Τα γεγονότα του 1821-1822 στην Θεσσαλονίκη λίγο είναι γνωστά στους σημερινούς της κατοίκους. Σίγουρα, δεν αντιπροσωπεύονται στις διαστάσεις που τους αναλογούν στον πανεθνικό καμβά της εθνεγερσίας. Κι όμως, είναι αδύνατο να ερμηνεύσει κανείς ιστορικές πραγματικότητες ευρύτερες, όπως είναι ο ιστορικός χαρακτήρας της οθωμανοκρατούμενης Θεσσαλονίκης, ή οι μετέπειτα περιπέτειες του Μακεδονικού ζητήματος, δίχως να λάβουμε υπόψη το τι συνέβη μέσα στην Θεσσαλονίκη αλλά και γενικότερα στην Κεντρική Μακεδονία το 1821-1822.
Περιληπτικά τα γεγονότα θα μπορούσαν να αποδοθούν ως εξής: Το ξέσπασμα της Επανάστασης στην Χαλκιδική (Μάιος 1821), δίνει το σάλπισμα για μια εξόχως άγρια πολιτική καταστολής από την πλευρά των Οθωμανών, η οποία στρέφεται αδιακρίτως έναντι των Ελλήνων. Ο Μητροπολίτης Ιωσήφ, που ήδη κρατούνταν ως όμηρος στην Κωνσταντινούπολη, θανατώνεται στις 3 Ιουνίου 1821. Ακολουθούν οι εκτελέσεις των προκρίτων της πόλης (Βλάλης, Μπαλάνος, Τάττης οι πιο γνωστοί), του Μητροπολίτη Κίτρους Μελετίου που αντικαθιστούσε τον Ιωσήφ, καθώς και ομήρων που οι Οθωμανοί είχαν αποσπάσει από τις ευρύτερες περιοχές της Θεσσαλονίκης και της Χαλκιδικής προκειμένου να εκβιάσουν την ματαίωση των ελληνικών επαναστατικών σχεδίων.
Ακολουθεί πογκρόμ στην ελληνική συνοικία και εκτεταμένες βιαιοπραγίες εναντίον Ελλήνων, ενώ ο πληθυσμός της Θεσσαλονίκης κρατείται όμηρος στην τότε Μητρόπολη και στις υπόλοιπες Εκκλησίες της πόλης· απαιτούνται από τους πιο εύρωστους οικονομικά λύτρα, με τα οποία οι Οθωμανικές αρχές χρηματοδοτούν τις εκστρατείες εναντίον των Επαναστατών στην Χαλκιδική και αργότερα προς την Νάουσα· παράλληλα η πόλη μετατρέπεται σε τόπο εκτελέσεων και ένα ‘ανοιχτό σκλαβοπάζαρο’ που τροφοδοτείται από τους αιχμαλώτους των εκστρατειών εναντίον των Επαναστατημένων Ελλήνων.
Τριγύρω από την πόλη, δεκάδες χωριά και κωμοπόλεις καταστρέφονται –χαρακτηριστικά, στην Απολλωνία (Παζαρούδα, τότε), οι άρρενες του χωριού εξωθούνται σε πνιγμό στην παρακείμενη λίμνη της Βόλβης. Μεγάλες σφαγές γίνονται επίσης στην Κασσάνδρα, το 1822 στην Νάουσα, που ερημώνει ολοκληρωτικά. Ο Ιωσήφ Νεχαμά στο έργο του Θεσσαλονίκη η περιπόθητη πόλη, το οποίο θα κυκλοφορήσει το 1914 στο Παρίσι, υπολογίζει ότι τα θύματα των γεγονότων 1821-1822 αγγίζουν τις 20.000, ενώ σύμφωνα με άλλες ιστορικές πηγές στα σκλαβοπάζαρα χάνονται περίπου άλλες 10.000.
Έπειτα από αυτόν τον χαλασμό, η συρρίκνωση του ελληνικού στοιχείου τόσο εντός της πόλης, όσο και στην ευρύτερη Κεντρική Μακεδονία είναι κάτι παραπάνω από εμφανής. Στα κενά του εγκαθίστανται σύμφωνα με τον Απόστολο Βακαλόπουλο, μουσουλμανικοί και σλαβικοί πληθυσμοί. Το γεγονός αυτό περιπλέκει ακόμα περισσότερο την εθνοπολιτισμική σύνθεση της Μακεδονίας, περιορίζει τις θέσεις των Ελλήνων μέσα σε αυτήν –κάτι που ίσως να ερμηνεύει γιατί η απελευθέρωσή της ήρθε εν τέλει σχεδόν ένα αιώνα μετά.
