«Πρέπει να βρω έναν τρόπο να δημιουργήσω, έστω κι εδώ. Μόνο έτσι θα παραμείνω ζωντανή. Αν δεν το καταφέρω θα σβήσω σύντομα».
Του Κωνσταντίνου Μαυρίδη
Με αυτά τα λόγια περιγράφει η Νίνα Ανισίμοβα, μια από τις κύριες μπαλαρίνες των μπαλέτων Κίροβ του Λένινγκραντ, την απελπιστική κατάσταση στην οποία βρέθηκε τον Νοέμβριο του 1938, εν μέσω του «Μεγάλου Τρόμου», στο διαβόητο στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας του Κάρλαγκ, στην στέπα του Καζακστάν. Τα λόγια αυτά σώζονται ακόμη γραμμένα σ’ ένα παλιόχαρτο που η Ανισίμοβα κατόρθωσε να στείλει, εν είδει γράμματος, στον τότε φίλο της και μετέπειτα σύζυγό της, συγγραφέα Κονσταντίν Ντερζάβιν, ο οποίος έκανε επανειλημμένες παραστάσεις διαμαρτυρίας στη σοβιετική μυστική αστυνομία για να την απελευθερώσει (ξεκάθαρα αποστολή αυτοκτονίας από μόνη της). Η απίστευτη αυτή ιστορία επιβίωσης, σε πείσμα των ιστορικών συγκυριών, ρίχνει φως στον αδάμαστο και ανήσυχο χαρακτήρα της Ανισίμοβα και αποτελεί μνημείο της δύναμης και ομορφιάς της τέχνης μέσα στις πλέον άθλιες συνθήκες διαβίωσης. Ταυτόχρονα, θέτει αμείλικτα ερωτήματα σχετικά με την ανθρώπινη φύση και το τίμημα της επιβίωσης υπό καθεστώς ακραίας καταπίεσης αλλά και του εκπληκτικού ρόλου του παράγοντα τύχη στη ζωή των ανθρώπων, διάσημων και μη.
Αρχικά, θα πρέπει να αναφερθεί πως θ’ αγνοούσαμε παντελώς το συγκεκριμένο κεφάλαιο της ζωής της Νίνας Ανισίμοβα, αν η ιστορικός Χριστίνα Ισραχί δεν έπεφτε, εντελώς κατά τύχη, πάνω σ’ έναν μυστικό φάκελο με ενυπόγραφες καταγγελίες εναντίον καλλιτεχνών της πόλης του Λένινγκραντ. Ο εν λόγω φάκελος είχε συνταχθεί τον Γενάρη του 1938 από την NKVD, μετά από ανάκριση κάποιας άγνωστης μπαλαρίνας, και περιείχε μια λίστα από χορευτές, ηθοποιούς και διευθυντές ορχήστρας, εκ των ονομάτων των οποίων πέντε είχαν υπογραμμισθεί, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος της Ανισίμοβα. Το πώς είχε επιβιώσει ο συγκεκριμένος φάκελος στις σταλινικές εκκαθαρίσεις, την πολιορκία του Λένινγκραντ, το τέλος του Β΄ ΠΠ, αλλά και το τέλος της ΕΣΣΔ, αποτελεί από μόνο του ένα θαύμα· με αφορμή αυτόν τον φάκελο, η Ισραχί άρχισε να συναρμολογεί το παζλ της ζωής της Ανισίμοβα, το επίσημο βιογραφικό της οποίας δεν ανέφερε απολύτως τίποτα για τη σύλληψη και την εξορία της. Αντιθέτως, τα στοιχεία πιστοποιούσαν ότι με το τέλος της χορευτικής της καριέρας το 1949 είχε βραβευτεί με το βραβείο Στάλιν. Αν, λοιπόν, η Ανισίμοβα είχε όντως εξοριστεί στα Γκουλάγκ, τότε ήταν η μοναδική περίπτωση πρώην εξόριστης που μετέπειτα τιμήθηκε με την υψηλότερη διάκριση της τότε Σοβιετικής Ένωσης. Όταν τελικά η έρευνα θα ολοκληρωνόταν, θα έκανε αίσθηση, διότι η Ανισίμοβα είχε κατάφερε εκπληκτικές ιστορικές πρωτιές για τα δεδομένα της ΕΣΣΔ της εποχής.
