της Α. Λυδάκη, από το Άρδην τ. 48-49, Αύγουστος 2004
ΕΝΑ ΔΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΒΛΕΜΜΑ, μία εποπτεία των ανθρώπινων και των φυσικών φαινομένων, μια σύγκλιση θετικιστικής και συγχρόνως ρομαντικής προσέγγισης, πραγματικά πρωτόγνωρη και επαναστατική για θετικό επιστήμονα, προτείνεται από τον Δ. Ρόκο σ’ αυτό το βιβλίο. Το θέμα της ανάπτυξης -μονοδιάστατος, τεχνοκρατικός, κυρίαρχος λόγος της εξουσίας εδώ και χρόνια- μελετάται στις πραγματικές του διαστάσεις λαμβάνοντας υπόψη το υποκείμενο, τον ανθρώπινο παράγοντα και τις ιδιαίτερες κοινωνικές συνθήκες. Κι αυτό ακριβώς είναι που κάνει ιδιαίτερα ενδιαφέρον το βιβλίο του Δ.Ρ., όχι μόνο για τους ομότεχνούς του θετικούς επιστήμονες, αλλά και για τους κοινωνικούς επιστήμονες και γενικότερα για κάθε σκεπτόμενο άτομο που αναρωτιέται για το πού βαδίζει ο κόσμος.
Η πρόοδος των επιστημών από τον 17ο αιώνα, με την καρτεσιανή μέθοδο του ορθού λόγου και την εμπειριοκρατία που γέννησε τον Διαφωτισμό και κατέληξε στον θετικισμό, γέμισε με ενθουσιασμό τον άνθρωπο και τον έκανε να πιστέψει στην παντοδυναμία του. Έτσι συμβαίνει, όπως μας λέει και ο Berlin:1 κατά κανόνα, όταν ένας επιστημονικός τομέας -η φυσική, ας πούμε, ή η χημεία- αποκτά το προβάδισμα έναντι των άλλων, η επιρροή που ασκεί στο φαντασιακό της εποχής του είναι τόσο μεγάλη, ώστε φθάνει να διεισδύει και σε άλλες σφαίρες. Η απόληξη ήταν να τεθεί η νευτώνεια μηχανική υπεράνω κάθε φιλοσοφίας, κάθε διερώτησης για τα ανθρώπινα, με μοναδικό σκοπό την απομάγευση της φύσης και την κατάκτησή της. Τα αποτελέσματα αυτής της άλογης προσέγγισης, της υπεροπτικής στάσης του ανθρώπου, της υποτίμησης και εξαφάνισης κάθε κοσμικού δέους τα πλήρωσε και τα πληρώνει πολύ ακριβά τόσο ο αστός όσο και ο άνθρωπος που παρέμεινε στην ύπαιθρο. Ο Μ.Γ. Μερακλής2 αναφέρει χαρακτηριστικά ότι δεν υιοθετείται, βέβαια, η στάση εκείνων που επιμένουν να εξιδανικεύουν τη χωριάτικη ζωή, κατά το παράδειγμα των ρομαντικών του περασμένου αιώνα λογοτεχνών και επιστημόνων. Ο homo urbanus είναι μια πραγματικότητα. Όμως το γεγονός ότι απέβαλε κάποια βασικά γνωρίσματα του χωρικού ανθρώπου, τα οποία εντούτοις ήταν απαραίτητα, για να προκύψει ένας περισσότερο συγκροτημένος, ένας μάλλον ακέραιος τύπος ανθρώπου, ήταν ολέθριο γι’ αυτόν. Τα στοιχεία αυτά είναι η έλλειψη κοσμικού δέους, της επαφής του με τη γη, της απώλειας του ελεύθερου χρόνου, της Γιορτής που έλεγε ο Η. Lefebvre3 στοιχεία που είχαν ως συνέπεια μια ζωή καθημερινή χωρίς χαρά, με μοναδικό σκοπό τον εκσυγχρονισμό, την αέναη επιτάχυνση των ρυθμών, την “αειφόρο” ανάπτυξη μέσα σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο.
