Η Κούβα θέλει την αγορά … χωρίς τον καπιταλισμό!
Του Ρενώ Λαμπέρ* από το Άρδην Τ. 110
«Πρέπει οι Κουβανοί να κερδίσουν, διαφορετικά εμείς θα χάσουμε τα πάντα, ακόμα και την ελπίδα», έγραφε ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ, λίγους μήνες μετά τη νίκη των ανταρτών με επικεφαλής τον Φιντέλ Κάστρο ενάντια στη δικτατορία του Φουλχένσιο Μπατίστα. Σχεδόν εξήντα χρόνια αργότερα, πού βρίσκεται το μικρό νησί που έριξε το γάντι στους γίγαντες του εικοστού αιώνα; Τα αναμφισβήτητα επιτεύγματα, κυρίως στον τομέα της υγείας, δεν καλύπτουν πλέον τις ρωγμές που διατρέχουν το οικοδόμημα του καραϊβικού σοσιαλισμού μετά την κατάρρευση του σοβιετικού μπλοκ. «Το κουβανικό μοντέλο δεν λειτουργεί πια ούτε για μας», παραδεχόταν ο Κάστρο, τον Σεπτέμβριο του 2010.
Ο πρόεδρος Ραούλ Κάστρο ανακοίνωσε ότι προτίθεται να παραιτηθεί το 2018. Προβλέπεται ότι θα τον αντικαταστήσει ο πρώτος αντιπρόεδρος, Μιγκέλ Ντίας Κάνελ, γεννημένος ένα χρόνο μετά την άφιξη των ανταρτών στην Αβάνα, το 1959. Μια τέτοια μεταβίβαση εξουσίας θα αποτελούσε μια μικρή επανάσταση, στο πλαίσιο των αλλαγών που ο Ραούλ Κάστρο επιχειρεί να προωθήσει ώστε να «εκσυγχρονίσει» το κουβανικό οικονομικό μοντέλο.
Αμερικάνικες σακαράκες, ερειπωμένες προσόψεις, ξεπερασμένη αισθητική: Για τους περισσότερους παρατηρητές, η κουβανική καθημερινή ζωή απεικονίζει τον απαρχαιωμένο χαρακτήρα της πολιτικής της ρητορικής: επικαλούμενο τον κομμουνισμό, το νησί μοιάζει να έχει καθηλωθεί στο παρελθόν. Η μυρωδιά της ναφθαλίνης καλύπτεται μόνο από τις αναθυμιάσεις παραφίνης. Σε ηλικία 86 ετών, ο πρόεδρος Ραούλ Κάστρο σπάνια αρχίζει τις ομιλίες του χωρίς να σβήσει κεριά. «Τα 55 χρόνια της διακήρυξης του σοσιαλιστικού χαρακτήρα της επανάστασης», κατά την έναρξη του 7ου Συνεδρίου του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κούβας (PCC), στις 16 Απριλίου 2016. «Η 161η επέτειος από τη γέννηση του εθνικού μας ήρωα, Χοσέ Μαρτί», στα εγκαίνια του λιμανιού Ελ Μαριέλ, στις 27 Ιανουαρίου 2014. Τα «55 χρόνια από τον θρίαμβο της επανάστασης», στο τέλος της συνεδρίασης της 8ης κοινοβουλευτικής περιόδου της Εθνοσυνέλευσης, στις 21 Δεκεμβρίου 2013…
Αν, από την Πλατεία της Επανάστασης, στην Αβάνα, μέχρι τα τεράστια πανό που σηματοδοτούν την είσοδο στην πόλη του Σιενφουέγος, τα πρόσωπα των ηρώων της Σιέρα Μαέστρα μοιάζουν πανταχού παρόντα, αυτό γίνεται ίσως λιγότερο για να θυμίζει ένα παρωχημένο παρελθόν και περισσότερο για να δώσει ουσία σε μια σημερινή πραγματικότητα. Χωρίς αμφιβολία, το νησί είναι ακινητοποιημένο, αλλά μέσα στο παρόν: το παρόν μιας επανάστασης πάντα υπό αμφισβήτηση.
Εξήντα χρόνια σχεδόν μετά τον «θρίαμβό» της, μένει να δούμε πώς οι μπαρμπούδος θα εκτιμούσαν την εξέλιξη της χώρας για την οποία έδωσαν τη ζωή τους. Αν ξαναζούσε σήμερα ο Ερνέστο «Τσε» Γκεβάρα θα αναγνώριζε άραγε τη γη που τον υποδέχτηκε; Μήπως η συνέχεια του αγώνα θα τον εξέπληττε τόσο όσο η αλλαγή; Δεν είναι τόσο σίγουρο, αφού ένας δημοσιογράφος που διέσχισε το νησί το 2011 κοπιάζει ακόμα να βρει τα ίχνη του, έξι χρόνια αργότερα…
Μουσείο της επανάστασης, στην Αβάνα. Οι αίθουσες του πρώην προεδρικού μεγάρου αφηγούνται, χρόνο με τον χρόνο, το έπος ενός αντάρτικου με χίλιες και μια αναζωπυρώσεις: Επίθεση κατά του στρατοπέδου Μονκάδα, στις 26 Ιουλίου του 1953. Επιβίβαση στο σκάφος Γκράνμα, 25 Νοεμβρίου 1956. Νικηφόρα άφιξη του Φιντέλ Κάστρο στην Αβάνα, 8 Ιανουαρίου 1959[1] (1)… Διηγήσεις των επικών μαχών στις ύπουλες συγκρούσεις του Ψυχρού Πολέμου, μία μόνο αίθουσα αφιερωμένη σε οικονομικά και κοινωνικά θέματα. Και, μάλιστα, υπό επισκευή: οι επισκέπτες καλούνται να τη διασχίσουν γρήγορα.
