του Α. Διάκου, από το Άρδην τ. 57, Δεκέμβριος 2005 – Ιανουάριος 2006
Φαίνεται πως η Χιμάρα έχει τον τρόπο της να κρατάει στην επικαιρότητα ένα μεγάλο εθνικό θέμα. Από αυτά που συνήθως προσπαθούμε να λησμονούμε, αλλά που τόσο πεισματικά βγαίνουν στην επιφάνεια. Ο τόπος και η ιστορία του αποτελεί την «Αχίλλειο πτέρνα» του αλβανικού σωβινισμού.
Τα Τίρανα αναγκάστηκαν μετά από την καταγραφή των γεγονότων από τους διεθνείς παρατηρητές και τις πιέσεις του διεθνούς παράγοντα να αναγνωρίσουν τη νίκη του υποψηφίου της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, στις δημοτικές εκλογές του 2003. Το νέο κεφάλαιο που άνοιξε δεν φαίνεται να είναι και ανέφελο. Στο διάστημα που μεσολάβησε, οι προσπάθειες εθνολογικής αλλοίωσης και της μονιμοποίησης της παρουσίας των εποίκων συνεχίστηκαν. Οι αλβανικές στρατιωτικές δυνάμεις επανακάμπτουν στις πάμπολλες εγκαταστάσεις τους, οι ξυλοδαρμοί και οι απειλές επαναλαμβάνονται. Τελευταία εφαρμόζεται ένας ακόμα τρόπος διαστρέβλωσης της πραγματικότητας με την συμμετοχή αλβανικών «μη κυβερνητικών οργανώσεων»1 που σχετίζονται μάλιστα και με το διαβόητο «Ίδρυμα Σόρος», τα οποία ασχολούνται με θέματα που αφορούν την εκπαίδευση, την διοργάνωση συνεδρίων, έως και την αναγραφή συνθημάτων, στην Χιμάρα2.
Κορυφή της αδιέξοδης αυτής πολιτικής είναι η ερήμην καταδίκη επιλεγμένων ακτιβιστών Χιμαριωτών. Παρακάτω παρουσιάζουμε μεταφρασμένο το κατηγορητήριο κατά των πέντε αυτών Χιμαριωτών που, μαζί με τους άλλους συμπατριώτες τους, κατάφεραν να βάλουν ένα, προσωρινό τουλάχιστον, τέλος στις «παραδοσιακές εκλογές – κωμωδία», που εδώ και δεκαετίες λαμβάνουν χώρα.
του Α. Ανδρίτσου
Οι δύο γύροι των δημοτικών εκλογών του 2003 στην Αλβανία άφησαν έντονα τα σημάδια τους στην Χιμάρα. Η δράση του παρακράτους, υπό την καθοδήγηση, εν ενεργεία και εν αποστρατεία, στρατιωτικών και αστυνομικών, δεν ήταν δυνατόν να μην πέσει στην αντίληψη των ξένων παρατηρητών, Ευρωπαίων και Αμερικανών. Ο φόβος και μόνον περιορισμού της βοήθειας, ή της ανοχής προς το αλβανικό καθεστώς, ανάγκασαν την κυβέρνηση Φάτος Νάνο να προσγειωθεί στην πραγματικότητα. Οι ξένοι δεν θα έκαναν τα στραβά μάτια. Τα όσα διατυμπανίζονταν, επίσημα και ανεπίσημα, για νίκη του πρώην αξιωματικού του αλβανικού στρατού και αλβανόφρονα Χιμαριώτη Γιώργη Γκόρου, αναθεωρήθηκαν για να αναγνωριστεί η καθαρή νίκη του υποψήφιου της ΟΜΟΝΟΙΑΣ – Κ.Ε.Α.Δ.3, Βασίλη Μπολάνου. Η βία και η νοθεία για πρώτη φορά δεν επικράτησαν.
