Η Δύση για πρώτη φορά στην ιστορία νιώθει την παγκοσμιοποίηση ως απειλή
Του Γιώργου Καραμπελιά (Ρήξη φ. 133)
Οι γαλλικές εκλογές δεν έχουν μόνο μεγάλη σημασία για τη Γαλλία, αλλά και για την ίδια την Ευρώπη και το συνολικό πολιτικό κλίμα που κυριαρχεί σ’ όλο τον δυτικό κόσμο. Κατ’ αρχάς, η πρώτη διαπίστωση είναι πως το παλιό πολιτικό σύστημα έχει εισέλθει σε μια ανεπίστρεπτη κρίση, γεγονός που επιβεβαιώθηκε μετά τις εκλογές στις ΗΠΑ και την εκλογή του Τραμπ, το Brexit στη Μ. Βρετανία και τις μεγάλες ανατροπές το πολιτικού σκηνικού στην Ιταλία.
Βιώνουμε μπροστά στα μάτια μας τη σταδιακή ανατροπή ενός πολιτικού συστήματος που κυριαρχεί στην πραγματικότητα στην Ευρώπη μετά τον Β’ Π.Π. και κατεξοχήν μετά τη δεκαετία του 1970. Σε όλη αυτήν τη μακρά διάρκεια ειρηνικής περιόδου στην Ευρώπη, ενίσχυσης της συνεργασίας μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών και συγκρότησης του κοινωνικού κράτους, αναδείχθηκε ένα πολιτικό σύστημα στηριγμένο σ’ ένα δίπολο: Από τη μια πλευρά οι δυνάμεις της κεντροδεξιάς (από τον Ντεγκόλ και τον Αντενάουερ μέχρι τη Μέρκελ) και από την άλλη η σοσιαλιστική πτέρυγα με πλέον προβεβλημένους εκπροσώπους τον Βίλι Μπραντ και τον Φρανσουά Μιτεράν – στην Ελλάδα, το δίπολο Κωνσταντίνου Καραμανλή και Ανδρέα Παπανδρέου.
Αυτό το σύστημα στηριζόταν σε ορισμένους βασικούς άξονες:
Πρώτον και κύριο, τη θέληση των ΗΠΑ να συγκροτήσουν στην Ευρώπη ένα πολιτικό, κοινωνικό και στρατιωτικό αντίβαρο απέναντι στη Σ. Ένωση και στο Σύμφωνο της Βαρσοβίας, μέσω του ΝΑΤΟ και της δημιουργίας-ενίσχυσης των δυτικοευρωπαϊκών μηχανισμών: ΕΟΚ, Ευρωπαϊκής Ένωσης κ.λπ.
Δεύτερον, η ενίσχυση του δυτικοευρωπαϊκού πόλου στηριζόταν στην κυριαρχία του δυτικού κεφαλαίου και των δυτικών πολυεθνικών επιχειρήσεων σε παγκόσμια κλίμακα και την αλληλοδιείσδυση αμερικανικών και ευρωπαϊκών συμφερόντων.
Τρίτον, στο εσωτερικό των χωρών, και της Ε.Ε., αυτό το οικοδόμημα ακουμπούσε σε μια μορφή κοινωνικής ισορροπίας όπου κεφάλαιο και εργατική τάξη συγκρούονταν μέσα στα όρια του συστήματος, ενισχύοντας εν τέλει τη συνοχή του.
Η κρίση της παγκοσμιοποίησης
Όμως, από τη δεκαετία του ’90 και μετά, οι προϋποθέσεις της πολιτικής και κοινωνικής ισορροπίας στην Ευρώπη μπήκαν σε κρίση.
Α. Πρώτα απ’ όλα, η επέκταση της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης οδήγησε στη σταδιακή μετατόπιση του οικονομικού κέντρου βάρους από τη Δύση στην Ανατολή και από την Αμερική και τις ευρωπαϊκές χώρες στην Κίνα, και ακολουθούν η Ινδία κ.λπ. Πρόκειται για μετατόπιση πρωτοφανή στην παγκόσμια ιστορία εδώ και οκτώ αιώνες.
