από το Άρδην τ. 27, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2000
Η μορφή του έγινε ξαφνικά γνώριμη σε όλο τον κόσμο, από την Γαλλία έως τις ΗΠΑ και από τις Φιλιππίνες έως την Κολομβία, ταυτίστηκε με την πιο ριζοσπαστική αμφισβήτηση της παγκοσμιοποίησης και αναδείχτηκε στο πρόσωπο σύμβολο ενός πολύμορφου και ιστορικά πρωτόγνωρου κινήματος που φαίνεται αργά αλλά σταθερά να συγκροτείται σε παγκόσμιο επίπεδο. Σύγχρονη μετενσάρκωση του θρυλικού Αστερίξ, όχι μόνο για το μουστάκι αλλά και το απειθάρχητο πνεύμα του, ο Ζοζέ Μποβέ απασχολεί μονίμως τα μέσα ενημέρωσης από την μεγάλη συγκέντρωση του Σηάτλ και μετά, και το βιβλίο του “0 κόσμος δεν είναι εμπόρευμα” (εκδόσεις La Decouverte, γραμμένο μαζί με τους Φρασουά Ντιφούρ και Ζιλ Λινό) πούλησε 80.000 αντίτυπα. Στις συγκεντρώσεις που μιλάει συρρέουν χιλιάδες λαού και πλέον οι πολιτικοί της Γαλλίας τον παίρνουν στα σοβαρά (ο Σιράκ τον χαιρετά και ο Ζοσπέν τρώει μαζί του).
Εντούτοις ο Μποβέ δεν είναι ένας διάττοντας αστέρας που απέκτησε διασημότητα ούτε ένας αγανακτισμένος και αρκούντως πληροφορημένος αγρότης. Η δράση του ξεκινά ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ‘70.0 εικοσάχρονος Ζοζέ με την γυναίκα του Αλίς, πηγαίνουν στο Ααρ-ζάκ μαζί με ομάδες οικολόγων, αριστερών και ειρηνιστών για να εμποδίσουν την επέκταση του στρατοπέδου που βρισκόταν εκεί από το 1902. Εγκαθίστανται σε ένα αγρόκτημα, σε ένα χωριό στο Μοντρεντόν, που ανήκει στον στρατό. Μέχρι το 1980 αγωνίζονται για την αποτροπή της επέκτασης του στρατοπέδου. Αλλά κυρίως αυτό που έχει σημασία είναι ότι υπερασπίζονται ταυτόχρονα έναν άλλο τρόπο ζωής, αντίθετο από τα κυρίαρχα ρεύματα της αστικοποίησης και της αέναης ανάπτυξης ενάντια στις βαθιές ανθρώπινες ανάγκες. Μέχρι το 1984 ζει και ταυτόχρονα μεγαλώνει τις δύο του κόρες χωρίς τρεχούμενο νερό και ηλεκτρικό. Κοντά στην φύση ως απλοί αγρότες, ο Μποβέ και οι σύντροφοι του κατορθώνουν να κερδίσουν την υπόθεσή τους με απόφαση του Φρανσουά Μιτεράν το 1981, ενώ τον Μάιο της ίδιας χρονιάς ο Μποβέ και η Αλίς συναντιούνται με τον, μόλις μιας βδομάδας πρωθυπουργό, Πιέρ Μορουά.
Ο Μποβέ εμφανίζεται πάλι στο προσκήνιο το 1987, καθώς είναι από τους ιδρυτές της Συνομοσπονδίας των Αγροτών, συνδικάτο που έχει σκοπό να αμφισβητήσει το μονοπώλιο της FNSEA (Εθνική Ομοσπονδία των Συνδικάτων των Αγροτοκαλλιερ-γητών) μιας οργάνωσης διαχειριστικού χαρακτήρα. Η Συνομοσπονδία έλκει την καταγωγή της από το 1972 και την ίδρυση της αριστερής οργάνωσης Εργαζόμενοι Αγρότες, μιας συνέπειας του 1968 και του βιβλίου του Μπερνάρ Λαμπέρ “Οι αγρότες στην πάλη των τάξεων”. Το 1981 μετονομάζεται σε CNSTP ενώ την επόμενη χρονιά ιδρύεται η FNSP από διαφωνούντες της FNSEA, σοσιαλιστικής κατεύθυνσης. Είναι η χρονιά που ο Μποβέ εντάσσεται στην CNSTP. Το 1986 τα δύο συνδικάτα ενώνονται και δημιουργούν την Συνομοσπονδία Αγροτών.
