Αρχική » Βία, τρομοκρατία και Αριστερά

Βία, τρομοκρατία και Αριστερά

από Άρδην - Ρήξη

του Θ. Κωτσόπουλου, από το Άρδην τ. 38-39, Νοέμβριος 2002

Ε­πι­τέ­λους, α­πό τον Σε­πτέμ­βριο άρ­χι­σε να πνέ­ει “άλ­λος” α­έ­ρας στον δη­μό­σιο λό­γο σχε­τι­κά με την Τρο­μο­κρα­τί­α και την Α­ρι­στε­ρά. Με άρ­θρα ό­πως ε­κεί­να των Γ. Μα­ρί­νου, Σ. Ράμ­φου, Σ. Ζού­λα, Ε.Παπ­πά αλ­λά και του Ν.Μου­ζέ­λη, άρ­χι­σε να μπαί­νει α­νοι­χτά, α­πό δια­φο­ρε­τι­κές βέ­βαια ο­πτι­κές, το μεί­ζον και αυ­τό που θα έ­πρε­πε πρώ­τι­στα να βα­σα­νί­ζει τη “φε­ρό­με­νη” πα­ρα­δο­σια­κή κομ­μου­νι­στι­κή Α­ρι­στε­ρά. Δη­λα­δή, ποια η σχέ­ση της με τη Βί­α και την Τρο­μο­κρα­τί­α! Φυ­σι­κά, στην εν λό­γω αρ­θρο­γρα­φί­α τέ­τοιο ε­ρώ­τη­μα δεν μπαί­νει, το πρό­βλη­μα θε­ω­ρεί­ται λυ­μέ­νο. Μη­τέ­ρα ό­λων των τρο­μο­κρα­τών εί­ναι η Α­ρι­στε­ρά! Αυ­τό που οι πα­ρα­πά­νω αρ­θρο­γρά­φοι δια­τύ­πω­σαν, χο­ντρο­κομ­μέ­να ή κομ­ψά, μπο­ρεί ν’ α­πο­τε­λεί –ί­σως– και κρυ­φό κα­μά­ρι για κά­ποιους α­ρι­στε­ρούς. Αλ­λά το χει­ρό­τε­ρο εί­ναι ό­τι αυ­τή η Α­ρι­στε­ρά πε­ριο­ρί­στη­κε σε υ­πεκ­φυ­γές και γε­νι­κο­λο­γί­ες ε­πί του θέ­μα­τος.


Βία και πολιτική
Το θέ­μα Τρο­μο­κρα­τί­α και Α­ρι­στε­ρά θα έ­πρε­πε να ε­ντα­χθεί στο γε­νι­κό­τε­ρο ζή­τη­μα βί­α και πο­λι­τι­κή, βί­α και κρά­τος, βί­α και τα­ξι­κή κυ­ριαρ­χί­α. Ας προ­σπε­ρά­σου­με ό­μως τέ­τοια με­γά­λα θέ­μα­τα. Σή­με­ρα, που πλέ­ον η Α­ρι­στε­ρά φέ­ρει τις ευ­θύ­νες της δι­κής της, “σο­σια­λι­στι­κής”, ε­ξου­σί­ας, έ­χει φορ­τω­θεί ό­λη την ε­νο­χή του α­κυ­ρω­μέ­νου της λό­γου. Αλ­λά αν έ­νο­χος έ­νο­χον ου ποιεί, οι πο­λί­τες δεν μπο­ρούν να στε­ρη­θούν το δι­καί­ω­μα να σταθ­μί­ζουν με τα δι­κά τους κρι­τή­ρια και να δια­φο­ρο­ποιούν τον βί­ο και την πο­λι­τεί­α (ή, κα­λύ­τε­ρα, τη βί­α και την πο­λι­τεί­α) της “Α­ρι­στε­ράς” α­πό ε­κεί­νη της “Δε­ξιάς”.
Ι­διαί­τε­ρη ε­ντύ­πω­ση προ­κα­λεί το άρ­θρο του κ. Ν. Μου­ζέ­λη στο “Βή­μα” της Κυ­ρια­κής, 22 Σε­πτεμ­βρί­ου 2002, για­τί θύ­μη­σε και τα­κτο­ποί­η­σε πλη­ρο­φο­ρί­ες, οι ο­ποί­ες το τε­λευ­ταί­ο διά­στη­μα εί­χαν κο­νιορ­το­ποι­η­θεί απ’ τα τρω­κτι­κά της εί­δη­σης ή ε­γκα­τα­λει­φθεί στα α­ζή­τη­τα της δη­μο­σιο­γρα­φι­κής ύ­λης. Α­πό τον Μου­ζέ­λη θυ­μού­νται οι πα­λιοί και μα­θαί­νουν οι νε­ώ­τε­ροι ό­τι η “Α­ρι­στε­ρά” –γε­νι­κώς– εί­ναι παι­δί του για­κω­βι­νι­σμού και της Γαλ­λι­κής Ε­πα­νά­στα­σης.