Ο Δ. Ρόκος, ακολουθώντας άλλους δρόμους, εκείνους της δικής του, θετικής επιστήμης θίγει τα θέματα αυτά με καίριο τρόπο. Και αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό: Όταν οι λεγόμενες θετικές επιστήμες στρέφονται προς τις φιλοσοφικές και τις κοινωνικές, όταν συγκλίνουν και μελετούν τον άνθρωπο και τη σχέση του με τη φύση, τότε μπορούμε να πούμε ότι κάτι καλό προοιωνίζεται, ότι οι φωνές που αρνούνται πι μεθοδευμένη συστηματικά από την εξουσία απανθρωπο-ποίηση, μπορεί να ακουστούν και ευρύτερα προκαλώντας κραδασμούς, υπονομεύοντας την ισχύουσα τάξη των πραγμάτων.
Το βιβλίο απαρτίζεται από είκοσι έξι κείμενα, όπου παρουσιάζονται αναλυτικά οι στάσεις και οι προτάσεις του συγγραφέα σε ό,τι αφορά το θέμα της ανάπτυξης. Έννοιες, όπως “ορθολογική ανάπτυξη”, “ολοκληρωμένες αποδόσεις”, “ολιστική προσέγγιση”, σχολιάζονται κριτικά και παράλληλα εκφράζονται απόψεις για τον ρόλο που οφείλει να παίξει το “σύγχρονο διεπιστημονικό τεχνικό πανεπιστήμιο”, η μέθοδος την οποία πρέπει να ακολουθούν οι επιστήμες που επικεντρώνονται στο περιβάλλον: “Για να υπάρξει αντικειμενικά ‘πρόοδος’ ή ‘ανάπτυξη’, αλλαγή μ’ άλλα λόγια προς το ‘καλύτερο’ της υφιστάμενης ισορροπίας φυσικών δυνατοτήτων και ανθρωπίνων επιλογών και δραστηριοτήτων, σ’ οποιοδήποτε κοινωνικοοικονομικό σύστημα και σ’ οποιοδήποτε επίπεδο ανάπτυξης και σχέσης παραγωγικών δυνάμεων και παραγωγικών σχέσεων, απαιτείται και προϋποτίθεται: η ακριβής και πλήρης γνώση, απογραφή, χαρτογράφηση, και δυναμική παρακολούθηση των φυσικών και των ανθρωπίνων διαθεσίμων, διαδικασιών και δραστηριοτήτων, των μεταβολών, των αλληλεξαρτήσεων και αλληλεπιδράσεων τους, αλλά και των γενικότερων φυσικών και κοινωνικοοικονομικών συνθηκών μέσα στις οποίες αυτές τελούνται και συγκροτούν έτσι το ‘εν δυνάμει’ φυσικό και δομημένο περιβάλλον μας.”
Ο Δ. Ρόκος προτείνει ως μεθοδολογικό εργαλείο την “φωτοερμηνευτική τηλεπισκόπηση” για την παρατήρηση, την παρακολούθηση και την προστασία του περιβάλλοντος. Τηλεπισκόπηση είναι η επιστήμη και η τεχνική με την οποία ο άνθρωπος (και οι ζώντες οργανισμοί γενικότερα), όσο και οι μηχανές (φωτογραφικές μηχανές, τηλεπισκοπικοί δέκτες, συστήματα και συνδυασμοί τηλεπισκοπικών δεκτών και συστημάτων αυτόματης/ ψηφιακής επεξεργασίας τηλεπισκοπικών απεικονίσεων), μπορούν να επικοινωνήσουν από μακριά με τον εξωτερικό κόσμο του φυσικού και του δομημένου περιβάλλοντος, αλλά και με συγκεκριμένα επιμέρους αντικείμενα, φαινόμενα, γεγονότα και συμβάντα, να τα αισθανθούν, να τα παρατηρήσουν συστηματικά και να διακρίνουν, να αντιληφθούν, να ανιχνεύσουν, να αναγνωρίσουν, να μετρήσουν, να καταγράψουν, αλλά και να παρακολουθήσουν τις μεταβολές/διαφοροποιήσεις των δομικών και λειτουργικών, φυσικών, χημικών και βιολογικών χαρακτηριστικών και ιδιοτήτων τους στον χώρο και στο χρόνο. Αυτή η ταυτόχρονη σε μικρή, μεσαία και μεγάλη κλίμακα προσέγγιση των φαινομένων σε συνδυασμό με τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες μπορεί να αποτελέσει τη βάση για σωστό σχεδιασμό της ανάπτυξης.