Αλλά και το 1995 βρέθηκε στο πλευρό των Κανάκων της Νέας Καληδονίας και του lav ΜαρίΝτζιμπά-ου. Συμμετέχει ενεργά στις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας για τις πυρηνικές δοκιμές της Γαλλίας στα νησιά Μου-ρουρόα. Μάλιστα είναι ένας από τους επιβάτες του πλοίου Rainbow Warrior με απόφαση των κατοίκων του Λαρζάκ για την προσωπικότητά του, αλλά και την τέλεια γνώση των αγγλικών του (μικρός πέρασε τέσσερα χρόνια στις ΗΠΑ όταν οι γονείς του εργάζονταν εκεί).
Το ίδιο διάστημα συμμετέχει ενεργά στις διαδηλώσεις για την υπεράσπιση της αγροτικής παραγωγής. Σε μια από τις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, το 1998, καταστρέφουν αποθέματα μεταλλαγμένου καλαμποκιού της εταιρείας Νοβάρτις σε μια αποθήκη στο Nerac-Lot- et- Garonne. Για την συμμετοχή του στην ενέργεια αυτή καταδικάστηκε σε φυλάκιση έξι μηνών με αναστολή.
Η θεαματικότερη όμως αντίδραση του Μποβέ και των συντρόφων του πραγματοποιείται με την καταστροφή του εστιατορίου Μακ Ντόναλντ στο Millau. Μια ενέργεια που ήταν αποτέλεσμα της απόφασης των αμερικανών να υπερκοστολογήσουν το τυρί ροκφόρ, σαν αντίποινα στην ευρωπαϊκή απόφαση να σταματήσει την εισαγωγή βοδινού κρέατος, που περιέχει ορμόνες, από τις ΗΠΑ.
Οι ενέργειές του αυτές τον κάνουν συμπαθή σε όλη τη Γαλλία. Το θέμα της διατροφής αποτελεί ένα ευαίσθητο για τον μέσο πολίτη θέμα. Πολύ δε περισσότερο που οι διαστάσεις που παίρνει είναι και εθνικές. Η αντίδραση των Γάλλων απέναντι σε εισαγόμενα τρόφιμα κατώτερης και συχνά επικίνδυνης ποιότητας είναι οξεία, καθώς θέτουν σε κίνδυνο εκτός από την υγεία και τη δική τους αγροτική παραγωγή. Ταυτόχρονα όμως αποτελεί και μια εθνική υποχώρηση σε μια πλευρά της καθημερινότητας τους μπροστά στην επέλαση της αμερικα-νοκρατούμενης παγκοσμιοποίησης.
Ο Μποβέ όμως φαίνεται να έχει και σημαντικές ικανότητες να κερδίζει από τις μάχες αυτές και τις εντυπώσεις. Όπως λεει ο σύντροφος του Γκοντφραίν, έχει ένα δείκτη ευφυίας πάνω από το μέσο επίπεδο. Στην τακτική του δεινότητα εντάσσεται και η απόφασή του να μην πληρώσει το ποσό που του επέτρεπε να μην φυλακιστεί για τα επεισόδια στο Μιγιό (Millau). Προτίμησε να μπει στην φυλακή. Η απόφασή του αποδείχτηκε σωστή. Ένα τεράστιο κύμα αλληλεγγύης ξεσηκώθηκε υπέρ του και οι φωτογραφίες με τα υψωμένα χέρια, δεμένα με τις χειροπέδες, έκαναν το γύρο του κόσμου. Ο ίδιος πάντως στο βιβλίο του αναφέρει ότι η φωτογραφία δεν ήταν τυχαία.
Το περιοδικό Le Point αναρωτιέται μέχρι που θα φτάσει ο Μποβέ. 0α αναμιχθεί ενεργά στην πολιτική, ειδικά τώρα που η απήχηση του λόγου του είναι τόσο μεγάλη στον γαλλικό λαό; Ο ίδιος ο Μποβέ την περασμένη άνοιξη το αρνήθηκε. Επιθυμεί να ξαναβρεί την οικογένειά του και την γη του. Δεν θα του άρεσε να μετατραπεί σε έναν επαγγελματία συνδικαλιστή.
Επιμέλεια: Σωτήρης Δημόπουλος
Γέφυρα αγροτικού και αστικού πληθυσμού
Ο διευθυντής ερευνών της CNRS, Jean Viard εξηγεί την απήχηση του κινήματος που έ χει δημιουργηθεί γύρω από τον Ζοζέ Μποβέ ως συνέπεια της ικανότητας του να μιλά για τον αγροτικό κόσμο στα μεσοαστικά στρώματα των πόλεων.
