Η εδραίωση του ΙΚ στη Λιβύη αποκτά ηπειρωτικές διαστάσεις
Tου Zαν-Φιλίπ Ρεμί από το Άρδην τ. 103
Mετάφραση: Χριστίνα Σταματοπούλου
Πρόκειται για την πιο επικίνδυνη συνέπεια της κατάρρευσης του καθεστώτος του Μουαμάρ Καντάφι. Μετά την εξαφάνιση του Λίβυου ηγέτη, το 2011, στο τέλος μιας εξέγερσης που εξελίχθηκε σε εμφύλιο πόλεμο, ο οποίος στηρίχθηκε στρατιωτικά από μια συμμαχία που συσπείρωνε κάποια δυτικά κράτη (με επικεφαλής τη Γαλλία), κράτη του Κόλπου (με το Κατάρ στην πρώτη γραμμή) και με τη συναίνεση γειτονικών κρατών που είχαν να ξεκαθαρίσουν λογαριασμούς με τον πρώην δικτάτορα της Τρίπολης (όπως το Σουδάν), η Λιβύη εξερράγη. Συγκρούσεις μεταξύ φατριών, συμμαχίες μεταβαλλόμενης γεωμετρίας, κράτος ανύπαρκτο. Το 2015, ένας νεοφερμένος έδειξε ότι απειλούσε να συνταράξει ακόμα πιο βαθιά τη χώρα: η οργάνωση Ισλαμιστικό Κράτος (ΙΚ) στη Λιβύη, η εμφάνιση της οποίας επικυρώθηκε από τη δήλωση ομολογίας πίστης στον Αμπού Μπακρ αλ-Μπαγκντάντι, τον Νοέμβριο του περασμένου χρόνου. Και άλλες ομάδες, στην Αλγερία, την Αίγυπτο, την Τυνησία ή τη Νιγηρία, προέβησαν επίσης στην ίδια baya (όρκος πίστης). Αλλά η Λιβύη αποτελεί τον περιφερειακό κόμβο, με ένα πολύ πιο ευρύτερο δυναμικό, μια μορφή πολιτικής βάσης, φυσικής και συμβολικής για το ΙΚ.
Μια εντυπωσιακή αριθμητική αναπτυξη
Στη χώρα, υπήρχε ήδη μια σημαντική εστία τζιχαντιστών με περίπλοκη ιστορία, συνδεδεμένη με τις ομάδες Ανσάρ Αλ-Σαρία, που γνώρισαν διαφορετική εξέλιξη μετά την ανάδυση του ΙΚ. Κάποιες θα συγχωνευθούν με τη νέα ομάδα, όπως στη Σύρτη· άλλες θα αντιταχθούν σε αυτήν, όπως στη Ντέρνα· άλλες πάλι θα κάνουν κοινό μέτωπο ενάντια στους εχθρούς τους (οι συμμαχικές δυνάμεις του Κοινοβουλίου του Τομπρούκ και του στρατηγού Χαφτάρ), στη Βεγγάζη. Όσες πόλεις, τόσες και οι τοπικές ιδιαιτερότητες, που επιτείνονται από πολυάριθμες άγνωστες παραμέτρους. Τι θα απογίνει, για παράδειγμα, η ομάδα που δρα στη Σαμπράθα, τόσο κοντά στην Τρίπολη; Τα σύνορα με την Τυνησία πρόκειται, άραγε, να πέσουν στην επιρροή του ΙΚ; Και ακόμα, πώς θα εξελιχθούν οι σχέσεις με τις ομάδες που ανήκουν στην επιρροή της Αλ-Κάιντα; Η Λιβύη αποτελεί επίσης μια σειρά από ζώνες που χρησιμεύουν ως βάσεις υποστήριξης για τα katibas (τάγματα) της Αλ-Κάιντα στο ισλαμικό Μάγκρεμπ, και κυρίως στον Νότο, αλλά και στην Αζνταμπίγια.
