του Γιώργου Καραμπελιά, από το Άρδην τ. 85, Απρίλιος-Μάιος 2011
Σε ένα κείμενό μας, γραμμένο στα τέλη της δεκαετίας του 1980, προσπαθούσαμε να επισημάνουμε το πρόβλημα της κρίσης των συμμαχιών της ΕΛΕ («Εθνικής Λαϊκής Ενότητας» για τους νεωτέρους), η οποία αποτελούσε τον πολιορκητικό κριό του ΠΑΣΟΚ για την εκπόρθηση της εξουσίας το 1981.
Η ΕΛΕ ήταν η περιβόητη συμμαχία των αγροτών, των εργατών και των «μικρομεσαίων», που θα έφερνε τη «σοσιαλιστική Αλλαγή», που ευαγγελιζόταν ο Ανδρέας. Αυτή, μπροστά στα αδιέξοδα ενός κοινωνικού κράτους που κατασκευαζόταν όχι με αναδιανομή του πλούτου αλλά, κατ’ εξοχήν, με δανεικά, μπήκε σε κρίση ήδη από το 1985, όταν ο Παπανδρέου επέβαλε, με υπουργό Οικονομικών τον Κ. Σημίτη, μια πρώτη πολιτική λιτότητας και άρχισε η πρώτη μεγάλη σύγκρουση με τα συνδικάτα.
Από τότε αναδεικνύονται και οι βαθύτατες παθογένειες του ελληνικού σοσιαλιστικού πειράματος, που διογκώνει το κράτος, χωρίς ταυτόχρονα να το μεταβάλλει σε επιτελικό όργανο για μια αυτόκεντρη οικονομική ανάπτυξη. Το ΠΑΣΟΚ δεν αλλάζει την υφή του κράτους, από πελατειακό σε παρεμβατικό-αναπτυξιακό, απλώς το διογκώνει, με αποτέλεσμα ο εξισωτισμός, αντί να ωθεί την ελληνική κοινωνία προς μια δικαιότερη αναδιανομή, να καταλήγει σε ένα σπάταλο πελατειακό κράτος. Συνέπεια αυτού ήταν η γενίκευση της διαφθοράς, στην οποία ενεπλάκησαν ευρύτατα κοινωνικά στρώματα μικρομεσαίων. Γύρω στα 1988, όταν η μεταπολίτευση έφθανε στο τέλος της, βρεθήκαμε σε ένα κομβικό σημείο. Είτε οι κοινωνικές κατακτήσεις της μεταπολίτευσης θα μεταβάλλονταν σε ένα νέο σύστημα, που θα ανέτρεπε ουσιαστικά την κυριαρχία του κεφαλαίου, είτε το σύστημα θα κατέρρεε μέσα στη γενικευμένη ανευθυνοποίηση και διαφθορά.
Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε τη συγκυρία της εποχής. Στο υπαρκτό ακόμα «σοσιαλιστικό στρατόπεδο», γίνονται οι τελευταίες προσπάθειες για τη σωτηρία του συστήματος μέσα από την αυτομεταρρύθμισή του. Είναι η εποχή Γκορμπατσώφ. Στη Δύση, έχει αρχίσει η γενικευμένη επίθεση του νεο-φιλελευθερισμού, με τον Ρήγκαν και τη Θάτσερ, ενάντια στο κοινωνικό κράτος και την οιονεί εργατική εξουσία της δεκαετίας του 1970 και των απαρχών του 1980.
Στην Ελλάδα, η μεταπολίτευση μόλις κλείνει τον κύκλο των αναδιανεμητικών και δημοκρατικών κατακτήσεών της. Η κοινωνία, η οικονομία, το πολιτικό σύστημα βρίσκονται σε κρίση. Το πολιτικό σύστημα καταρρέει με το σκάνδαλο Κοσκωτά και την ανατροπή των πολιτικών συμμαχιών. Η Ελλάδα φαίνεται ώριμη για μεγάλες αλλαγές. Είτε προς τη μια –τον νεο-φιλελευθερισμό– είτε προς την άλλη κατεύθυνση – την υπέρβαση της καπιταλιστικής ρύθμισης της οικονομίας. Διότι το σύστημα της πρώιμης μεταπολίτευσης δεν μπορεί πλέον να επιβιώσει. Το χρέος πλησιάζει το 100% του ΑΕΠ, η οικονομία βρίσκεται καθηλωμένη, σε μηδενική ή αρνητική ανάπτυξη, οι κοινωνικές δυνάμεις βρίσκονται σε απόλυτη ισορροπία.
Το ΠΑΣΟΚ εγκαινιάζει το aggiornamento, που επρόκειτο να ολοκληρώσει ο Γεώργιος Παπανδρέου ο μικρός, είκοσι χρόνια αργότερα. Στο εσωτερικό, επίθεση στις «συντεχνίες», που εξ άλλου δεν έχουν καθόλου τα σημερινά χαρακτηριστικά των σκληρυμένων γραφειοκρατιών αλλά διατηρούσαν κάτι από την αγωνιστική φρεσκάδα των πρώτων μεταπολιτευτικών χρόνων. Στο εξωτερικό, το «Νταβός» και η υποταγή στα κελεύσματα του πρώτου νεο-οθωμανού πρωθυπουργού, του Τουργκούτ Οζάλ. Η αντίσταση των κοινωνικών δυνάμεων είναι ισχυρότατη και προμηνύονται σκληρότατες συγκρούσεις. Είτε η Ελλάδα θα βάδιζε προς μια μορφή μεσογειακού, μη καπιταλιστικού καθεστώτος είτε θα έπρεπε να συντρίψει τις κοινωνικές ισορροπίες της Μεταπολίτευσης και να επιστρέψει στον νεο-φιλελευθερισμό, αλά Μητσοτάκη.