Ακόμα και εκπρόσωποι της αναθεωρητικής, εθναποδομητικής ιστοριογραφίας όπως είναι ο Μαρκ Μαζάουερ, οι οποίοι τα προηγούμενα χρόνια θα προσπαθήσουν ιδιαιτέρως να μεταπλάσουν την αντίληψη που έχουμε για την Οθωμανική Θεσσαλονίκη, σαν να αντιπροσωπεύει κάποιο εξωτικό πρότυπο «ανοιχτής» και «πολυπολιτισμικής» πόλης στέκονται με αμηχανία στα γεγονότα του 1821-1822. Ο συγγραφέας της Πόλης των Φαντασμάτων, δεν μπορεί να κατανοήσει γιατί οι Οθωμανοί τσακίζουν τόσο βάναυσα το ελληνικό στοιχείο, που εξ άλλου τροφοδοτεί την φορολογική βάση του οθωμανικού κράτους. Γι’ αυτό και τείνει να αποδώσει τα αίτια της Οθωμανικής καταστολής σ’ ένα ιστορικό ατύχημα.
Ήταν όμως έτσι; Με την οικονομική και πολιτική αναγέννηση του τουρκοκρατούμενου ελληνισμού στα μέσα του 18ου αιώνα, το ελληνικό στοιχείο ενισχύεται διαρκώς και μέσα στην Θεσσαλονίκη. Υπάρχουν πάμπολλες αναφορές, κυρίως ξένων προξένων, που καταγράφουν δημογραφικά αλλά και οικονομικά αυτήν την άνθιση. Προς τα τέλη του 1700, η ενίσχυση του ελληνικού στοιχείου απειλεί τις ευαίσθητες δημογραφικές και πολιτιστικές ισορροπίες που η Οθωμανική κυριαρχία είχε εγκαθιδρύσει μέσα στην πόλη. Το ξέσπασμα της Επανάστασης, δίνει στους Οθωμανούς να καταλάβουν τον κίνδυνο που αντιπροσωπεύει για την κυριαρχία τους η ακμή των Ελλήνων. Γράφει ο πρόξενος Bottu, σύγχρονος των γεγονότων του 1821-1822 στην Θεσσαλονίκη:
«Ο πασάς εφαρμόζει συστηματικά ένα σύστημα λεηλασίας των Ελλήνων. Γνωρίζει ότι η ξαφνική άνοδος του πλούτου και της εργατικότητάς τους, καθώς και η μεγάλη επιρροή που είχαν αποκτήσει στο εσωτερικό της Τουρκίας, τους είχε εμπνεύσει ως έθνος την ιδέα της απελευθέρωσής τους, και την ίδια στιγμή τους παρείχε τα μέσα και τη φιλοδοξία ώστε να την επιχειρήσουν. Με το να τους καταστρέψει, θέλει, λοιπόν να σύρει πίσω την Ελλάδα στην υπακοή, που από εδώ και πέρα θα προσομοιάζει με δουλεία, και να της αποστερήσει για πάντα τους πόρους εκείνους που χρησιμοποίησαν με τόσο επικίνδυνο τρόπο εναντίον των Τούρκων».
Τα εγκλήματα των Οθωμανών, λοιπόν, στην Θεσσαλονίκη και στην ευρύτερη περιοχή, δεν έτυχαν, πέτυχαν. Πέτυχαν να ματαιώσουν μια πρώτη διαδικασία ανάκτησης-αντιστροφής των τετελεσμένων του 1430, με τρόπο μάλιστα που εξέθεσαν τον ελληνισμό της Μακεδονίας σε περαιτέρω κινδύνους κατά τις δεκαετίες που θα ακολουθήσουν.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Μακεδονία
Κυριακή 9 Μαΐου 2021
*Διαβάστε: Α. Θεοδωρίδης – Γ. Ρακκάς – Γ. Ταχόπουλος – F. Beauzour, Λησμονημένη Εθνοκάθαρση: Η Θεσσαλονίκη στον Αγώνα του 1821, Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα 2021.