Αλλά η πιο θεαματική πρόοδος είναι πρωτίστως αριθμητική. Και είναι αποτέλεσμα μιας μεγάλης μετακίνησης μαχητών που διεξάγουν τη τζιχάντ σε άλλες χώρες και, σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, έφτασαν εκεί οδικώς. Σύμφωνα με μια έκθεση του ΟΗΕ, οκτακόσιοι Λίβυοι που πολεμούσαν στη Συρία ή το Ιράκ, στα στρατεύματα του ΙΚ, εισήλθαν στη χώρα το 2015. Μέσα σε δώδεκα μήνες, η μικρή ομάδα μεταβλήθηκε στο έμβρυο μιας δύναμης πρώτης γραμμής –μέσα στη Λιβύη– που αριθμούσε περίπου 3000 άνδρες. Ακόμα και οι πολιτοφυλακές της Μισράτα, που φημίζονταν σαν οι καλύτερες στη χώρα, ταπεινώθηκαν από το ΙΚ.
Τυνησία, ο «ασθενής κρίκος του τζιχαντισμού»
Στον χρόνο που πέρασε, οι μαχητές του ΙΚ άρχισαν να κατεβαίνουν προς τον Νότο, όπου έστησαν στρατόπεδα εκπαίδευσης στην όαση της Τζούφρα. Αλλά στη Λιβύη επίσης εκπαιδεύτηκαν εκείνοι που εκτέλεσαν τις επιθέσεις στη γειτονική Τυνησία, τις οποίες διεκδίκησε το ΙΚ, και από εκεί οργάνωσαν πολλές επιθέσεις, όπως εκείνη στο Μουσείο Μπαρντό, τον Μάρτιο, καθώς και την επίθεση στην παραλία του Πορτ Ελ-Καντάουι, κοντά στη Σούσα, τον Ιούνιο. Έτσι, στην Τυνησία, οι νέοι «εκπρόσωποι» του χαλιφάτου, μέλη της ομάδας Αζνάντ Αλ-Κιλάφα, της οποία η προσχώρηση στο ΙΚ είχε ως συνέπεια μια διάσπαση με το αρχικό σχήμα, που ανήκε στην Αλ-Κάιντα, αποτελούν ένα μέρος του παζλ του ΙΚ στη χώρα. Σύμφωνα με μια πηγή των υπηρεσιών ασφαλείας, η Τυνησία είναι στο Μάγκρεμπ. Και άλλα στοιχεία διείσδυσαν επίσης στα σύνορα με τη Λιβύη και την Αλγερία. Πρόκειται για ομάδες διάσπαρτες που δυσκολεύουν τις αντι-τρομοκρατικές επιχειρήσεις.
Ταυτόχρονα, οι φατρίες της Λιβύης, συνασπισμένες γύρω από δύο αντίπαλα Κοινοβούλια (της Τρίπολης και του Τομπρούκ), ενώ πολεμούσαν μεταξύ τους για πολλούς μήνες, στα τέλη του 2015 συνήψαν μια συμφωνία για τη δημιουργία μιας κυβέρνησης εθνικής ενότητας, γεγονός που δημιούργησε κάποιες ισχνές ελπίδες. Εν τέλει, μία από τις προτεραιότητες αυτής της δυνητικής ακόμα κυβερνησης, είναι να ενώσει τις λιβυκές δυνάμεις απέναντι στο ΙΚ.
Σε μια έκθεση μελέτης των τζιχαντιστικών φαινομένων του Ιδρύματος Κίλλιαμ (Quilliam), ο ερευνητής Τσάρλι Γουίντερ (Charlie Winter) εξηγεί ότι «μέσα σε όλη αυτή σύγχυση, το Ισλαμικό Κράτος διέκρινε μια ευκαιρία», σημειώνοντας ότι «έχει γίνει καθαρό ότι κάποιες τζιχαντιστικές ομάδες της Λιβύης, αφού έδωσαν όρκο πίστης στον Αμπού Μπακρ Αλ-Μπαγκντάντι, τον αυτοδιορισμένο χαλίφη, δέχτηκαν βοήθεια από το ΙΚ».
