Διαθέσιμα στην ιστοσελίδα:
[display-posts category="rixi92"]
Το Όχι και οι άθλιοι τιμητές του
του Γιώργου καραμπελιά από τη Ρήξη (φ. 92) που θα κυκλοφορήσει το Σάββατο 6 Απριλίου
«Πριν πραγματευθή περί της λύσεως του Κυπριακού ζητήματος, ο κ. Σιακαλλής εκθέτει εν βραχεί την ιστορίαν της Κύπρου. Ο κύριος του σκοπός είναι να αποδείξη το ελληνικόν της νήσου. Εις ημάς τους Έλληνας το πράγμα φαίνεται περιττόν. Είναι ως να απεδείκνυε τις ότι οι Πελοποννήσιοι είναι Έλληνες. [ ] Aς ελπίσωμεν ότι μίαν ημέραν οι πόθοι των Kυπρίων, ή ορθότερον, οι πόθοι των Eλλήνων όλων, περί ενώσεως της νήσου μετά του Eλληνικού Bασιλείου θα εκπληρωθώσιν.»
Κ. Καβάφης, «Το Κυπριακόν ζήτημα», Τηλέγραφος Αλεξανδρείας, 9/21 Απριλίου 1893, βλ. Κ. Π. Κ., Τα πεζά, Ίκαρος, Αθήνα 2003
Οι Κύπριοι για δεύτερη φορά μέσα σε μια δεκαετία, ανέλπιστα για όλους τους ρεαλιστές ναινέκους και τους «φαιά φορούντες» αναλυτές, είπαν όχι στην «παγκόσμια κοινότητα» και τις «αγορές», όπως είχαν πει όχι στο σχέδιο Ανάν. Και απέναντί τους για άλλη μια φορά είχαν τους ίδιους αντιπάλους. Το ΔΝΤ (δηλαδή τις ΗΠΑ), την Ευρωπαϊκή Ένωση (τη Γερμανία) και την Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα (δηλ. το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα). Και το όχι αυτή τη φορά ήταν ακόμα πιο ηχηρό μια και στράφηκε ενάντια και στον ίδιο τον πρόεδρο της Κύπρου που είχε εκλεγεί μόλις δύο εβδομάδες πριν. Οι Κύπριοι, –ένα κομμάτι του ελληνισμού, σταθερά ριζωμένο και αγκιστρωμένο στην ταυτότητα και την παράδοσή του, παρά τα λεγόμενα, παρά τις λοιδορίες και την ΑΣΎΣΤΟΛΗ κατασυκοφάντησή τους–ύψωσαν το ανάστημά τους και είπαν όχι στον οικονομικό εξανδραποδισμό τους, προοίμιο του πολιτικού και του εθνικού.
Απέναντί τους όμως δεν είχαν μόνο τους ξένους, δεν είχαν μόνο έναν ναινέκο, ο οποίος εξελέγη υποκλέπτοντας την ψήφο των Κυπρίων με το σύνθημα ότι δεν θα αγγίξει τις καταθέσεις τους, αλλά και τον πρωθυπουργό της Ελλάδας, ο οποίος όχι απλώς συναίνεσε σ’ αυτή την επιλογή, αλλά έσπρωχνε τους Κυπρίους να την εφαρμόσουν.
Τι ακριβώς ζητούσαν από τους Κυπρίους
Αυτό που ζητούσαν από τους Κυπρίους, Αμερικανοί και Γερμανοί –αυτή τη φορά σε αγαστή συμφωνία– ήταν να απολέσουν κάθε περιθώριο σχετικής αυτονομίας που τους έχει προσδώσει η μεταβολή της Κύπρου σε χρηματοπιστωτικό κέντρο μη ελεγχόμενο από τη Δύση. Πράγματι, το γεγονός ότι η Κύπρος είχε μεταβληθεί σε κέντρο χρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτων για τους Ρώσους και όχι μόνο, στην Ανατολική Μεσόγειο, αποτελούσε για τη Δύση έγκλημα καθοσιώσεως, όταν μάλιστα συνδυαστεί με τα επιπλέον περιθώρια αυτονομίας και ενίσχυσης της ισχύος της που προσφέρουν το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο. Έτσι ένα κομμάτι του ελληνισμού, παρότι καθημαγμένο από την αγγλοτουρκική κατοχή στο νησί, αποκτούσε μηχανισμούς αυτονόμησης ανεπίτρεπτους για την ιμπεριαλιστική Δύση και τον νεοθωμανισμό.