Παράλληλα, η ίδια κυβέρνηση δεν μπορούσε να ξεφύγει από τα δεσμά του μένους της εναντίον μιας Κοινότητας που διεκδίκησε τον σεβασμό της ετυμηγορίας της. Το θέμα έπαιρνε διεθνείς διαστάσεις και, προς στιγμή, φάνηκε να επιθυμεί να απελευθερωθεί από τις αγκυλώσεις του παρελθόντος. Έδωσε εντολή προανάκρισης για τα επεισόδια των εκλογών. Η όλη προσπάθεια ήταν, εν τέλει, κάλπικη μιας και η προανακριτική διαδικασία δεν άγγιξε τους φυσικούς και ηθικούς πρωταγωνιστές –υπαλλήλους του κράτους και του παρακράτους_ των εκτρόπων αλλά επικεντρώθηκε στον διαχρονικό εχθρό. Στην περίπτωση αυτή, αφορούσε κάποιους που αναγνωρίστηκαν ως δραστήρια μέλη του κινήματος των Χιμαριωτών. Σύντομα επιλέχθηκαν, κατηγορήθηκαν και εκδόθηκαν διαταγές προφυλάκισης για πέντε άτομα. Οι κατηγορίες δείχνουν τουλάχιστον γελοίες και συντάχθηκαν με βάση τα λεγόμενα των μελών και συνεργατών των υπηρεσιών ασφαλείας4.
Η έκφραση γνώμης με ειρηνικό τρόπο αποτελεί ποινικό αδίκημα στην σύγχρονη Αλβανία και γι’ αυτό, με την υπ’ αριθμ. 244 απόφαση του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου Αυλώνα της 24ης Σεπτεμβρίου 20045 καταδικάστηκαν οι πέντε Χιμαριώτες ως ακολούθως:
- Κολήλιας Ευάγγελος, για το αδίκημα της έκκλησης σε εθνικιστικό μίσος, τρία έτη κάθειρξη, και για το αδίκημα της προσβολής της αλβανικής δημοκρατίας και των συμβόλων της, έξι μήνες. Κατά συγχώνευση τρία έτη.
- Λάζαρης Κωνσταντίνος, για το αδίκημα της έκκλησης σε εθνικιστικό μίσος, τρία έτη κάθειρξη και για το αδίκημα της προσβολής της αλβανικής δημοκρατίας και των συμβόλων της, έξι μήνες. Κατά συγχώνευση τρία έτη.
- Μπελέρης Διονύσιος-Φρέντης, για το αδίκημα της έκκλησης σε εθνικιστικό μίσος τρία έτη κάθειρξη και για το αδίκημα της προσβολής της αλβανικής δημοκρατίας και των συμβόλων της έξι μήνες. Κατά συγχώνευση τρία έτη.
- Ράππου Σοφία, για το αδίκημα της έκκλησης σε εθνικιστικό μίσος, ένα έτος και έξι μήνες και για το αδίκημα της προσβολής της αλβανικής δημοκρατίας και των συμβόλων της, έξι μήνες. Κατά συγχώνευση ένα έτος και έξι μήνες.
- Κοκαβέσης Άγγελος, για το αδίκημα της έκκλησης σε εθνικιστικό μίσος, τρία έτη κάθειρξη και για το αδίκημα της προσβολής της αλβανικής δημοκρατίας και των συμβόλων της, έξι μήνες. Κατά συγχώνευση τρία έτη.
Οι καταδικαστικές αποφάσεις ελήφθησαν ερήμην των κατηγορουμένων. Οι «πέντε» αναχώρησαν από την Χιμάρα μετά την άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος, μιας και οι περισσότεροι εργάζονται στην Αθήνα. Δεν ήταν παρόντες στην προανακριτική διαδικασία ούτε και στο δικαστήριο. Από αυτούς, ο Κοκαβέσης Άγγελος είναι πρόεδρος του Συλλόγου Χιμαριωτών και ο Μπελέρης Διονύσιος-Φρέντης μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου. Εκτός από την 18χρονη Σοφία Ράππου, που μέχρι τότε διέμενε μόνιμα στην Χιμάρα, οι υπόλοιποι είναι μέλη του ίδιου Συλλόγου. Η καταδικαστική απόφαση σημαίνει για αυτούς:
- ότι είναι πλέον όμηροι στα χέρια του αλβανικού κράτους, διότι η ποινή τους αρχίζει να ισχύει από την ημέρα που θα συλληφθούν,
- είναι στην ουσία εξόριστοι, μιας και δεν είναι δυνατόν να επιστρέψουν στην ιδιαίτερη πατρίδα τους,
- ακόμα και στην περίπτωση που τα αναγραφόμενα στο κατηγορητήριο ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, αποκαλύπτεται ότι τα άτομα αυτά απλώς εξεδήλωσαν την γνώμη τους δημόσια,
- στόχος, εκτός από τα συγκεκριμένα άτομα, είναι η συλλογική έκφραση των Χιμαριωτών στην Ελλάδα.
