Αρχική » Ανταγωνισμοί των μεγάλων δυνάμεων σε μια διαιρεμένη Κεντρική Ασία

Ανταγωνισμοί των μεγάλων δυνάμεων σε μια διαιρεμένη Κεντρική Ασία

από Άρδην - Ρήξη

του Régis Gente, από το Άρδην τ.98, Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2014

Το ζήτημα του ελέγχου των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών που θεωρούνται ένα σημαντικό στρατηγικό διακύβευμα στην Ασία, συντηρεί τον ανταγωνισμό μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων. Ωστόσο η αμερικανική διείσδυση μοιάζει παροδική, ενώ είναι ακόμα πολύ νωρίς για να πούμε εάν η κινεζική οικονομική επέκταση θα ανατρέψει την ρωσική ηγεμονία.

Τον περασμένο Ιούνιο, τα μεγάλα αεροσκάφη της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ αποχώρησαν από το αεροδρόμιο του Μανάς, κοντά στο Μπισκέκ, την πρωτεύουσα της Κιργιζίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες αποσύρονται από το Αφγανιστάν, τουλάχιστον εν μέρει, και κλείνουν τη μοναδική και ακριβοπληρωμένη βάση τους σε μια Κεντρική Ασία που δεν μοιάζει πλέον να τους ενδιαφέρει ιδιαίτερα.

Στο δρόμο που οδηγεί στο κέντρο του Μπισκέκ, η τεράστια αγορά του Ντορντόι είναι, εδώ και είκοσι χρόνια, η μεγαλύτερη αγορά χονδρικής κινεζικών προϊόντων για ολόκληρη την πρώην ΕΣΣΔ. Μια γρήγορη ματιά στη στοίβα των εμπορευματοκιβωτίων αρκεί για να διαπιστώσει κανείς ότι τα καταστήματα είναι πολύ λιγότερα σήμερα. Η Τελωνειακή Ένωση, που ιδρύθηκε το 2010 με πρωτοβουλία του Ρώσου Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν και στην οποία η Κιργιζία πρόκειται να ενταχθεί, αποτελεί ένα σοβαρό πλήγμα για τα εμπορεύματα που κατασκευάζονται στην Κίνα, που ξαφνικά έγιναν πολύ λιγότερο ανταγωνιστικά για τους Ρώσους και τους Καζάκους που ανεφοδιάζονται στο Ντορντόι.

Αλλά οι γείτονες που καταφθάνουν από την Αυτοκρατορία του Κέντρου εξακολουθούν να είναι παρόντες, αν κρίνουμε από τον αριθμό των καταστημάτων και των κινέζικων εστιατορίων που ευημερούν στο Μπισκέκ. Το ραδιόφωνο στο ταξί υπενθυμίζει, στο δελτίο ειδήσεων, ότι το Πεκίνο θα ξεκινήσει την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου της Κιργιζίας το 2016. Αυτό το τμήμα του αγωγού θα ολοκληρώσει το δίκτυο που δημιουργήθηκε στο Τουρκμενιστάν για να αξιοποιήσει τα μυθικά αποθέματά του, που αποτελούν ήδη το 51% των εισαγωγών φυσικού αερίου της Κίνας.
Μια νέα εποχή ανοίγεται για την Κεντρική Ασία και τα πάνω από εξήντα εκατομμύρια κατοίκων της, που αποτέλεσε το θέατρο του «μεγάλου παιχνιδιού» μεταξύ Βρετανών και Ρώσων τον δέκατο ένατο αιώνα, και εκ νέου του «νέου μεγάλου παιχνιδιού», όταν εμφανίστηκαν οι Ηνωμένες Πολιτείες μετά την ανεξαρτησία, το 1991, των πέντε πρώην σοβιετικών δημοκρατιών. Αυτή η νέα εποχή μπορεί να αποδειχτεί αβέβαιη και επικίνδυνη, εξηγεί ο Αλέξαντερ Κούλευ, ένας εμπειρογνώμονας για την Κεντρική Ασία στο Barnard College του Παν. Κολούμπια (Νέα Υόρκη). «Οι μεγάλες δυνάμεις πιθανότατα δεν θα είναι πλέον σε θέση να αναλάβουν τις ευθύνες της ασφάλειας της περιοχής». Ήδη αρκετές αψιμαχίες σημειώθηκαν μεταξύ συνοριοφυλάκων του Τατζικιστάν και του Κιργιζιστάν. Ελάχιστα προσχήματα, όπως η εκτροπή ποταμών για άρδευση, μπορούν να οδηγήσουν σε θανάσιμες συγκρούσεις, λόγω της έλλειψης οριοθέτησης των συνόρων μεταξύ των δύο χωρών και των προβλημάτων ασφάλειας στην κοιλάδα Φεργκάνα, το πιο εύφορο κομμάτι της Κεντρικής Ασίας, που συγκεντρώνει περισσότερο από το ένα πέμπτο του πληθυσμού ολόκληρης της περιοχής. Ο μυθικός ποταμός Συρ Ντάρια που την αρδεύει, διασχίζει τέσσερις χώρες, που χωρίζονται από εξαιρετικά πολύπλοκα σύνορα που κάποτε ήταν απλώς διοικητικά όρια μεταξύ των δημοκρατιών ενός ενιαίου κράτους, της ΕΣΣΔ.