Πρέπει να περάσουμε πάνω από το φράγμα ασφαλείας –με τη σύμφωνη γνώμη μιας υπεύθυνης, που το θράσος μας την έβγαλε από τον λήθαργό της– για να πλησιάσουμε ένα από τα πανό, στραβοβαλμένο σε έναν τοίχο. Εκεί φιγουράρει το πρωτοσέλιδο της έκδοσης της 16ης Μαρτίου 1968 της Γκράνμα, επίσημου οργάνου του ΚΚΚ: «Θα εξυγιάνουμε την ατμόσφαιρα, θα καθαρίσουμε τα πάντα, θα δημιουργήσουμε έναν αληθινό λαό εργαζομένων», εξηγεί ο Φιντέλ Κάστρο, με κεφαλαία γράμματα. Πιο κάτω, η εφημερίδα γράφει τις λεπτομέρειες των μέτρων της μεγάλης «επαναστατικής επίθεσης» που ανακοίνωσε ο ηγέτης: «Οι αρχές προβαίνουν στην εθνικοποίηση του συνόλου των ιδιωτικών εμπορικών επιχειρήσεων που παρέμειναν στη χώρα (…) Δεν απαλλοτριώθηκαν μόνο όλα τα ιδιωτικά μπαρ, αλλά όλα τα μπαρ –συμπεριλαμβανομένων και των κρατικών– κλείστηκαν». «Πρέπει να διδάξουμε στον λαό ότι το μόνο πράγμα που θα του επιτρέπει να απολαμβάνει τα αγαθά που χρειάζεται, τα οποία μπορούν να τον πλουτίσουν, είναι η δουλειά του, ο ιδρώτας του, οι κόποι του», καταλήγει ο Κάστρο.
Λίγα βήματα πιο πέρα από την πίσω αυλή του μουσείου, όπου, μήνα Απρίλιο, οι τουρίστες, εξαντλημένοι από τη ζέστη, ατενίζουν τα κειμήλια του αντάρτικου, τα γκαρσόνια του Τσατσατσά χοροπηδούν στον ρυθμό ενός τραγουδιού της Μαντόνας: «Επειδή ζούμε σε έναν κόσμο υλιστικό / Είμαι και εγώ ένα υλιστικό κορίτσι…». Αυτό το ιδιωτικό εστιατόριο –ένα παλαδάρ– έχει ανοίξει πριν δεκαοκτώ μήνες περίπου. Καμιά δεκαριά υπάλληλοι σερβίρουν πιάτα που θα ζήλευαν και τα πιο απαιτητικά ρεστοράν: χοιρινό φιλέ μινιόν, τυλιγμένο σε χαμόν σεράνο (περίπου 14 ευρώ), φρέσκο ψάρι στη σχάρα με σκόρδο (περίπου 13 ευρώ), ψητός αστακός (περίπου 19 ευρώ). Εδώ, οι τιμές αναγράφονται σε μετατρέψιμα πέσο (αποκαλούμενα CUC), ένα νόμισμα που προοριζόταν αρχικά για τον τουριστικό τομέα, αλλά που τώρα χρησιμοποιείται από όλους. Παράλληλα με αυτό το «ισχυρό» νόμισμα, προσαρμοσμένο στο δολάριο, κυκλοφορεί κι ένα άλλο: το παραδοσιακό πέσο, είκοσι πέντε φορές χαμηλότερο. Ενώ ο κουβανικός κατώτατος μισθός είναι 225 πέσο (περίπου 8 ευρώ), για να πιείτε ένα μοχίτο στο Τσατσατσά πληρώνετε 5 CUC (περίπου 4,50 ευρώ).
Στην Αβάνα, το 2010, υπήρχαν μόλις εκατό παλαδάρ περίπου. Ο αριθμός τους υπερβαίνει σήμερα τις δύο χιλιάδες. «Μια ντουζίνα, τουλάχιστον, καταγράφουν έναν κύκλο εργασιών πάνω από ένα εκατομμύριο δολάρια», μας βεβαιώνει ένας καλός γνώστης του ξενοδοχειακού τομέα, ο οποίος, όπως και πολλοί από τους συνομιλητές μας, φαίνεται να πιστεύει ότι η διακριτικότητα αποτελεί προαπαιτούμενο για τη συζήτηση[2] .
Πώς εξηγείται αυτή η ανατροπή; Από την «επικαιροποίηση του κουβανικού σοσιαλισμού», μια διαδικασία μεταρρυθμίσεων που ξεκίνησε ο Ραούλ Κάστρο με το που ανέλαβε την προεδρία (προσωρινά, το 2006 και, κατόπιν εκλογής, το 2008) και εγκρίθηκε από το Συνέδριο του 2011[3]. Αν και διακήρυσσε ότι ακολουθεί πιστά τα ίχνη του πρωτότοκου αδερφού του, ο αρχηγός του κράτους ενεργούσε υπέρ του πολλαπλασιασμού των «εργαζομένων για λογαριασμό τους», που έκτοτε καλούνται να συμμετέχουν στην εξαιρετικά πομπώδη παρέλαση της Πρωτομαγιάς. Αυτοί οι αυτοαπασχολούμενοι των τροπικών μπορούν να ασκούν ένα από τα 201 επιτρεπόμενα επαγγέλματα, κυρίως χειρωνακτικά: κουρδιστής μουσικών οργάνων, κτίστης, ενοικιαστής βραδινών ενδυμάτων, κλόουν, πλανόδιος πωλητής γεωργικών προϊόντων, περιπατητής σκυλιών, εστιάτορας… Ο Φιντέλ Κάστρο ήθελε να ισοπεδώσει τον ιδιωτικό τομέα; Ε, ο αριθμός των ελεύθερων επαγγελματιών αυξήθηκε, από περίπου 150.000, το 2010, σε πάνω από μισό εκατομμύριο, το 2016, και ο ιδιωτικός τομέας (αυτοαπασχολούμενοι και συνεταιρισμοί) αντιπροσωπεύει έκτοτε το 30% του εργατικού δυναμικού (έναντι ενός συνόλου πέντε εκατομμυρίων ανθρώπων περίπου).