Ως τέ­τοιο, λοι­πόν, πο­λι­τι­κό μόρ­φω­μα, γεν­νά, ό­πως και η α­ντί­στοι­χη “Δε­ξιά”, στη διάρ­κεια του 19ου αιώ­να, δύ­ο κλά­δους πο­λι­τι­κής δια­χεί­ρι­σης ή στά­σης α­πέ­να­ντι στα προ­βλή­μα­τα της οι­κο­νο­μι­κής και κοι­νω­νι­κής α­νά­πτυ­ξης και στις δια­δι­κα­σί­ες της νε­ω­τε­ρι­κό­τη­τας. Μί­α νο­μι­μό­φρο­να με­ταρ­ρυθ­μι­στι­κή τά­ση, η ο­ποί­α κι­νεί­ται αυ­στη­ρά μέ­σα στους κα­νό­νες του α­στι­κού κοι­νο­βου­λευ­τι­σμού, και μί­α ε­πα­να­στα­τι­κή, η ο­ποί­α προ­τάσ­σει τον ρι­ζι­κό κοι­νω­νι­κό με­τα­σχη­μα­τι­σμό και ως εκ τού­του εί­ναι α­πό­λυ­τα δύ­σπι­στη ως προς τη δυ­να­τό­τη­τα να συ­ντε­λε­στεί αυ­τό με στα­δια­κό, ει­ρη­νι­κό, μη βί­αιο τρό­πο.
Ταυ­τό­χρο­να, δια­μορ­φώ­νε­ται, ή­δη α­πό την ε­πο­χή των πα­ρι­σι­νών ε­ξε­γέρ­σε­ων του 19ου α­ι., το δι­πλό παι­χνί­δι Α­ρι­στε­ράς και Δε­ξιάς. Πά­νω στο τρα­πέ­ζι, η α­ντι­προ­σω­πευ­τι­κή δη­μο­κρα­τί­α, τα α­το­μι­κά και πο­λι­τι­κά δι­καιώ­μα­τα, το Σύ­νταγ­μα. Κά­τω α­πό το τρα­πέ­ζι, στη μια πλευ­ρά ο έ­νο­πλος κα­τα­σταλ­τι­κός μη­χα­νι­σμός του κρά­τους, η λε­πί­δα του με­τα­μορ­φω­μέ­νου Α­πα­θή Κέπ­πε, οι πε­ριο­ρι­σμοί των ε­λευ­θε­ριών, και α­πό την άλ­λη οι ερ­γα­τι­κές ε­ξε­γέρ­σεις, τα ο­δο­φράγ­μα­τα, οι α­περ­γί­ες.
Αυ­τή η “δι­γλωσ­σί­α”, η α­μοι­βαί­α υ­πέρ­βα­ση των ο­ρί­ων της τυ­πι­κής α­στι­κής νο­μι­μό­τη­τας, δη­μιούρ­γη­σε για με­γά­λο διά­στη­μα έ­να βα­θύ­τε­ρο δε­σμό Α­ρι­στε­ράς και Δε­ξιάς. Και οι δύο πλευ­ρές συ­χνά α­να­γκά­ζο­νταν να ο­μο­λο­γούν ό­τι δεν πι­στεύ­ουν, τε­λι­κά, σ’ αυ­τή την α­στι­κή φάρ­σα. Α­να­γνώ­ρι­ζαν η μια στην άλ­λη ό­τι η δύ­σκο­λη σχέ­ση τους θα λυ­νό­ταν με κρι­τή­ριο τη ζω­τι­κό­τη­τα του κά­θε ι­στο­ρι­κού υ­πο­κει­μέ­νου, με μια α­να­μέ­τρη­ση σε βά­θος χρό­νου, ό­που ο έ­νας απ’ τους δύο θα έ­πρε­πε να ε­κλεί­ψει, θα ή­ταν, υ­πο­τί­θε­ται, μια σύ­γκρου­ση ό­που δεν εί­χε θέ­ση η ε­τε­ρο­νο­μί­α.
Την ί­δια ώ­ρα που οι ρε­φορ­μι­στι­κές γραμ­μές της Α­ρι­στε­ράς και της Δε­ξιάς των αρ­χών του 19ου α­ι. έ­κα­ναν τη δου­λειά τους, ο κα­πι­τα­λι­σμός έ­κα­νε τη δι­κιά του. Ταυ­τό­χρο­να, το ε­πα­να­στα­τι­κό κομ­μά­τι της Α­ρι­στε­ράς συ­γκρο­τού­νταν, μέ­σω της με­γά­λης πνο­ής του Μαρ­ξ, σε κυ­ρί­ως σώ­μα, α­φή­νο­ντας πο­λύ μι­κρό χώ­ρο στο πα­ρα­κλά­δι του α­ναρ­χι­σμού και των αυ­θόρ­μη­των ε­ξε­γέρ­σε­ων. Το ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα και η πλα­τειά διά­δο­ση των κομ­μου­νι­στι­κών ι­δε­ών ή­ταν ι­κα­νοί λό­γοι για να ε­πα­να­προσ­διο­ρι­στούν τα ό­ρια και οι α­ντο­χές της α­στι­κής νο­μι­μό­τη­τας, κα­θώς και ο βαθ­μός της προ­σφυ­γής στη βί­α, κυ­ρί­ως α­πό την πλευ­ρά του α­στι­κού κρά­τους.
Στο ση­μεί­ο αυ­τό ας α­φή­σου­με τού­τη την πα­ρέκ­βα­ση, που ε­ξάλ­λου α­φο­ρά σε πο­λύ γνω­στά θέ­μα­τα, και ας γυ­ρί­σου­με στους ση­με­ρι­νούς αρ­θρο­γρά­φους μας για τη “17 Νο­έμ­βρη”, την τρο­μο­κρα­τί­α και την Α­ρι­στε­ρά.

