Αρχική » Το F-35 και οι ελληνικοί εξοπλισμοί

Το F-35 και οι ελληνικοί εξοπλισμοί

από Νικόλας Δημητριάδης

Ευκαιρία ανατροπής του δυσμενούς αμυντικού ισοζυγίου ή πυροτέχνημα;

Αποτέλεσμα εικόνας για Νικόλας Δημητριάδης"του Νικόλα Δημητριάδη
από την Ρήξη φ. 157

 

Η εμπλοκή της Τουρκίας στη Λιβύη έβγαλε την κυβέρνηση από τη μακαριότητα και την έφερε μπροστά στην αμείλικτη πραγματικότητα της τουρκικής απειλής. Η ίδια διαμηνύει σε όλους τους τόνους την αποφασιστικότητά της να μην αποδεχθεί τετελεσμένα. Έχουμε, όμως, τα μέσα για να υποστηρίξουμε μια αποφασιστική εξωτερική πολιτική; Είμαστε διατεθειμένοι να προβούμε στις θυσίες που απαιτεί η αντιμετώπιση της τουρκικής επεκτατικότητας;

Η κατάσταση που παρέλαβε η σημερινή ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Αμύνης είναι απελπιστική. Η Ελλάδα βρίσκεται τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια σε ένα καθεστώς άτυπου μονομερούς αφοπλισμού. Στα συρτάρια του υπουργείου αραχνιάζουν οι φάκελοι μιας σειράς προγραμμάτων, άνω του ενός δισ. ευρώ, για την υποστήριξη και αναβάθμιση των Ενόπλων Δυνάμεων. Δεν αφορούν αγορές νέων όπλων, αλλά την υποστήριξη των υπαρχόντων: τα περισσότερα προβλέπουν την προμήθεια ανταλλακτικών και πυρομαχικών. Η κινητικότητα των τελευταίων μηνών είναι ελπιδοφόρα. Υπεγράφη η αναβάθμιση των F-16 καθώς και η σύμβαση υποστήριξης των Μιράζ-2000. Πρόκειται, όμως, για την κορυφή του παγόβουνου. Όπως και τα Μιράζ, έτσι και πολλά άλλα αεροπλάνα δεν έχουν σύμβαση υποστήριξης, που σημαίνει ότι κινδυνεύουν να καθηλωθούν από έλλειψη ανταλλακτικών. Στο Ναυτικό η κατάσταση είναι χειρότερη: Ο στόλος μας περιλαμβάνει 13 φρεγάτες, εκ των οποίων οι 4 έπρεπε να έχουν εκσυγχρονιστεί εδώ και δέκα χρόνια, ενώ οι υπόλοιπες 9 έπρεπε να έχουν… αποσυρθεί εδώ και δέκα χρόνια! Απέναντι σε αυτή την κατάσταση, τα κονδύλια που προβλέπει ο προϋπολογισμός του 2020 για εξοπλισμούς κινούνται στα ίδια επίπεδα με τα προηγούμενα έτη: εντελώς ανεπαρκή, ακόμη και για τα στοιχειώδη…

Τα F-35

Με αυτά τα δεδομένα, η κυβέρνηση ανακοίνωσε την πρόθεσή της να προχωρήσει στην αγορά μαχητικών αεροσκαφών τεχνολογίας στελθ F-35. Πολλά έχουν ακουστεί για την επιλογή F-35, άλλα υπέρ και άλλα κατά. Απ’ ότι φαίνεται, οι αρετές του είναι μεγάλες. Η τεχνολογία στελθ θα προσφέρει ένα στρατηγικό πλεονέκτημα στην Ελλάδα και θα αναβαθμίσει –μεταξύ άλλων– την ικανότητά της να προσβάλλει στόχους στο εσωτερικό της Τουρκίας. Η δυνατότητα αυτή της Πολεμικής Αεροπορίας αποτελεί βασικό παράγοντα αποτροπής της τουρκικής επιθετικότητας – εξ ου και η σπουδή του Ερντογάν να θωρακίσει την αεράμυνα της χώρας του με το σύστημα S-400. Φαίνεται, πάντως, ότι οι πιλότοι της Πολεμικής Αεροπορίας που συναντήθηκαν με F-35, κατά τη διάρκεια νατοϊκών ασκήσεων, είναι ενθουσιασμένοι με τις ικανότητές του.

