Από το Άρδην τ. 66, Αύγουστος-Οκτώβριος 2007
Με τις εκλογές ολοκληρώνεται ένας κύκλος όχι μόνο για το πολιτικό σύστημα εν γένει αλλά και για μας, το περιοδικό Άρδην. Έχουμε εισέλθει σε έναν κύκλο που εγείρει ταυτοχρόνως δύο αιτήματα που ίσως μοιάζουν και αντιφατικά μεταξύ τους, ή τουλάχιστον δύσκολα γεφυρώνονται:
Από τη μια πλευρά, είμαστε υποχρεωμένοι να περάσουμε σε μια ιδεολογική και πολιτική συγκρότηση των εναλλακτικών δυνάμεων, που θα αποδυθούν πλέον σε έναν «διμέτωπο» αγώνα, τόσο, και κατ’ εξοχήν, ενάντια στις δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης, όσο, πλέον, και ενάντια σ’ αυτούς που καπηλεύονται την πατρίδα και την ανάγκη εθνικής αξιοπρέπειας των Ελλήνων! Διαφορετικά, από τη μια πλευρά, οι ακροδεξιές λαϊκιστικές ανορθολογικές αντιλήψεις θα καταλάβουν όλο το έδαφος του εθνικού ζητήματος, ενώ, από την άλλη, οι παγκοσμιοποιητικές και εθνομηδενιστικές, κατά βάση, αντιλήψεις θα κυριαρχήσουν οριστικά στον χώρο των αντισυστημικών κινημάτων, της οικολογίας, των κοινωνικών δικαιωμάτων.
Δυστυχώς, ένα εναλλακτικό κοινωνικό υποκείμενο, που να έχει συνείδηση πως το σύγχρονο είναι η τοπικότητα και όχι η αποεδαφικοποίηση, πως το σύγχρονο είναι «ο εκσυγχρονισμός της εγχώριας παράδοσης» και όχι η εισαγωγή ξένων προτύπων, πως η παγκοσμιότητα επιβάλλει το τοπικό, το περιφερειακό, το εθνικό, και όχι το αντίστροφο, εξακολουθεί να είναι καχεκτικό στην Ελλάδα. Και απολύτως αποπροσανατολισμένο. Η παρασιτική φύση της κοινωνίας μας δύσκολα παράγει αυθεντικά εναλλακτικά κινήματα. Όμως πλέον δεν υπάρχει άλλη διέξοδος, όπως φάνηκε με τραγικό τρόπο και από τις πυρκαγιές, που κατέστρεψαν τη μισή Ελλάδα: Στη Σκύλλα του κοσμοπολιτισμού των πολυεθνικών και των πληρωμένων ελίτ, και τη Χάρυβδη του ρατσιστικού εθνικισμού, μπορεί να απαντήσει μόνο μια νέα αντίληψη της πολιτειότητας και της εθνικότητας. Ίσως αυτή η νέα πορεία θα είναι μακρά, ωστόσο είναι απαραίτητη και μπορούμε να ελπίζουμε βάσιμα στην ανάδυση ενός νέου πολιτικού προτάγματος. Εξάλλου, 0Οι κατευθύνσεις της θεωρητικής και ιδεολογικής επεξεργασίας
Κατ’ αρχάς, μπαίνει επιτακτικά το καθήκον της θεωρητικής συγκρότησης του νέου πολιτικού υποκειμένου που ευαγγελιζόμαστε. Γιατί, και σε αυτό το πεδίο, η κυριαρχία των παγκοσμιοποιητικών αντιλήψεων, με αριστερό μανδύα, μοιάζει απόλυτη. Στα πανεπιστήμια, στα κέντρα ερευνών, τους επιστημονικούς οργανισμούς, την ίδια τη μέση εκπαίδευση, έχει κάνει γιγάντια βήματα το εγχείρημα μιας γενιτσαρικής αποεθνικοποιητικής αντίληψης, με αριστερή φρασεολογία και νεοφιλελεύθερη και αμερικανοκίνητη χρηματοδότηση. Επομένως, είμαστε υποχρεωμένοι να παρέμβουμε πιο συστηματικά και στο θεωρητικό πεδίο.