Κεντρική Ασία: Κοινή ιστορία, αποκλίνουσες πορείες
της Agnès Stienne, Δεκέμβριος 2014

Οι πέντε χώρες της Κεντρικής Ασίας εμφανίζουν σημαντικές οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις μετά την ανεξαρτησία τους το 1991. Αυτοί οι λαοί μιλούν την Τουρκική γλώσσα (με την εξαίρεση των ιρανόφωνων Τατζίκων), αλλά έχουν μια μακρά κοινή ιστορία, ειδικά μετά τη σταδιακή ενσωμάτωσή τους στη ρωσική αυτοκρατορία κατά τον 19ο αιώνα. Η πιο πολυπληθής χώρα με 30 εκατομμύρια πληθυσμό (σε σύνολο 66 εκατομμύρια), το Ουζμπεκιστάν παρέμεινε γεωργική, ενώ το Τουρκμενιστάν και το Καζακστάν αντλούν σημαντικά εισοδήματα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο που προσφέρουν τα δύο τρίτα του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της περιοχής. Τα εμβάσματα που αποστέλλονται από τους μετανάστες αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων του Κιργιστάν (περίπου 35%) και του Τατζικιστάν (περίπου 50%). Κληρονόμοι περίπλοκων συνοριακών διευθετήσεων που χαράχθηκαν αυθαίρετα το 1936 από την ΕΣΣΔ, οι χώρες αυτές έχουν εδαφικές διαφορές και συναλλάσσονται ελάχιστα μεταξύ τους. Οι ανταγωνισμοί μεταξύ των πολιτικών ηγετών επιτείνουν τις αντιθέσεις ανάμεσα σε ένα ουδέτερο Τουρκμενιστάν μετά το 1995, ένα αρκετά ανεξάρτητο Ουζμπεκιστάν και τις τρεις άλλες χώρες που έχουν έρθει πιο κοντά στην Μόσχα.

Η Ουάσινγκτον στρέφεται ανατολικότερα

Μετά το 2001 και τη δυτική επέμβαση στο Αφγανιστάν, η Ουάσιγκτον προσπάθησε να παίξει έναν ρόλο στην Κεντρική Ασία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν αρχικώς τη συγκατάθεση του Πούτιν, του πρώτου αρχηγού κράτους που εξέφρασε τα συλλυπητήριά του προς τον αμερικανικό λαό και τον Τζορτζ Μπους στις 11 Σεπτεμβρίου 2001. Η σχέση σταδιακά επιδεινώθηκε, ειδικά μετά 2003 και την εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ, καθώς και με την επανεμφάνιση μιας Ρωσίας αποφασισμένης να διατηρήσει μια σφαίρα επιρροής στο «εγγύς εξωτερικό» της. «Η Μόσχα, δικαίως ή αδίκως, σκέφτηκε ότι οι Αμερικανοί ήθελαν να επωφεληθούν από την παρουσία τους στο Αφγανιστάν για να γίνουν ένας πραγματικός παίκτης στην Κεντρική Ασία», λέει ο Κούλευ.