Β. Για να μπορέσουν ν’ αντέξουν στο μπούμερανγκ της παγκοσμιοποίησης που πλήττει την ίδια την παραγωγή και τις κοινωνίες τους, οι ελίτ της Δύσης είναι υποχρεωμένες να διαρρήξουν την κοινωνική ισορροπία των χωρών τους, περιθωριοποιώντας την εργατική τάξη και ένα μέρος των μεσαίων στρωμάτων και να συντρίψουν το κοινωνικό κράτος μέσα από ιδιωτικοποιήσεις και την εισαγωγή φθηνού ανασφάλιστου εργατικού δυναμικού.
Γ. Τέλος, η κατάρρευση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου δημιούργησε συνθήκες ένταξης ενός μεγάλου μέρους των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης στην Ε.Ε. ώστε να απομακρυνθούν οριστικά από τη Ρωσία, γεγονός που έκανε ακόμα πιο χαώδη την ευρωπαϊκή πραγματικότητα.
Έτσι, η παγκοσμιοποίηση, που εγκαινιάστηκε από τον Ρέιγκαν και τη Θάτσερ για να απαντήσουν στην αυξανόμενη ισχύ του εργατικού κινήματος και των νέων κοινωνικών κινημάτων στη δεκαετία του 1980 (οικολογικό, νεολαιίστικο κ.λπ.), και η οποία απέδωσε σημαντικούς καρπούς για τις ανώτερες τάξεις –έγιναν πιο φθηνά τα βιομηχανικά προϊόντα παραγόμενα σε χώρες με μηδαμινούς μισθούς–, μεταβλήθηκε μετά το 2000 σε μπούμερανγκ. Οι περισσότερες δυτικές οικονομίες αποβιομηχανοποιήθηκαν και το κέντρο βάρους της οικονομίας μετατέθηκε.
Στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνικών ενισχύθηκαν οι κοινωνικές αντιθέσεις και ανισότητες και ένα μεγάλο κομμάτι των λαϊκών στρωμάτων, που στο παρελθόν ήταν ενταγμένο στο παλαιό σύστημα ισορροπίας, περιθωριοποιήθηκε βίαια και δραματικά. Κατά συνέπεια, χάθηκε η οικονομική και κοινωνική βάση της λεγόμενης σοσιαλδημοκρατικής ισορροπίας των δυτικών κοινωνιών.
Ένα νέο πολιτικό πεδίο
Τα αποτελέσματα δεν άρχισαν να καταδειχθούν και στο πολιτικό πεδίο. Αντί της συναίνεσης προκλήθηκε η πόλωση και τα παλαιά πολιτικά κόμματα, ιδίως τα σοσιαλδημοκρατικά, μπήκαν σε μια βαθύτατη κρίση. Από την άλλη πλευρά, οι συνέπειες της παγκοσμιοποίησης, μέσα από την αποβιομηχάνιση και την ενίσχυση των μεταναστευτικών ροών, οδηγούν ένα αυξανόμενο τμήμα των κατώτερων και μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων σε απόρριψη των πολιτικών εκφραστών της παγκοσμιοποίησης. Όλο και περισσότερο θα τείνουν να εμφανίζονται πολιτικές δυνάμεις προερχόμενες είτε από την αριστερά είτε από την άκρα δεξιά του πολιτικού φάσματος, που θα θέτουν στην προμετωπίδα τους την επιστροφή σε μηχανισμούς προστασίας της εθνικής οικονομίας και των κοινωνικών θεσμών.
