Του Δημήτρη Κατσαγάνη απότο capital.gr
Πολύ κακό για το… τίποτα φαίνεται πως θα προκαλέσουν στα συνταξιοδοτικά ταμεία οι παρεμβάσεις που προβλέπονται στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο που έχει καταθέσει στη Βουλή, ο υπουργός Εργασίας, κ. Γιώργος Κατρούγκαλος.
Το μόνο που θα “καταφέρουν” τα μέτρα που θα εφαρμοστούν από τις αρχές του β’ εξαμήνου του 2016 θα είναι να εντείνουν την ύφεση της ελληνικής οικονομίας, ρίχνοντας την καταναλωτική ζήτηση των συνταξιούχων, μαζί και του επιχειρηματικού τζίρου, χωρίς –μάλιστα– να υπάρχει άλλο αναπτυξιακό “αντιστάθμισμα”.
Το αντίθετο, μάλιστα, οι επιχειρηματίες από τους οποίους περνά ο “άξονας” της οικονομικής ανάκαμψης, αναμένεται να κινηθούν –από άποψη επαγγελματικών δραστηριοτήτων– ακόμα πιο “αμυντικά” ενόψει της προβλεπόμενης αύξησης των εισφορών κατά 1% υπέρ της επικουρικής ασφάλισης από την 1η Ιουνίου 2016 και της επιβολής του διπλού “χαρατσιού” 26,9% από την 1η Ιανουαρίου 2017.
Οι αυξήσεις στις εισφορές μαζί με τις μειώσεις στις συντάξεις που θα εκδοθούν μετά την έναρξη ισχύος του επικείμενου ασφαλιστικού νόμου με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης αποτελούν αντι-κίνητρο στην καταβολή ασφαλιστικών εισφορών.
Εξάλλου, το ίδιο το ασφαλιστικό νομοσχέδιο αφήνει ορθάνοιχτο το ενδεχόμενο να υπάρξουν “αναπροσαρμογές” στις συντάξεις ακόμα και από το… 2017.
Πέφτουν οι καταθέσεις των Ταμείων, αλλά και των τραπεζών
Μεταξύ Ιανουαρίου – Μαρτίου 2016, οι Οργανισμοί Κοινωνικής Ασφάλισης έχασαν το 7% των καταθέσεών τους. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, οι ασφαλιστικοί οργανισμοί (συνταξιοδοτικά ταμεία, ΟΑΕΔ, ΕΟΠΥΥ) “έχασαν” από τραπεζικούς λογαριασμούς τους 185 εκατ. ευρώ. Συγκεκριμένα, οι καταθέσεις τους έπεσαν από τα 2,513 δισ. ευρώ στα 2,331 δισ. ευρώ. Σημειώνεται πως για την καταβολή συντάξεων (πλην Δημοσίου), επιδόματα ανεργίας και παροχές ασθενείας του ΕΟΠΥΥ δαπανούνται κάθε μήνα περίπου 2 δισ. ευρώ.
Μ’ άλλα λόγια, η ρευστότητα των ασφαλιστικών οργανισμών πλησιάζουν επικίνδυνα πλέον στο “όριο ασφαλείας”.
Μαζί με τα ρευστά διαθέσιμα, όμως, των ασφαλιστικών οργανισμών που βρίσκονται στις τράπεζες, μειώνονται και τα ρευστά των τραπεζών, μαζί και οι όποιες δυνατότητες μίας έστω και δειλής πιστωτικής επέκτασης.
Οι μειώσεις στις συντάξεις ρίχνουν καταναλωτική ζήτηση – επιχειρηματικό τζίρο
Η μείωση των καταθέσεων των ταμείων αποτελεί αντανάκλαση της οικονομικής ύφεσης και της αδυναμίας αποφασιστικής ανάκαμψης των εσόδων από ασφαλιστικές εισφορές. Η ύφεση αυτή θα ενταθεί μέχρι τέλος του 2016, δεδομένου πως η κυβέρνηση διεκδικεί με το ασφαλιστικό νομοσχέδιο την εξοικονόμηση 1 δισ. ευρώ σε ένα μόλις εξάμηνο.
Το εν λόγω 1 δισ. ευρώ θα φύγει από τις τσέπες των συνταξιούχων εξαιτίας των περικοπών στο ΕΚΑΣ, στις επικουρικές συντάξεις, τα εφάπαξ, τα μερίσματα του Δημοσίου αλλά και τις τσέπες των εργοδοτών από την αύξηση κατά 1% των εισφορών της επικουρικής ασφάλισης. Παράλληλα, όμως, θα φύγει από τις τσέπες των επιχειρηματιών οι οποίοι επιβιώνουν κυρίως λόγω της εγχώριας καταναλωτικής ζήτησης.