Βία και Αριστερά
Υ­πάρ­χει, εί­ναι πα­σί­δη­λο, μια θε­με­λιώ­δης συμ­φω­νί­α, πως το κρί­σι­μο ση­μεί­ο “σύ­να­ψης” τρο­μο­κρα­τί­ας και Α­ρι­στε­ράς βρί­σκε­ται στον Λέ­νιν και το μπολ­σε­βί­κι­κο κόμ­μα. Οι εν λό­γω αρ­θρο­γρά­φοι ε­ντο­πί­ζουν στα θε­ω­ρη­τι­κά έρ­γα του Λέ­νιν, αλ­λά κυ­ρί­ως στην πρα­κτι­κή του, έ­να κρά­μα, α­πό τη μια θέ­σων του Μαρ­ξ και του Έν­γκελ­ς για τον ρό­λο της βί­ας στην ι­στο­ρί­α και α­πό την άλ­λη ε­νός α­ναρ­χι­κού βο­λο­ντα­ρι­σμού τύ­που Ε. Μα­λα­τέ­στα (ο ο­ποί­ος θε­ω­ρού­σε ό­τι η κα­λύ­τε­ρη προ­πα­γάν­δα εί­ναι ή πρά­ξη, η ε­πα­να­στα­τι­κή βί­α που δια­πράτ­τε­ται αρ­χι­κά ε­ρή­μην των εν­δια­φε­ρο­μέ­νων κοι­νω­νι­κών ο­μά­δων ή τά­ξε­ων, αλ­λά εν συ­νε­χεί­α τις εμ­ψυ­χώ­νει, τις εν­θαρ­ρύ­νει και τε­λι­κά τις κι­νη­το­ποιεί να δια­δρα­μα­τί­σουν ε­νερ­γό ι­στο­ρι­κό ρό­λο).


Ε­δώ δε θα κά­νω κά­ποιο σχό­λιο για τις ό­ποιες δια­φο­ρές θέ­σε­ων ε­πί της βί­ας. Έ­στω, κατ’ οι­κο­νο­μί­α, ό­τι βά­ζου­με στο ί­διο τσου­βά­λι τον Μπλαν­κί, τις πρώ­ι­μες να­ρό­ντνι­κες τρο­μο­κρα­τι­κές ορ­γα­νώ­σεις, τον Μαρ­ξ, τον Λέ­νιν, τον Μα­λα­τέ­στα και δεν ξέ­ρω τι άλ­λο. Τα δε­δο­μέ­να του ση­με­ρι­νού προ­βλή­μα­τος δεν αλ­λά­ζουν. Αυ­τό που κά­πο­τε εί­χε ση­μα­σί­α ως θε­ω­ρη­τι­κή το­πο­θέ­τη­ση α­κρί­βειας και ά­σκη­ση του κρι­τι­κού πνεύ­μα­τος σή­με­ρα έ­χει γί­νει πα­ρω­χη­μέ­νη βυ­ζα­ντι­νο­λο­γί­α.


Ού­τως ή άλ­λως, η “ε­πί­ση­μη” Α­ρι­στε­ρά αρ­νή­θη­κε και ε­ξα­κο­λου­θεί να εί­ναι α­μή­χα­νη ως προς τη σχέ­ση της με την ε­πα­να­στα­τι­κή βί­α, εί­τε για­τί δεν θε­ω­ρεί πλέ­ον κομ­μου­νι­στι­κή τη φυ­σιο­γνω­μί­α της (ο­πό­τε δεν την α­φο­ρά), εί­τε για­τί α­πό και­ρό έ­χει α­πο­συν­δέ­σει την ε­πα­να­στα­τι­κή βί­α α­πό τη μαρ­ξι­στι­κή και λε­νι­νι­στι­κή πα­ρά­δο­ση (α­πό την ε­πο­χή της χρου­στσω­φι­κής γραμ­μής στα κομ­μου­νι­στι­κά κόμ­μα­τα), ο­πό­τε πε­ρι­χα­ρα­κώ­νε­ται σ’ έ­να φι­λή­συ­χο, μι­κρο­α­στι­κό φι­λο­κομ­μου­νι­σμό και σε ρε­φορ­μι­στι­κή πο­λι­τι­κή ε­ντός των πλαι­σί­ων του κοι­νο­βου­λευ­τι­σμού.


Και ό­ντως. Μέ­σα στα πλαί­σια της “πά­λης γραμ­μών” του κομ­μου­νι­στι­κού κι­νή­μα­τος, ο βί­αιος, ε­πα­να­στα­τι­κός χα­ρα­κτή­ρας της ε­πα­να­στα­τι­κής αλ­λα­γής έ­φτα­σε σε δρα­μα­τι­κούς τό­νους. Ας πά­ρου­με για πα­ρά­δειγ­μα τις α­ντι­πα­ρα­θέ­σεις με­τα­ξύ μα­ο­ϊ­κών-στα­λι­νι­κών και χρου­στσο­φι­κών-τι­το­ϊ­κών κομ­μου­νι­στών στις δε­κα­ε­τί­ες ’60-’70. Οι πρώ­τοι κα­τη­γο­ρού­σαν τους δεύ­τε­ρους για “ρε­βι­ζιο­νι­σμό”, δη­λα­δή ε­γκα­τά­λει­ψη της ε­πα­να­στα­τι­κής, βί­αι­ης και έ­νο­πλης α­ντι­πα­ρά­θε­σης των λα­ϊ­κών μα­ζών και του προ­λε­τα­ριά­του με τον ι­μπε­ρια­λι­σμό και τον κα­πι­τα­λι­σμό. Οι δεύ­τε­ροι ε­πέ­με­ναν να ι­σχυ­ρί­ζο­νται, κλεί­νο­ντας πο­νη­ρά το μά­τι στους βια­στι­κούς “α­ρι­στε­ρι­στές”, ό­τι κα­τά βά­θος τί­πο­τα δεν άλ­λα­ξε αλ­λά η βί­αι­η α­να­μέ­τρη­ση με το α­στι­κό κρά­τος θα γί­νει ό­ταν “ω­ρι­μά­σουν” οι συν­θή­κες. Σή­με­ρα το μυ­στι­κό μα­θεύ­τη­κε.