Και για να στηρίξει την άποψή του, παραθέτει ένα έγγραφο στα αραβικά που προέρχεται από κύκλους του ΙΚ και προορίζεται για τους τζιχαντιστές σε όλον τον κόσμο. Σε αυτό καταγράφονται τα πλεονεκτήματα της Λιβύης: επιτρέπει να «περιορίζεται η πίεση στις χώρες του χαλιφάτου, την αλ-Σαμ (Συρία) και το Ιράκ», που αποτελούν την καρδιά του χαλιφάτου, αλλά επίσης προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα εξ αιτίας της «στρατηγικής γεωγραφικής θέσης» της χώρας, που «είναι ανοιχτή προς τη θάλασσα, την έρημο, τα βουνά και προς έξι κράτη: την Αίγυπτο, το Σουδάν, το Τσαντ, τον Νίγηρα, την Αλγερία και την Τυνησία». Επομένως, η Λιβύη αποτελεί έναν πόλο εκτόνωσης της πίεσης που ασκείται στο ΙΚ και, ταυτόχρονα, ένα πόλο ανάπτυξής του, με μια ακτογραμμή «που μπορεί να προσεγγιστεί ακόμα και με ένα μικρό πλοιάριο», επιτρέποντας την «εκμετάλλευση της διακίνησης ανθρώπων», χωρίς να αναφέρουμε τους πετρελαϊκούς πόρους και τα αποθέματα όπλων. Όλα αυτά συνιστούν τελικά «μια μοναδική πολιτική βάση εφόρμησης για να διεξάγουμε επιθέσεις σε ευρωπαϊκά κράτη και σε πλοία».
Μια σημαντική ελκτική δύναμη
Για την ώρα, όλα αυτά είναι απλώς όνειρα. Η διείσδυση του ΙΚ στην ακτογραμμή όπου καταλήγουν οι αγωγοί των πετρελαιοπηγών της ερήμου κάνει βήματα σημειωτόν. Ωστόσο, η προοπτική να εδραιωθεί στη Λιβύη ένα τζιχαντιστικό «αεροπλανοφόρο της άμμου» αποτελεί μια πραγματική απειλή. Ο Γάλλος πρωθυπουργός, Μανουέλ Βαλς, τόνιζε στο κανάλι France Inter, στα τέλη Δεκεμβρίου: «Έχουμε έναν εχθρό, το Ισλαμικό Κόμμα, τον οποίο πρέπει να πολεμήσουμε, και να συντρίψουμε, στο Ιράκ και τη Συρία και αύριο, χωρίς αμφιβολία, στη Λιβύη». Εδώ και πάνω από έναν χρόνο, ο υπουργός Άμυνας, ο Ζαν-Υβ Λε Ντριάν, είχε καταλήξει στα ίδια συμπεράσματα.
Από την πλευρά τους, η Αλγερία, η Αίγυπτος, ο Νίγηρας και το Τσαντ παρακολουθούν με τρόμο την έλξη που ασκεί το ΙΚ στους ντόπιους τζιχαντιστές, αλλά και την προοπτική να διεισδύσουν στις χώρες τους αυτοκινητοπομπές ημι-φορτηγών, ικανών να μεταφέρουν οπλισμό ή να χτυπήσουν διά μέσου της Σαχάρας, όπως έκανε ο Μοχτάρ Μπελμοχτάρ, ο πλέον καταδιωκόμενος τζιχαντιστής της περιοχής, όταν χτύπησε, τον Ιανουάριο 2013, το πετρελαϊκό συγκρότημα του Ιν Αμενάς.
Οι επιτιθέμενοι είχαν ξεκινήσει από τη Λιβύη, για να χτυπήσουν στον νότο της Αλγερίας, δείχνοντας στην αλγερινή κυβέρνηση ότι, στο εξής, «η καρδιά της οικονομίας της μπορούσε να χτυπηθεί», σημειώνει ο Καντέρ Αμπντεραχίμ, ερευνητής στο Ινστιτούτο διεθνών και στρατηγικών σχέσεων (IRIS), ο οποίος εκτιμά πως «δεν είναι απίθανο το ΙΚ, προκειμένου να περάσει στην ανώτερη ταχύτητα, να ανακηρύξει το δικό του χαλιφάτο στη Λιβύη». Η Γαλλία, με την επιχείρηση Μπαρκάν, προσπαθεί να δημιουργήσει ένα τείχος ανάσχεσης, με βάση τις πέντε χώρες όπου έχουν αναπτυχθεί οι δυνάμεις της (από τη Μαυριτανία έως το Τσαντ, περνώντας από το Μαλί, τη Μπουρκίνα Φάσο και τον Νίγηρα). Αύριο, όμως, θα χρειαστεί τη στήριξη των δύο δυνάμεων της περιοχής, της Αλγερίας και της Αιγύπτου, για να αντιμετωπίσει τη διείσδυση του ΙΚ διά μέσου της Σαχάρας.