Και αυτό τη στιγμή που συνεχίζεται η πιστωτική ασφυξία και η επενδυτική κατάρρευση και, έτσι, δεν επέρχεται καμία αποφασιστική αύξηση της απασχόλησης η οποία θα μπορούσε να τονώσει την αγοραστική δύναμη συνολικά της κοινωνίας, παρά τις μειώσεις στις αποδοχές σε μερίδα συνταξιούχων.
Οι υψηλές εισφορές για… χαμηλές συντάξεις αποτελούν αντι-κίνητρο ασφάλισης
Την ίδια στιγμή που αναμένεται πως οι μειώσεις στις συντάξεις να μειώσουν μονόπλευρα τον επιχειρηματικό τζίρο, το ασφαλιστικό νομοσχέδιο προβλέπει την απόσπαση του 26,5% του εισοδήματος των αυταπασχολούμενων επιχειρηματιών για την καταβολή των εισφορών για τον κλάδο σύνταξης και υγείας τους από την 1η Ιανουαρίου 2017. Μάλιστα η αύξηση της ασφαλιστικής επιβάρυνσης μεγάλης μερίδας των επιχειρηματιών βαδίζει χέρι-χέρι με την κυβερνητική “υπόσχεση” ότι οι αυτασφαλισμένοι αυτοί θα λάβουν… χαμηλότερη σύνταξη.
Και αυτό γιατί, σύμφωνα με τη “φιλοσοφία” του νέου ασφαλιστικού, το τίμημα της μεταρρύθμισης πρέπει να πληρώσουν ως επί το πλείστον τα “μεσαία” και “υψηλά” εισοδήματα. Έτσι παρότι οι “μεγαλοεισοδηματίες” προβλέπεται να καταβάλλουν αναλογικά πολύ μεγαλύτερες εισφορές (σε σχέση με τους χαμηλοεισοδηματίες) και, μάλιστα, για περισσότερο χρονικό διάστημα, θα λάβουν αναλογικά χαμηλότερη σύνταξη. Έτσι, η κυβέρνηση υπονομεύει, όμως, το ίδιο το μέτρο της μεγαλύτερης ασφαλιστικής επιβάρυνσης των “μεγαλο-εισοδηματιών” μιας και δημιουργεί αντι-κίνητρο στην κανονική καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών. Αν, γι’ αυτό τον λόγο, δεν επιτευχθεί ο στόχος αύξησης των εσόδων από εισφορές από το 2017, τότε η “μπίλια” των μέτρων θα ξαναπέσει και πάλι στις συντάξεις, διαιωνίζοντας τον “φαύλο κύκλο” λιτότητας -ύφεσης.
Αφήνουν τα “δύσκολα” και την αβεβαιότητα για τους… επόμενους
Η αποτυχία του επικείμενου ασφαλιστικού νόμου σχεδόν “προδιαγράφεται” στο ίδιο το… νομοσχέδιο. Πριν καλά-καλά κάτσει ο “κουρνιαχτός” των μέτρων που θα επιβληθούν από το β’ εξάμηνο του 2016, θα έλθει η μελέτη βιωσιμότητας του συνταξιοδοτικού από την Εθνική Αναλογιστική Αρχή (αρχές 2017) για να κρίνει –μαζί με τη σφραγίδα της Κομισιόν– αν θα χρειαστεί νέος “ειδικός νόμος” αναπροσαρμογής των συντάξεων.
Εξάλλου από την 1η Ιανουαρίου 2018 θα είναι “τεχνικά” δυνατός ο επαναϋπολογισμός των κύριων συντάξεων με βάση τα νέα μειωμένα ποσοστά αναπλήρωσης.
Ακόμα και αν ο επαναϋπολογισμός των συντάξεων –που αποτελεί προς το παρόν τον βασικό μηχανισμό μείωσης των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων– γίνει στις αρχές του 2019 (όπως προβλέπεται στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο) τότε δεν αποκλείεται να φέρει “εφάπαξ“ μειώσεις στις “υψηλές” –με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης– και όχι σταδιακά, όπως αφήνεται να εννοηθεί στο παρόν νομοσχέδιο. Μ’ άλλα λόγια, η παρούσα κυβέρνηση αφήνει για την… επόμενη τα δύσκολα της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης τα οποία αφορούν φυσικά τις ήδη καταβαλλόμενες κύριες συντάξεις. Ωστόσο, η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα γύρω από την τύχη του ασφαλιστικού, μαζί και του κρατικού Προϋπολογισμού από τον οποίο καλύπτεται πάνω από το 50% της συνταξιοδοτικής δαπάνης, κάθε άλλο παρά βοηθά στην οικονομική σταθεροποίηση της χώρας, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς.
Αναδημοσίευση από το “Κεφάλαιο” που κυκλοφορεί.