Αυτά τα δύο πεδία παρέμβασης, το πολιτικό και το θεωρητικό ταυτόχρονα, ίσως να μοιάζουν αντιφατικά και αλληλοσυγκρουόμενα, δεδομένων μάλιστα των πεπερασμένων δυνάμεών μας. Και όντως, συχνά οδηγούν σε αντιφάσεις και δυσκολίες. Ωστόσο, η θεωρητική επεξεργασία χωρίς τις προσπάθειες για την συγκρότηση ενός πολιτικού υποκειμένου, έστω και σε «σμικρογραφία», ίσως θα ήταν ακόμα πιο υποβαθμισμένη. Έχουμε την εντύπωση πως τα προηγούμενα χρόνια ο δικός μας χώρος, τόσο στην περίοδο της «αυτονομίας», όσο και σε εκείνη των εναλλακτικών/οικολογικών κινημάτων, ή της προτεραιότητας των εθνικών ζητημάτων, αποτελούσε, παράλληλα, τόσο χώρο πολιτικών πρωτοβουλιών, όσο και θεωρητικής επεξεργασίας. Δυστυχώς, δεν έχουμε την πολυτέλεια, ή τα αριθμητικά μεγέθη, να διαχωρίσουμε αυτά τα επίπεδα, και πολύ φοβούμαστε πως ο διαχωρισμός τους, στο επίπεδο ανάπτυξης που βρισκόμαστε, θα οδηγούσε μάλλον στο αντίθετο αποτέλεσμα, την ταυτόχρονη και παράλληλη συρρίκνωσή τους. Μόνο η ανάπτυξη και των δύο σε σχετικά ικανοποιητικό επίπεδο, θα επέτρεπε και έναν ανώτερο καταμερισμό εργασίας, μεταξύ πολιτικής και θεωρητικής δραστηριότητας.
Σημαντικό βήμα λοιπόν θα πρέπει να είναι η επικέντρωση των θεωρητικών και ιδεολογικών μας επεξεργασιών στις νέες θεματικές. Όχι πλέον επικέντρωση στα ζητήματα ιστορίας και μόνο –που παραμένει αναγκαία, παρ’ όλα ταύτα– αλλά πραγμάτευση ζητημάτων, όπως η σχέση οικολογίας και εδαφικότητας, η μετανάστευση και η διαμόρφωση μιας νέας εθνικής κοινότητας, η σύνδεση της παράδοσης με τη σημερινή πραγματικότητα, η αποανάπτυξη, όρος για τη σωτηρία του πλανήτη, και η τοπική ανάπτυξη, τα διεθνή ζητήτηματα, στρέφοντας το ενδιαφέρον και στη Μέση Ανατολή, τα Βαλκάνια, την Ανατολική Ευρώπη και όχι μόνο τη Δυτική Ευρώπη ή τις ΗΠΑ. Σε αυτή την κατεύθυνση, παράλληλα με τις δραστηριότητες του Άρδην και της Ρήξης, θα πρέπει να συγκροτηθεί ένα Κέντρο Μελετών, μια δεξαμενή σκέψης, που να απαντά στην κυρίαρχη παγκοσμιοποιητική αντίληψη με συγκροτημένο τρόπο, κυρίως στο πεδίο της ιστορίας, αλλά και των εναλλακτικών προτάσεων. Όσο για την ιστορία , θα πρέπει να φέρουμε τη συζήτηση πιο κοντά στα ζητήματα που αφορούν στην οθωμανική περίοδο καθώς και τον 20ό αιώνα.