Ο συγγραφέας επιμένει όχι στη βιώσιμη ή αειφόρο ανάπτυξη, αλλά στην αξιοβίωτη ολοκληρωμένη. Η διαφορά ανάμεσα στους δύο τύπους ανάπτυξης είναι τεράστια. Η πρώτη περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στην οικονομική διάσταση της ανάπτυξης, βασικό χαρακτηριστικό της είναι γ κερδοφορία και κυρίαρχο ιδεολογικό υπόβαθρο των υποστηρικτών της φαίνεται να είναι το “ο θάνατος σου, η ζωή μου”, εφόσον “δεν λαμβάνονται καθόλου υπόψη το κοινωνικό σύνολο, οι οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές, πολιτισμικές και περιβαλλοντικές συνέπειες, οι οποίες αργά ή γρήγορα θα επηρεάσουν δυσμενώς και την αντί πάσης θυσίας βιώσιμη επιχείρηση ως αναπόσπαστο ‘μέρος’ της τοπικής, της εθνικής και της πλανητικής ανθρώπινης και φυσικής ολότητας”.
Ο Δ. Ρόκος προτείνει την αξιοβίωτη ολοκληρωμένη ανάπτυξη που λαμβάνει υπόψη τις συγκεκριμένες συνθήκες της φυσικής και της κοινωνικοοικονομικής πραγματικότητας, όπως αυτές σχετίζονται, αλληλεξαρτώνται και συστηματικά αλληλεπιδρούν στον χώρο και τον χρόνο τόσο μεταξύ τους όσο και με το ευρύτερο και το πλανητικό περιβάλλον τους. Και είναι προφανές ότι μόνο με μια τέτοιου είδους ανάπτυξη έχουμε ελπίδες να σταματήσει η καταστρεπτική αισχροκέρδεια εις βάρος της φύσης που καταλήγει αυτοκαταστροφική για τον ανθρώπο.
Στο έργο, συνοψίζοντας, θα λέγαμε ότι διακρίνουμε τον άνθρωπο που αγωνιά για το μέλλον και παράλληλα τον επιστήμονα που, ναι μεν σείει τον κώδωνα του κινδύνου, αλλά συγχρόνως προτείνει λύσεις για εκείνους που αρνούνται την παντοδυναμία της παγκοσμιοποιημένης εξουσίας και ακόμη πιστεύουν στο ανθρώπινο δυναμικό.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
/.Ι, Berlin, Οι ρίζες του ρομαντισμού, (μετ. Γ. Παπαδημητρί-ου), Scripta, Αθήνα 2000. Βλ. και Ά. Λυδάκη, Ποιοτικές μέθοδοι της κοινωνικής έρευνας, Καστανιώτης, Αθήνα 2001. 2 . Μ.Γ. Μερακλής, «Ο άνθρωπος της πόλης» και «Ο άνθρωπος της πόλης και το θέμα της παρακμής», στο Λαογραφικά ζητήματα, Μπούρας, Αθήνα
1989, σελ. 65-88. 3 . Α. Λεφέβρ, Η καθημερινή ζωή στον σύγχρονο κόσμο, (μετ. Δ. Μυλωνάκη, επιμ. Γ. Κρητικός,) Ράππας, Αθήνα 1970. 4. Βλ. και Γ. Καραμπελιάς, «Εισαγωγή», στο Μ. Lowy -R. Sayre, Εξέγερση και μελαγχολία. Ο ρομαντισμός στους αντίποδες της νεωτερικότητας, (μετ. Δ. Καββαδία), Εναλλακτικές εκδόσεις, Αθήνα 1999, σελ. 7-54.