Φαίνεται ότι τα προβλήματα άρχισαν για την πρίμα μπαλαρίνα των μπαλέτων Κίροβ, Νίνα Ανισίμοβα, με την έλευση του 1938, τη δεύτερη χρονιά των εκκαθαρίσεων πολιτικών αντιπάλων και ανεπιθύμητων στοιχείων, που έμεινε στην ιστορία της ΕΣΣΔ ως «ο Μεγάλος Τρόμος». Ως τότε απολάμβανε την σχετικά άνετη ζωή της χορεύτριας σ’ ένα από τα πιο φημισμένα χορευτικά συγκροτήματα της ΕΣΣΔ, με τα προνόμια και το κύρος που παρείχε το επάγγελμά της ως «μηχανικός της ψυχής», κατά το ιδεολογικά επενδυμένο σοβιετικό λεξιλόγιο. Η Ανισίμοβα είχε φυσικά αντιληφθεί ότι διάφοροι γνωστοί και συνεργάτες εξαφανίζονταν στα καλά του καθουμένου και κανείς δεν ξανάκουγε γι’ αυτούς, αλλά τίποτα δεν την είχε προετοιμάσει γι’ αυτό που επρόκειτο να συμβεί στην ίδια. Έτσι κι αλλιώς, τα Χριστούγεννα είχε πρωταγωνιστήσει στο μπαλέτο «Οι φλόγες του Παρισιού», του Βασίλι Βάιονεν, και είχε εντυπωσιάσει ως χορεύτρια κάρακτερ στον ρόλο της Γαλλίδας επαναστάτριας Τερέζας. Δυστυχώς, τα λαγωνικά της NKVD είχαν άλλα σχέδια για τη Νίνα και τη νύχτα της 2ας Φεβρουαρίου 1938 συνελήφθη και οδηγήθηκε στη φυλακή, με την κατηγορία της κατασκοπίας για λογαριασμό της Γερμανίας και αντισοβιετική προπαγάνδα. Η Ανισίμοβα αρνήθηκε αμέσως τις κατηγορίες και θ’ ακολουθούσαν επτά ολόκληροι μήνες βάναυσων ανακρίσεων, με στέρηση ύπνου, ψυχολογική και σωματική βία και σεξουαλικές παρενοχλήσεις, χωρίς να καταφέρνουν να της αποσπάσουν κάποια ομολογία. Οι βασανιστές της έφτασαν στο σημείο να τη φέρουν σε αντιπαράθεση με τον επίσης συλληφθέντα συνάδελφό της, Αντρέι Λεβανένοκ (εκτελέστηκε το καλοκαίρι του ’38), ο οποίος, μέσα στην απελπισία του από τα βασανιστήρια, την είχε ενοχοποιήσει. Το μεγαλείο ψυχής της Ανισίμοβα ήταν τέτοιο, που όχι μόνο αρνήθηκε σθεναρά τις κατηγορίες του, αλλά τον υπερασπίστηκε, λέγοντας ότι και ίδιος ο Λεβανένοκ ήταν αθώος και η ομολογία του είχε αποσπαστεί με τη βία.
Στο μεταξύ, ο φίλος της Ανισίμοβα, Ντερζάβιν, έστελνε συνεχώς επιστολές διαμαρτυρίας στα κομματικά όργανα και τη διοίκηση της NKVD για το «λάθος» και την άδικη σύλληψη της αγαπημένης του, λαμβάνοντας την απάντηση να κάτσει ήσυχα, διότι «έρχεται και η ώρα του». Βλέπετε, τα όργανα της NKVD δεν έκαναν ποτέ λάθος και μη μπορώντας να της προσάψουν την κατηγορία της κατασκοπίας, τη βάφτισαν «κοινωνικά επικίνδυνο στοιχείο» και βρέθηκε, Νοέμβρη μήνα, να ταξιδεύει για το Καζακστάν, μέσα σε ένα παγωμένο βαγόνι για ζώα, άγνωστη ανάμεσα σ’ εκατοντάδες αγνώστους καταδίκους. Η πολυήμερη μεταγωγή ήταν από μόνη της μία άσκηση επιβίωσης, με μια τρύπα στη μέση του βαγονιού για τουαλέτα, υπό τα αδιάκριτα βλέμματα και τα χοντροκομμένα πειράγματα των ποινικών κρατουμένων. Η Ανισίμοβα θυμάται από την άθλια εκείνη εμπειρία ότι είχε δέσει σφιχτά στον κόρφο της ένα ζευγάρι καστανιέτες, το μόνο χορευτικό αντικείμενο που κατάφερε να πάρει μαζί της όταν τη συνέλαβαν: «Να τις αγγίζω μέσα στη νύχτα σαν να χάιδευα την ίδια την ελπίδα ότι όλα αυτά θα περνούσαν και θα χόρευα ξανά». Η άφιξη στο Καρλάγκ ήταν χαοτική, με την Ανισίμοβα να τοποθετείται αρχικά στην κουζίνα με πρωτοφανείς ώρες εργασίας και καθημερινούς εξευτελισμούς, μέχρι που κάποιος κομματικός υπεύθυνος ανακάλυψε ότι είχε μια μπαλαρίνα των Κίροβ στο στρατόπεδο και τη μετέφερε στην κεντρική διοίκηση, όπου είχε φτιαχτεί ένα αυτοσχέδιο θέατρο από τους δεκάδες καλλιτέχνες που είχαν εξοριστεί, προς τέρψη και διασκέδαση των δεσμοφυλάκων τους. Η τύχη της είχε σίγουρα αλλάξει και κάπου εκεί έλαβε και το πρώτο πακέτο από τους δικούς της, με ζεστά ρούχα και μπότες.