Στην Αμερική, δύο δυνάμεις εκτός του κεντρικού πολιτικού συστήματος, από τη μια πλευρά ο Σάντερς, που παρ’ ολίγον να υπερκεράσει την Κλίντον, και από την άλλη ο Τραμπ που εκβίασε την αποδοχή του από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, ήρθαν να αμφισβητήσουν τις σταθερές ενός δικομματικού συστήματος, σχεδόν διακοσίων πενήντα χρόνων. Στη Βρετανία, δυνάμεις εκτός των δύο μεγάλων κομμάτων, κατεξοχήν εκείνες του Φάραντς, οδήγησαν στο απρόσμενο για το διεθνές σύστημα Brexit. Στην Ιταλία, ο Μπέπε Γκρίλλο, που έχει αναρτήσει ανοικτά στις σημαίες του τα συνθήματα υπέρβασης της αριστεράς και της δεξιάς, προηγείται σταθερά στις δημοσκοπήσεις, ενώ και η ακροδεξιά Λίγκα του Βορρά ενισχύεται. Εξάλλου και στην Ισπανία οι Ποδέμος χρησιμοποιούν ανάλογα συνθήματα.
Οι γαλλικές εκλογές, ένα ακόμα αποφασιστικό βήμα
Τέλος στη Γαλλία, για πρώτη φορά μεταπολεμικά, καμία από τις δύο κυρίαρχες μέχρι σήμερα παρατάξεις των σοσιαλιστών και των κληρονόμων της γκολικής δεξιάς δεν κατόρθωσε να φθάσει στον τελικό γύρο των προεδρικών εκλογών. Αντίθετα, είδαμε δύο υποψηφίους που διεκδίκησαν ανοικτά το τέλος της παγκοσμιοποίησης, ακόμα και την έξοδο της Γαλλίας από την ζώνη του ευρώ, τον Ζαν-Λυκ Μελανσόν από τα αριστερά, και τη Μαρίν Λεπέν από την άκρα δεξιά, να συγκεντρώνουν πάνω από το 40% στον πρώτο γύρο, και παρ’ ολίγον να βρεθούν αυτοί αντιμέτωποι στον δεύτερο γύρο των εκλογών.
Και αν το σύστημα κατόρθωσε την τελευταία στιγμή να αναδείξει έναν υποψήφιο ικανό να αντιμετωπίσει αυτή την εξέλιξη, το έκανε πάλι μέσα από ένα τέχνασμα: Ο Μακρόν αναδείχθηκε ως ο υποψήφιος της υπέρβασης της αριστεράς και της δεξιάς, έχοντας ως αντίπαλο επίσης μία υποψήφια που εμφανίζεται με τα ίδια συνθήματα. Δηλαδή, στην κλασική χώρα της αντιπαράθεσης αριστεράς–δεξιάς, τη Γαλλία, οι δύο αντίπαλοι για το προεδρικό χρίσμα εμφανίζονται απογαλακτισμένοι από αυτή την ιστορική αντίθεση!
Βρισκόμαστε λοιπόν σε μια εποχή όπου διαμορφώνονται οι τάσεις και τα ρεύματα που θα κυριαρχήσουν στις επόμενες δεκαετίες. Οι ευρωπαϊκοί λαοί και η Δύση συνολικότερα, που εγκαινίασαν τις διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης από τότε που οι σταυροφόροι εισήλθαν στην Κωνσταντινούπολη το 1204, νιώθουν, για πρώτη φορά στην ιστορία τους, την παγκοσμιοποίηση ως απειλή, τόσο στην οικονομία τους όσο για την κοινωνική τους συνοχή, ενώ υπερασπιστές της παγκοσμιοποίησης, και μάλιστα οι πιο ακραίοι, γίνονται οι παλιές αποικίες και ημιαποικίες της Δύσης, με επικεφαλής την Κίνα. Έτσι, στο συνέδριο του Νταβός φέτος, ήταν ο πρόεδρος της Κίνας Ξι που εμφανίστηκε ως ο μεγάλος πρόμαχος της παγκοσμιοποίησης και των αγορών!