Πέ­ρα ό­μως α­πό τη φι­λο­λο­γί­α που α­να­πτύ­χθη­κε στη με­τα­ξύ τους κρι­τι­κή, η α­ντι­πα­ρά­θε­ση των “2 γραμ­μών” έ­παιρ­νε και πο­λύ πρα­κτι­κή μορ­φή, με κι­νη­το­ποι­ή­σεις, συν­θή­μα­τα και α­πο­φά­σεις σω­μα­τεί­ων και συλ­λό­γων “να προ­χω­ρή­σει η δια­δή­λω­ση σπά­ζο­ντας τον α­στυ­νο­μι­κό κλοιό”, να α­γνο­η­θεί κά­ποια άλ­λη α­στυ­νο­μι­κή α­πα­γό­ρευ­ση, ή να υ­πο­στη­ρι­χθεί το τά­δε έ­νο­πλο ε­θνι­κο­α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κό κί­νη­μα. Τα α­πο­τε­λέ­σμα­τα ή­ταν εί­τε να συμ­βαί­νουν πρά­ξεις βί­ας και ε­πει­σό­δια, τα ο­ποί­α δια­φο­ρο­ποιού­σαν, υ­πο­τί­θε­ται, τις δυο γραμ­μές, εί­τε να εν­σω­μα­τώ­νε­ται σε θε­ω­ρη­τι­κό ε­πί­πε­δο η α­νά­γκη για βί­αι­η α­να­μέ­τρη­ση με το σύ­στη­μα (α­νά­λο­γα με τις συν­θή­κες, φυ­σι­κά). Ο­πό­τε, εί­χα­με εκ­δη­λώ­σεις βί­ας αλ­λά και πρό­κλη­ση στά­σε­ων συ­μπε­ρι­φο­ράς που ω­θού­σαν σε α­κραί­ες πο­λι­τι­κές πρα­κτι­κές.


Αλ­λά και πέ­ρα α­πό την α­ντι­πα­ρά­θε­ση ε­κεί­νων των ε­πο­χών· γε­νι­κό­τε­ρα, σε μια α­περ­γί­α, μια δια­δή­λω­ση, μια α­γω­νι­στι­κή συ­γκέ­ντρω­ση πο­λι­τών, το κλεί­σι­μο της κυ­κλο­φο­ρί­ας στον δρό­μο, μια προ­κλη­τι­κή δια­μαρ­τυ­ρί­α, δεν πε­ριέ­χει α­πό μό­νη της πε­ρισ­σό­τε­ρο ή λι­γό­τε­ρο βο­λο­ντα­ρι­στι­κή βί­α τύ­που Μα­λα­τέ­στα; Εξ άλ­λου, για την πα­ρα­δο­σια­κή Α­ρι­στε­ρά, δεν ή­ταν αυ­τό το στοι­χεί­ο της θαρ­ρα­λέ­ας δια­κιν­δύ­νευ­σης που έ­πρε­πε κά­ποιοι λί­γοι α­γω­νι­στές να δια­θέ­τουν για να μπο­ρέ­σει να βρει την έκ­φρα­σή της μια δί­και­η υ­πό­θε­ση;
Αυ­τό το θάρ­ρος εί­χε να κά­νει μό­νο με ο­σιο­μαρ­τυ­ρι­κού τύ­που βλά­βη που θα υ­φί­στα­το ο α­γω­νι­στής; Η Α­ρι­στε­ρά στη “χρυ­σή” της ε­πο­χή έ­κα­νε μό­νο ά­μυ­να α­πέ­να­ντι στη βί­α του α­στι­κού κρά­τους; Ό­χι, βέ­βαια. Ποιος μπο­ρού­σε να εγ­γυ­η­θεί τις συ­νέ­πειες που θα εί­χε η πρό­κλη­ση ε­πει­σο­δί­ων σε τρί­τους; Πού αρ­χί­ζει ο η­ρω­ι­σμός και που τε­λειώ­νει η α­λυ­σί­δα της βί­ας που ε­νερ­γο­ποιεί η υ­πέρ­βα­ση των ε­κά­στο­τε συμ­βα­τι­κών ο­ρί­ων της νο­μι­μό­τη­τας; Πώς ε­ξα­σφα­λί­ζε­ται ό­τι μια πρά­ξη βί­ας με αρ­χι­κα μό­νο α­το­μι­κές συ­νέ­πειες δεν θα έ­χει στη συ­νέ­χεια ευ­ρύ­τε­ρες πο­λι­τι­κές πα­ρε­νέρ­γειες και δεν θα προ­κα­λέ­σει βλά­βη και σε άλ­λους; Η Α­ρι­στε­ρά, α­πό τη γέν­νη­ση της, δεν ερ­χό­ταν πά­ντα α­ντι­μέ­τω­πη μ’ έ­να ό­ριο “πο­νη­ρής” νο­μι­μό­τη­τας πέ­ρα α­πό το ο­ποί­ο πα­ρα­μό­νευε η α­πει­λή της ποι­νι­κο­ποί­η­σης και ε­πο­μέ­νως της α­πα­ξί­ας;