Οι Έλληνες της Ελλάδας και της Κύπρου, από την Επανάσταση του ’21 και μετά, έχουν διεξαγάγει πολλούς κοινούς αγώνες αρχικά για να ενωθούν σ’ ένα ενιαίο ελληνικό κράτος, και τα τελευταία χρόνια για να αποτελούν τουλάχιστον ένα σώμα με κοινή βούληση παρά την ύπαρξη δύο διαφορετικών κρατών. Ωστόσο, απέναντί τους δεν βρίσκονταν μόνον οι ξένες δυνάμεις που ήθελαν με κάθε τρόπο να αποτρέψουν μια τέτοια εξέλιξη, αλλά σχεδόν πάντα, από το 1930 και μετά, και οι ίδιες οι ηγεσίες τους. Το ίδιο σενάριο, με τραγικό τρόπο, επιβεβαιώθηκε για μια ακόμα φορά και στην πρόσφατη κρίση. Ελλαδίτες και Κύπριοι ένιωθαν αλληλέγγυοι, οι οικονομίες των δύο κρατών ακόμα και οι τράπεζές τους αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία –οι κυπριακές τράπεζες είχαν περισσότερα υποκαταστήματα στην Ελλάδα παρά στην Κύπρο– όμως, για άλλη μια φορά, οι ηγεσίες πρόδωσαν τον λαό και στράφηκαν ενάντια στα συμφέροντά του.
Η ελληνική κυβέρνηση, κατ’ εξοχήν ο πρωθυπουργός της, άφησε έκθετο το όχι του λαού και της Βουλής της Κύπρου. Και σήμερα, επιχαίρει, όπως και όλος ο εσμός των κυβερνητικών ψευδοαναλυτών και κονδυλοφόρων, διότι το κυπριακό όχι «δεν απέδωσε», ώστε να αποδειχθεί πως είχε δίκιο όταν υποχωρούσε συστηματικά απέναντι στην τρόικα και τους Γερμανούς. Όμως, προϋπόθεση για να ευοδωθεί αυτό το όχι, ήταν ακριβώς μια διαφορετική στάση της Ελλάδας, που για άλλη μια φορά εγκατέλειψε την Κύπρο.
Διότι, τα αδιάκοπα όχι, τα οποία λένε οι Κύπριοι από το … 1930 έως σήμερα, έχουν ως προϋπόθεση για να έχουν ευτυχή κατάληξη την συμπαράσταση της «Μητέρας Πατρίδας». Η Κύπρος είναι πολύ μικρή και μόνη για να μπορεί να ολοκληρώσει οποιοδήποτε αντιστασιακό εγχείρημα, το οποίο προϋποθέτει την κινητοποίηση και τη συμπαράσταση του ελληνισμού στο σύνολό του.
Το 1930, οι εξεγερμένοι Κύπριοι που πάλευαν ενάντια στην αγγλική αποικιοκρατία, εγκαταλείφθηκαν από τον Βενιζέλο, το 1959 ο αγώνας της ΕΟΚΑ προδόθηκε από τις συμφωνίες της Ζυρίχης, και τις πιέσεις των Αβέρωφ-Καραμανλή. Το 1967, η χούντα απέσυρε τον ελληνικό στρατό, το 1974 έκανε το πραξικόπημα και άνοιξε τον δρόμο για την τουρκική εισβολή. Στη μεταπολίτευση, η ελληνική πολιτική ηγεσία, έκανε ότι μπορούσε για να απομακρυνθεί η Ελλάδα από την Κύπρο, εγκατέλειψε το ενιαίο αμυντικό δόγμα, και προσπάθησε, μαζί με τους Κύπριους ναινέκους να επιβάλει το σχέδιο Ανάν στην Κύπρο.