Τα κέντρα των πόλεων βουίζουν από μια σπάνια μέχρι πριν δραστηριότητα. Η Αβάνα ανακαλύπτει τις πρώτες (μικρές) κυκλοφοριακές της συμφορήσεις, ιδιαίτερα στο Μαλεκόν, τη φημισμένη προκυμαία της. Μακριά από την πρωτεύουσα, η κίνηση μερικές φορές μπορεί να γίνεται εξίσου δύσκολη. Ο κεντρικός δρόμος του Κάρντενας, πιο ανατολικά, μοιάζει με μια κυψέλη όπου ποδήλατα-ταξί και καροτσάκια διεκδικούν τις λωρίδες τις ασφάλτου που ελίσσονται ανάμεσα στις λακκούβες. Στο Τρινιδάδ, στην ακτή της Καραϊβικής, ο αριθμός των εστιατορίων έχει αυξηθεί κατά εννέα φορές από το 2010. Δεν υπάρχει ούτε ένα ισόγειο, στο κέντρο της πόλης, που να μην έχει κάτι για πούλημα: σουβενίρ από δέρμα και ξύλο, μπιχλιμπίδια, αγάλματα Ινδιάνων Σιού (!), πίνακες ζωγραφικής που μετά βίας ξεχωρίζουν μεταξύ τους… Και, πάντα, η εικόνα του Τσε: σε κούπες, κασκέτα, μπλουζάκια, σταχτοδοχεία. «Με τον Ραούλ, η χώρα έχει αλλάξει περισσότερο απ’ όσο σε πενήντα χρόνια επανάστασης», καταλήγουν με μια φωνή οι άνθρωποι που ρωτούμε. Επειδή ο «εκσυγχρονισμός» δεν περιορίζεται μόνο στους αυτοαπασχολούμενους.
Επάνω στα δέντρα που πλαισιώνουν το Πασέο δελ Πράδο, μια σκιερή λεωφόρο στο κέντρο της πρωτεύουσας, μικρές αφισούλες προσελκύουν το μάτι: «Πωλείται διώροφο σπίτι, ελεύθερο: φτάνετε και εγκαθίσταστε αμέσως, 25.000 δολάρια», «Πωλείται καπιταλιστικό διαμέρισμα, κέντρο Αβάνας, 18.000 δολάρια». Από το 2011, οι Κουβανοί μπορούν να αγοράσουν και να πουλήσουν κατοικίες, συμπεριλαμβανομένων των «καπιταλιστικών», δηλαδή των κατασκευασμένων πριν την επανάσταση («εγγύηση ποιότητας», μας εξηγούν). Ακριβώς όπως τα εγκεκριμένα πλέον επαγγέλματα, που ασκούνταν διακριτικά πριν από το 2011, η αγορά ακινήτων δεν εμφανίστηκε πρόσφατα. Τώρα απλώς είναι νόμιμη και ελεγχόμενη: μόνο οι μόνιμοι κάτοικοι μπορούν να αποκτήσουν τίτλο ιδιοκτησίας. Στην Κούβα, ωστόσο, οι κανόνες είναι αυστηροί, αλλά οι άνθρωποι ευέλικτοι.
«Πού θα μπορούσα να βρω έναν κτηματομεσίτη;» ρωτάμε, μέσα στην ανοιξιάτικη ζέστη, πλησιάζοντας μια μικρή ομάδα που έχει σχηματιστεί γύρω από ένα δέντρο. «Εγώ, μ’ αυτό ακριβώς ασχολούμαι», μας απαντά μια νεαρή γυναίκα, δίνοντάς μας την κάρτα της: το επάγγελμα φιγουράρει στην 148η θέση, στον κατάλογο των πρόσφατα εγκεκριμένων. Σε ένα μικρό, τσαλακωμένο σχολικό σημειωματάριο, ορνιθοσκαλίζει τις προτάσεις αγοράς και πώλησης των ανθρώπων που έρχονται να τη συναντήσουν το απόγευμα αυτό της Κυριακής. Το αίτημα ενός αλλοδαπού που επιθυμεί να αποκτήσει ένα περιουσιακό στοιχείο δεν την εκπλήσσει. Διαθέτει εξάλλου μια εύκολη λύση για το εμπόδιο που συναντά: «Παντρεύεσαι μια Κουβανή, αυτό είναι όλο!» Το κόστος της όλης επιχείρησης; «Γύρω στα 2.500 δολάρια». Για να φέρει τους καρπούς της στο ζήτημα της ιδιοκτησίας ακινήτου, η ένωση πρέπει να διαρκέσει πέντε χρόνια. «Αλλά», διευκρινίζει η μεσίτριά μας, «η κοπέλα που θα σου συστήσω θα είναι τόσο όμορφη που δεν θα θέλεις να την αφήσεις».