Πως εξηγείτε ότι ο Ζοζέ Μποβέ, ηγέτης μιας μειοψηφικής οργάνωσης αγροτών, μπόρεσε να μεταβληθεί σε τέτοιο σύμβολο;
Βρήκε ένα σπουδαίο βήμα, το οποίο είχε την οξυδέρκεια να συλλάβει ως αληθινός επαγγελματίας της συνδικαλιστικής δράσης. Πρόκειται για έναν ταλαντούχο άνδρα, του οποίου ο τρόπος της ζωής του είναι σχεδόν παραδειγματικός γι’ αυτό που υπερασπίζεται με το Λαρζάκ, το εισόδημά του κ.λπ. Υπάρχει και ένα διακύβευμα που αφορά στον ίδιο τον αγροτικό πληθυσμό ο οποίος γνωρίζει μια βαθύτατη αναστάτωση και το πολύ σημαντικό ζήτημα της ταυτότητας στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης και τους φόβους που αυτή προκαλεί. Σαν γνήσια γέφυρα μεταξύ του αγροτικού και του αστικού κόσμου, ο Μποβέ πέτυχε την σύνθεση των δύο αυτών στοιχείων, ίσως επειδή η Γαλλία αποτελούσε μια αγροτική δημοκρατία για πολύ καιρό. Κάποιος ο οποίος ενσαρκώνει την γη αντιμετωπίζεται ως ο φορέας των αξιών μιας τέτοιας Δημοκρατίας. Ο Μποβέ και η Μαριάνα, με τα δεμάτια τα στάχυα, θα αποτελούσαν ένα υπέροχο δίδυμο.
Πώς θα ορίζατε το κίνημα που συσπειρώνεται γύρω από αυτόν; Αν δεν επρόκειτο για κάποιον που δηλώνει αριστερός, θα μιλούσαμε ίσως για μια εθνικιστική αντίδραση στην παγκοσμιοποίηση…
Αρχικά έτσι θα σκεφτόταν κάποιος. Γνωρίσαμε προσωπικότητες που προβλήθηκαν κατά την διάρκεια μιας συγκυριακής σύγκρουσης και εξαφανίστηκαν το ίδιο σύντομα. Όμως ο Μποβέ εμφανίζεται σε μια μάχη για το ροκφόρ, αλλά κατέστη μια συμβολική πολιτική φυσιογνωμία. Η Γαλλία συνειδητοποιεί σταδιακά την παγκοσμιοποίηση. Αρχικά υπήρξαν οι αντιδράσεις από την άκρα δεξιά. Στην συνέχεια προχώρησε προς την πλευρά των οπαδών της εθνικής κυριαρχίας, οι οποίοι τοποθετούνται πάντα μέσα στην λογική των συνόρων. Αυτή την φορά εγκαθίσταται μια άλλη λογική, η οποία στηρίζεται περισσότερο στην άκρα αριστερά, αναζητώντας να υπερασπιστούμε τις δικές μας αξίες μέσα στην παγκοσμιοποίηση. Είναι ένα γαλλικό “εμείς” που δηλώνει συμβολικά τις συλλογικές μας αξίες…
Ο Μποβέ το ενσαρκώνει πολύ καλά.
Αυτό δεν του επιτρέπει να συνενώνει ανθρώπους εχθρικούς στην “παγκοσμιοποίηση” με αφετηρία συμφέροντα και θεωρίες καμιά φορά ανταγωνιστικές;
Ναι, αλλά απέναντι στην παγκοσμιοποίηση, υπάρχουν τρεις θέσεις. Αυτοί που είναι “υπέρ”, πολύ σχηματικά οι μεγαλομέτοχοι. Υπάρχουν οι “αποκλεισμένοι” της διαδικασίας, ένα καλειδοσκόπιο απ’ όλους αυτούς που θίγονται άμεσα: τους φτωχούς, τους εργάτες, τους μετανάστες χωρίς χαρτιά, τους αγρότες σε μια αγορά που βρίσκεται στο τέλος της κ.ά. Υπάρχει προπαντός μια κεντρική ομάδα, τα μεσαία στρώματα, οι οποίοι γοητεύονται ταυτόχρονα από την παγκοσμιοποίηση ή το Ίντερνετ, αλλά φοβούνται και ότι θα χάσουν αυτό που τους στηρίζει, όσο και την ατομική τους ταυτότητα: μια αισθητική, μια κάποια ιδέα της πολιτισμού και της αλληλεγγύης. Όταν εμφανίζεται μια θέση που λαμβάνει υπόψη της αυτούς τους δύο παράγοντες του προβλήματος γίνεται εξόχως συμπαθής.
