Το Πεκίνο αποδίδει ιδιαίτερη βαρύτητα στο Ιράν
Της Μαρίας Μοτίκα από την huffingtonpost.gr
Το διεθνές γεωπολιτικό περιβάλλον και η σύγκλιση των στρατηγικών συμφερόντων Ιράν-Κίνας που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια έχουν ως αποτέλεσμα τη σταδιακή ενίσχυση της διμερούς συνεργασίας. Με τις ΗΠΑ να έχουν έλθει σε ρήξη τόσο με την Κίνα στα πλαίσια του οικονομικού πόλεμου και του διαγκωνισμού για την παγκόσμια κυριαρχία, όσο και με το Ιράν, μετά την απόσυρση της Ουάσιγκτον από τη συμφωνία Ρ5+1 για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης τo 2018 και την επιβολή νέων οικονομικών κυρώσεων, η προσέγγιση των δύο χωρών κατέστη γεωστρατηγικώς αναγκαία.
Βασική επιθυμία του ιρανού πρώην προέδρου, Χασάν Ρουχανί, στα μέσα της δεκαετίας του 2010 ήταν ένα άνοιγμα στη Δύση και μια ισοβαρής πολιτική μεταξύ Ανατολής-Δύσης, δίνοντας ισχυρή τόνωση στην οικονομία και τη διεθνή θέση της χώρας του. Εντούτοις, η αλλαγή της στάσης των ΗΠΑ έναντι της Τεχεράνης επί προεδρίας Ντ. Τραμπ οδήγησε σε αναγκαστική αλλαγή πλεύσης,
Προκειμένου να αποτρέψει τη διεθνή απομόνωσή της, η Τεχεράνη προσπάθησε να διατηρήσει ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας με την ΕΕ. Ταυτοχρόνως, στράφηκε προς την Ανατολή, επιδιώκοντας τη σύσφιξη των σχέσεων με άλλες μεγάλες δυνάμεις, τη Ρωσία και την Κίνα.
Υπό αυτό το πρίσμα, Κίνα και Ιράν έχουν αναπτύξει ένα πλέγμα σχέσεων που βασίζεται αφενός στην ανάγκη αμφοτέρων για συμμαχίες που θα αντισταθμίσουν τη στοχοποίησή τους από τη Δύση, αφετέρου στις αυξανόμενες ενεργειακές ανάγκες της Κίνας και τα πλούσια αποθέματα του Ιράν.
Τα τελευταία χρόνια η Κίνα έχει καταστεί ο σημαντικότερος εμπορικός εταίρος του Ιράν. Εισάγει κυρίως πλαστικά, πετρέλαιο, φυσικό αέριο και πρώτες ύλες ενώ το Ιράν βιομηχανικά προϊόντα και εξαρτήματα. Το Ιράν έγινε μέλος της Asian Infrastucture Investment Bank το 2017 ενώ είναι παρατηρητής στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σανγκάης, που θεωρείται όχημα τής κινεζικής επέκτασης. Η ένταξή του, ωστόσο, ως μέλος δεν έχει επιτευχθεί ακόμη. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι βάσει του καταστατικού του Οργανισμού, χώρα που υπόκειται σε κυρώσεις δεν μπορεί να γίνει πλήρες μέλος καθώς και στην επιθυμία του Πεκίνου να μη διαταράξει τις σχέσεις του με τη Σαουδική Αραβία.
Λόγω της εξάρτησής της από το ιρανικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο, η Κίνα τα τελευταία χρόνια κάνει επενδύσεις πολλών εκατομμυρίων στον εκσυγχρονισμό των ενεργειακών δικτύων και εγκαταστάσεων του Ιράν. Μεταξύ άλλων, εμπλέκεται στην κατασκευή υπερ-διυλιστηρίου στο Abadan ενώ στα τέλη του 2020 επανεκκίνησε τις γεωτρήσεις στο κοίτασμα φυσικού αερίου South Pars.
