του Γ. Μαλούχου από το Βήμα
Κεραυνούς για την ίδια του την πατρίδα, τη Γερμανία, εξαπέλυσε ο Γιούργκεν Χάμπερμας, ο κατά κοινή ομολογία πιθανότατα σημαντικότερος εν ζωή ευρωπαίος διανοούμενος: μιλώντας στο Βέλγιο, στο Πανεπιστήμιο της Λουβαίν, είπε ότι η πολιτική της Γερμανίας οδηγεί την Ευρώπη σε καταστροφή. Είπε ότι η δημοκρατία δεν είναι πια δεδομένη και ότι οι χειρισμοί του Βερολίνου στην κρίση ξυπνούν τα «φαντάσματα της ιστορίας».
Ο άνθρωπος που συνέβαλε καθοριστικά, σε ιδεολογικό επίπεδο, στη διαμόρφωση της παλιάς ευρωπαικής Γερμανίας αλλά και συνολικά στην τροχιά της ενωμένης Ευρώπης, έρχεται τώρα, στα 83 του χρόνια, να προειδοποιήσει όχι απλώς για την καταστροφή του ενωσιακού οικοδομήματος, αλλά και για τους κινδύνους για τη δημοκρατία και την ειρήνη.
Διαπιστώνει ρητά τον επικίνδυνο γερμανικό εθνικισμό και καλεί την πατρίδα του, όχι μόνον για χάρη της Ευρώπης, της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης ή του ανθρωπισμού, αλλά και για χάρη των ίδιων της των συμφερόντων, να κάνει πίσω. Και αυτό, ας σημειωθεί, συμβαίνει την ίδια στιγμή που, ανάμεσα σε πολλά άλλα, ο πρόεδρος της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης, ζητά από την κυβέρνησή του να συγκρουστεί πλέον με το Βερολίνο ανοιχτά και μετωπικά.
Μάλιστα ο Χάμπερμας δεν αναφέρθηκε απλώς – κι αυτό έχει σημασία – στην γερμανική κυβέρνηση και στην πολιτική της καγκελαρίου ή του υπουργού Οικονομικών της χώρας: αναφέρθηκε στην ίδια τη Γερμανία στο σύνολό της. Δεν έκανε τέτοια διάκριση – και αυτό σημαίνει πολλά. Μίλησε για τον ηγεμονισμό της Γερμανίας στο σύνολό της, στην ηγέτιδα τάξη της που προωθεί με όλη της τη δύναμη την επανεθνικοποίηση της Ευρώπης μέσα από τον γερμανικό ηγεμονισμό.
Επίσης έκανε και κάτι ακόμα: προχώρησε σε ρητή αντιδιαστολή αυτού που κάνει η Γερμανία μέσω της κρίσης με την ανάγκη για περισσότερη Ευρώπη: είπε δηλαδή ότι αυτό δεν είναι Ευρώπη – και πράγματι δεν είναι. Είπε ότι η Γερμανία πρέπει να κάνει πίσω και ότι αυτό θα είναι η ευρωπαική επιλογή: χτύπησε δηλαδή ευθέως το ψεύδος που θέλει αυτή την πολιτική να ονομάζεται «ευρωπαική» ενώ είναι ριζικά και πλήρως αντίθετη προς μία Ευρώπη υπό ενοποίηση, την οποία και καταστρέφει ημέρα με την ημέρα.
«Ο ηγετικός ρόλος που έλαχε σήμερα στη Γερμανία δεν ξυπνά απλώς τα φαντάσματα της Ιστορίας, αλλά μας βάζει σε πειρασμό να ακολουθήσουμε μία μονομερή, εθνική πορεία, ή ακόμα και να υποκύψουμε στη φαντασίωση ισχύος μιας «Γερμανικής Ευρώπης», είπε. Και συνέχισε: «Εμείς οι Γερμανοί οφείλουμε να έχουμε διδαχθεί από τις καταστροφές του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, ότι η οριστική αποφυγή του διλήμματος ενός ημι- ηγεμονικού στάτους, το οποίο σπανίως μπορεί να διατηρηθεί χωρίς να ολισθίσει σε συγκρούσεις, είναι προς το εθνικό μας συμφέρον».
Αυτή ειδικά η παρατήρησή του, για τον κίνδυνο συγκρούσεων, είναι κάτι παραπάνω από δραματική: τι άλλο μπορεί να πει για να αφυπνίσει εκείνους που είτε επιμένουν να οδηγούν στην καταστροφή, είτε εκείνους που επιμένουν να μην βλέπουν τι συμβαίνει;
Υπάρχουν κάποιες κατηγορίες ανθρώπων δεν πρόκειται φυσικά να καταλάβουν τίποτα από όσα φοβερά είπε ο Χάμπερμας: Εκείνοι που ασκούν αυτή την πολιτική και την πιστεύουν στην ίδια τη Γερμανία – και αυτό δεν αφορά μόνον την κυβέρνηση. Εκείνοι που απλώς από έλλειμμα πνευματικού εξοπλισμού δεν αντιλαμβάνονται ποιος είναι αυτός ο μέγας διανοητής, πόσο βάρος έχει ο λόγος του και τι πραγματικά λέει. Εκείνοι που, σε άλλες χώρες, όπως στην Ελλάδα, έχουν μετατρέψει την υποτέλεια στο γερμανικό ηγεμονισμό σε τρόπο σκέψης και λόγο υπάρξεως. Και, τέλος, εκείνοι που δεν έχουν το θάρρος να αντιληφθούν ότι όλο αυτό το διάστημα έκαναν λάθος, δεν είδαν τι συμβαίνει.
Για την πρώτη κατηγορία, αυτή των ίδιων των Γερμανών στην ιθύνουσα τάξη της χώρας, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα – άλλωστε ούτε ο Χάμπερμας, ούτε κανείς άλλος μπορεί να κάνει: οι Γερμανοί ξέρουν πολύ καλά τι κάνουν και το κάνουν επειδή το θέλουν.
Οσο για τις τρεις άλλες, που, δυστυχώς, και από τις τρεις έχουμε εδώ πολλούς εδώ και σε όλα τα πεδία και τα επίπεδα, ας ελπίσει κανείς ότι, τώρα, που τους μιλά έτσι – γιατί (και) σε αυτούς μιλά, ο κορυφαίος Γερμανός διανοούμενος της εποχής μας, θα κάνουν επιτέλους μια προσπάθεια να υπερβούν είτε τις ανεπάρκειες, είτε τις εμμονές τους, να ανοίξουν τα μάτια και τα αυτιά τους και να δουν, επιτέλους, τι πραγματικά συμβαίνει και πόσο άμεσα μας αφορά.