«Γύρω στα 2.500 δολάρια; Σε κοροϊδεύει», παρεμβαίνει ο Φερνάντο, ένας καλλιτέχνης, με ένα βαθύ γέλιο που κάνει την κοιλιά του να τραντάζεται. «Οι περισσότεροι άνθρωποι παντρεύονται δωρεάν! Όμως, λογαριάζεις τα χρήματα που μπορείς να βγάλεις με διπλή υπηκοότητα;» Τον Οκτώβριο του 2012, η Αβάνα κατήργησε τους περιορισμούς στα ταξίδια των υπηκόων της στο εξωτερικό [4]. Οι Κουβανοί που διαθέτουν διπλή ιθαγένεια μπορούν, έκτοτε, να παίρνουν βίζα για ταξίδι μετ’ επιστροφής στη Γαλλία, για παράδειγμα, και, γυρίζοντας στο νησί με τις βαλίτσες φορτωμένες με καταναλωτικά αγαθά, τα πουλούν σε υψηλές τιμές. «Υπάρχουν ένα σωρό άνθρωποι που ζουν μόνο απ’ αυτό», διευκρινίζει ο Φερνάντο. «Και πολύ άνετα, παρεμπιπτόντως».
Μετά τη διπλωματική προσέγγιση μεταξύ Ουάσινγκτον και Αβάνας, η οποία ξεκίνησε από τον Ραούλ Κάστρο και τον Μπαράκ Ομπάμα από το 2015[5] (5), η διαδοχή των «ιστορικών πρώτων» προκαλεί ίλιγγο: πρώτη συναυλία των Ρόλινγκ Στόουν, πρώτο γύρισμα μιας χολιγουντιανής ταινίας με μεγάλο προϋπολογισμό (Fast & Furious 8), κατασκευή του πρώτου ξενοδοχείου των πέντε αστέρων plus, πρώτη επίδειξη μόδας (οργανωμένη από Σανέλ και Καρλ Λάνγκερφελντ), πρώτη κράτηση δωματίου από την ιστοσελίδα Airbnb, η οποία λειτουργεί τώρα και στο νησί, πρώτη προσόρμιση αμερικανικού κρουαζιερόπλοιου, μετά το 1959… Το 1961, οι επαναστάτες απωθούσαν την εισβολή μισθοφόρων, που χρηματοδοτούνταν από την Ουάσινγκτον, στον Κόλπο των Χοίρων. Το 2017, το περιοδικό How to Spend It κατέληγε στο συμπέρασμα ότι το «μνημειώδες 2016» είχε στείλει ένα μήνυμα: «Η αμερικανική εισβολή έχει επισήμως αρχίσει»[6].
Πέρυσι, το νησί δέχτηκε τέσσερα εκατομμύρια τουρίστες, ένα ρεκόρ που τοποθετεί τον τομέα στη δεύτερη θέση των πηγών ξένου συναλλάγματος (μετά την πώληση υπηρεσιών, κατά κύριο λόγο των ιατρικών, και των εμβασμάτων). Ενώ η όλη δραστηριότητα αυξάνεται κατά 5 με 10% εδώ και είκοσι χρόνια, το 2016 σημαδεύτηκε από μια έκρηξη του αριθμού των αφίξεων των προερχόμενων από τις ΗΠΑ: 615.000 (εκ των οποίων οι 286.000 μη Κουβανοαμερικάνοι, ένας αριθμός αυξημένος κατά 74%, σε σύγκριση με το 2015). Το 2017 πιθανόν να χαρακτηριστεί από μια μείωση: Ο Ντόναλντ Τραμπ υποσχέθηκε να αναθεωρήσει ορισμένα από τα μέτρα ανοίγματος του προκατόχου του, ενώ ο τυφώνας Ίρμα κατέστρεψε ένα μέρος της υποδομής της βόρειας ακτής τον Σεπτέμβριο. Αλλά οι τουρίστες θα απαρνηθούν, άραγε, για καιρό τις απολαύσεις που τους υπόσχεται το νησί;
«Η ποιότητα της εμπειρίας που θα μπορέσετε να βιώσετε στην Κούβα είναι πρώτης τάξεως», δηλώνει ένας ειδικός του χώρου, στη δημοσιογράφο του How to Spend It. Διότι τίποτα δεν είναι πιο ευχάριστο για τους εκλεπτυσμένους τουρίστες από το να συνδυάζουν παραδεισένιες παραλίες με πολιτιστικό περιεχόμενο. Και, σε αυτό το πεδίο, η επανάσταση έχει εργαστεί για να ικανοποιήσει τους μελλοντικούς επισκέπτες της: «Αν ενδιαφέρεστε για τον αφροκεντρισμό, θα μπορέσετε να συναντήσετε έναν διακεκριμένο ιστορικό, έναν πολύ αξιόλογο εκπρόσωπο της χιπ-χοπ σκηνής ή μια ακτιβίστρια των δικαιωμάτων των μαύρων γυναικών στις λαϊκές γειτονιές. (…) Μάλιστα, Αμερικανοί ειδικοί, σκέφτονται ήδη προσφορές πάνω σε έξυπνες εμπειρίες ΛΟΑΤ [λεσβία, ομοφυλόφιλος, αμφιφυλόφιλος, τρανς], όπως ένα δείπνο με το πρώτο τρανς μέλος της Εθνοσυνέλευσης». Από την πλευρά του, το ταξιδιωτικό πρακτορείο OnCuba Travel μάς ανακοινώνει την επικείμενη έναρξη της Free Market Havana Tour, μιας οργανωμένης ξενάγησης σε όλα όσα η πόλη διαθέτει προς τιμήν της θεάς Αγοράς (διάφορες εκδηλώσεις για να διευκρινιστεί πώς επιτεύχθηκε η ενσάρκωση του «επιχειρηματικού πνεύματος»: πολυτελείς μπουτίκ, επιχειρηματικά κέντρα…).
