Αρχική » Μισέλ Ουελμπέκ: Εκμηδένιση 

Μισέλ Ουελμπέκ: Εκμηδένιση 

από Αναδημοσιεύσεις

Ξενοφών Α. Μπρουντζάκης από Το Ποντίκι

Είναι δύσκολο να διαβάσεις απερίσπαστος το βιβλίο ενός συγγραφέα που έχει καταφέρει σε κάθε εμφάνισή του να προκαλεί  την προσοχή όλων.

Δηλαδή, αυθόρμητα, δίχως επηρεασμούς και κυρίως δίχως αυτήν την ανόητη και αντιαναγνωστική κλειδαρότρυπα που αποκαλύπτει ποια σύγχρονη προσωπικότητα κρύβεται πίσω από κάθε ήρωα του συγγραφέα. Λες κι έχει σημασία! Λες και γνωρίζουμε ή παίζει τον παραμικρό ρόλο στο έργο του Μπαλζακ, λόγου χάρη, ποιους συγχρόνους του χρησιμοποίησε ως πρότυπο. Μάλιστα, ο ίδιος ο συγγραφέας στο τέλος, στις «Ευχαριστίες», το ξεκαθαρίζει στους αναγνώστες του. «Πρόκειται άλλωστε  για μυθιστορία, η πραγματικότητα δεν είναι παρά μια πρώτη ύλη». Άρα, λίγη σημασία έχει αν ο υπό απόσυρση, πρόεδρος του μυθιστορήματος στις μελλοντικές εκλογές του 2027 που εξυφαίνει σατανικά την επανεμφάνιση του μετά από ένα πενταετές διάλειμμα, είναι ο Εμμανουέλ Μακρόν ή αν ο φιλόδοξος και ικανός υπουργός Εθνικής Οικονομίας Μπρυνό, είναι ο σημερινός υπουργός της Γαλλίας. Αν είναι να ενδιαφέρεται κανείς να μάθει για τα σχέδια του Μακρόν ή του  Υπουργού των Οικονομικών της Γαλλίας, ας διαβάσει την Μοντ ή την Φιγκαρό. Υποθέτω ότι οι φιλοδοξίες του συγγραφέα από το πολυσέλιδο αυτό μυθιστόρημα, είναι πιο απαιτητικές από αυτές τις ταυτίσεις, όσο και από τον τρόπο που τον παρουσιάζουν ως προφήτη. Δεν φαίνεται να προφητεύει ή να προβλέπει κάτι – απλά κάνει προβολές στο μέλλον με βάση τα δεδομένα της εποχής.

Το μυθιστόρημα αρχίζει συγκλονιστικά καθώς κάποια διαδικτυακά μηνύματα προκαλούν το ενδιαφέρον της  Γενικής Διεύθυνσης Εσωτερικής Ασφάλειας που, ωστόσο, εισάγουν τον αναγνώστη στον σύγχρονο αόρατο εφιάλτη της διαδικτυακής τρομοκρατίας. Στη συνέχεια, ένα απειλητικό μήνυμα που απευθύνεται στον υπουργό Οικονομικών της Γαλλίας  κινητοποιεί τον εξ απόρρητων του, Πωλ Ραιζόν, ο οποίος έρχεται σε επαφή με πρόσωπα των μυστικών υπηρεσιών. Σημειωτέον, ότι ο πατέρας του Πωλ υπήρξε αξιωματικός αυτών των υπηρεσιών. Κεντρικό πρόσωπο της αφήγησης, ο Πωλ Ραιζόν είναι η σταθερά μέσω της οποίας ο συγγραφέας θα απλώσει όλον τον σύγχρονο, πολύπλοκο και πολυεπίπεδο κόσμο της αφήγησής του.