Χάρη στην ιδιαίτερη γεωστρατηγική θέση του, ο ρόλος του Ιράν στο project One Belt, One Road είναι κομβικός και η ανάγκη προσεταιρισμού του από την Κίνα επιτακτική. Προς τούτο, βρίσκεται σε εξέλιξη η ανάπτυξη του σιδηροδρομικού Νέου Δρόμου του Μεταξιού (New Silk Road) που θα συνδέει την επαρχία Xinjiang της Κίνας με τις χώρες της Κεντρικής Ασίας μέσω Ιράν, καθώς και του Silk Road Economic Belt που θα ενώνει την Κίνα με την Τουρκία και την Ανατολική και, δυνητικά, την Κεντρική Ευρώπη επίσης μέσω Ιράν, καθιστώντας έτσι το τελευταίο καίριο διαμετακομιστικό κέντρο.
Επιστέγασμα των ενισχυόμενων διμερών σχέσεων αποτελεί η υπογραφή της 25ετούς στρατηγικής συνεργασίας Comprehensive Strategic Partnership το Μάρτιο του 2021, που καλύπτει τους τομείς της πολιτικής, της οικονομίας και της ασφάλειας. Ανάλογη συμφωνία είχε προταθεί από το Πεκίνο και το 2016 αλλά δεν είχε γίνει δεκτή για να μην τεθεί σε κίνδυνο η τότε πρόσφατη συμφωνία με τη Δύση.
Η Κίνα θα επενδύσει $400 δισ. τα επόμενα 25 χρόνια στον τομέα των υποδομών, των τηλεπικοινωνιών, της πληροφορικής και στον τραπεζικό τομέα σε αντάλλαγμα της απρόσκοπτης παροχής φυσικών πόρων σε χαμηλές τιμές για την κάλυψη των διαρκώς αυξούμενων ενεργειακών αναγκών της.
Επιπροσθέτως, η συμφωνία προβλέπει εμβάθυνση των στρατιωτικών σχέσεων, συνεκπαίδευση των Ενόπλων Δυνάμεων και κοινές ασκήσεις ενώ φημολογείται ότι 5.000 Κινέζοι στρατιώτες θα εγκατασταθούν στο Ιρανικό έδαφος. Τούτο θα διασφαλίσει στην Κίνα την παρουσία της στην περιοχή του Κόλπου και της Κεντρικής Ασίας. Εντούτοις, προκαλεί την αντίδραση τής ιρανικής αντιπολίτευσης που κάνει λόγο για παραβίαση της εθνικής κυριαρχίας.
Η στρατιωτική συνεργασία δεν είναι καινοφανής. Το 2014 πραγματοποιήθηκαν για πρώτη φορά κοινές ναυτικές ασκήσεις του κινεζικού και ιρανικού πολεμικού ναυτικού στον Περσικό κόλπο ενώ το Νοέμβριο του 2016, ο Iρανός υπουργός Αμύνης, Hossein Dehgan, και ο Κινέζος ομόλογός του, Chang Wanquan, υπέγραψαν σύμφωνο αμυντικής συνεργασίας στην Τεχεράνη, το οποίο περιλαμβάνει, συν τοις άλλοις, κοινές στρατιωτικές ασκήσεις, μεταφορά στρατιωτικής τεχνογνωσίας καθώς και κοινές αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις. Επίσης, το Ιράν έχει αγοράσει αρκετά κινεζικά οπλικά συστήματα ενώ το Πεκίνο παρείχε και την τεχνογνωσία για την κατασκευή πυραυλικών συστημάτων.