Εξάλλου, και η εθνομηδενιστική προπαγάνδα, όπως είδαμε και από το βιβλίο της Στ΄ Δημοτικού, σε αυτά επιμένει. Ένα τέτοιο κέντρο θα πρέπει να πάρει τη μορφή ενός επιστημονικού φορέα και να εκδώσει και ένα επιστημονικό περιοδικό, που να επεξεργάζεται σε βάθος τα ανάλογα ζητήματα.
Ένα ουσιαστικό βήμα σε αυτή την κατεύθυνση θα είναι σεμινάρια που θα πρέπει να αρχίσουμε να οργανώνουμε από την επόμενη περίοδο, με βασικά θέματα όπως η σχέση έθνους και κοινωνικών κινημάτων στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, τα ζητήματα της διασύνδεσης οικολογίας, τοπικοποίησης και εθνικής ταυτότητας, διαμόρφωσης της συνείδησης από τα ΜΜΕ και εναλλακτικού πολιτικού λόγου, δηλαδή πρέπει να αρχίσουμε να διαμορφώνουμε ένα δικό μας «Ανοιχτό Πανεπιστήμιο».
Οι πολιτικές πρωτοβουλίες
Όπως μπορούμε σήμερα να εκτιμήσουμε, έχουμε περάσει σε μια ιστορική φάση, με έναν ορίζοντια δεκαετίας, κατά την οποία θα μπορέσει να συγκροτηθεί ένα νέο πολιτικό υποκείμενο, που να βρίσκεται κοντά στις απόψεις μας. Εμείς, στο μέτρο των δυνάμεών μας, θα πρέπει να συμβάλουμε σε αυτό. Γι’ αυτό, απαιτούνται παρεμβάσεις μας και προς αυτή την κατεύθυνση:
Πρώτον, στο διαδίκτυο. Είναι φανερή η σημασία του και ο ρόλος του για τη διακίνηση απόψεων, όπως και για κινητοποιήσεις _για παράδειγμα, για το βιβλίο της ιστορίας ή, από την άλλη πλευρά, η λειτουργία του Indymedia για τον εξωκοινοβουλευτικό χώρο. Στόχος μας θα πρέπει να είναι η διαμόρφωση ενός δικτυακού κόμβου που θα συσπειρώσει τις περισσότερες δυνάμεις του χώρου χωρίς, ταυτόχρονα να πάψουν να υπάρχουν οι επιμέρους ιστοσελίδες ή ιστολόγια (blogs), κ.λπ.
Δεύτερον, η ενίσχυση της έντυπης παρέμβασης, με δύο πιθανούς τρόπους: α. Η πρώτη εκδοχή είναι η ενίσχυση της Ρήξης και η μετατροπή της, ει δυνατόν, σε εφημερίδα ολόκληρου του εναλλακτικού χώρου, με ανοικτή συντακτική επιτροπή. β. Η δεύτερη εκδοχή είναι η μετατροπή της σε ένα μηνιαίο περιοδικό μεγάλης κυκλοφορίας, λιγότερο “θεωρητικό” και “βαρύ” από το Άρδην, με διευρυμένη συντακτική επιτροπή επίσης. Σε μια τέτοια περίπτωση θα πρέπει να επισπευσθεί η μεταβολή του Άρδην σε τριμηνιαίο ή τετραμηνιαίο εντύπο θεωρητικής επεξεργασίας, όπου θα φιλοξενούνται τα “βαρύτερα” και εκτενέστερα κείμενα.