Ο Ουελμπέκ στήνει ένα πολύ απαιτητικό μυθιστόρημα  όπου στο τέλος όλα συγκλίνουν καθώς το πολιτικό, εθνικό, οικογενειακό και ατομικό πεπρωμένο εισέρχεται στην τροχιά της φθοράς του. Όλα έχουν ένα τέλος κι ο συγγραφέας φωτίζει με ηδονιστική ενάργεια την διαδρομή στη φθορά ανατέμνοντας την ματαιότητα του υλικού κόσμου αλλά και αυτή την παρηγορητική συνδρομή της θρησκείας που απαλύνει το ανθρώπινο δράμα. Η ζωή είναι μια διαδρομή φθοράς, ένας αγώνας μάταιος ενάντια στο πεπρωμένο που τελικά δεν αλλάζει, μια μάχη στην οποία  αναδεικνύεται η ανθρώπινη αδυναμία μέσα από τα απίθανα επιτεύγματα του ανθρώπου…   

Θαρρείς ότι σε κάθε σελίδα του, ο Ουελμπέκ προσπαθεί να μας κάνει να εμπεδώσουμε την θνητότητα. Στην μηδαμινότητα της ύπαρξης και στην δαιδαλώδη πλέον πολυπλοκότητα και απαιτητικότητα του σύγχρονου κόσμου, ωστόσο, η μόνη χαραμάδα ελπίδας είναι μερικά πράγματα που διατηρούν την αξία τους -κυρίως, μάλιστα, αυτά που αμφισβητούνται-, όπως η θρησκεία, η αγάπη, η οικογένεια…  Το εκπληκτικό είναι ότι αναδεικνύει όλες αυτές τις πολιτισμικές σταθερές  κριτικά, από απόσταση, δίχως να τις υιοθετεί, αλλά και δίχως να τις παρασιωπά ή να τις παραβλέπει.  

Μπορεί να στέκει με μια κριτική ειρωνεία απέναντι στις προσευχές της Σεσίλ αλλά τις περιλαμβάνει στον κόσμο του ως μια συνιστώσα, ως μια διέξοδο. Τι άλλο; Το ίδιο και με τις διαλυμένες οικογένειες, ή με  αναφορές του στις νέες γενετικές εφαρμογές, στις υιοθεσίες από τράπεζες σπέρματος αλλά και στους διάφορους τύπους ανδρών και γυναικών που προσαρμόζονται στις νέες ηθικές, στους οποίους μοιάζει να γνέφει μυστικά δείχνοντάς τους το αδιέξοδο. Προφανώς, ούτε ηθικολογεί ούτε δασκαλίζει,  απλά σκανδαλίζει με τους προβληματισμούς του.

Θα μπορούσε βέβαια εδώ να επισημάνει κανείς ότι σε μερικά σημεία της μυθιστορηματικής ροής δεν αποφεύγει τον πειρασμό να συνδέσει την λογοτεχνία με το δοκίμιο και την φιλοσοφία, και αρκετές αναφορές του σε βιβλία και πρόσωπα μοιάζουν με δοκιμιακούς υπομνηματισμούς. Έτσι, υπάρχουν κάποιες στιγμές αμηχανίας ανάμεσα στον θεωρητικό διανοούμενο και τον καθαρόαιμο λογοτέχνη. Όχι ότι δεν είναι θεμιτό, ωστόσο, ενίοτε, ο αναγνώστης μεταπηδά από την λογοτεχνική περιγραφή στον δοκιμιακό λόγο, όχι δίχως αναταράξεις, σαν η αφήγηση να ξεφεύγει από την άσφαλτο και να εισέρχεται σε χωματόδρομο.

Όλα αρχίζουν να ξηλώνονται αριστοτεχνικά, αρχής γενομένης από τον πατέρα του Πωλ, πρώην πράκτορα των μυστικών υπηρεσιών, ο οποίος μετά από ένα εγκεφαλικό μένει …«ραπανάκι», όπως περιπαικτικά τον αποκαλεί η μια νύφη του. Με την ευκαιρία τού εγκεφαλικού, ο συγγραφέας ανοίγει έναν κόσμο απίθανα ευρύ και ανεξερεύνητο, αυτόν του ανθρώπου που βρίσκεται μεταξύ ύπαρξης και ανυπαρξίας.