Από την άλλη, το F-35 έχει δεχθεί κριτική για το υψηλό κόστος του, τη χαμηλή διαθεσιμότητά του και για μια σειρά από «παιδικές ασθένειες» που μειώνουν την αποτελεσματικότητά του και τις οποίες η κατασκευάστρια εταιρεία δεν έχει κατορθώσει να θεραπεύσει ακόμη. Επίσης, με δεδομένο το υπέρογκο κόστος της αγοράς του, υπάρχει προβληματισμός ότι μία σειρά άλλων πιεστικών αναγκών των Ενόπλων Δυνάμεων δεν θα μπορέσουν να καλυφθούν, λόγω έλλειψης χρημάτων.

Το αν η προμήθεια αυτή είναι η ενδεδειγμένη για τις αμυντικές ανάγκες της χώρας και το αν το F-35 καλύπτει τις ελληνικές ανάγκες καλύτερα από τον ανταγωνισμό δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε. Αυτό θα το αποφασίσουν οι επιτελείς της Πολεμικής Αεροπορίας. Έχει ζητηθεί, άραγε, η άποψή τους, ή πρόκειται για μια αγορά που θα γίνει αποκλειστικά με πολιτικά κριτήρια;
Οι Φινλανδοί, που βρίσκονται αυτό το διάστημα σε αναζήτηση νέου μαχητικού αεροσκάφους, έκαναν το προφανές: προκήρυξαν διεθνή διαγωνισμό. Έτσι, από τις αρχές του έτους, αεροσκάφη F-35, F-18, Γιουροφάιτερ, Ραφάλ και Γκρίπεν βρίσκονται στη Φινλανδία, όπου υποβάλλονται σε εξαντλητικές δοκιμές και αξιολογήσεις από τη φινλανδική Αεροπορία. Παράλληλα, οι κατασκευάστριες εταιρείες διαγωνίζονται για το ποια θα προσφέρει στη Φινλανδία το πιο ελκυστικό «πακέτο».

Αν ακολουθούσαμε κι εμείς το παράδειγμα αυτό, θα είχαμε καλύτερη εικόνα για τις δυνατότητες του F-35. Επιπλέον (καθώς η κατά τα άλλα ούλτρα-φιλελεύθερη κυβέρνησή μας φαίνεται ότι αγνοεί την αλφαβήτα της «ελεύθερης οικονομίας») θα βλέπαμε ότι στους διεθνείς διαγωνισμούς οι εταιρείες έχουν την τάση να δίνουν καλύτερες προσφορές απ’ ότι στις απ’ ευθείας αναθέσεις. Ίσως, μάλιστα, να ανακάλυπτε ο κύριος Μητσοτάκης ότι η αμερικάνικη πλευρά θα ήταν έτοιμη να προσφέρει η ίδια κάποιες δυνατότητες χρηματοδότησης. Έτσι, δεν θα χρειαζόταν ο Πρωθυπουργός της χώρας να σπαταλήσει τα ελάχιστα δευτερόλεπτα που είχε με τον Αμερικανό Πρόεδρο μπροστά στις κάμερες, παρακαλώντας τον, σαν φτωχός συγγενής, για… ευκολίες πληρωμής!

Προμήθειες αλά ελληνικά

Αντ’ αυτού, η κυβέρνηση επέλεξε τον γνωστό τρόπο με τον οποίο γίνονται στην Ελλάδα οι εξοπλισμοί: Αγοράζουμε αποσπασματικά, χωρίς σχέδιο και μακροχρόνιο προγραμματισμό, διάφορα οπλικά συστήματα απ’ ευθείας από την παραγωγό χώρα και, αφού αντληθεί το «πολύτιμο διπλωματικό κεφάλαιο» που υποθέτουμε (μόνοι μας) ότι συνοδεύει την αγορά, αφήνουμε τα όπλα αυτά στις Ένοπλες Δυνάμεις, χωρίς πρόνοια για την περαιτέρω αξιοποίησή τους. Έτσι, βλέπουμε το παράδοξο φαινόμενο να διαθέτουμε υπερσύγχρονα οπλικά συστήματα, τα οποία, όμως, πότε στερούνται ανταλλακτικών, πότε στερούνται πυρομαχικών και πότε απαξιώνονται, χωρίς να φροντίζουμε για την έγκαιρη αναβάθμισή τους.