Γι’ αυτό και οι γαλλικές εκλογές, άσχετα από το τελικό τους αποτέλεσμα και παρότι θα αναδείξουν πιθανότατα τον Μακρόν στην εξουσία, σηματοδοτούν ένα ακόμα βήμα σ’ αυτή την πορεία μιας μεγάλης ιστορικής ανατροπής. Μόνον και μόνον το γεγονός ότι ένα κόμμα όπως το Εθνικό Μέτωπο, που ξεκίνησε πρωτοεμφανιζόμενο με το 0,2% των ψήφων, τείνει να μεταβληθεί σε ρυθμιστικό παράγοντα της πολιτικής ζωής της χώρας, έχοντας συσπειρώσει, εξαπατώντας τα, την πλειοψηφία των λαϊκών στρωμάτων (πάνω από το 45% των εργατών και αγροτών), καταδεικνύει το μέγεθος των αλλαγών.
Εξάλλου, και στην άλλη όχθη του πολιτικού φάσματος, ο Μελανσόν κατόρθωσε να συντρίψει το Σοσιαλιστικό Κόμμα και τον υποψήφιό του, τον Αμόν (που μόλις ξεπέρασε το 6% των ψήφων) με συνθήματα και αιτήματα επιστροφής της οικονομικής ανεξαρτησίας της Γαλλίας και απόρριψης της παγκοσμιοποίησης. Ο Μελανσόν, προβάλλοντας την εθνική τρίχρωμη σημαία αντί της κλασσικής κόκκινης της αριστεράς, υπέδειξε και αυτός προς τα πού φυσάει ο άνεμος.
Ακόμα και ο Μακρόν, που μέχρι χθες εμφανιζόταν ως ακραιφνής υπερασπιστής της Ε.Ε. και του ευρώ, υποχρεώθηκε να θέσει, δειλά-δειλά, νέα στοιχεία στην ατζέντα του, ώστε να μπορεί να αντιμετωπίζει, τουλάχιστον εν μέρει, τις κατηγορίες που εκτοξεύουν οι αντίπαλοί του πως αποτελεί τον υποψήφιο των τραπεζών και του πολυεθνικού κεφαλαίου. Ακόμα και αυτός υποχρεώθηκε να υποστηρίξει πως, εάν δεν υπάρξει μια βαθειά αλλαγή στην ευρωπαϊκή πολιτική, μέσα σε δύο τρία χρόνια, προς μία κατεύθυνση απόρριψης των πιο ακραίων παγοσμιοποιητικών πολιτικών και της γερμανικής πολιτικής της λιτότητας, η Γαλλία θα οδηγηθεί με τη σειρά της στο Frexit.
4 ΣΧΟΛΙΑ
Εγώ, πάντως, για την ώρα
βλέπω τις «ενδοικογενειακές» αντιδράσεις και αναλύσεις του εκλογικού αποτελέσματος, μέσα στο Front National, που (όσο κι αν τους απεχθανόμαστε) κατά τεκμήριο ξέρει καλύτερα τι του συμβαίνει και κατά που πάει η εκλογική του πελατεία.
Η εκτίμησή τους είναι,
ότι δεν επέμειναν όσο έπρεπε (ή μάλλον δεν περιορίσθηκαν μόνο) στα «πιασάρικα», προνομιακά για αυτούς, ζητήματα «ταυτότητας » [αλλοδαπής εγκληματικότητας, αύξουσας διείσδυσης των αλλοδαπών και «αντικατάστασης του πληθυσμού», προβολής του γαλλικού πολιτσμού κττ], αλλά τα ενέταξαν / συνέθεσαν σ’ ένα ευρύ πρόταγμα ΑΝΤΙΠΑΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ και ΕΠΑΝΑΤΟΠΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ, του οποίου αβίαστη συνέχεια ήταν η διακηρυγμένη αντίθεση στην (γερμανική) Βρυξελλοκρατία και – προοπτικά – η έξοδος από το ευρώ (το τελευταίο αυτό, από θέσεως ισχύος για την Γαλλία, σε αντίθεση με την Ψωροκώσταινα…).