Μετά την άφιξη των πρώτων αμερικανικών αεροσκαφών στην αεροπορική βάση Μανάς το 2001, η Ουάσιγκτον είχε προσαρμοστεί με επιτυχία στο τοπικό πλαίσιο, παραχωρώντας πολύ ευνοϊκές συμβάσεις για την προμήθεια κηροζίνης στους γιους των διαδοχικών προέδρων της Κιργιζίας, τους Ασκάρ Ακάγιεφ (1991-2005) και Κουρμανμπέκ Μπακίγεφ (2005-2010), μέχρι την ανατροπή τους . Όμως, με αφετηρία το 2010, η Μόσχα αύξησε τις πιέσεις στο Μπισκέκ για να απομακρύνει τους Αμερικανούς, και να μεταβάλει τη βάση γίνεται σε ένα απλό επιμελητηριακό κέντρο, με ανανέωση της μίσθωσης χρόνο με τον χρόνο.

Ο Λευκός Οίκος υποχώρησε απρόθυμα.Όμως, στο πλαίσιο της επανεκκίνησης των σχέσεων με τη Μόσχα, αμέσως μετά την εκλογή του, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα αρνήθηκε να εμπλακεί σε μια επίδειξη δύναμης. Και από τη στιγμή που πήρε την απόφαση να αποχωρήσει από το Αφγανιστάν, η Ουάσιγκτον φαίνεται ήδη να έχει στραφεί προς το ανατολικό άκρο της Ευρασίας και της ακτής του Ειρηνικού, όπου συγκεντρώνονται τα στρατηγικά και εμπορικά συμφέροντα της.

Η νέα πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών στην Κεντρική Ασία βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στο όραμά τους για έναν «Νέο Δρόμο του Μεταξιού», μια πρωτοβουλία που στοχεύει, ήδη από το 1999, «στη δημιουργία μιας οικονομικά ζωντανής και διασυνδεδεμένης περιοχής δια μέσου του Αφγανιστάν και των χωρών της Κεντρικής και της Νότιας Ασίας», προκειμένου να εξασφαλιστεί η σταθερότητα. Η ιδέα ήταν να ενθαρρύνουν το εμπόριο, βοηθώντας τους ιδίως να βελτιώσουν τις υποδομές. Αλλά το σχέδιο δεν διέθετε ούτε ιδιαίτερη συνοχή ούτε ήταν ιδιαίτερα ρεαλιστικό. Έτσι, η γραμμή ηλεκτρικής ενέργειας Casa-1000, η οποία συνδέει την Κιργιζία, το Τατζικιστάν, το Αφγανιστάν και το Πακιστάν, υποφέρει από την κατάσταση του δικτύου και την έλλειψη «στρατηγικής για την ασφάλεια των υποδομών». Μεταξύ των πέντε πρώην σοβιετικών δημοκρατιών, οι πολιτικές σχέσεις παραμένουν δύσκολες μετά την ανεξαρτησία τους, και οι οικονομικές συναλλαγές εξακολουθούν να είναι πολύ περιορισμένες. Νοτιότερα, το Πακιστάν απομακρύνεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες δεν διατηρούν οικονομικές σχέσεις με το Ιράν. Αυτές οι δύο χώρες όμως είναι απαραίτητες για τη δημιουργία μιας πραγματικής περιφερειακής συνεργασίας.

Παρότι η Καμπούλ και η Ουάσιγκτον υπέγραψαν τον Σεπτέμβριο του 2014, μετά από μια μακρά περίοδο αβεβαιότητας, μια συμφωνία σχετικά με την παραμονή των αμερικανικών στρατευμάτων, το μέλλον του Αφγανιστάν παραμένει εξαιρετικά αβέβαιο. Και άλλοι παράγοντες πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την εκτίμηση της μελλοντικής εμπλοκής των Ηνωμένων Πολιτειών: η αναβίωση του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», η κατάσταση στο Πακιστάν ή εξέλιξη των σχέσεων με τη Μόσχα, που επηρεάζονται σημαντικά από ουκρανική κρίση.