Ταυτόχρονα, αναδεικνύει ένα τεράστιο ηθικό ζήτημα που σχετίζεται με τα άτομα της τρίτης ηλικίας, μιας ηλικίας  που χάνει σε αξία ζωής. Εδώ, ο Ουελμπέκ θέτει σοβαρότατα ζητήματα ηθικής σε μιαν εποχή ανθρωπιστικού αναθεωρητισμού που έχει αναγάγει τη νεότητα ως υπέρτατη ηθική αξία, υποβαθμίζοντας αντίστοιχα την αξία της ύπαρξης κλιμακωτά, με το πέρασμα των χρόνων, σαν η ανθρώπινη ζωή να αντιμετωπίζεται ως οικιακή συσκευή ή αυτοκίνητο που υπολείπεται σε αξία έναντι ενός καινούργιου. Δεν λείπουν οι  εκτενείς αναφορές στα γηροκομεία, στο εθνικό σύστημα υγείας και τις υγειονομικές υπηρεσίες  που εν τέλει οδηγούν σε μιαν οδυνηρή αναμέτρηση με τη θνητότητα.

Ταυτόχρονα, ο δαιμόνιος Ουελμπέκ, έχοντας συνταξιοδοτηθεί από την θητεία του στον κυνισμό δίχως να αποσυρθεί, αναδεικνύει τον ρόλο της οικογένειας στην αποσύνθεσή της, αλλά και την σημασία της συνοχής της. Επίσης, βρίσκει την ευκαιρία να μιλήσει για τον γάμο, την αποξένωση της σύγχρονης ζωής που ξοδεύεται αλόγιστα στους εξοντωτικούς χρόνους που την λιγοστεύουν, ενώ φέρνει στο φως διάφορες πτυχές της γυναικείας φύσης μέσα από μια σειρά ηρωίδων που πρωταγωνιστούν σε μια μεγάλη και αντιπροσωπευτική γκάμα των γυναικείων χαρακτήρων και ρόλων. Δεν του διαφεύγει η σύγκριση της ζωής στην πόλη και στην ύπαιθρο όπου πηγαινοέρχονται οι ήρωές του στις μετακινήσεις τους.

Ο Ουελμπέκ τονίζει τους υπαρκτούς κινδύνους της σύγχρονης τεχνολογίας επισημαίνοντας ότι «τα μέσα επίθεσης εξελίσσονταν πολύ πιο γρήγορα απ΄ ό,τι τα μέσα άμυνας, η τάξη και η ασφάλεια του κόσμου θα επιτυγχάνονταν πλέον ολοένα πιο δύσκολα». 

Το μυθιστόρημα ζεσταίνεται από έναν μελαγχολικό ανθρωπισμό λες και ο Ουελμπέκ παραδίδεται στην βιβλική έννοια της ματαιότητας μπροστά στην μόνη αλήθεια του θανάτου, άσχετα αν την παραθέτει μέσω του Πασκάλ: «Στο τέλος σού ρίχνουν χώμα στο κεφάλι και αυτό ήταν, για πάντα».

Λευκή μαγεία, μαύρη μαγεία και υπερσύχρονες τεχνολογικές εφαρμογές, αναμεμιγμένες με αποκρυφισμό και απίστευτες προκαταλήψεις, συνθέτουν το πάζλ ενός κόσμου που συνδέει παρανοϊκά τις υψηλότερες τεχνολογικές εφαρμογές με τις πιο μεσαιωνικές σκοταδιστικές εκδοχές τελετουργιών.

Είναι ένα βιβλίο του οποίου οι αναφορές απαιτούν καλή γνώση της γαλλικής πραγματικότητας. Τέλος, καλό είναι να σημειώσουμε ότι η  μετάφρασή του είναι άριστη, τόσο ώστε να μοιάζει σα να έχει γραφτεί το έργο κατευθείαν στα ελληνικά!      

Πρόκειται για ένα βιβλίο που η ιστορία του αρχίζει όταν το έχεις τελειώσει!

Μισέλ Ουελμπέκ: Εκμηδένιση 

Μετάφραση Γιώργος Καράμπελας      

Εκδόσεις: Εστία  

Σελ.: 658 

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