Τρίτον, σε κεντρικό πολιτικό πεδίο ευκταία θα ήταν η αξιοπρεπής εμφάνιση μιας πολιτικής πρότασης για την Ευρώπη, με μορφή μιας ανοικτής λίστας, τουλάχιστον στις προσεχείς Ευρωεκλογές τον Ιούνιο του 2009. Μιας πρότασης που δεν θα έπρεπε να αναλώνεται σε μια απλή διεκδικησιολογία του τύπου “για την Ευρώπη των λαών” αλλά θα χαράζει πολιτικούς άξονες:
Α.Για μια Ευρώπη των εθνών από τον Ατλαντικό ώς τα Ουράλια, συνομοσπονδιακού και όχι ομοσπονδιακού χαρακτήρα, που θα αποκλείει την Τουρκία, ως δούρειο ίππο των ΗΠΑ, και θα ανοίγεται προς τη Ρωσία, ισορροπώντας τη δυτική με την ανατολική συνιστώσα.
Β. Για έναν βαλκανικό πόλο στα πλαίσια της Ευρώπης, με τη συμμετοχή της Σερβίας, αποκλειστικό όρο για την ισορροπία στην περιοχή και την Ευρώπη ολόκληρη, συνδετικό κρίκο μεταξύ ανατολικής και δυτικής συνιστώσας.
Γ. Για ένα νέο παραγωγικό μοντέλο στηριγμένο στην τοπικότητα, τις εναλλακτικές μορφές ενέργειας και τη μείωση των μεγάλων εμπορευματικών ροών. Σε αυτά τα πλαίσια, σταθεροποίηση και ενσωμάτωση των μεταναστευτικών πληθυσμών για τη δημιουργία συνεκτικών κοινωνικών δομών, με παράλληλη ενίσχυση –σε μεγάλη και επαρκή κλίμακα– των χωρών προέλευσης των μεταναστών, για την ανάπτυξή τους και όχι το ξερίζωμα των πληθυσμών τους.
Δ. Για μια Ευρώπη που θα επιδοτεί όχι την άνοδο των κοινωνικών ανισοτήτων αλλά τη ριζική μείωσή τους και τη μετάβαση προς ένα νέο κοινωνικό μοντέλο όπου θα ενισχύονται οι συλλογικές και κοινωνικές δομές έναντι των νεοφιλελεύθερων, ατομοκεντρικών και ανισοκεντρικών αντιλήψεων.
Μια τέτοια πολιτική πρόταση σε εκλογές όπως οι ευρωπαϊκές, όπου το ιδεολογικό στοιχείο είναι εξαιρετικά ενισχυμένο έναντι μικροκομματικών και εξουσιαστικών προτεραιοτήτων, θα πρέπει να αποφεύγει εκπτώσεις στη λογική της “συσπείρωσης”, και να θέτει ολοκληρωμένα την αντίληψη και τη στρατηγική μας ενώπιον του ελληνικού λαού, μια αντίληψη που είναι όντως καινοτόμος και επιχειρεί να διαμορφώσει ένα νέο όραμα για τον κόσμο, την Ευρώπη, την Ελλάδα.
Βέβαια, ήδη τονίσαμε πως υπάρχουν σημαντικές πολιτικές αδυναμίες, που θα πρέπει να υπερκεράσουμε. Και όλοι τις γνωρίζουμε. Η κυριότερη από αυτές είναι πως, παρ’ ότι ο χώρος μας είναι ευρύς, όπως έχει καταδείξει και η επιτυχία αυτού του περιοδικού, διαπνέεται από το σύνδρομο του “καναπέ”. Πολλοί συναινούν και λίγοι δραστηριοποιούνται.
ΑΓΑΠΗΤΕ ΘΕΑΤΗ-ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ, είναι καιρός να μεταβληθούμε σε ενεργά υποκείμενα, πρόσωπα, πολίτες. Διαφορετικά, έως ότου πραγματοποιηθούν νέες πολιτικές και κοινωνικές συγκροτήσεις, δεν θα αρκέσουν οι ανθρωποκτόνες και δασοκτόνες πυρκαγιές, αλλά θα απειληθούν, σοβαρά, τμήματα του εθνικού μας κορμού στην Ελλάδα και την Κύπρο, ή θα ακολουθήσουν και άλλες περιβαλλοντικές εκατόμβες. Για μια φορά, ας σπεύσουμε.