Τρεις μήνες πριν από την τελετή αναχώρησης των αμερικανικών στρατευμάτων από το Κιργιστάν, στις 9 Ιουνίου του 2014, ο ρωσικός πετρελαϊκός γίγαντας Rosneft υπέγραψε ένα μνημόνιο συμφωνίας με το Μπισκέκ για την εξαγορά του 51% των μετοχών της του Διεθνούς Αεροδρόμιου του Μανάς. Τι προφανής συμβολισμός! Γιατί μια εταιρεία πετρελαίου να αναλάβει τον έλεγχο του αεροδρομίου από μια χώρα που δεν έχει κανένα κοίτασμα υδρογονανθράκων; Η Rosneft, με επικεφαλής τον Ιγκόρ Σέτσιν, έναν από τους στενότερους συνεργάτες του Πούτιν έχει υποσχεθεί ένα δισ. δολάρια επενδύσεις για να μεταβάλει το Κιργιστάν σε επιμελητηριακή βάση της.

Αυτή η συμφωνία είναι μία τις πολλές που έχουν υπογραφεί από άλλες ρωσικές δημόσιες κολοσσιαίες επιχειρήσεις όπως η Gazprom, η Inter RAO και RusHydro, στους τομείς της διανομής φυσικού αερίου και υδροηλεκτρικής ενέργειας. Τα κίνητρα είναι περισσότερο γεωπολιτικά παρά εμπορικά . «Ποιος άραγε θα ήθελε πραγματικά να αγοράσει την Kyrgyzgaz, έστω και με τη συμβολική τιμή του ενός δολαρίου, όπως έκανε η Gazprom, όταν γνωρίζουμε πώς αυτή η επιχείρηση είναι ένα άπατο πηγάδι, δεδομένου ότι οι συμπατριώτες μου δεν πληρώνουν τους λογαριασμούς τους για το φυσικό αέριο;», αναρωτιέται ένας ανώτερος αξιωματούχος της Κιργιζίας, που επιλέγει την ανωνυμία.
Η πρόσφατη ιστορία της Κιργιζίας έχει διδάξει στους ηγέτες της ότι είναι καλύτερα να μην αντιταχθούν σε αυτά που η Μόσχα θεωρεί ως θεμελιώδη συμφέροντά της. Η πτώση του προέδρου Μπακίγεφ τον Απρίλιο του 2010 οφείλεται στο γεγονός ότι αγνόησε την αρχή αυτή σε μεγάλο βαθμό. Ο απερίσκεπτος αρχηγός του κράτους κατέβαλε υψηλό τίμημα για την πρόταση των Αμερικανών να ανοίξουν ένα στρατιωτικό κέντρο εκπαίδευσης στη Μπάτκεν, στον Νότο, ενώ δεν έλαβε υπόψη του τις απαιτήσεις του Κρεμλίνου σχετικά με τη χορήγηση μιας δεύτερης ρωσικής βάσης.

Η Ουκρανική κρίση έχει επίσης επηρεάσει την κατάσταση στην Κεντρική Ασία. «Το Κρεμλίνο έχει αλλάξει τόνο και ξαφνικά απαίτησε, περισσότερο ή λιγότερο επίσημα, από την Κιργιζία και το Τατζικιστάν να προσχωρήσουν στην Ευρασιατική Οικονομική Ένωση, έτσι ώστε να μην γελοιοποιηθεί τελείως, αφού έχει χάσει την Ουκρανία» εξηγεί ο πολιτικός επιστήμονας Παρβίζ Μουλοτζάνωφ στο Ντουσάνμπε. Το έργο της ολοκλήρωσης, οικονομικής και ενδεχομένως πολιτικής, πραγματοποιείται χωρίς ιδιαίτερο ενθουσιασμό. «Δεν είμαστε αντίθετοι με την ιδέα της ένταξης, το αντίθετο μάλιστα. Αλλά αυτό γίνεται σύμφωνα με τις επιταγές των Ρώσων αποκλειστικά», λέει ο σύμβουλος ενός υψηλά ιστάμενου πολιτικού του Ντουσάνμπε.