Να, όμως, που σε μια τυπική, δυτική κοινωνία,
ευρύτατη είναι η πλειοψηφία που είναι βολεμένη με τη παγκοσμιοποίηση και ψηφίζει μαζικά τον εκλεκτό της. Είναι ένας ευρύτατος κόσμος που αποτελείται από ανοϊκούς, γιάπηδες, ραντιέρηδες, συνταξιούχους, επιχειρηματικώς δρώντες οι οποίοι ΄κονομάνε εις βάρος της ευρωπαϊκής περιφέρειας και του Τρίτου Κόσμου, τη νωθρή και πνευματικά κονφορμιστική δημόσια υπαλληλία (προνομιακή εκλογική πελατεία του ΣΥΡΙΖΑ και στα καθ’ ημάς …) κι έναν ετερόκλητο εσμό από bobos και bon gens – bon chic, που όλοι τους, πέρα από ζητήματα «αισθητικής» με τους ΛεΠεν και τον «λαϊκισμό», κοινό χαρακτηριστικό έχουν τα ευρώπουλά τους και τις επενδύσεις τους σε αμοιβαία κεφάλαια κλπ.
Το ενδεχόμενο
-απόλυτα υπαρκτό για τον οποιονδήποτε μέσο Γάλλο και στατιστικά τεκμηριωμένο πια-,
να υποστεί την αλλοδαπή εγκληματικότητα π ρ ο σ ω π ι κ ά , στους χώρους όπου κινείται,
φαίνεται ότι δεν μέτρησε
(Και δεν ήταν όλοι οι ψήφοι του Μακρόν από ασφαλείς, «καλές γειτονιές» και από départements με μικρή τοπικά διείσδυση μουσουλμάνων, στην Δ. Γαλλία – ο νοών νοείτω …).
Αν αυτό, το παραπάνω, ήταν το μοναδικό πρόταγμα της κυρίας
(όσο «μονοθεματική» κι αν την χαρακτηρίζαμε κι όσα άλλα κι αν σούρναμε δικαιολογημένα σ’ αυτήν και στη βεβαρημένη παράταξή της), πιθανότατα θα έφερνε καλύτερο αποτέλεσμα, χωρίς, βέβαια, να έπαιρνε την εκλογή του 2017.
Επέλεξαν αντ’ αυτού να «το παίξουν» ευρύτερα μυαλά και … κληρονόμοι του Ντε Γκώλλ.
Και,
-λυπάμαι που το γράφω-
στο «εδώ και τώρα», του γαλλικού και του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι
(κι όχι σε κάποιο άχρονο χώρο ή σε έναν υπερουράνιο τόπο αναλύσεων και ευσεβών πόθων – γι’ αυτό να μην ακούω περί Mélenchon ως σοβαρής εναλλακτικής),
δυστυχώς η κυρά αυτή ήταν η ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΗ επιλογή για όσους ήταν αντίθετοι στην παγκοσμιοποίηση και, ειδικότερα, στην καταθλιπτική γερμανική επικυριαρχία.
«Πάσσαλος πασσάλω εκκρούεται»,
με Brexit δηλαδή,
κι όχι με φληναφήματα τύπου Podemos ή Μπέπε Γκρίλλο (ή ΣΑΝΕΛ …).
Οι μάζες
-ή μάλλον οι κ ρ ί σ ι μ ε ς μάζες-
κινητοποιούνται μόνο αν αντιληφθούν με ΧΟΝΤΡΕΣ έννοιες και ΣΑΦΗ, καθαρά περιγράμματα ΕΝΝΟΙΩΝ, ότι απειλούνται στην βιολογική τους υπόσταση. Η «ποικίλη δράσις των στοχαστικών προσαρμογών», αντίθετα, έχει ισχνά αποτελέσματα στην πολιτική.