Αν ακολουθήσουμε αυτή την τακτική με τα αεροσκάφη F-35, οι συνέπειες για την άμυνά μας θα είναι βαρύτατες. Το F-35 δεν είναι κάποιο οπλικό σύστημα, που μπορείς να το παρατήσεις σε μια γωνία, περιμένοντας μη τυχόν σου χρειαστεί. Είναι ένα πανάκριβο αεροπλάνο, που ενσωματώνει τεχνολογία αιχμής. Το κόστος λειτουργίας του υπολογίζεται στα 44.000 δολάρια ανά ώρα πτήσης (το αντίστοιχο κόστος του F-16 υπολογίζεται στα 14.000 δολλάρια). Όσον αφορά το συνολικό κόστος της αγοράς, μπορεί να ξεπεράσει τα τρία δισ. δολάρια. Όπως είναι προφανές, τα ποσά αυτά δεν προσφέρονται για την εξαγορά ευμενών δηλώσεων από Αμερικανούς αξιωματούχους…

Τι στρατό θέλουμε;

Ή, για να το πούμε πιο σωστά: Τι τον θέλουμε τον στρατό; Η διατήρηση ισχυρών Ενόπλων Δυνάμεων δεν είναι αυτοσκοπός. Οι εξοπλισμοί οφείλουν να ανταποκρίνονται στις αμυντικές ανάγκες της χώρας, αφού, όμως, οι ανάγκες αυτές έχουν προσδιοριστεί. Πρέπει, λοιπόν, σαν λαός, να αποφασίσουμε τι είμαστε διατεθειμένοι να υπερασπιστούμε. Θέλουμε να υπερασπιστούμε το Αιγαίο και τη Θράκη; Θέλουμε να υπερασπιστούμε την Κύπρο; Θέλουμε να έχουμε παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο και το Λυβικό Πέλαγος; Είμαστε αποφασισμένοι να αντιμετωπίσουμε τις τουρκικές προκλήσεις με κάθε μέσο; Εάν απαντούμε καταφατικά στα ερωτήματα αυτά, τότε θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι για τις ανάλογες θυσίες. Σε αυτό το πλαίσιο, η αγορά των F-35 θα μπορέσει να αξιοποιηθεί κατάλληλα και να προσδώσει στην Πολεμική Αεροπορία πολύτιμη υπεροχή έναντι της Τουρκίας.

Αν πάλι τα ερωτήματα αυτά μας προκαλούν αμηχανία, τότε καταλήγουμε στην αυτοεκπληρούμενη προφητεία των ελληνικών ελίτ: Αφού απαξίωσαν επί σειρά ετών τις Ένοπλες Δυνάμεις, επικαλούνται τώρα τη… στρατιωτική αδυναμία μας, σαν δικαιολογία για την υποχωρητικότητά τους. Και αναζητούν στις εκάστοτε συμμαχίες και στους διεθνείς οργανισμούς εγγυήσεις για την ασφάλειά μας. Είναι άλλο πράγμα, όμως, να αναζητάς συμμάχους και άλλο πράγμα να αναζητάς προστάτες. Στην πρώτη περίπτωση, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα περιθώρια συμμαχιών μιας χώρας βασίζονται στην πραγματική ισχύ που διαθέτει και την αποφασιστικότητά της. Όσον αφορά, δε, στη δεύτερη περίπτωση, η Ιστορία είναι αμείλικτη: «Δεν ειν’ εύκολες οι θύρες, εάν η χρεία τες κουρταλεί».

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