Το Καζακστάν έδειξε μεγαλύτερο ενθουσιασμό με την ιδέα της περιφερειακής ολοκλήρωσης, υπό την ηγεσία του αυταρχικού Προέδρου Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγιεφ. Αυτός ο μεγάλος υποστηρικτής της ευρασιατικής ιδέας, ήδη από το 1994, είναι υποχρεωμένος να λάβει υπόψη του τη σημασία της Ρωσικής ή ρωσόφωνης μειονότητα στη χώρα (περίπου το ένα τέταρτο του πληθυσμού σήμερα). Όμως, τέσσερα χρόνια μετά τη δημιουργία της τελωνειακής ένωσης, οι Καζάκοι παραπονούνται για τα διάφορα εμπόδια που παρεμβάλλονται στην είσοδό τους στην αγορά της Ρωσίας, που υποτίθεται ότι είναι ένα με τη δική τους. «Εξάλλου οι οικονομίες έχουν πολύ διαφορετικά μεγέθη: το Καζακστάν ζυγίζει δέκα φορές λιγότερο από τη Ρωσία, και οι εταιρείες του δεν είναι αρκετά ανταγωνιστικές, διότι ευδοκιμούν για σχεδόν είκοσι χρόνια ως ολιγοπώλια», λέει ο οικονομικός εμπειρογνώμονας Ζαν Κριστόφ Λεμουσιώ, ο οποίος έχει εργάστηκε για καιρό στην τεράστια κεντρο-ασιατική Δημοκρατία.

Κάθε χρόνο η Μόσχα χάνει έδαφος

Η Ρωσία χρησιμοποιεί πιο συχνά το μπαστούνι και όχι το καρότο και δύσκολα κρύβει την περιφρόνησή της για τους γείτονές της. Στα τέλη Αυγούστου 2014, ο Πούτιν δυσαρέστησε τον κύριο σύμμαχό της, υποστηρίζοντας ότι ο πρόεδρος «δημιούργησε ένα κράτος σε μια περιοχή που δεν είχε ποτέ κράτος.» Ο Ναζαρμπάγιεφ δεν έμεινε καθόλου ικανοποιημένος, θεωρώντας αυτή την έκφραση ως μια συγκαλυμμένη απειλή και δήλωσε ότι η χώρα του δεν θα λάβει μέρος σε «οργανώσεις που αποτελούν απειλή για την ανεξαρτησία της της». Το Καζακστάν έτσι απείχε από την ψηφοφορία της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ σχετικά με την εγκυρότητα του δημοψηφίσματος στην Κριμαία.
Η Μόσχα εξάλλου δεν καταφέρνει να κρατήσει εντός της σφαίρας επιρροής της το Ουζμπεκιστάν και το Τουρκμενιστάν, οι οποίες δεν έχουν κοινά σύνορα με τη Ρωσία και των οποίων ο πλούτος, ιδίως σε πετρέλαιο, τους επιτρέπει να φλερτάρουν με άλλους. Ακόμη και η εμπειρία και η γνώση του εδάφους δεν επιτρέπει τη Ρωσία να παράσχει τις εγγυήσεις ασφαλείας που χρειάζονται τόσο απεγνωσμένα τα καθεστώτα της περιοχής. Όταν ξέσπασε η βία μεταξύ Ουζμπέκων και Κιργιζίων τον Ιούνιο του 2010 στην Ος, στο νότιο Κιργιστάν, που προκάλεσε σχεδόν πεντακόσιους νεκρούς σε τρεις ημέρες, ούτε η Ρωσία ούτε ο Οργανισμός της Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας τον οποίο ελέγχει σε μεγάλο βαθμό, επενέβη για να ηρεμήσει τον θανατηφόρο πυρετό, παρότι το πρόβλημα αφορούσε το σύνολο της ταραχώδους κοιλάδας της Φεργκάνα.

Η Ρωσία παρότι διαθέτει μέσα και προσβάσεις στην περιοχή, ένα κάποιο πολιτικό κεφάλαιο και απολαμβάνει την εμπιστοσύνη κάποιων πληθυσμών και των ηγετικών κύκλων, καθώς και μια πολιτισμική εγγύτητα μέσω της γλώσσας, χάνει έδαφος χρόνο το χρόνο, καθώς οι πέντε χώρες της Κεντρικής Ασίας επιχειρούν να αντισταθμίσουν τη επιρροή της με τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρώπη, τη Νότια Κορέα, την Ιαπωνία … και κυρίως την Κίνα.
Η τελευταία εμφανίστηκε μάλλον καθυστερημένα στα πράγματα της κεντρικής Ασίας. «Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, θεωρήθηκε ότι το Ιράν και η Τουρκία θα γίνουν οι νέοι μεγάλοι παίκτες στην περιοχή. Και οι δύο απέτυχαν, και γι’ αυτό είναι η Κίνα, απούσα μέχρι το 1980, η οποία στην αρχή του 21ου αιώνα τείνει να γίνει η μεγαλύτερη δύναμη στην Κεντρική Ασία», σημειώνει ο Τιερύ Κελνέρ, συγγραφέας μιας διατριβής για την Κίνα και την Κεντρική Ασία. Για τις τρεις από τις πέντε χώρες της περιοχής, έχει γίνει ο πρώτος εμπορικός εταίρος, μπροστά από τη Ρωσία, ενώ κατέχει τη δεύτερη θέση στο Ουζμπεκιστάν και το Καζακστάν.

