Η βαθιά υποκρισία της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Ποδηλασίας
του Κώστα Μαυρίδη από τη Ρήξη φ. 91
Θυμάμαι ένα αφιέρωμα του CBS στον Λανς Άρμστρονγκ την άνοιξη του 2003, λίγο πριν την 5η του κατά σειρά νίκη στον Γύρο Γαλλίας. Το συνεργείο ακολουθούσε τον ποδηλάτη σε μια προπόνηση στο όρος Λουζ Αρντιντέν των Πυρηναίων, ίσως τις πρώτες μέρες της άνοιξης, κάτω από αδιάκοπο χιονόνερο. Στα δεξιά και αριστερά του ανηφορικού δρόμου είχε μεγάλους όγκους χιονιού και ο καιρός έκλεινε συνεχώς. Παρ’ όλα αυτά, ο Άρμστρονγκ συνέχιζε την ανάβαση, με τα δύο αυτοκίνητα να τον ακολουθούν. Όταν έφτασαν ψηλά στο βουνό, χιόνιζε πλέον στα γεμάτα και ο προπονητής πρότεινε να επιστρέψουν, καθώς έπεφτε το σκοτάδι και ο δρόμος γλιστρούσε, αλλά ο Άρμστρονγκ δεν ήθελε να τα παρατήσει και έμεινε πάνω στο ποδήλατο μέχρι την κορυφή, στα 1720 μέτρα. Τα χέρια του είχαν κοκαλώσει στο τιμόνι και κατέβηκε από το ποδήλατο με τη βοήθεια του συνεργείου. Στο καφέ που πήγαν αργότερα για να τον ξεπαγώσουν, όταν τον ρώτησαν γιατί συνέχισε την προπόνηση, τους απάντησε ότι «τίποτε δεν είναι πιο σημαντικό».
Ο γύρος Γαλλίας του 2003 ήταν η μόνη φορά, από τις επτά αλλεπάλληλες νίκες του (1999-2007), που ο Άρμστρονγκ φάνηκε ανθρώπινος, εννοώντας ότι φάνηκε πως μπορούσε να νικηθεί, αλλά πάλι δεν κατόρθωσαν να τον νικήσουν. Εκείνη τη χρονιά αγωνιζόταν με την ομάδα του αμερικανικού ταχυδρομείου και οι κύριοι αντίπαλοί του, η γερμανική ομάδα της Ντόιτσε Τέλεκομ, είχε συγκεντρώσει τους καλύτερους ποδηλάτες της εποχής για να τον γκρεμίσουν απ’ την πρώτη θέση. Αποδείχτηκε ανώφελο, καθώς πάλι έφτασε πρώτος στο Παρίσι, μετά από δύο πτώσεις και απίστευτες αναμετρήσεις πάνω στα βουνά, έστω και με ένα λεπτό διαφορά από τους αντιπάλους του. Σε όλες τις υπόλοιπες νίκες του στον Γύρο Γαλλίας έδινε την εντύπωση του υπεράνθρωπου, που δεν υπήρχε τίποτε ικανό να τον σταματήσει. Ταυτόχρονα κυκλοφορούσαν διάφορες φήμες για πιθανό ντοπάρισμα, αλλά όλα τα τεστ του έβγαιναν αρνητικά και ο ίδιος δεν άφηνε μύγα στο σπαθί του, υποβάλλοντας μηνύσεις κατά οποιουδήποτε τολμούσε να τον κατηγορήσει για λήψη αναβολικών και ασκώντας απίστευτη πίεση σε κάθε πρώην συναθλητή του για «ομερτά» επί του θέματος.