Ο προσεταιρισμός του Ιράν προσδίδει στην Κίνα ένα σημαντικό στρατηγικό πλεονέκτημα. Αυξάνει το αποτύπωμά της σε μια περιοχή που θεωρείται βαρύνουσας σημασίας για τις ΗΠΑ, ιδίως τα τελευταία χρόνια, αποτρέπει τον πλήρη έλεγχο της ροής των ενεργειακών πόρων από την Ουάσιγκτον, εξασφαλίζει τη συνεχή πρόσβαση σε αυτές, και αποκτά δυνητικά πρόσβαση στο νέο λιμάνι του Ιράν και τη ναυτική βάση στο Jask του Ινδικού Ωκεανού.
Ακόμη, αναχαιτίζει την επέκταση της επιρροής της Ινδίας στην περιοχή. Ήδη τα σχέδια της τελευταίας για εμπλοκή της στο νέο λιμάνι του Ιράν καθώς και για τη δημιουργία υποδομών πετρελαίου στο Chabahar και της σιδηροδρομικής γραμμής Chabahar-Zahidan έχουν ακυρωθεί.
Από την άλλη, η Comprehensive Strategic Partnership διασώζει το Ιράν από την οικονομική ασφυξία και υπονομεύει την προσπάθεια των ΗΠΑ να του ασκήσουν ασφυκτικές πιέσεις για το πυρηνικό του πρόγραμμα μέσω οικονομικού πολέμου προκειμένου να επαναδιαπραγματευθεί τη συμφωνία χωρίς όρους.
Ως μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και συμβαλλόμενο μέρος στη συμφωνία Ρ5+1, η Κίνα υποστηρίζει ότι θέλει να προστατεύσει την συμφωνία. Τυχόν πλήρης κατάρρευσή της θα προκαλούσε γεωοικονομική αστάθεια σε μια περιοχή σημαντική για τα πολιτικά και οικονομικά της συμφέροντα. Συν τοις άλλοις, κινεζικές εταιρίες θα βρίσκονταν αντιμέτωπες με δευτερογενείς κυρώσεις, το ενδεχόμενο των οποίων είχε προκαλέσει την οργή του Πεκίνου προ ετών. Προς τούτο, με δηλώσεις τους Κινέζοι αξιωματούχοι καλούν την Ουάσινγκτον να θέσει τέρμα στις κυρώσεις στο Ιράν χαρακτηρίζοντάς τις «αδικαιολόγητες» και «παράλογες».
Εν κατακλείδι, καταδεικνύεται ότι οι σχέσεις Ιράν-Κίνας έχουν ενισχυθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Η επιβολή νέων κυρώσεων από τις ΗΠΑ δημιούργησαν τις προοπτικές ενίσχυσης των συμμαχιών μεταξύ των χωρών της Ανατολής στις οποίες η Κίνα, λόγω του τεράστιων οικονομικών αποθεμάτων της, έχει πρωταγωνιστικό ρόλο.
Η χώρα της Άπω Ανατολής φαίνεται να βγήκε κερδισμένη από την περιφερειακή αμερικανική πολιτική καθώς αύξησε σημαντικά το αποτύπωμά της στην περιοχή και υποκατέστησε τις ευρωπαϊκές επενδύσεις.
Το Πεκίνο αποδίδει ιδιαίτερη βαρύτητα στο Ιράν από στρατηγικής απόψεως , θεωρώντας το σημαντικό σύμμαχο στην προσπάθεια περιορισμού της αμερικανικής επιρροή στην περιοχή. Η δε Τεχεράνη, ούσα αντιμέτωπη με σοβαρά οικονομικά προβλήματα, αξιολογεί την προσέγγιση με την Κίνα ως αναγκαία. Κρίνοντας και από τις δηλώσεις του Κινέζου προέδρου, Σι Τζιπίνγκ, και του Ιρανού ομολόγου του, Εμπραχίμ Ραϊσί, οι διμερείς σχέσεις θα εξακολουθήσουν να ενισχύονται το επόμενο διάστημα.
*Ερευνήτρια του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων του Παντείου Πανεπιστημίου, στον Τομέα Ρωσίας, Ευρασίας και Νοτιοανατολικής Ευρώπης