Ο πετρελαιοαγωγός Κιργιζίας και Τατζικιστάν προωθείται από το Πεκίνο

Η διείσδυση της δεύτερης οικονομικής δύναμης στον κόσμο είναι εντυπωσιακή. Τον Σεπτέμβριο του 2013, ο Πρόεδρος Ξι Γινπινγκ έκανε μια δεκαήμερη περιοδεία στην περιοχή, υπογράφοντας στο πέρασμα του, πενήντα δισεκατομμύρια δολάρια σε συμβόλαια και δάνεια. Ανέβασε σε εβδομήντα πέντε δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ετησίως το ποσό των μελλοντικών προμηθειών φυσικού αερίου από το Τουρκμενιστάν,το οποίο κατέχει την τέταρτη θέση σε αποθέματα φυσικού αερίου στον κόσμο. Κατά τη διάρκεια του ίδιου ταξιδιού, απέκτησε το 8,33% του γιγαντιαίου κοιτάσματος πετρελαίου του Κασαγκάν του Καζακστάν στην Κασπία Θάλασσα. Επίσης, ανακοίνωσε την κατασκευή ενός διυλιστηρίου ή νέα τμήματα του αγωγού που διέρχεται μέσω των εδαφών της Κιργιζίας και του Τατζικιστάν, προσφέροντάς τους την ευκαιρία να εξαρτώνται λιγότερο από Ουζμπεκιστάν, το αέριο του οποίου η Τασκένδη τους στερεί τακτικά. Ο Ξι κατά τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού έριξε την ιδέα μιας «οικονομικής ζώνης του Δρόμου του Μεταξιού», ιδέα η οποία δεν έχει ακόμη διευκρινιστεί, αλλά πιθανώς διαθέτει ένα λαμπρό μέλλον.

Στο πλαίσιο αυτό, το Πεκίνο επενδύει επίσης σε υποδομές, συμπεριλαμβανομένων των μεταφορών. Η στρατηγική της είναι να αναπτύξει μια «ειρηνική αυλή, απαραίτητη προϋπόθεση για να συνεχίσει τον εκσυγχρονισμό της Κίνας. Από την αρχή, εξάλλου, η ασφάλεια βρέθηκε στο επίκεντρο της πολιτικής της στην Κεντρική Ασία δεδομένου ότι το Πεκίνο φοβάται τις αποσχιστικές τάσεις των Ουιγούρων στην τουρκόφωνη μουσουλμανική επαρχία του Σινγκιάγκ η οποία συνορεύει με την περιοχή. Στη συνέχεια δε προστέθηκε και η ανησυχία για την ενεργειακή ασφάλεια,» λέει ο Κέλνερ.
Χωρίς να αναμειγνύεται στα εσωτερικά θέματα, χωρίς καμιά αποικιοκρατική συμπεριφορά και με τις ισχυρές οικονομικές της δυνατότητες, η Κίνα έχει καταστεί αναπόφευκτη. «Η Ρωσία δεν είναι πλέον σε θέση να είναι λέει “όχι” στην περιοχή», λέει ο Κονσταντίν Σιρογέϊκιν, του Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών του Καζακστάν. «Ωστόσο, τα θέματα των διαφωνιών στην Κεντρική Ασία γίνονται όλο και πιο πολλά», προσθέτει αυτός ο ειδικός της Κίνας. «Οι αγορές του αερίου της Κεντρικής Ασίας προσέφεραν π.χ. στο Πεκίνο το όπλο για να διαπραγματευτεί τα συμβόλαια με τη Μόσχα από μία ισχυρή θέση, και να μειώσει τα ποσά που θα καταβάλει».