Στο βιβλίο του με τίτλο Κυνηγώντας τον Λανς, ο δημοσιογράφος Μάρτιν Ντουγκάρ γράφει ότι, για να εξηγήσει κάποιος το φαινόμενο Άρμστρονγκ, πρέπει να λάβει υπόψη του την κρίση του θεσμού του Γύρου της Γαλλίας στα τέλη της δεκαετίας του ’90 και αυτό που χαρακτηριστικά ονομάζει «μεγάλο θυμό». Στον Γύρο του 1998, η ποδηλατική ομάδα της Φεστίνα ακυρώθηκε και υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τον αγώνα, διότι χορηγούσε συστηματικά παράνομες ουσίες βελτίωσης της απόδοσης στους αθλητές της. Ο νικητής εκείνης της χρονιάς, Μάρκο Παντάνι, είχε ήδη μπει στη μαύρη λίστα της WADA και το κοινό είχε αρχίσει να παίρνει αποστάσεις απ’ τον θεσμό. Με λίγα λόγια, ο Γύρος Γαλλίας χρειαζόταν ένα σωτήρα. Έναν ποδηλάτη-φαινόμενο της κλάσης του Έντι Μερξ τη δεκαετία του ’70 ή του Μιγκέλ Ιντουράιν των αρχών της δεκαετίας του ’90, που θα ξανάφερνε τον κόσμο, αλλά και τις εταιρείες-σπόνσορες, στο Γύρο Γαλλίας. Ο σωτήρας δεν ήταν άλλος από τον Τεξανό Λανς Άρμστρονγκ. Πρωταθλητής του τριάθλου στις ΗΠΑ και επαγγελματίας ποδηλάτης, είχε υπογράψει συμβόλαιο με τη γαλλική ομάδα Κοφιντί το ’96, όταν αρρώστησε από καρκίνο και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τους αγώνες. Η γαλλική ομάδα τον αποδέσμευσε και παρακράτησε τις αμοιβές του τροφοδοτώντας τον θυμό ενός ανθρώπου που δεν το βάζει εύκολα κάτω. Ο Λανς, μετά από χημειοθεραπείες και εγχειρήσεις (οι γιατροί του έδιναν 40% πιθανότητες επιβίωσης), επέστρεψε στην ενεργό δράση αποφασισμένος να εκδικηθεί για την αδικία εις βάρος του και να αποδείξει την αξία του με κάθε τίμημα, κερδίζοντας τον πρώτο Γύρο Γαλλίας το 1999 και απογειώνοντας την τηλεθέαση, αλλά ανεβάζοντας στα ύψη τα συμβόλαια συμμετεχόντων αθλητών και εταιρειών στην 7ετία που κυριάρχησε στη διοργάνωση.
Ο σωτήρας είχε βρεθεί, για μια ακόμα φορά, σε μια διοργάνωση που στιγματίζει τους αθλητές που παρανομούν, ενώ οι ίδιοι οι διοργανωτές και οι επαγγελματικές ομάδες πιέζουν με κάθε δυνατό τρόπο για διακρίσεις, χωρίς να τιμωρούνται ποτέ. Τελικά, η βαθιά υποκρισία της ομοσπονδίας ποδηλασίας έγκειται στο γεγονός ότι η ίδια η φύση της επαγγελματικής ποδηλασίας γεννά φαινόμενα ντόπινγκ τύπου Άρμστρονγκ. Οι νέοι ποδηλάτες, για να πετύχουν επικερδή συμβόλαια, παίρνουν ολοένα και πιο μεγάλα ρίσκα με νέες μη ανιχνεύσιμες ουσίες και οι ομάδες, για να πετύχουν επικερδή συμβόλαια από σπόνσορες και διαφημίσεις, θέλουν ρεκόρ και εντυπωσιακές νίκες και κάνουν τα στραβά μάτια στο πώς αυτές επιτυγχάνονται. Εκτός, βέβαια, αν ο αθλητής τους πιαστεί ντοπαρισμένος. Τα λόγια του μεγάλου Φάουστο Κόπι, νικητή του Γύρου Γαλλίας το 1949 και 1952, ακούγονται τραγικά επίκαιρα σήμερα: «Δεν μπορείς να κερδίσεις το Γύρο μόνο με μεταλλικό νερό. Αν τα δέκα χάπια σε σκοτώνουν, πρέπει να πάρεις εννιά».
1 ΣΧΟΛΙΟ
Έτσι είναι Κώστα…
Όλο αυτό μου φαινόταν τελείως αυτονόητο εδώ και πολλά χρόνια. Όταν έμενα στην Γαλλία το 2001-2002, με ρωτούσε ένας Γάλλος συνάδελφος (με μια δόση ειρωνείας):
«Στην Ελλάδα δεν έχετε ποδηλασία, ε;»
Και του απαντούσα με μια αντίστοιχη δόση ειρωνείας:
«Όχι, οι δικοί μας γιατροί δεν είναι τόσο έμπειροι με τα αναβολικά».
Το 2004 θα αποδεικνυόταν ότι μάλλον τους υποτιμούσα…