Όλα αυτά λοιπόν γίνονται για 3.000 ανθρώπους που βρίσκονται διασκορπισμένοι στη Λιβύη;
Ο πολλαπλασιασμός της ισχύος του Ισλαμικού Κράτους
Στην πραγματικότητα, η εδραίωση του ΙΚ στη Λιβύη, παρότι περιορισμένη, έχει αρχίσει να αποκτά ηπειρωτικές διαστάσεις. Οι Νιγηριανοί της ομάδας Μπόκο Χαράμ, που έχουν ανακηρυχτεί σε βιλαέτι (wilaya) της Δυτικής Αφρικής, από τη στιγμή που έδωσαν όρκο πίστης στο ΙΚ, τον Μάρτιο 2015, στέλνουν στη Λιβύη ανθρώπους μέσω του Τσαντ. Αυτοί, όπως επιβεβαιώνουν πηγές στην πολιτεία του Μπόρνο της Νιγηρίας, εκπαιδεύονται στη Λιβύη από όπου προμηθεύονται και οπλισμό, την ίδια στιγμή που ο νιγηριανός στρατός τους είχε διώξει από τις πόλεις που είχαν καταλάβει το 2014, στα βορειο-ανατολικά της χώρας. Και το ζήτημα δεν αφορά μόνο τη Νιγηρία. Μία γαλλική πηγή διαβεβαιώνει πως «ο πρόεδρος του Τσαντ, Ιντρίς Ντεμπύ, μας ζητάει να ενισχύσουμε τις δυνάμεις μας. Πάνω απ’ όλα φοβάται τη σύνδεση ανάμεσα στην Μπόκο Χαράμ και το Ισλαμικό Κράτος (στη Λιβύη)».
Αυτή η σύνδεση θα μπορούσε να πολλαπλασιάσει την ισχύ του ΙΚ στην Αφρική. Ήδη έχει εντοπιστεί η παρουσία –περιθωριακή ακόμα– Σομαλών στη Λιβύη, παρόλο που είναι αδύνατο να βεβαιωθεί αν πρόκειται για ελεύθερους σκοπευτές, για ανθρώπους που έχουν έρθει σε ρήξη με τη Σαμπάμπ (η οποία ανήκει στην Αλ-Κάιντα, η ηγεσία της οποίας είναι πολύ εχθρική απέναντι στο ΙΚ) ή εάν αρχίζουν να υπάρχουν κάποιες παρά φύση συμμαχίες ανάμεσα στους δύο σχηματισμούς. Κάποιες πηγές επισήμαναν επίσης την παρουσία Μαλινέζων ή Μαυριτανών, καθώς και άλλων προερχόμενων από χώρες της Δυτικής Αφρικής, οι οποίοι θα μπορούσαν να αποτελέσουν τους πρόδρομους του ΙΚ στις χώρες τους, όπου, για την ώρα δεν υπάρχουν παρά ομάδες συνδεδεμένες με την Αλ-Κάιντα. Τον Δεκέμβριο υπήρχαν επίσης πέντε Γάλλοι στο ΙΚ της Λιβύης.
Αυτή η εισβολή του ΙΚ αποτελεί το δεύτερο τζιχαντιστικό κύμα στην Αφρική. Για μια γεμάτη δεκαετία, ένοπλες ομάδες αυτού του χώρου ρίζωσαν σε τρεις ζώνες της αφρικανικής ηπείρου: στο Κέρας, με κοιτίδα τους τη Σομαλία, όπου εμφανίστηκε η ομάδα Σαμπάμπ (Harakat al-shabaab al-Mujahideen, «το κίνημα των μουτζαχεντίν της νεολαίας»), η οποία γεννήθηκε το 2006, σε συνέχεια των σαλαφιστικών σχημάτων που είχαν ξεκινήσει τον πόλεμο πριν ενταχθούν στην Αλ-Κάιντα, και στη συνέχεια ανέπτυξαν κλάδους στις όμορες χώρες (την Κένυα αλλά και την Τανζανία)· στην περιοχή ανάμεσα στη Σαχάρα και τις χώρες του Σαχέλ (από τη Μαυριτανία μέχρι το Τζιμπουτί)· τέλος, στη λεκάνη της λίμνης Τσαντ, όπου η ομάδα Μπόκο Χαράμ επεκτάθηκε από τον βορρά της Νιγηρίας προς το Τσαντ, τον Νίγηρα και το Καμερούν.
