι χεσμπολάχι, ή αλλιώς οι πολιτοφύλακες του Κόμματος του Θεού, απέκτησαν την ελευθερία να ασκούν βία και να εκφοβίζουν τις γυναίκες. Όταν λέμε για βία, εννοούμε παραπάνω από σπρωξιές και φωνές. Πολλές φορές τις τραυμάτιζουν με ξυράφια ή τους ρίχνουν οξύ.
Το 1989 πέθανε ο Χομεϊνί και υπάρχει μια ελπίδα ανανέωσης. Το 1997 έρχεται στην εξουσία ο Μ. Χαταμί. Οι γυναίκες ελπίζουν ότι τα δικαιώματά τους θα αποκατασταθούν πράγμα που φυσικά δεν γίνεται, αντίθετα τα πράγματα αυστηροποιούνται. Όμως παρατηρούμε το εξής: Οι Ιρανοί δεν το δέχονται έτσι αμάσητα. Υπάρχει συνέπεια στις διαμαρτυρίες τους. Αντιδρούν στις συνεχείς φυλακίσεις και στους αφορισμούς γυναικών, στους βασανισμούς τους και στην αφαίρεση των δικαιωμάτων τους. Γυναίκες απολύονται από τις δουλειές τους κάθε μέρα, ενώ υπάρχουν πολλές που περνούν βασανιστήρια.
Καθημερινότητα
Καλή και η Ιστορία, αλλά αυτό που αποτυπώνει στο βιβλίο του ο Χοσροκαβάρ είναι η καθημερινότητα. Αυτό είναι κάτι που σαν δημοσιογράφοι πολλές φορές αδυνατούμε να κάνουμε ή παραλείπουμε ή δεν έχουμε επαρκή στοιχεία. Όπως το χαρακτηρίζει και ο συγγραφέας μιλάμε για το κυνηγητό της γάτας με το ποντίκι ή αλλιώς της ομάδας ηθών και των πολιτών. Οι νεαρές κοπέλες αναζητούν τη διέγερση, να αναδείξουν την ομορφιά τους. Συχνά θα αντιμιλήσουν στην αστυνομία ηθών ή θα αφήσουν μια τούφα από τα μαλλιά τους επίτηδες να εξέχει σε μια προσπάθεια έκφρασης της σεξουαλικότητάς τους. Αναζητούν περισσότερο τη διέγερση παρά την υπακοή στους παρωχημένους κανονισμούς του υποκριτικά πουριτανικού καθεστώτος. Οι νέοι και οι νέες παραβαίνουν τους κανόνες και τους αντιτίθενται σχεδόν σε όλη τους τη ζωή. Το ίδιο δε ισχύει και για τους γονείς τους, οι οποίοι έχουν ως πρωταρχικό στόχο την ασφάλεια της οικογένειάς τους παρά την εξέγερση και την ουσιαστική αλλαγή των πραγμάτων.
Οι σέλφι
Θα κλείσω με το αγαπημένο μου κεφάλαιο στο βιβλίο, το οποίο με έκανε να σκεφτώ τις selfies με μια διαφορετική οπτική. Αυτή τη στιγμή μπορώ να βγάλω το κινητό μου και να τραβήξω τον εαυτό μου μια φωτογραφία. Είναι το δικαίωμα στη ματαιοδοξία μας ουσιαστικά. Έχω απόλυτο δικαίωμα να είμαι ματαιόδοξη, να θέλω να βλέπω και να παρουσιάζω τον εαυτό μου. Όμως, πόση σημασία έχει να θαυμάσω τον εαυτό μου και να τον εκθέσω στην κρίση των άλλων, να ορίσω το πως θέλω να είμαι, το τι θέλω να φοράω, πως θέλω να χτενίζομαι και να βάφομαι. Να ορίσω εγώ πώς θέλω να με βλέπουν οι άλλοι, να έχω ταυτότητα μέσα από τα ρούχα, τα κοσμήματα, το βάψιμό μου. Ξεχνάμε πόσο σημαντική είναι η ελευθερία του ορισμού του εαυτού μας. Του πλήρους ελέγχου. Αυτό το δικαίωμα δεν το είχε η Μαχσά Αμινί, η Αχού Νταριάεϊ, η Σιρίν Εμπαντί, η Νουσίν Αχμαντί Χορασανί, η Νέντα Αγά – Σολτάν, η Ζάχρα Καζέμι, η Νασρίν Σοτουντέ, η Ναργκίς Μοχαμαντί και μια ατελείωτη λίστα γυναικών που είτε φυλακίστηκαν, είτε βασανίστηκαν, είτε κλείστηκαν σε ψυχιατρεία, είτε πλήρωσαν με την ίδια τους τη ζωή το δικαίωμα στην ελευθερία και την αυτοέκφρασή τους.
***
Το βιβλίο Ιράν: Οι γυναίκες ενάντια στη θεοκρατία αποτελεί μια σημαντική ανάλυση των πρόσφατων γεγονότων στο Ιράν, αναδεικνύοντας το θάρρος των γυναικών και των νέων, αλλά και τις βαθύτερες αιτίες της κοινωνικής αναταραχής.
Η εξέγερση των γυναικών δεν είναι απλώς ένας αγώνας για την κατάργηση της υποχρεωτικής μαντίλας, αλλά μια ευρύτερη επανάσταση ενάντια σε ένα καθεστώς που στερεί βασικές ελευθερίες. Και, όπως φαίνεται, αυτή η μάχη δεν έχει τελειώσει ακόμα.
[1] Οι μαρξιστές τριτοκοσμικής ιδεολογίας είναι εκείνοι που επιδιώκουν να επεκτείνουν και να αναπροσαρμόσουν την κλασική μαρξιστική θεωρία, ώστε να ανταποκριθεί στις ανάγκες και στα ιστορικά δεδομένα των χωρών του Τρίτου Κόσμου. Βλέπουν την απελευθέρωση ως μια διαδικασία που πρέπει να συνδυάζει την ταξική πάλη με τον αντιαποικιοκρατικό και αντιιμπεριαλιστικό αγώνα, υπογραμμίζοντας τις παγκόσμιες ανισότητες και την ανάγκη για αυτοδιάθεση και πολιτισμική αναγέννηση.
*Ομιλία στην εκδήλωση «Το Ιράν και η κρίση της θεοκρατίας» (ΙΑΝΟΣ, 12 Φεβρουαρίου 2025).