Προς το παρόν, το Κρεμλίνο χρειάζεται ιδιαίτερα την Κίνα, στη γεωπολιτική της αντιπαράθεση με τη Δύση, και δεν μπορεί να την κοντράρει στην Κεντρική Ασία. Η υπογραφή, στις 21 Μαΐου 2014, ενός γιγαντιαίου συμβολαίου 400 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την παράδοση στην Κίνα, επί τριάντα χρόνια, τριάντα οκτώ δισεκατομμύρια κυβικών μέτρων φυσικού αερίου ετησίως, είναι ύψιστης σημασίας για τη Μόσχα. Μπορεί έτσι να δείξει στη Δύση ότι η Ρωσία θα μπορούσε να κάνει και χωρίς αυτήν, με την πώληση της παραγωγής της στην Κίνα και την Ασία γενικότερα.
Από το 2013, ο Κινέζος πρόεδρος προωθεί τον δικό του «Νέο Δρόμο του Μεταξιού». Μια τακτική σιδηροδρομική σύνδεση συνδέει ήδη μέσα σε είκοσι δύο ημέρες το Τσονγκίνγκ με το Ντούϊσμπουργκ στη Γερμανία μέσω του Καζακστάν και της Ρωσίας. Παρά το γεγονός ότι ο όγκος των μεταφορών εξακολουθεί να είναι ασήμαντος συγκριτικά με τις θαλάσσιες μεταφορές αυτή η ηπειρωτική διαδρομή χρησιμοποιείται ήδη από τις μεγάλες δυτικές εταιρείες, όπως η Hewlett-Packard ή η Bayerische Motoren Werke (BMW).

Κανείς δεν έχει αυταπάτες στη Μόσχα σχετικά με το μέλλον της σινο-ρωσικής συμμαχίας. Η Ρωσία αντιπροσωπεύει μόνο το 3,5% της παγκόσμιας παραγωγής και πρέπει να συνεργαστεί όσο το δυνατόν περισσότερο με το Πεκίνο για να διατηρήσει τις στρατηγικές της φιλοδοξίες. Εξ ου και οι παραχωρήσεις της καθώς και η καλή θέληση που δείχνει στην Κεντρική Ασία έναντι των κινεζικών συμφερόντων. Η Μόσχα αποδίδει επίσης μεγάλη σημασία στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO), η οποία συνενώνει μερικές από τις μεγαλύτερες παραγωγούς ενέργειας στον κόσμο, και καλύπτει την πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή του πλανήτη.

Μια Αμερική που έχει χάσει το ενδιαφέρον για την περιοχή, μια Ρωσία που δεν έχει τα μέσα για την επίτευξη των φιλοδοξιών της, μια Κίνα που φαίνεται να θριαμβεύει, αλλά διστάζει να επενδύσει πέρα από τον οικονομικό τομέα: το γεωπολιτικό περιβάλλον της Κεντρικής Ασίας δεν είναι ευνοϊκό για τη σταθεροποίηση των κρατών, όπου συναντά κανείς μόνο αυταρχικά καθεστώτα ή δικτατορίες, στηριγμένες σε εύθραυστη φυλετική ισορροπία. Πολλές συγκρούσεις παραμένουν λανθάνουσες,. Η διαφθορά και η φτώχεια που διαιωνίζονται, δημιουργούν ένα όλο και πιο πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη του ριζοσπαστικού ισλαμισμού. Παρά το γεγονός ότι ο όγκος των μεταφορών εξακολουθεί να είναι ασήμαντος συγκριτικά με τις θαλάσσιες μεταφορές αυτή η ηπειρωτική διαδρομή χρησιμοποιείται ήδη από τις μεγάλες δυτικές εταιρείες, όπως η Hewlett-Packard ή η Bayerische Motoren Werke (BMW).