Λίγους μήνες πριν το Συνέδριο του 2011, ο Χοσέ Ασέλ, ερευνητής στο πανεπιστήμιο του Μαϊάμι, φαινόταν διστακτικός μπρος στις μεταρρυθμίσεις που ανακοίνωσε ο Ραούλ Κάστρο: «Είναι σαφές ότι λίγα πράγματα πρόκειται να αλλάξουν [7]». Θα επιχειρούσαμε να τον αντικρούσουμε. Και όμως …
«Ο Ραούλ έχει κάνει πολλά πράγματα, αλλά, μετά την επίσκεψη του Ομπάμα, τον Μάρτιο του 2016, παρατηρούμε το αντίθετο από αυτό που όλοι περίμεναν: ένα πάγωμα της διαδικασίας επαναπροσέγγισης, και από τις δύο πλευρές του στενού της Φλόριντας». Ο οικονομολόγος που μας δέχτηκε, θεωρούνταν ο σύμβουλος του προέδρου το 2011, κάποιοι μάλιστα τον παρουσίαζαν και ως έναν από τους εμπνευστές του οικονομικού ανοίγματος. Πέντε χρόνια αργότερα, ο Ομάρ Εβερλένι Πέρες εκδιώχθηκε από το Κέντρο Μελέτης της κουβανικής οικονομίας του Πανεπιστημίου της Αβάνας με την αιτιολογία ότι συζητούσε υπέρ του δέοντος πρόθυμα με τους ξένους δημοσιογράφους. Η αποπομπή του δείχνει κυρίως την ανακτηθείσα ικανότητα των αντιπάλων των μεταρρυθμίσεων του Ραούλ Κάστρο –στους κόλπους του κρατικού μηχανισμού– να εμποδίζουν τα σχέδιά του. Διότι το γενικότερο πλαίσιο έχει επιδεινωθεί.
«Ο Ομπάμα θα έπρεπε να είχε προχωρήσει περισσότερο», συνεχίζει ο Πέρες. «Όσο περισσότερο προχωρούσε, τόσο πιο δύσκολο θα γινόταν για τον Τραμπ να κάνει πίσω». Αν και η άφιξη στον Λευκό Οίκο του Νεοϋορκέζου δισεκατομμυριούχου δεν προοιωνίζεται μια νηνεμία για την Κούβα, οι δυσκολίες του νησιού συσσωρεύονταν στο εσωτερικό μέτωπο περισσότερο κι από τον τυφώνα Ίρμα. Στον οικονομικό τομέα, κατά κύριο λόγο: το 2016, η χώρα σημείωσε μια ύφεση (- 0,9%), την πρώτη μετά την «ειδική περίοδο σε καιρό ειρήνης» που ακολούθησε την κατάρρευση του σοβιετικού μπλοκ και προκάλεσε μια βουτιά της τάξης του 35% στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ), μεταξύ του 1991 και του 1994. «Αυτή είναι η ιστορία ενός προαναγγελθέντος θανάτου: έπρεπε να το υποπτευθούμε ότι η εξάρτησή μας από τη Βενεζουέλα θα είχε επιπτώσεις σε περίπτωση που θα υπήρχαν προβλήματα εκεί».
«Εδώ, αγωνιζόμαστε ενάντια στον πλούτο!»
Πτώση των τιμών του πετρελαίου, διαρκής πολιτική κρίση: Η παραγωγή πλούτου της Βενεζουέλας μειώθηκε κατά ένα πέμπτο το 2016, ενώ ο πληθωρισμός ξεπέρασε το 700%. Το Καράκας πουλούσε μέχρι πρόσφατα στην Κούβα εκατό χιλιάδες βαρέλια επιδοτούμενου πετρελαίου ημερησίως. Αυτές οι πωλήσεις μειώθηκαν κατά 40% το 2016. Θα πρέπει λοιπόν να εξοικονομηθεί ενέργεια: μερικά κυβερνητικά γραφεία κλείνουν νωρίτερα, ανοίγουν τα παράθυρα αντί να ενεργοποιούν τον κλιματισμό, ο φωτισμός στους δρόμους γίνεται (ακόμα) πιο σπάνιος. «Όλες οι μη απαραίτητες δαπάνες οφείλουν να σταματήσουν», προειδοποίησε ο Ραούλ Κάστρο, τον Ιούλιο του 2016. Δεδομένου, μάλιστα, ότι ο μόνος οικονομικός τομέας σε ανάπτυξη, ο τουρισμός, χαρακτηρίζεται από την αδηφαγία του σε ενέργεια: καλό είναι να κουβεντιάζει κανείς με «έναν ακτιβιστή των δικαιωμάτων των μαύρων γυναικών στις λαϊκές γειτονιές», αρκεί η συζήτηση να νανουρίζεται από το βουητό ενός ανεμιστήρα και να συνοδεύεται από ένα παγωμένο μοχίτο!