Στο μεταξύ, άγνωστο στην Ανισίμοβα, με το πέρας του 1938 είχε αλλάξει και η πολιτική του πολιτικού γραφείου του ΚΚΣΕ σε σχέση με τις μαζικές εκκαθαρίσεις και ο Στάλιν, θέλοντας να αποστασιοποιηθεί από τον «Μεγάλο Τρόμο» και να ξεφορτωθεί την ηγεσία της NKVD που τον είχε φέρει εις πέρας, έψαχνε τρανταχτές περιπτώσεις διόρθωσης της «αδικίας» για δημόσια κατανάλωση. Καθώς φαίνεται, κάποιο από τα διαβήματα διαμαρτυρίας του Ντερζάβιν σκάλωσε σε κάποιο γραφείο την κατάλληλη στιγμή και το «αθώο», όσο και διάσημο, θύμα, είχε βρεθεί. Η Ανισίμοβα μεταφέρθηκε πίσω στις φυλακές του Λένινγκραντ, τον Μάιο του 1939, και μετά από επιπλέον ανακρίσεις κι ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη, απελευθερώθηκε στις 11 Νοεμβρίου του 1939. Ήταν το τέλος του εφιάλτη για τη Νίνα Ανισίμοβα, όχι όμως και για τα εκατομμύρια των εξόριστων, που θα σάπιζαν στα Γκουλάγκ γι’ άλλα 13 και βάλε χρόνια, ως και τον θάνατο του Ιωσήφ Στάλιν.
Η Ανισίμοβα θα ανέβαινε ξανά στη σκηνή του θεάτρου Κίροβ, ένα μήνα μετά την απελευθέρωσή της, όταν χόρεψε το «Κρακόβιακ» του Γκλίνκα και την ημέρα των Χριστουγέννων του ’39 έκλεισε τη χρονιά συμβολικά -ως πρώτη μπαλαρίνα- στη «Λίμνη των Κύκνων» του Τσαϊκόβσκι. Η ίδια ποτέ δεν ξέχασε, αλλά και ποτέ δεν μίλησε για τον ενάμιση χρόνο φυλάκισής της. Ο σύζυγός της, Ντερζάβιν, έχει γράψει πως μέσα στο άσβεστο πάθος της γυναίκας του για δημιουργία και ζωή υπήρχαν ανάμεικτες και οι τύψεις για το γεγονός ότι γλίτωσε, ενώ οι άλλοι έμειναν πίσω. Προφανώς, ένιωθε τύψεις και για το ανώτατο βραβείο «Στάλιν», αφού οι αποφάσεις του «πατερούλη» παραλίγο να της στερήσουν την τέχνη και τη ζωή της για πάντα.
Από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις εκδόθηκε πρόσφατα το νέο βιβλίο του Κωνσταντίνου Μαυρίδη, Λησμονημένες Ιστορίες νο2.
2 ΣΧΟΛΙΑ
Εξαιρετικό άρθρο!!! Δεν γνώριζα την τραγική αυτή κατάσταση για την Ανισίμοβα. Είναι από εκείνα που πονούν… την Σοβιετική Ένωση!!!
Συγκλονιστικό άρθρο Δεν γνώριζα την τραγική αυτή κατάσταση για την Ανισίμοβα. Είναι από εκείνα που πονούν… την Σοβιετική Ένωση!!!