Τα Τίρανα, στην περίπτωση αυτής της δίκης, ενεργώντας με γνώμονα την εκδίκηση, έκαναν ένα ακόμα μεγάλο σφάλμα το οποίο στην ουσία αναιρεί την εικόνα που καλλιεργούν δεκαετίες τώρα, μη αποδεχόμενες την ελληνική καταγωγή των Χιμαριωτών. Καταδικάζουν ανθρώπους που εκφράζουν δημόσια τα πιστεύω τους αλλά και την εθνική τους καταγωγή, ενώ παράλληλα σημειώνουν στο κατηγορητήριο ότι μαζί τους διαδήλωναν και άλλοι Χιμαριώτες6. Είναι χαρακτηριστικό ότι η εμφάνιση της ελληνικής σημαίας και μόνο, σε δημόσια εκδήλωση εντός του αλβανικού κράτους, αποτελεί ποινικό αδίκημα7. Στο κατηγορητήριο αρκετές φράσεις φανερώνουν την προσκόλληση σε φασιστικές νοοτροπίες και σαφώς παραπέμπουν σε αντιδημοκρατικές λογικές: «Με την σημαία είχε τυλίξει το σώμα της και εκδηλώθηκε τραγουδώντας ελληνικά τραγούδια και υποκινούσε και τους άλλους να πράξουν όπως και εκείνη».
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
- Πολιτιστικός και Πατριωτικός Σύλλογος «Λιαμπερία» (Shoqata Kultorore Atdetare Labλria), Κίνημα «Μιάφτ» (Mjaft) κ.ά
- Το καλοκαίρι του 2005, αρχικά τον Ιούνιο με αφορμή τον προεκλογικό αγώνα και κατόπιν τον Αύγουστο, η Χιμάρα γέμισε με συνθήματα στα αλβανικά του τύπου «Εδώ είναι Αλβανία».
- Στις 3 Φεβρουαρίου 1992, το αλβανικό Κοινοβούλιο, με την σύμφωνη γνώμη του Σοσιαλιστικού και Δημοκρατικού Κόμματος, ψηφίζει νόμο με τον οποίο απαγορεύεται η συμμετοχή στις εκλογές της ΟΜΟΝΟΙΑΣ (κόμματα σε εθνική, θρησκευτική ή τοπική βάση). Αυτός είναι ο λόγος ίδρυσης και λειτουργίας ενός άλλου πολιτικού σχήματος του Κόμματος Ένωση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Κ.Ε.Α.Δ.), σήμερα υπό την ηγεσία του τ. προέδρου της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, Βαγγέλη Ντούλε.
- Οι καταδικασθέντες και πολλοί άλλοι Χιμαριώτες συμμετείχαν στην περιφρούρηση των εκλογικών κέντρων και έπεσαν θύματα ξυλοδαρμού, διαμαρτυρήθηκαν και εκδήλωσαν την αγανάκτησή τους για την «βία και τη νοθεία» και ταυτόχρονα κράτησαν ελληνικές σημαίες για να αποδείξουν ευθαρσώς μπροστά στους δημοσιογράφους, τους παρατηρητές και το αλβανικό κράτος και παρακράτος την εθνική τους ταυτότητα. Για κανέναν από αυτούς δεν υπάρχει κάποιο στοιχείο ότι προέβη σε πράξη ή πράξεις που θα μπορούσαν να θεωρηθούν προσβλητικές για τα σύμβολα του αλβανικού κράτους ή τον αλβανικό λαό.
- Η απόφαση ανακοινώθηκε στους ενδιαφερόμενους μετά την επίσκεψη του τότε Προέδρου της ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Στεφανόπουλου στην Αλβανία, οπότε και είχε λήξει η δεκαήμερη προθεσμία για την άσκηση του δικαιώματος της έφεσης.
- «Υποστηριζόμενοι και από άλλα άτομα κατοίκους της πόλης της Χιμάρας»
- Στις αλβανικές εκλογές είναι σύνηθες φαινόμενο οι οπαδοί των κομμάτων π.χ. του Σοσιαλιστικού, να ανεμίζουν αμερικάνικες σημαίες. Στους ποδοσφαιρικούς αγώνες και μετά την λήξη τους πολλοι κρατάν σημαίες της Τουρκίας και του Τουρκοκυπριακού Ψευδοκράτους.