Αν η ηγεσία της αντιπαγκοσμιοποίησης είναι τύποι σαν το Τραμπ, τη Λεπέν, τον Φάρατζ και το Μπόρις Τζόνσον χιλιές φορές καλύτερη η παγκοσμιοποίηση με τον Μακρόν, τη Μέρκελ κι ακόμα και τον Πούτιν και τον Κινέζο….
@ ΑΠΛΗ ΛΟΓΙΚΗ
Μεγάλο πράγμα, στ᾽ αλήθεια, νά ᾽χεις τη σωστή, την ποιοτική ηγεσία,
κι ας πάει να κουρεύεται το momentum.
Άλλωστε, τί είναι τρεις και τέσσερις και δεκατέσσερις αιώνες μπρος στην μακρόσυρτη διάρκεια του ανθρωπίνου γένους;
Τί κρίμα, λοιπόν, που οι σκλαβωμένοι Έλληνες
δεν περίμεναν τους Αυστριακούς ν᾽ αφήσουν ελεύθερο τον Αλ. Υψηλάντη, να βάλει σε τάξη τις πολεμικές επιχειρήσεις τους,
τον Κοραή, να καταβεί να τους φωτίσει ιδεολογικά,
ή τον Ρήγα Φεραίο, να κλωνοποιηθεί και να βγεί απ᾽ τον τάφο του, για να βάλει στις σωστές ράγες πνευματικά το τραίνο του νέου ελληνικού κράτους,
ή, ακόμα,
τον Καποδίστρια να στέρξει να ηγηθεί του μεγίστου πολιτικού εγχειρήματος μιας σύνθεσης ανάμεσα στην -ανατέλλουσα τότε- νεωτερικότητα και την καθ᾽ ημάς παράδοση
ή, έστω,
δεν περίμεναν να συλληφθεί πρώτα (μετά το Τανζιμάτ) και να ωριμάσει έπειτα το «εμπνευσμένο» σχέδιο των Φαναριωτών για διάβρωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τους Έλληνες εκ των ένδον!
Πήγαν και ξεσηκώθηκαν ήδη από το 1821 μ.Χ.,
στοιχημένοι πίσω/παρασυρμένοι από κάτι δημαγωγούς, φαυλόβιους κι αστοιχείωτους θεωρητικά μπροστάρηδες, που είχαν εντελώς θολό σχέδιο για την «επόμενη μέρα»
(σαν τους Τράμπ, Φάρατζ και ΛεΠεν),
τον εξωλέστατο, λέγω, Φλέσσα-Αρχιμαντρίτη,
τα μαχαιροβγαλτικά clan των Κολοκοτρωναίων και των Πλαπουταίων,
τον αλήτη Λυκούργο Λογοθέτη,
τους θεσμοποιημένους πλιατσικολόγους Μανιάτες,
τους κοντραμπατζήδες της Βουλής των Ψαρών,
τα πειρατόνια Υδραίους,
τους ημι-λήσταρχους αρματωλούς της Ρούμελης, που “έκαναν καπάκια με τον εχθρό”,
τους μεταπράτες, διαπλεκόμενους κι οπισθόβουλους Κοτζαμπάσηδες με το ηθικό ποιόν αφρικανού φυλάρχου!
Ο λαός το λέει θυμόσοφα (και για την εν γένει πολιτική) :
«Όταν περνούν τα πουλιά, στήνουν τα ξόβεργα»
ή
«Ζήσε, Μάη μου, να φας τριφύλλι»
ή, πιο κρυπτικά,
«Ίσια αυλάκια, στραβά αγγούρια.
Στραβά αυλάκια, ίσια αγγούρια» …
Πάντως, στην Γαλλία πληθαίνουν απ᾽ ό,τι διαβάζω, οι αναλύσεις οι οποίες αιτιολογούν την αδυναμία της Λε Πεν να συσπειρώσει περισσότερους, βάσει ακριβώς όσων υπαινίχθηκα στο πιο πάνω, χθεσινό μου post …