Το τέλος της χαλαρότητας των κυβερνητικών δυνάμεων
Μπόκο Χαράμ δεν είναι ο τίτλος που είχαν επιλέξει αρχικώς τα μέλη αυτής της ομάδας, αλλά ένα παρανόμι που είχε δοθεί στην περιοχή και σήμαινε ότι «η δυτική εκπαίδευση» που είχε προκύψει από την αποικιοκρατία έπρεπε να «απαγορευθεί». Η αρχική μικρή θρησκευτική ομάδα προωθούσε επίσης κοινωνικές διεκδικήσεις και χρηματοδοτούνταν υπογείως από τους τοπικούς πολιτικούς. Ο «τοπικός» χαρακτήρας της ήταν προφανής. Κατέληξε όμως να ονειρεύεται ότι αποτελεί την επανενσάρκωση των μεγάλων αυτοκρατοριών της περιοχής, του σουλτανάτου του Σοκοτό ή του βασιλείου του Κανέμ-Μπορνού (ένας από τους ιδρυτές του οποίου δήλωνε Υεμενίτης, και του οποίου η επιρροή έφθανε έως το Φεζάν της Λιβύης). Αυτή η μορφή έμπνευσης συνιστά στην πραγματικότητα το «ξαναγράψιμο» μιας «ανασυντεθειμένης» ιστορίας. Μιλώντας ιστορικά, πρόκειται για μία αυταπάτη αλλά και μια ενεργή έννοια στην ήπειρο.
Η καθεμιά από αυτές τις ομάδες τζιχαντιστών της Αφρικής έχει τη δική της ιδιαίτερη ιστορία, οι ρίζες της οποίας βυθίζονται στις τοπικές πραγματικότητες. Αρχικώς, πυρήνες της Αλ-Κάιντα που είχαν εγκατασταθεί στη Σομαλία αναπτύσσονταν καλυμμένες πίσω από τις τζιχαντιστικές ομάδες. Την ίδια τακτική θα βρούμε και στο Σαχέλ. Η επέκταση των ομάδων Σαμπάμπ κορυφώθηκε το καλοκαίρι του 2010, όταν οι ομάδες με την κόκκινη παλαιστινιακή μαντήλα λίγο έλειψε να καταλάβουν την εξουσία στο Μογκαντίσου, προσκρούοντας στην Amisom, μια δύναμη της Αφρικανικής Ένωσης, εξοπλισμένη, εκπαιδευμένη και χρηματοδοτούμενη από τους Δυτικούς, μεταξύ των οποίων και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο μεταξύ οι Σαμπάμπ ανέπτυξαν σχέσεις με την Αλ-Κάιντα της Αραβικής Χερσονήσου (AQPA), στη γειτονική Υεμένη. Αραβικά ιστιοπλοϊκά διασχίζουν τον Ινδικό Ωκεανό μεταφέροντας όπλα, μαχητές και πυροτεχνουργούς. Χωρίς αυτό να έχει οριστικές συνέπειες, οι Σαμπάμπ έχουν χάσει αρκετό έδαφος, κυρίως τις βασικές πόλεις που κατείχαν, όπως τα λιμάνια, βασδικάγια τη λειτουργία τους. Το ίδιο ισχύει και για την Μπόκο Χαράμ, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει και το τέλος τους, κάθε άλλο.
