τoυ Εmmanuel Grynszpan, από το Άρδην τ. 61, Σεπτέμβριος – Οκτώβριος 2006
Η ανάπτυξη παροτρύνει τους «εργολάβους» να αποποινικοποιήσουν τις δραστηριότητές τους. Όμως οι τοπικές αρχές παραιτούνται δύσκολα από κάποιες ανορθόδοξες διαδικασίες.
Αποκαλούμενο κάποτε «πρωτεύουσα του εγκλήματος», το Ροστόβ παρουσιάζει σήμερα ένα πρόσωπο καλού παιδιού. «Από το 2000, οι ‘νονοί’ άρχισαν να νομιμοποιούν τις δραστηριότητές τους», λέει ο Κονσταντίν Ματσάνοφ, ιδιοκτήτης μιας οικογενειακής εταιρείας χαρτοφυλακίου, επικεφαλής αρκετών αντιπροσωπιών αυτοκινήτων.
Κάποτε, εμπορικό κέντρο μιας κατά κύριο λόγο αγροτικής περιοχής του ρωσικού νότου, κατόπιν κέντρο της αναγκαστικής εκβιομηχάνισης κατά τη σοβιετική εποχή και στη συνέχεια σε μεγάλη παρακμή, το Ροστόφ γνωρίζει τελευταία ένα οικονομικό μπουμ. Ο Ματσάνοφ δίνει την εξήγησή του: «Ο μηχανισμός είναι πολύ απλός: οι “νονοί” ξέπλυναν μαζικά τα λεφτά τους, επενδύοντάς τα σε εταιρείες. Κανείς δεν τους θέτει ερωτήσεις σχετικά με την προέλευση του χρήματος, κυρίως αν έχουν γερό δόντι. Εξάλλου το κράτος το συμφέρει αυτό, καθώς θέλει να δει την εγκληματική οικονομία να μειώνεται. Και οι ‘νονοί’ έχουν πια πάρα πολύ χρήμα για να συνεχίσουν να ρισκάρουν με το νόμο. Έχουν υπερβολικά πολλά να χάσουν και αυτός είναι ο λόγος που επιδιώκουν να μετατραπούν σε αξιοσέβαστους επιχειρηματίες».
«Το βιοτικό επίπεδο έχει σαφώς ανέβει εδώ και έξι χρόνια», εξηγεί από την πλευρά του ο Μάχντι Νασράλα, ένας Ιορδανός μηχανικός που διευθύνει τον τοπικό κλάδο της Τζέρικο, μιας κατασκευαστικής εταιρείας με γαλλικά κεφάλαια, εγκατεστημένης από το 1995 στην περιοχή. «Τώρα πληρώνουμε δυο φορές πιο ψηλούς μισθούς». Παρ’ όλα αυτά, η δυνατότητα προσλήψεων παραμένει προβληματική. «Δυσκολευόμαστε πολύ να βρούμε καλούς μάνατζερ. Συχνά διαπιστώνουμε μια έλλειψη κινήτρων, που δεν έχει να κάνει με το επίπεδο του μισθού. Και, κυρίως, είναι σπάνιο να πέσεις πάνω σε έντιμους ανθρώπους. Συχνά οι πωλητές μας έχουν την τάση να τα κανονίζουν με τους αγοραστές, για να βάλουν στην τσέπη τους τις προμήθειες». Και εδώ, όπως οπουδήποτε αλλού, η διαφθορά ζει και βασιλεύει.
Ο Ρώσος υπουργός Περιφερειακής Ανάπτυξης Βλαντιμίρ Γιάκοβλεφ, παραδέχτηκε τον Ιούνιο ότι οι μίζες και τα λαδώματα συνιστούν το 30% του κόστους κατασκευής των δημόσιων έργων. Και οι αρχές, ως γνωστόν, δεν έχουν την τάση να φουσκώνουν κάποια διόλου κολακευτικά νούμερα.
Μετάφραση:
Στρ. Ιωαννίδης