Βέ­βαια, το ε­πι­χεί­ρη­μα εί­ναι ό­τι η Α­ρι­στε­ρά προ­έ­βαι­νε σε βί­αιο βο­λο­ντα­ρι­σμό μό­νο σε με­γά­λες, ι­στο­ρι­κής ση­μα­σί­ας κρί­σεις, σε μη δη­μο­κρα­τι­κές πε­ριό­δους, ο­πό­τε δεν υ­πήρ­χε δυ­να­τό­τη­τα να διε­ξά­γει ο­μα­λά τον πο­λι­τι­κό της α­γώ­να και πά­ντα με πρά­ξεις που ε­ξέ­φρα­ζαν μια πο­λύ με­γά­λη με­ρί­δα πλη­θυ­σμού. Αλ­λά, αυ­τό εί­ναι μια γε­νι­κό­τη­τα. Η λε­πτο­με­ρής ε­ξέ­τα­ση των ι­στο­ρι­κών γε­γο­νό­των στα ο­ποί­α ε­δη­λώ­νο­νται βί­αιες πρά­ξεις α­πό την Α­ρι­στε­ρά μπο­ρεί να δεί­ξει ό­τι δεν υ­πήρ­χε α­σφα­λές κρι­τή­ριο νο­μι­μο­ποί­η­σης στη μα­ζι­κή συ­νεί­δη­ση.


Το “μέ­τω­πο” της κομ­μου­νι­στι­κής Α­ρι­στε­ράς δεν ή­ταν πά­ντα στο ση­μεί­ο ι­σορ­ρο­πί­ας με­τα­ξύ του δι­κού της δυ­να­μι­σμού και της α­νο­χής του συ­στή­μα­τος;


Θα εί­χε νό­η­μα η συ­ζή­τη­ση για την ό­ποια Α­ρι­στε­ρά και την ό­ποια βί­α αν η κοι­νή γνώ­μη εί­χε τη βε­βαιό­τη­τα ό­τι, έ­στω για μια τε­τρα­ε­τί­α και κα­τό­πιν πλειο­ψη­φί­ας σε κοι­νο­βου­λευ­τι­κές ε­κλο­γές, η κομ­μου­νι­στι­κή Α­ρι­στε­ρά θα μπο­ρού­σε να ε­φαρ­μό­σει το πρό­γραμ­μά της; Αλ­λά τέ­τοια Α­ρι­στε­ρά και τέ­τοιο εν­δε­χό­με­νο δεν υ­πήρ­ξε (και ί­σως δεν υ­πάρ­ξει πο­τέ). Α­ντί­θε­τα, υ­πήρ­χε και θα υ­πάρ­χει αυ­τό το “μέ­τω­πο” των α­ντί­θε­των δυ­νά­με­ων μέ­σα στα πλαί­σια του κα­πι­τα­λι­σμού που αγ­γί­ζει τα ευ­πα­θή ό­ρια της νο­μι­μό­τη­τας και πα­ρα­νο­μί­ας, της βί­ας και της συμ­μόρ­φω­σης στους κα­νό­νες, του μέ­τρου και της υ­περ­βο­λής. Αυ­τή η κοι­νω­νι­κή “α­στά­θεια”, αυ­τό το ευ­κί­νη­το μέ­τω­πο που ο­ριο­θε­τεί τις α­ντι­φα­τι­κές δο­μές του κα­πι­τα­λι­στι­κού συ­στή­μα­τος ε­μπε­ριέ­χει τα με­γά­λα αι­νίγ­μα­τα πε­ρί βί­ας. Α­πό τη λύ­ση τους προσ­διο­ρί­ζουν τη φυ­σιο­γνω­μί­α τους ό­χι μό­νο οι πο­λι­τι­κοί εκ­φρα­στές των κοι­νω­νι­κών τά­ξε­ων αλ­λά και οι ί­διες οι συλ­λο­γι­κές συ­νει­δή­σεις αυ­τών των τά­ξε­ων.