Η Βενεζουέλα αποτελεί εξάλλου τον κύριο προορισμό των υπηρεσιών που εξάγει η Αβάνα, συμπεριλαμβανομένων των ιατρών της (τριάντα χιλιάδες το 2016). Ο οικονομολόγος Καρμέλο Μέσα-Λάγο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «το μερίδιο της [νησιωτικής] οικονομίας που συνδέεται με το εμπόριο με τη Βενεζουέλα» ήταν περίπου το 21% του ΑΕΠ της Κούβας το 2010 [8]. Άλλες εκτιμήσεις ανεβάζουν έκτοτε το ποσοστό στο 25%. Εάν η Βραζιλία δέχεται λίγο περισσότερους από τέσσερις χιλιάδες Κουβανούς γιατρούς, η διαφοροποίηση των «ευκαιριών» προμηνύεται εξαιρετικά ευαίσθητη. Χωρίς πραγματικά να εκπλήσσει κανέναν, η αντιπολίτευση της Βενεζουέλας δήλωσε ότι σκοπεύει να διακόψει τις σχέσεις με το νησί, καταγγέλλοντας τον πρόεδρο Νικολάς Μαδούρο ως μαριονέτα της Αβάνας.
«Όλα αυτά, τα γνωρίζαμε», δηλώνει ο Πέρες. «Και είναι ακριβώς ένας από τους λόγους για τους οποίους χρειάστηκε να προχωρήσουμε στις μεταρρυθμίσεις. Αλλά ο Ραούλ σταμάτησε στη μέση του ποταμού. Τα αρχικά μέτρα που ανακοίνωσε απαιτούσαν και άλλα για να αποδώσουν καρπούς, ενώ υιοθετούνται με το σταγονόμετρο και εμφανίζονται νέα προβλήματα». Όπως οι ελλείψεις και τα φαινόμενα μαύρης αγοράς και αισχροκέρδειας.
Αν και είναι νόμιμο να ανοίξει κανείς ένα εστιατόριο ή να πουλάει πίτσες στον δρόμο, το κράτος δεν προέβλεψε κάποια ειδική αλυσίδα εφοδιασμού για τον τομέα της εστίασης. Τα παλαδάρ αποστραγγίζουν λοιπόν μαγαζάκια και αγορές. Οι συνέπειες ενός τέτοιου φαινομένου προκαλούν αυξήσεις των τιμών, και αναγκάζουν ορισμένους Κουβανούς να σφίξουν ακόμα περισσότερο τα ζωνάρια τους ενώ ενισχύουν την κερδοσκοπία, δεδομένου ότι κάποιος μπορεί να κερδίζει περισσότερα από τη μεταπώληση αυγών παρά δουλεύοντας ως δάσκαλος. Και καταλήγουμε σε ελλείψεις, όπως τον Αύγουστο του 2014 ή τον Απρίλιο του 2016, όταν είχε γίνει δύσκολο να βρεθεί μπύρα στο νησί…
Τρεις φορές έχει χτυπήσει το τηλέφωνο του Πέρες. Ο οικονομολόγος τελικά το σηκώνει. Η συνομιλία είναι σύντομη. Κλείνει το τηλέφωνο, κουνώντας το κεφάλι του, με όψη εκνευρισμένη. «Δουλεύω με έναν νεαρό, λαμπρό. Συμφωνούμε για τις προθεσμίες της εργασίας που πρέπει να μου παραδώσει και, κάθε φορά, συμβαίνει το ίδιο: δεν έρχεται. Ειδικότητά του είναι η οικονομετρία, αλλά βγάζει το ψωμί του ενοικιάζοντας δωμάτια στους τουρίστες. Προσπαθώ λοιπόν να τον συμμαζέψω, για να βεβαιωθώ ότι δεν θα εγκαταλείψει την οικονομία. Αλλά, συχνά, μου τηλεφωνεί: Κοίτα, συγγνώμη, έχω ένα ζευγάρι Αμερικανών που φτάνει απόψε. Μπορώ να καθυστερήσω λίγο ακόμα; Εμένα αυτό με ενοχλεί, αλλά γελάω. Για τη χώρα, όμως, είναι μια σημαντική απώλεια».
Κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι θα ζει στην Κούβα μόνο με τον μισθό του. Παρ’ όλο που το παλαδάρ Τσατσατσά έχει τιμές κομμένες και ραμμένες για τους τουρίστες, το μοχίτο κοστίζει 1 CUC στις λαϊκές γειτονιές της Αβάνας, δηλαδή το ένα ένατο του μηνιαίου κατώτατου μισθού… Ο καθένας λοιπόν πρέπει να τα βγάλει πέρα εφευρίσκοντας τις πιο διαφορετικές κομπίνες [9] ή προσεγγίζοντας τομείς πιο κερδοφόρων δραστηριοτήτων: είναι αμέτρητο το πλήθος των πτυχιούχων μηχανικών που εργάζονται ως σερβιτόροι ή μεταναστεύουν, όταν η χώρα δαπανά περίπου το 25% από τον προϋπολογισμό της για την εκπαίδευση.
Η αύξηση των μισθών αποτελεί μία από τις προτεραιότητες που ανακοίνωσε ο πρόεδρος. Η διόγκωση των αμοιβών, όμως, χωρίς αύξηση της παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών, θα μεγάλωνε τον πληθωρισμό. Επιπλέον, η Κούβα συνιστά ένα μοναδικό κοκτέιλ κοινωνικών υπηρεσιών που αντιστοιχούν στις πιο προηγμένες χώρες, και μιας παραγωγικότητας που την κατατάσσει στην τάξη των αναπτυσσόμενων χωρών. Το να ενισχύσεις το δεύτερο ώστε να «σώσεις» και το πρώτο –το πρόγραμμα που ανακοίνωσε ο Ραούλ Κάστρο– συνεπάγεται τη συρρίκνωση του δημόσιου τομέα, καλώντας τους Κουβανούς να στραφούν στον ιδιωτικό τομέα. Ωστόσο, ορισμένοι ηγέτες του ΚΚΚ θεωρούν τον τομέα αυτόν ως έναν από τους ορκισμένους εχθρούς της επανάστασης.