Πρόκειται δηλαδή για ένα μικροαστικό κίνημα;
Δεν θα έλεγα ότι πρόκειται για ένα μικροαστικό κίνημα αλλά η συμπάθεια των μικροαστών για αυτό το κίνημα είναι έντονη. Πρόκειται για τη συμπάθεια των κατοίκων των πόλεων και η διεθνής υποστήριξη προς τον Μποβέ ταιριάζει με μια αντίληψη που οι άλλες χώρες έχουν για την Γαλλία: μια χώρα που έχει πάντα σε προνομιακή θέση τους αγρότες της. Αλλά αυτό το κίνημα είναι ενταγμένο και στην αγροτική οικονομία. Εδώ και τριάντα χρόνια, η επαρχία παρουσιάζεται ιδιαίτερα για τους Γάλλους ως τοπίο. Η επαρχία στο εξής μεταβάλλεται σε αισθητική. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, οι δύο λέξεις που χρησιμοποιούνται πιο συχνά είναι η “ομορφιά” και η “ελευθερία”, ενώ η πόλη συμβολίζει την εργασία και τη διασκέδαση. Αυτή η επαρχία που επιθυμούμε δεν είναι κατ’ αρχάς ένας τόπος παραγωγής αλλά συμβολίζει την σχέση με τη φύση και την αυθεντική παράδοση. Αυτή η αντίληψη ταυτίζει τους αγρότες με την παραγωγή ποιοτικών προϊόντων, των προϊόντων της γης, ακόμα και αν αποτελούν μόνο ένα μικρό μέρος της αγροτικής παραγωγής. Δεν θα μπορούσε να τρώει κάποιος ροκφόρ όλες τις μέρες! Είναι η αστική φαντασίωση για την αγροτική παραγωγή…
Η συνέντευξη πάρθηκε από τον Eric Dupin Λιμπερασιόν, 30 Ιουνίου 2000
Μετά την Πράγα;
Τελικώς ο Ζοζέ Μποβέ καταδικάστηκε στις αρχές Σεπτεμβρίου από το γαλλικό δικαστήριο του Μιγιώ σε τρεις μήνες χωρίς αναστολή, για την κατεδάφιση του Μακ Ντόνανλτς. Ωστόσο, ο αγώνας στον οποίο εντάσσεται έχει πάρει παγκόσμιες διαστάσεις. Από το Σιάτλ ως την Πράγα και από την Μελβούρνη στο Μιγιώ, αγρότες, εργάτες, οικολόγοι, καταπιεσμένα έθνη και εθνότητες (όπως οι Ινδιάνοι Τσιάπας) και νέοι συνθέτουν ένα παγκόσμιο κίνημα που έχει θέσει ως υπ’ αριθμόν ένα στόχο του την παγκοσμιοποίηση ό,τι δηλαδή μπορούμε να περιγράψουμε με αυτή τη λέξη: την χρηματιστηριακή διεθνοποίηση, την καταστροφή του περιβάλλοντος, το φτώχεμα του Τρίτου Κόσμου, την Νατοϊκή και Αμερικάνικη διεθνή πειρατεία, τα μεταλλαγμένα τρόφιμα και τις γενετικές παρεμβάσεις, την καταπίεση των μικρών εθνών και εθνοτήτων, την ισοπέδωση της παγκόσμιας κουλτούρας με την κυριαρχία της Χολιγουντιανής εικονικής πραγματικότητας, την έλευση του κλωνοποιημένου μετανθρώπου, τις αυξανόμενες κοινωνικές και εκπαιδευτικές ανισότητες. Και τα σύμβολα αυτού του κόσμου είναι πρόδηλα, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Διεθνής Τράπεζα, Μακ Ντόναλντς, Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, Ομάδα των Εφτά, κλπ.
Ένα νέο παγκόσμιο κίνημα γεννιέται! Ένα κίνημα που μοιάζει με εκείνο της δεκαετίας του ’60, με τη διαφορά ότι σήμερα οι στόχοι έχουν επικεντρωθεί περισσότερο ενάντια στην τεχνολογία του κεφαλαίου, ενάντια στη διεθνή [Γ7ϊ τάξη και συσπειρώνουν και δυνάμεις 19 όπως οι αγρότες καθώς και μεγαλύτερες γενιές. Επί πλέον ιδεολογικά δεν φορτίζεται τόσο από το βάρος της μαρξιστικής παράδοσης, ούτε έχει αναφορές σε κάποια χώρα-πιλότο, με όλα τα αρνητικά και τα θετικά που έχει κάτι τέτοιο. Βέβαια βρισκόμαστε ακόμα στην αρχή, στην ιδεολογική προετοιμασία. Αλλά η βασική διαπίστωση δεν χωράει αμφιβολία. Το νέο έχει ήδη ξεκινήσει. Η Πράγα είναι απλώς ο τελευταίος σταθμός πριν. από τον επόμενο.