Τότε, το 1988, έγραψα το βιβλίο μου Κράτος και Κοινωνία στη Μεταπολίτευση, που αποτελούσε εργασία μου στο Πανεπιστήμιο των Παρισίων 7, όπου προσπαθούσα να διερευνήσω την πιθανότητα μιας αντικαπιταλιστικής εξόδου από την κρίση, η οποία θα διαρκέσει μέχρι το 1993.
Ωστόσο, η «τελική μάχη» δεν δόθηκε ποτέ. Διότι η κατάρρευση του σοβιετικού στρατοπέδου μετέβαλε άρδην τους παγκόσμιους συσχετισμούς. Άρχισε η εποχή της παγκοσμιοποίησης, με μια καταπληκτική συνέπεια για την Ελλάδα, την εισροή εκατοντάδων χιλιάδων εξαθλιωμένων μεταναστών στη χώρα. Το κοινωνικό παιγνίδι μετεβλήθη αποφασιστικά. Η «μεγάλη σύγκρουση» με τις συντεχνίες «αναβάλλεται», παρά τις προσπάθειες Γιαννίτση, παρά τις ιδιωτικοποιήσεις, παρά την ιδεολογική αντεπανάσταση που αρχίζει – με τα Νίτρο, Κλικ, Στάτους και άλλα φύλλα που εξέδιδαν μετανοημένοι σταλινικοί και ΠΑΣΟΚοι, εκθειάζοντας τα αγαθά του καπιταλισμού απέναντι στον καταρρεύσαντα κρατικό σοσιαλκαπιταλισμό.
Οι «συντεχνίες» παραμένουν σχετικά αλώβητες και προσχωρούν στο νέο σύστημα εξουσίας, που, από το 1993 και μετά, σηματοδοτεί την «επιστροφή» του ΠΑΣΟΚ στη Δύση και τον εθνομηδενισμό, διαμορφώνοντας μια νέα κοινωνική συμμαχία ανάμεσα στους κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες και τις συντεχνίες. Έτσι, για είκοσι χρόνια, διαιωνίζεται ένα παιγνίδι που στηρίζεται κατ’ εξοχήν στις πλάτες της απλήρωτης εργασίας των μεταναστών και το οποίο, παρά την ενίσχυση του τραπεζιτικού κεφαλαίου, αφήνει σχετικά αλώβητα τα μικρομεσαία στρώματα, διαφθείροντάς τα και παρασιτοποιώντας τα σε πρωτοφανή κλίμακα για την Ελλάδα.
Κατά συνέπεια, το εγχείρημα του «βαθέματος» της μεταπολίτευσης προς μια δικαιότερη κοινωνία, για το οποίο παλεύαμε από το 1974 και μετά, θα υποκύψει μπροστά στις κατακλυσμιαίες συνέπειες της παγκοσμιοποίησης και της μαζικής υποκατάστασης των Ελλήνων εργαζομένων από την απλήρωτη εργασία των μεταναστών. Έτσι όμως, τα παρασιτικά χαρακτηριστικά διαιωνίστηκαν και βάθυναν με το σύστημα του γενικευμένου δανεισμού και, όταν ήρθε η στιγμή της κρίσης του 2008, η Ελλάδα όχι μόνο είχε γίνει πιο παρασιτική παραγωγικά αλλά είχε απολέσει και τις κοινωνικές δυνάμεις που θα μπορούσαν να χαράξουν μια άλλη πορεία. Είχε παρασιτοποιηθεί μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού.
Γι’ αυτό και δεν μπορούν ακόμα να υπάρξουν συνεκτικές και πλειοψηφικές προτάσεις για μια συντεταγμένη έξοδο από την κρίση, γι’ αυτό και κυριαρχεί ένα δίπολο από άναρθρες κραυγές και απάθεια, αγανάκτηση και ανημπόρια. Γιατί το παιγνίδι της μεταπολίτευσης χάθηκε από το 1989-1992.
Και εφ’ όσον η λύση του δράματος «αναβλήθηκε» για είκοσι χρόνια, η μεταπολίτευση, σε όλες τις συνιστώσες της, δεν διαθέτει την εσωτερική δυναμική για να ανατρέψει, σήμερα, τη νεο-φιλελεύθερη συνταγή. Στην καλύτερη περίπτωση, αυτό για το οποίο παλεύουμε άμεσα είναι η μείωση των συνεπειών της κρίσης για τα λαϊκά στρώματα και κυρίως η κοινωνική και πολιτική τους ανασυγκρότηση και η αποφυγή των πιο καταστροφικών επιπτώσεων, με την καταγγελία, εδώ και τώρα, του Μνημονίου και την εκδίωξη της κατοχικής κυβέρνησης των κούισλινγκ.