«Το βασικό πρόβλημα είναι η ιδεολογική ακαμψία ενός κομματιού της εξουσίας», καταλήγει ο Πέρες. «Η χώρα βρίσκεται σε ύφεση, αλλά η κύρια ανησυχία τους είναι μήπως και μπορέσουν οι άνθρωποι να δημιουργήσουν μια περιουσία. Σύμφωνα με τα λόγια του οικονομολόγου Πέδρο Μονρεάλ, ενώ οι περισσότερες χώρες αγωνίζονται κατά της φτώχειας, η Κούβα αγωνίζεται κατά του πλούτου!» Το προγραμματικό κείμενο του Συνεδρίου του 2016, σε γενικές γραμμές, χαρακτηρίζεται από μια κάποια ακαμψία σε σχέση με το προηγούμενο. «Στα πλαίσια των νέων μορφών μη κρατικής διαχείρισης, η συγκέντρωση ιδιοκτησίας από νομικά ή φυσικά πρόσωπα δεν θα επιτρέπεται», διακήρυσσε το έγγραφο του 2011. Το επόμενο προχωρεί περισσότερο, απαγορεύοντας επίσης τη «συγκέντρωση του πλούτου». Κατά τη διάρκεια της έκτακτης συνόδου της Εθνοσυνέλευσης του Ιουνίου του 2017, αφιερωμένης στη συζήτηση αυτών των θέσεων, το θέμα που συζητήθηκε –κατά πολύ περισσότερο– ήταν η «απειλή» της συσσώρευσης.
Πρόκειται απλώς για μια εκδήλωση κουβανικής ιδεολογικής μονολιθικότητας; Από την έγκριση των αμοιβών με βάση την παραγωγικότητα, ως την αύξηση των ποσών που μπορούν να στείλουν οι Κουβανοαμερικανοί στους συγγενείς τους, η τρέχουσα περίοδος χαρακτηρίζεται από μια αύξηση των ανισοτήτων, αποδεκτή από τον πρόεδρο. Ο Ραούλ Κάστρο αναδιατυπώνει έτσι, με τον δικό του τρόπο, την κλασική σοσιαλιστική θεωρία: «Από τον καθένα ανάλογα με τις ικανότητές του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του», ως εξής: «Από τον καθένα ανάλογα με τις ικανότητές του, στον καθένα σύμφωνα με την εργασία του», στη διάρκεια μιας ομιλίας του στο ΚΚΚ, στις 17 Απριλίου 2016. Αλλά, πουθενά αλλού και πολύ περισσότερο στην Κούβα, η εργασία δεν δικαιολογεί τα πάντα. Το 70 ως 80% των αυτοαπασχολούμενων ξεκίνησαν την «επιχείρησή» τους χάρη στα χρήματα που τους έστειλαν οι εξόριστοι στο Μαϊάμι συγγενείς τους: προέρχονται γενικά από τις πιο εύπορες οικογένειες και ανησυχούν για τα σοσιαλιστικά προτάγματα. Με αποτέλεσμα οι αναδυόμενοι μικροί εργοδότες να ανήκουν στις ομάδες τις πιο εχθρικές απέναντι στο πολιτικό σχέδιο της επανάστασης. Και σπάνια έχουν μαύρη επιδερμίδα.
«Εδώ, υπήρχαν μικροί και μεσαίοι επιχειρηματίες μέχρι την επαναστατική επιτάχυνση της 13ης Μαρτίου 1968», υπενθυμίζει ο Ραφαέλ Ερνάντες, διευθυντής του περιοδικού Θέματα, ο οποίος πρόσφατα αφιέρωσε ένα τεύχος στο ζήτημα των ανισοτήτων. «Από την 1η Ιανουαρίου 1959 ως εκείνη την ημερομηνία, κανείς δεν είχε φανταστεί –ούτε ο Φιντέλ ούτε ο Τσε– ότι ο ιδιωτικός τομέας συνιστούσε μια “αστική τάξη”, ξένη προς την επανάσταση. Αυτό που έκανε ο Ραούλ είναι να επαναβεβαιώσει την ιδέα ότι ο ιδιωτικός τομέας δεν είναι ένα κακόηθες κύτταρο του καπιταλισμού που είχε διεισδύσει στην κουβανική κοινωνία. Αφού τον νομιμοποίησε, έκανε ό,τι μπορούσε για να κάνει την αυτοαπασχόληση αποδεκτή».
Έτσι κι αλλιώς, σε ένα πλαίσιο όπου οι Κουβανοί δεν μπορούν να αξιοποιήσουν τις τεχνικές ή επιστημονικές τους δεξιότητες, βρίσκονται αντιμέτωποι, χωρίς αμφιβολία, με ό,τι πιο βίαιο προσφέρει ο νόμος της αγοράς. «Το αφεντικό εργάζεται εδώ;» Η σερβιτόρα αυτού του μεγάλου παλαδάρ στο Τρινιδάδ επαναλαμβάνει την ερώτησή μας γελώντας. «Α, όχι! Το αφεντικό δεν είναι εδώ, ξεκουράζεται! Και τόσο το καλύτερο, γιατί, όταν έρχεται, είναι μόνο για να διατάζει». «Και τα ωράριά σας;», συνεχίζουμε. Η νεαρή γυναίκα σηκώνει τα μάτια της στον ουρανό… «Ο ιδιωτικός τομέας αναπτύσσεται σύμφωνα με τον νόμο, ειδικά με το εργατικό δίκαιο;» ρωτάει ο Ερνάντες. Αυτό είναι ένα πρόβλημα. Εάν ρωτήσετε κάποιον που εργάζεται σε ένα παλαδάρ, είναι πολύ πιθανό να σας εξηγήσει ότι το αφεντικό τού ζητά να εργαστεί παραπάνω από οκτώ ώρες, ότι δεν τηρείται ο κανόνας της ίσης αμοιβής για ίση εργασία, ότι στο αφεντικό δεν αρέσει να προσλαμβάνει Μαύρους κλπ.» Και η λύση ποια είναι; «Να γίνεται σεβαστός ο κώδικας εργασίας μας, αλλά χωρίς να ασφυκτιά ο ιδιωτικός τομέας με υπερβολικούς ελέγχους. Όπως γίνεται στη Γαλλία, για παράδειγμα!»