Για ένα μεγάλο διάστημα, η επιχειρησιακή ανικανότητα του στρατού και οι συναλλαγές των τοπικών υπευθύνων αποτέλεσαν την πραγματική δύναμη των τζιχαντιστών στη Νιγηρία. Προσχωρώντας στο ΙΚ, η πρώην Μπόκο Χαράμ μπορεί να κέρδισε αρχικά στην τεχνική της προπαγάνδας αλλά, επί τόπου, αυτή η έξαρση συνέπεσε με το τέλος της χαλαρής αντιμετώπισης από την πλευρά των κυβερνητικών δυνάμεων. Άρκεσαν λίγοι μήνες για να εκδιωχθούν από τις πόλεις που είχαν καταλάβει. Έκτοτε, υιοθετούν μία στρατηγική απόλυτου τρόμου, πολλαπλασιάζοντας τις επιθέσεις, χρησιμοποιώντας γυναίκες, κορίτσια, παιδιά, ακόμα και άλογα ή γαϊδούρια για να μεταφέρουν εκρηκτικά όσο γίνεται πιο κοντά σε σημεία με πολύ κόσμο, όπως σε αγορές, και τα πυροδοτούν από απόσταση. Ωστόσο, αυτό δεν μπορεί να βοηθήσει στην εξάπλωσή τους, εκτός και αν ο κατακερματισμός τους κατορθώσει να απειλήσει τη σταθερότητα ενός εύθραυστου κράτους.
Ένας διάσπαρτος γαλαξίας
Κατά τον ίδιο τρόπο, οι ομάδες που δρουν στον βορρά του Μαλί, μετά την επιδρομή των γαλλικών δυνάμεων, κατά την επιχείρηση Serval, το 2013, διαλύθηκαν και πολλά μέλη τους σκοτώθηκαν: ορισμένες από αυτές, που ανήκαν στην Αλ-Κάιντα, ή βρίσκονταν κοντά της, βρήκαν καταφύγιο στη Λιβύη. Άλλες πάλι κρύβονται στο βόρειο Μαλί (Ansar Eddine, η ομάδα του Ιγιάντ Αγκ Γκαλί) και στο εξής δρουν επίσης και στο κέντρο (Απελευθερωτικό Μέτωπο του Μασινά), στην περιοχή του Τουμπουκτού (AQMI), ή στην περιοχή κοντά στα σύνορα με το Μπουρκίνα Φάσο και τον Νίγηρα (Mujao). Η Ομάδα Ανσαρ Εντίν του νότου επιχειρεί μάλιστα στα σύνορα με την Ακτή του Ελεφαντοστού. Οι επιθέσεις στο Μπαμακό κατέδειξαν την επιχειρησιακή ικανότητα ορισμένων από αυτές τις ομάδες παρά τον κατακερματισμό των δυνάμεών τους.
«Πέρα από την κοινή βούλησή τους να διεξαγάγουν τον ιερό πόλεμο, οι δεσμοί που ενώνουν αυτά τα κινήματα είναι σύνθετοι και όχι υποχρεωτικά δεσμοί συνεργασίας, και σίγουρα όχι παγιωμένοι», σημειώνει ο Υβάν Γκισάουα, διδάσκων στο πανεπιστήμιο του Κεντ, σε άρθρο του με τον τίτλο «Το αδιέξοδο της αντιτρομοκρατικής δράσης στο Σαχέλ», που αναρτήθηκε στις 16 Δεκεμβρίου, στην ιστοσελίδα The Conversation. Ο ειδικός για την περιοχή της Σαχάρας καταλήγει σε ένα συμπέρασμα που θα μπορούσε να ισχύει και για άλλες περιοχές της ηπείρου: «Τα συστατικά μέρη του τζιχαντιστικού νεφελώματος δεν έχουν κοινή διοίκηση και δεν είναι απαλλαγμένα από οργανωτικές δυσλειτουργίες. Ο αριθμός των μαχητών τους, που στρατολογούνται από διαφορετικές δεξαμενές, είναι μικρός ενώ το επίπεδο του εξοπλισμού τους ποικίλλει.[ ] Το να τους θεωρήσει κανείς σαν μια πολεμική μηχανή ομοιογενή και ακατανίκητη θα ικανοποιούσε ίσως την επιθυμία τους για αναγνώριση αλλά δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα».
Άραγε, η εισβολή του Ισλαμικού Κράτους σε αυτόν τον κατακερματισμένο γαλαξία συνιστά μια απειλή ενοποίησης αυτών των διάσπαρτων ομάδων σε σημείο που να αλλάξει τη φύση του τζιχαντισμού στην Αφρική; Πιθανόν το ερώτημα να είναι τόσο τεχνητό όσο και αυτή η απροσδιόριστη ενότητα που διαλύεται διαρκώς μέσα στις τοπικές δυναμικές.
1 ΣΧΟΛΙΟ
Και δεν έχουν και κούρδους εκεί…