Αρχική » Γιατί η «άρνηση» δεν θα γίνει ποτέ «πολιτική λύση»

Γιατί η «άρνηση» δεν θα γίνει ποτέ «πολιτική λύση»

από Άρδην - Ρήξη

του Γ. Δ. από την εφημερίδα Ρήξη Νοεμβρίου τ. 173

Μετά την επίσημη είσοδο της ανθρωπότητας στον 21ο αιώνα και την εμφάνιση των νέων τεχνολογιών, η ελληνική κοινωνία πέρασε, μαζί με τις άλλες κοινωνίες της ανατολικής Ευρώπης, σε μία νέα εποχή.

Αυτή η νέα εξέλιξη, συνοδευόμενη από τη σταδιακή μετατροπή, ελέω της ταχείας διάδοσης της πληροφορίας, ολόκληρου του πλανήτη σε ένα «μεγάλο χωριό», οδήγησε πολλές φορές τόσο σε θετικές όσο και -κυρίως- σε αρνητικές αντιδράσεις απέναντι σε αυτή την καινοφανή συνθήκη.

Ήταν λοιπόν αναμενόμενο να δημιουργηθούν τότε οι πρώτες βάσεις για τα μετέπειτα πολιτικά προτάγματα που θα αμφισβητούσαν τη νεότευκτη αυτή κατάσταση, η οποία είχε καταστεί «ανορθολογική», όπως θα παρατηρούσε και ο ίδιος ο Καστοριάδης, λόγω των νέων κοινωνικών και παραγωγικών σχέσεων, που αντικειμενικά πλέον δομούνταν πάνω σε μία διευρυμένη γραφειοκρατικοποίηση της συλλογικής ζωής.

Και ήταν κατάσταση που έφερε σε κρίση την αξιοπιστία του ίδιου του κράτους και των δομημένων κοινοβουλευτικών ισορροπιών, και συλλήβδην του «συστήματος», ως μορφής οργάνωσης των μέχρι τούδε πολιτικοκοινωνικών σχέσεων.

Ως εκ τούτου, δεν ήταν διόλου παράδοξο, υπό αυτές τις συνθήκες, να περάσουν πλατιά λαϊκά στρώματα, ιδιαίτερα αυτά που βάλλονταν οικονομικά από τη νεο-καπιταλιστική μετεξέλιξη του κλασικού καπιταλισμού, σε μία αμυντική ή και επιθετική στάση απέναντι στο κράτος, το οποίο άρχισαν να το βλέπουν πλέον ως έναν ευρύ οργανισμό που, με τον καιρό, αυτονομούνταν επικίνδυνα από τη χωροχρονική γεώσφαιρα, μέσα στην οποία συντελέστηκε η γέννησή του, και να διεθνοποιείται.

Τα κινήματα που δομήθηκαν πάνω σε αυτήν τη βάση και ανέπτυξαν μία αντιπαγκοσμιοποιητική και αντισυστημική πολιτική ταυτότητα είχαν, ως βοηθητικό στοιχείο τους, που κρύβεται πίσω από τη μεγάλη δημοτικότητά τους, το ότι κατά βάθος εκπροσωπούσαν, πέρα από μία εγγενή, ριζοσπαστική στάση, και ένα υπαρκτό σύνολο αιτημάτων, τα οποία αποτέλεσαν έναν κοινό τόπο για μεγάλες μερίδες του λαού.

Βέβαια, η αδυναμία σύμπτυξης ενός διευρυμένου και εναλλακτικού πολιτικού φορέα, που θα περιέκλειε στο πρόγραμμά του αποκρυσταλλωμένα τα αιτήματα αυτά, όσο και οι παραδοσιακές πολιτικές πολώσεις, τελικά οδήγησαν σε έναν ιδεολογικό στιγματισμό και εκφυλισμό των λαϊκών κινητοποιήσεων (βλ. «Αγανακτισμένοι»), όπως επίσης και στην επανενδυνάμωση των ήδη αναχρονιστικών και πεπαλαιωμένων πολιτικών συνταγών του παρελθόντος.

Ιδιαίτερα δε όσον αφορά τον εκφυλισμό των λαϊκών κινητοποιήσεων, παρατηρούμε σήμερα ότι τα αιτήματα για αλλαγή του παρόντος πολιτικοκοινωνικού πλαισίου κατέληξαν να ταυτίζονται με επιφανειακούς, γραφικούς και ενίοτε συνωμοσιολογικούς παροξυσμούς χωρίς νόημα και ουσία.

Έτσι, με τη βοήθεια, πολλές φορές, αρτηριοσκληρωτικών και υπερσυντηρητικών εκκλησιαστικών κύκλων και ακροδεξιών περιθωριακών μικροομάδων, τονώνεται αυτός ο στείρος και βαθύτατα ανορθολογικός αντικρατισμός, ο οποίος, αντί να οδηγεί σε μεταρρυθμίσεις ή ακόμη και στη διόρθωση των υπαρκτών προβλημάτων, καταφεύγει σε ανούσιες αρνήσεις (όπως αυτή κατά των εμβολίων για τον COVID-19 και πιο πρόσφατα της ..απογραφής) και σε νοσταλγία σκοτεινών εποχών της ελληνικής ιστορίας.

Όπως είναι προφανές, λοιπόν, τέτοιες λογικές δεν βοηθούν σε καμία περίπτωση στον δημόσιο διάλογο και επ’ ουδενί στην επίλυση των όποιων υπαρκτών προβλημάτων του λαού. Καθώς, ένα πραγματικά επαναστατικό πρόταγμα και η πολιτική του πρόταση δεν μπορεί να βασίζεται ποτέ σε χίμαιρες και αυταπάτες, αλλά μόνο στην ίδια την πραγματικότητα μέσα στην οποία ζει ο καθημερινός άνθρωπος στον οποίο και απευθύνεται.

Κλείνοντας, επειδή ακριβώς ζούμε σε μία εποχή που κινείται στους γρήγορους ρυθμούς του «σύμπαντος των αλγορίθμων», η πίστη ότι η άρνηση αυτή μπορεί να επιφέρει κάποια επιθυμητά αποτελέσματα βρίσκει, ευτυχώς, αντίκρισμα μόνο στους αφελείς, αποτελώντας παρά ταύτα μία επικίνδυνη τροχοπέδη, η οποία χρειάζεται να αντιμετωπίζεται συνεχώς με προσοχή.

Καθότι μπορεί να οδηγήσει, όπως άλλοτε στο παρελθόν, σε αντιδημοκρατικές και βαθύτατα αντιλαϊκές παρεκτροπές. Όπως αυτές των προπαγανδιστικά (αυτο-)προβαλλόμενων ως «φιλολαϊκών» δικτατοριών του Μεταξά και του Παπαδόπουλου, οι οποίες εκμεταλλεύτηκαν προς όφελός τους τις αντίστοιχες κρίσεις της εποχής τους.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