Πρα­κτι­κό­τε­ρα τώ­ρα. Εί­ναι βέ­βαιο, ό­τι στη με­τα­ψυ­χρο­πο­λε­μι­κή πε­ρί­ο­δο η Α­ρι­στε­ρά στην Ευ­ρώ­πη βρέ­θη­κε πε­ρισ­σό­τε­ρο α­πό πο­τέ α­ντι­μέ­τω­πη με το πρό­βλη­μα του βο­λο­ντα­ρι­σμο­ύ στην πο­λι­τι­κή της, προ­πα­ντός διό­τι, υ­πο­τί­θε­ται πως ξε­κα­θά­ρι­σε την α­πο­δο­χή του α­στι­κού κοι­νο­βου­λευ­τι­σμού. Ό­σο το κα­πι­τα­λι­στι­κό σύ­στη­μα στα­θε­ρο­ποιεί­το, ο κα­τα­να­λω­τι­σμός και ο κομ­φορ­μι­σμός κέρ­δι­ζαν έ­δα­φος. Αρ­κε­τά πριν αλ­λά, φυ­σι­κά, και με­τά την κα­τάρ­ρευ­ση του υ­παρ­κτού σο­σια­λι­σμού, οι δι­σταγ­μοί και τα δι­λήμ­μα­τα πε­ρί των ο­ρί­ων του βο­λο­ντα­ρι­σμού με­τα­τρά­πη­καν σε πλή­ρη πο­λι­τι­κή και ι­δε­ο­λο­γι­κή α­μη­χα­νί­α. Αλ­λά, σι­γά-σι­γά, α­πό την υ­πέρ­με­τρη α­να­δί­πλω­ση, βρέ­θη­κε στην πα­ρά­ξε­νη θέ­ση να α­πο­τε­λεί σή­με­ρα, η ί­δια η ι­δε­ο­λο­γι­κή ύ­παρ­ξη της κομ­μου­νι­στι­κής Α­ρι­στε­ράς έ­ναν α­κραί­ο βο­λο­ντα­ρι­σμό που θε­ω­ρεί­ται α­πει­λή για τα νέ­α με­τα­το­πι­σμέ­να ό­ρια της νο­μι­μό­τη­τας! Αυ­τή η κα­τά­στα­ση ε­ξάλ­λου συ­ντη­ρεί και κά­ποια μη ζω­ο­γό­να αυ­τα­ρέ­σκεια ε­ντός της.


Αν ο για­κω­βι­νι­σμός υ­πήρ­ξε έ­νας πρό­γο­νος της Πρω­το­α­ριστε­ράς κι αν ο­δή­γη­σε στο φαι­νό­με­νο της Πρω­το­τρο­μο­κρα­τί­ας, αυ­τό δεν έ­γι­νε πα­ρά μέ­σω της κρα­τι­κής ι­σχύ­ος, γι’ αυ­τό και δεν υ­πήρ­ξε πο­τέ έ­να α­λη­θι­νό πρό­βλη­μα της λα­ϊ­κής και δη­μο­κρα­τι­κής συ­νεί­δη­σης, ού­τε της ερ­γα­τι­κής, αλ­λά ού­τε και της α­στι­κής τά­ξης! Τρο­μο­κρα­τί­α, ου­σια­στι­κά, μπο­ρεί να α­σκή­σει μό­νο το κρά­τος, κα­πι­τα­λι­στι­κό ή “σο­σια­λι­στι­κό”. Αυ­τό και ο κοινός νούς το αντιλαμβάνεται εύκολα. Αν υ­πο­θέ­σου­με πως η κοι­νή γνώ­μη εί­ναι σί­γου­ρη ό­τι πί­σω α­πό τα πο­λι­τι­κά ε­γκλή­μα­τα δεν κρύ­βο­νται μυ­στι­κές υ­πη­ρε­σί­ες, ού­τε κρα­τι­κά συμ­φέ­ρο­ντα, αλ­λά εί­ναι πρά­ξεις με­μο­νω­μέ­νων α­τό­μων ή ο­μά­δων, αρ­νεί­ται μεν να τις κα­τα­νο­ή­σει, αλ­λά αι­σθά­νε­ται ε­λά­χι­στη α­πει­λή και πά­ντως δεν τρο­μο­κρα­τεί­ται. Α­ντί­θε­τα, τρο­μο­κρα­τεί­ται α­πό τις α­σύ­γκρι­τα ι­σχυ­ρό­τε­ρες δυ­να­τό­τη­τες των κρα­τι­κών μη­χα­νι­σμών, οι ο­ποί­ες έ­χουν και τη δύ­να­μη να αυ­το­νο­μι­μο­ποιού­νται. Διό­τι η κοι­νο­βου­λευ­τι­κή δη­μο­κρα­τί­α δεν έ­χει α­κό­μη κα­τα­φέ­ρει να πεί­σει τον πο­λί­τη ό­τι μπο­ρεί να ε­λέγ­ξει ό­λους τους μη­χα­νι­σμούς της κρα­τι­κής βί­ας.


Ατομική βία και Αριστερά
Αλ­λά σε κά­θε πε­ρί­πτω­ση, και για να δο­θεί έ­να τέ­λος στον α­χταρ­μά της αρ­θρο­γρα­φί­ας, πρέ­πει να γί­νει δια­χω­ρι­σμός απ’ τη μια α­νά­με­σα ο’ αυ­τό που στους Μαρ­ξ, Έν­γκελ­ς και Λέ­νιν θε­ω­ρή­θη­κε “ε­πα­να­στα­τι­κή βί­α” και σαν α­ντί­λη­ψη και πρα­κτι­κή κλη­ρο­δο­τή­θη­κε στην Α­ρι­στε­ρά και το ε­πα­να­στα­τι­κό κί­νη­μα κι απ’ την άλ­λη σ’ αυ­τό που ο­νο­μά­στη­κε α­το­μι­κή τρο­μο­κρα­τί­α του 19ου αιώ­να και ορ­γα­νω­μέ­νη τρο­μο­κρα­τι­κή δρά­ση στη με­τα­ψυ­χρο­πο­λε­μι­κή πε­ρί­ο­δο. Οι δια­φο­ρές εί­ναι τε­ρά­στιες και εί­ναι λυ­πη­ρό να προ­βαί­νουν έ­γκυ­ροι αρ­θρο­γρά­φοι σε τέ­τοιες α­πλου­στεύ­σεις και α­πο­σιω­πή­σεις.