Σύμφωνοι. Όμως, όταν ενισχύεται ο ιδιωτικός τομέας, καταλήγει να δημιουργεί μια δύναμική που του ανοίγει τις πόρτες του πολιτικού κόσμου. Έτσι, στη Γαλλία, ο ορισμός του τι συνιστά «υπερβολικό έλεγχο», στους διαδρόμους του προεδρικού μεγάρου μοιάζει περισσότερο με τον ορισμό των εργοδοτών και όχι των συνδικάτων. «Αυτή την ανησυχία, τη συμμεριζόμαστε», παραδέχεται ο Ερνάντες. «Αλλά οι συνθήκες στην Κούβα είναι πολύ διαφορετικές. Δεν νομίζω ότι υπάρχει έστω και ένα μέλος του ιδιωτικού τομέα ικανό να επηρεάσει τους μηχανισμούς της εξουσίας αυτή τη στιγμή. Αν και αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα αποτελέσει πρόβλημα στο μέλλον».
Δύο λογικές συγκρούονται, λοιπόν, στο νησί: Μηχανικός πυρηνικής φυσικής και οδηγός ταξί, ο Χαβιέρ συνοψίζει την πρώτη λογική, με την εξής φράση: «Χθες, ήταν η ΕΣΣΔ που χρηματοδοτούσε τις σοσιαλιστικές μας κατακτήσεις. Σήμερα, είναι οι τουρίστες και οι μικροί επιχειρηματίες. Χρειαζόμαστε, λοιπόν, λίγο περισσότερη αγορά για να σώσουμε την επανάστασή μας». Στην ανάλυση αυτή, που υποστηρίζεται και από τον Ραούλ Κάστρο, αντιπαρατίθεται μια άλλη, η οποία συσπειρώνει τα πιο ορθόδοξα μέλη του Κ.Κ.Κ. και… τους αντικαστρικούς. Για κείνους, η εισαγωγή μιας δόσης καπιταλισμού δεν θα έχει ως κύριο αποτέλεσμα την ενίσχυση του κουβανικού σοσιαλισμού, αλλά το ακριβώς αντίθετο… Παίρνοντας τον λόγο μπροστά σε ένα ακροατήριο επιχειρηματιών πρόθυμων να επενδύσουν στο νησί, η Μαρία Κοντρέρας-Σουίτ, που εκπροσωπούσε την κυβέρνηση Ομπάμα, διόλου διπλωματική, δεν μάσησε τα λόγια της. «Αυτό που οφείλετε να εξαγάγετε είναι οι αμερικανικές αξίες και το πνεύμα του καπιταλισμού[10]».
Ποια θα ήταν λοιπόν η άποψη των ηρώων της Σιέρα Μαέστρα; ορθοδοξία ή μεταρρύθμιση; Ίσως να έκριναν μάταιο το ερώτημα, υποστηρίζοντας, μαζί με τον δημοσιογράφο Φερνάντο Ράβσμπεργκ, ότι «ο σοβιετικού τύπου σοσιαλισμός δεν αποτέλεσε ποτέ ένα πολιτικό σχέδιο για την Κούβα: επρόκειτο για ένα μέσο για να σωθεί μια επανάσταση, η οποία αποτελούσε, πριν απ’ όλα, ένα πρόταγμα εθνικής ανεξαρτησίας. Υπό αυτές τις συνθήκες, με σοσιαλισμό ή χωρίς αυτόν, ο αγώνας συνεχίζεται»…
[1] Για πλήρη χρονολόγηση, συμβουλευτείτε το «Cuba. Ouragan sur le siècle», Manière de voir, n° 155.
[2] Δεν αναφέρουμε τα επώνυμα. Τα ονόματα έχουν αλλάξει.
[3] Διαβάστε το «Ainsi vivent les Cubains», Le Monde diplomatique, Απρίλιος 2011.
[4] Εκτός από ορισμένα επαγγέλματα που θεωρούνται στρατηγικά, όπως οι γιατροί.
[5] Διαβάστε τον Patrick Howlett-Martin, «Dégel sous les tropiques entre Washington et La Havane», Le Monde diplomatique, Νοέμβριος 2014.
[6] Lydia Bell, «Cuba’s travel revolution», How to Spend It, Λονδίνο, 10 Ιανουαρίου 2017.
[7] Lydia Bell, «Cuba’s travel révolution», όπ.π.
[8] Carmelo Mesa-Lago «La reforma de la economia cubana: secuencia y ritmo», Estudios de politica exterior, τχ. 161, Μαδρίτη, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2014.
[9] Διαβάστε «Ainsi vivent les Cubains », όπ.π.
[10] Lucie Robequain, «Comment l’Amérique compte envahir Cuba», Les Échos, Παρίσι, 5 Μαΐου 2015.
*ειδικού ανταποκριτή του Le Monde Diplomatique.
Μετάφραση: Στράτος Ιωαννίδης