Κανείς δεν έχει αυταπάτες στη Μόσχα σχετικά με το μέλλον της σινο-ρωσικής συμμαχίας. Η Ρωσία αντιπροσωπεύει μόνο το 3,5% της παγκόσμιας παραγωγής και πρέπει να συνεργαστεί όσο το δυνατόν περισσότερο με το Πεκίνο για να διατηρήσει τις στρατηγικές της φιλοδοξίες. Εξ ου και οι παραχωρήσεις της καθώς και η καλή θέληση που δείχνει στην Κεντρική Ασία έναντι των κινεζικών συμφερόντων. Η Μόσχα αποδίδει επίσης μεγάλη σημασία στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO), η οποία συνενώνει μερικές από τις μεγαλύτερες παραγωγούς ενέργειας στον κόσμο, και καλύπτει την πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή του πλανήτη.

Μια Αμερική που έχει χάσει το ενδιαφέρον για την περιοχή, μια Ρωσία που δεν έχει τα μέσα για την επίτευξη των φιλοδοξιών της, μια Κίνα που φαίνεται να θριαμβεύει, αλλά διστάζει να επενδύσει πέρα από τον οικονομικό τομέα: το γεωπολιτικό περιβάλλον της Κεντρικής Ασίας δεν είναι ευνοϊκό για τη σταθεροποίηση των κρατών, όπου συναντά κανείς μόνο αυταρχικά καθεστώτα ή δικτατορίες, στηριγμένες σε εύθραυστη φυλετική ισορροπία. Πολλές συγκρούσεις παραμένουν λανθάνουσες. Η διαφθορά και η φτώχεια που διαιωνίζονται, δημιουργούν ένα όλο και πιο πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη του ριζοσπαστικού ισλαμισμού.

«Ο καθένας πρέπει να παραμείνει ανοικτός σχετικά με τις συνεργασίες του»

Καμία μεγάλη δύναμη δεν φαίνεται να έχει την επαρκή ισχύ, ή τη θέληση να την ασκήσει, ώστε να εισακουστεί σε περίπτωση σοβαρής κρίσης ασφάλειας. Προφανώς, η επιδείνωση των αμερικανο-ρωσικών σχέσεων δεν εμπνέει αισιοδοξία, ενώ όσον αφορά στην συναίνεση μεταξύ Πεκίνου και Μόσχας, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι τα πράγματα θα παραμείνουν για πάντα ρόδινα.

Για πολλούς ειδικούς, η τρέχουσα γεωπολιτική διολίσθηση οφείλεται στις συγκρούσεις μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων. «Το παιχνίδι μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Μόσχας, του οποίου έκφραση είναι η σημερινή σύγκρουση στην Ουκρανία, υποχρεώνει τη Ρωσία να στραφεί προς τα βάθη της Ευρασίας. Ήδη κατά τον δέκατο ένατο αιώνα, η ήττα στον Κριμαϊκό πόλεμο έσπρωξε τη Ρωσία να κατακτήσει την Κεντρική Ασία. Σήμερα, που φαίνεται να χάνει την Ουκρανία, η Ρωσία μπορεί και πάλι να ενισχύσει τις θέσεις της στα βάθη της ευρασιατικής ηπείρου, στην Κεντρική Ασία. Δεν αποκλείω ότι, στην πραγματικότητα, η Ουάσιγκτον ευνοεί αυτή τη εξέλιξη», εκτιμά ο Τσοκάν Λαουμούλιν, Καζάκος εμπειρογνώμονας από το Κεντρασιατικό Φόρουμ του Κέμπριτζ στο Λονδίνο.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο ρόλος των δημοκρατιών της Κεντρικής Ασίας θα μπορούσε να είναι κρίσιμος για την περιφερειακή σταθερότητα. Περισσότερο από ποτέ, οι υπεύθυνοι για τη χάραξη της πολιτικής στην περιοχή και οι σύμβουλοί τους προσπαθούν να προλάβουν τις φιλοδοξίες μιας μεγάλης δύναμης αντιπαραθέτοντας εκείνα μιας άλλης. Από την ανεξαρτησία τους και μετά οι χώρες αυτές έχουν μάθει να διαχειρίζονται αυτήν την πολιτική της εξισορρόπησης.

* Ο Régis Gente είναι δημοσιογράφος που καλύπτει τον Καύκασο και την Κ. Ασία, με βάση του την Τυφλίδα. Το κείμενο δημοσιεύθηκε στη Monde Diplomatique, τον Δεκέμβριο του 2014.
Mετάφραση-επιμέλεια: Γιώργος Καραμπελιάς

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