Ό­σον α­φο­ρά στη μαρ­ξι­στι­κή, κομ­μου­νι­στι­κή Α­ρι­στε­ρά, αυ­τή ού­τε στην πιο ε­πα­να­στα­τι­κή της πε­ρί­ο­δο δεν α­πο­λυ­το­ποί­η­σε τη βί­α σαν κα­τα­λυ­τι­κό στοι­χεί­ο της ι­στο­ρι­κής ε­ξέ­λι­ξης. Η “Α­ρι­στε­ρά” του Μαρ­ξ, του Έν­γκελ­ς, αλ­λά και του Λέ­νιν, πο­τέ δεν πί­στε­ψε και γι’ αυ­τό ά­σκη­σε έ­ντο­νη κρι­τι­κή σε α­πό­ψεις πε­ρί “της ά­με­σης πο­λι­τι­κής βί­ας ως πρω­ταρ­χι­κού στοι­χεί­ου στην ι­στο­ρί­α”. Γι’ αυ­τή την “Α­ρι­στε­ρά”, η βί­α δεν προ­ϋ­πάρ­χει, σαν με­τα­φυ­σι­κή κα­τη­γο­ρί­α, της τα­ξι­κής διαί­ρε­σης. Δεν εί­ναι η βί­α που γεν­νά τις τά­ξεις. Γι’ αυ­τή την “Α­ρι­στε­ρά”, ε­πί­σης, ού­τε η α­το­μι­κή ι­διο­κτη­σί­α εμ­φα­νί­ζε­ται στην ι­στο­ρί­α σαν α­πο­τέ­λε­σμα λη­στεί­ας και βί­ας. Μπο­ρεί και­ να εί­ναι τέ­τοια η προ­έ­λευ­σή της, δεν εί­ναι ό­μως κα­θό­λου α­πα­ραί­τη­το. Στα κεί­με­να του “κλα­σι­κού” μαρ­ξι­σμού, η βί­α εί­ναι φαι­νό­με­νο και λει­τουρ­γί­α των κοι­νω­νι­κών σχη­μα­τι­σμών και των τα­ξι­κών σχέ­σε­ων. Κα­τα­νο­εί­ται στα πλαί­σια της συ­γκε­κρι­μέ­νης ι­στο­ρι­κής στιγ­μής και κοι­νω­νι­κής και πο­λι­τι­κής μορ­φο­λο­γί­ας.


Αν, λοι­πόν, η βί­α δεν εί­ναι η γε­νε­σιουρ­γός αι­τί­α του τα­ξι­κού δια­χω­ρι­σμού της κοι­νω­νί­ας, πο­λύ πε­ρισ­σό­τε­ρο δεν μπο­ρεί να εί­ναι ο πλο­η­γός στο ό­ρα­μα του με­τα­σχη­μα­τι­σμού της σε νέ­α, κα­λύ­τε­ρη και δι­καιό­τε­ρη μορ­φή. Η βί­α πα­ρα­μέ­νει ό­πως την ή­θε­λε και ο Μαρ­ξ μια “μα­μή” της ι­στο­ρί­ας, έ­να μό­νι­μο και πα­ρα­κο­λου­θη­τι­κό στοι­χεί­ο, με μεγαλύτερο ή μικρότερο ρό­λο, ι­δί­ως σε δια­δι­κα­σί­ες κύ­η­σης και γέν­νας που α­φο­ρούν στη συ­νο­λι­κή κοι­νω­νι­κή κα­τά­στα­ση.


Οι εκ­δη­λώ­σεις α­το­μι­κής βί­ας και τρο­μο­κρα­τί­ας εί­ναι, στην κα­λύ­τε­ρη πε­ρί­πτω­ση, μη­δα­μι­νό­τη­τες για τις ι­στο­ρι­κές προ­κλή­σεις. Σε μια πιο με­τριο­πα­θή εκ­δο­χή, α­πο­τε­λούν κοι­νω­νι­κές α­σκή­σεις α­ντι­με­τώ­πι­σης δυ­σ-προ­σάρ­μο­στων ι­διο­φυών, ή, α­να­γνώ­ρι­σης της δια­φο­ράς με­τα­ξύ προ­σω­πι­κού και συλ­λο­γι­κού. Για­τί δεν εί­ναι κα­θό­λου “άλ­λο θέ­μα”, αν η ζω­ή του αν­θρώ­που εί­ναι πο­λύ μι­κρή για να α­να­γκα­στεί να χω­νέ­ψει ι­στο­ρι­κά προ­τσές και ο­ρά­μα­τα ή κοι­νω­νί­ες που συν­θλί­βουν τις α­το­μι­κές υ­πάρ­ξεις. Κά­πο­τε, τον 19ο αιώ­να ας πού­με, οι Ρώ­σοι τρο­μο­κρά­τες πραγ­μά­τω­ναν μα­ζί με το προ­σω­πι­κό τους αί­τη­μα και μια, εν­δε­χο­μέ­νως, α­κα­θό­ρι­στη προσ­δο­κί­α του συλ­λο­γι­κού ε­πι­θυ­μη­τι­κού. Σή­με­ρα, σε πο­λύ έ­ντο­νη πα­ρα­φω­νί­α με την πα­λιά, “ρο­μα­ντι­κή” μορ­φή της α­το­μι­κής τρο­μο­κρα­τί­ας, μέ­σα σ’ έ­να ευ­ρύ­τε­ρο κλί­μα κα­τα­να­λω­τι­σμού και κομ­φορ­μι­σμού, ά­το­μα με ε­πι­σφα­λείς και ε­πι­πό­λαιες σχέ­σεις με τις ί­διες τους τις κα­τα­βο­λές ζη­τούν ι­κα­νο­ποι­ή­σεις “ε­δώ και τώ­ρα”. Η α­νυ­πο­μο­νη­σί­α για την ύ­παρ­ξη και η α­νί­α ε­νώ­πιον μιας συλ­λο­γι­κής προ­ο­πτι­κής τους κά­νει εύ­και­ρους σε α­νο­μι­κές συ­μπε­ρι­φο­ρές.