Το ίδιο κατ’ αναλογία συνέβη και τώρα. Η Κύπρος, προδομένη και από την πολιτική της ηγεσία αντέταξε παρ’ όλα αυτά, μια σθεναρή αντίσταση στην προσπάθεια της οικονομικής καρατόμησής της.
Αν αντίθετα η Ελλάδα συμπαρατασσόταν μαζί της όπως επιθυμούσε ο ελληνικός λαός, τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά. Μία κρίση στις σχέσεις της ευρωζώνης με την Κύπρο και την Ελλάδα μαζί, θα αποτελούσε συστημικό κίνδυνο όχι μόνο για τη Γερμανία, αλλά για τις παγκόσμιες αγορές, ανοίγοντας τον δρόμο για κατάρρευση της Ισπανίας, της Ιταλίας κ.λπ. Επιπλέον, μία απειλή της Ελλάδας στην σταθερότητα της ευρωζώνης, θα είχε άλλο βάρος και για τη στάση της Ρωσίας έναντι της Κύπρου. Όλοι οι παράγοντες που εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα στο ζήτημα, –Ισραήλ και Η.Π.Α.– θα μετρούσαν πολύ διαφορετικά τις επιπτώσεις μιας κρίσης στις σχέσεις των δύο ελληνικών κρατών με την Δύση. Στο ίδιο το εσωτερικό της ευρωζώνης, οι χώρες του Νότου που θα αντιμετώπιζαν άμεσο και σοβαρό κίνδυνο για τη δική τους οικονομία, θα υποχρεώνονταν να λάβουν σοβαρά υπόψη τους μια τέτοια επέκταση της κρίσης.
Τέλος, και σοβαρότερο όλων ίσως, μια ομπρέλα της Ελλάδας στην Κύπρο, με αφετηρία την οικονομία, θα αποτελούσε μια ιστορική ευκαιρία για να πλησιάσουν και πάλι τα δύο κράτη και να επουλωθούν οι βαθύτατες πληγές μιας απομάκρυνσης που άρχισε το 1974. Αν ο Σαμαράς ήταν ένας εθνικός ηγέτης είχε την ιστορική ευκαιρία να επαναφέρει την Ελλάδα, ισχυρή στο γεωπολιτικό παιχνίδι της Ευρώπης και της ανατολικής Μεσογείου. Αντ’ αυτού, προτίμησε την φυγή απ’ τις ιστορικές του ευθύνες, κρυπτόμενος πίσω από τον Αναστασιάδη, τον Χριστόφια, και τον Στουρνάρα. «Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον».
ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ ΦΥΛΛΟ
2 ΣΧΟΛΙΑ
Έτσι ακριβώς έχουν τα πράγματα δυστυχώς ! Η πλάκα είναι ότι αυτοί ακριβώς οι αρχιπροδότες παρουσιάζουν την εικόνα του …..μεγάλου πατριώτη στα ….,.νούμερα τους συνταξιούχους και κυβερνούν την χώρα !
Κύριε Καραμπελιά ήταν σε θέση η Ελλάδα να συμπαρασταθεί στην Κύπρο όταν ανά τρίμηνο ικετεύουμε δόση? Επίσης παρατήρησα ότι οι Κύπριοι κρατούν ψύχραιμη στάση και δεν χρησιμοποιούν φράσεις τύπου ” ναινέκοι, προδότες κλπ”. Μήπως στην Ελλάδα το παρακάνουμε με τους χαρακτηρισμούς?