Αυ­τή εί­ναι και η πε­ρί­πτω­ση για την τρο­μο­κρα­τί­α στην πρό­σφα­τη ελ­λη­νι­κή της εκ­δο­χή. Το πλέ­ον α­πα­ρά­δε­κτο για τη γνώ­μη του μέ­σου πο­λί­τη εί­ναι η προ­κλη­τι­κό­τη­τα της “αυ­το­νο­μί­ας” τους, η ύ­βρις να μην α­πο­δει­κνύ­ε­ται η ε­ξάρ­τη­ση των Ελ­λή­νων τρο­μο­κρα­τών α­πό ξέ­νες μυ­στι­κές υ­πη­ρε­σί­ες. Ο ελ­λη­νι­κός λα­ός έ­χει υ­πο­φέ­ρει σε τέ­τοιο βαθ­μό α­πό την ξε­νο­κρα­τί­α, ώ­στε αρ­νεί­ται να δε­χτεί πως οι τρο­μο­κρά­τες δεν εί­ναι όρ­γα­να μυ­στι­κών υ­πη­ρε­σιών. Τό­τε, ό­λοι θα εί­χαν μια α­να­κου­φι­στι­κή ε­ξή­γη­ση. Η συλ­λο­γι­κή πα­ρά­στα­ση της πα­ντο­δυ­να­μί­ας του Συ­στή­μα­τος θα “νο­μι­μο­ποιού­σε” τους τρο­μο­κρά­τες ως μι­σθω­τούς του οι ο­ποί­οι, εν τέ­λει, έ­κα­ναν κι αυ­τοί τη δου­λειά τους. Αυ­τό θα προ­κα­λού­σε ί­σως κά­ποια συ­μπά­θεια στα ο­μοί­ως πά­σχο­ντα υ­πο­κεί­με­να. Αλ­λά ε­δώ έ­χου­με κά­τι πο­λι­τι­κά, κοι­νω­νι­κά και αι­σθη­τι­κά α­προσ­διό­ρι­στες υ­πάρ­ξεις, έ­ξω α­πό ειω­θό­τα σχή­μα­τα, βυ­θι­σμέ­νες σε έ­να εί­δος α­πελ­πι­σί­ας που, ό­πως φαί­νε­ται, δεν εί­ναι α­πο­δε­κτό ού­τε α­πό το πιο τα­πει­νω­μέ­νο εί­δος αν­θρώ­που. Υ­πάρ­ξεις που δεν μπο­ρούν να α­να­χθούν σε τί­πο­τα και γι’ αυ­τό η χει­ρό­τε­ρη κα­τα­δί­κη τους θα εί­ναι να λει­τουρ­γή­σουν ως ο αιώ­νια πα­ρα­μορ­φω­τι­κός κα­θρέ­φτης των κα­τη­γό­ρων τους.


Η αρ­θρο­γρα­φί­α ό­μως για την “Α­ρι­στε­ρά”, ό­πως και η “Α­ρι­στε­ρά” για την αρ­θρο­γρα­φί­α, εί­ναι μια άλ­λη υ­πό­θε­ση. Η χυ­δαί­α ή συ­γκρατημέ­νη ε­πι­θε­τι­κό­τη­τα ε­να­ντί­ον της Α­ρι­στε­ράς για το θέ­μα της τρο­μο­κρα­τί­ας θα εί­ναι ο χει­ρό­τε­ρος σύμ­βου­λος για τα χρό­νια προ­βλή­μα­τά της. Εί­ναι κα­τα­νο­η­τό για­τί διά­φο­ροι σπεύ­δουν να α­πο­δώ­σουν το φαι­νό­με­νο της τρο­μο­κρα­τί­ας στην κομ­μου­νι­στι­κή Α­ρι­στε­ρά. Δε θα εί­ναι το ί­διο η α­να­ζή­τη­ση της σχέ­σης της με την ε­πα­να­στα­τι­κή βί­α.


Αυ­τό που η α­να­ζη­τού­με­νη Α­ρι­στε­ρά χρειά­ζε­ται εί­ναι: να α­ντι­λη­φθεί το ση­με­ρι­νό πε­ρι­βάλ­λον της, τη σχέ­ση της με τα δρώ­ντα υ­πο­κεί­με­να του και­ρού της. Τα ό­ρια της “α­νοι­κτής κοι­νω­νί­ας” και το δι­κό της εί­δος μέ­σα σ’ αυ­τήν. Ο ε­πα­να­προσ­διο­ρι­σμός της ι­ση­γο­ρί­ας στην α­νά­λυ­ση των ευ­θυ­νών της. Ποια εί­ναι η δι­κή της κυο­φο­ρί­α. Πά­ντα α­πό

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