Αρχική » Γιατί η παραγωγή πρέπει να επιστρέψει στο σημείο πώλησης

Γιατί η παραγωγή πρέπει να επιστρέψει στο σημείο πώλησης

από Αναδημοσιεύσεις

του Δημήτρη Ματεμτζή* από την ιστοσελίδα powergame.gr

Για όσους ασχολούνται έστω και επιφανειακά με τον κλάδο ένδυσηςυπόδησης είναι γνωστή η μετακίνηση των παραγωγών μέσα στην πορεία των δεκαετιών όλο και πιο ανατολικά, με κυρίαρχο κριτήριο αυτής της εξέλιξης την αναζήτηση μειωμένου κόστους παραγωγής.

Η Γαλλία αντικαταστάθηκε από την Ιταλία, αυτή από την Ελλάδα και άλλες χώρες της Βαλκανικής ή της Ανατ. Ευρώπης, ακολούθησε η Τουρκία για να φτάσουμε στις χώρες της Άπω Ανατολής (Κίνα, Μπαγκλαντές, Πακιστάν, Ινδία, Βιετνάμ κ.α.), ενώ σήμερα ως «μόνη» μελλοντική εναλλακτική που να μπορεί να συγκρατήσει την αύξηση του κόστους παρουσιάζεται η Αφρικανική Ήπειρος.

Αν κάποιος αναλύσει το κόστος π.χ. ενός έτοιμου ενδύματος θα δει ότι αυτό συντίθεται από το κόστος του υφάσματος (= πρώτη ύλη, επεξεργασία κλπ.), το εργατικό κόστος κοπής, ραφής, συσκευασίας, το κόστος ενέργειας που απαιτείται για την υλοποίηση των εργασιών αυτών και φυσικά το κόστος μεταφοράς από τον τόπο παραγωγής στον τόπο Λιανικής (ή έστω Χονδρικής) του διάθεσης/πώλησης.

Στα βασικά αυτά κόστη, έρχεται να προστεθεί οποιαδήποτε τελωνειακή ή παρεμφερής επιβάρυνση, καθώς και ο συναλλαγματικός κίνδυνος παραγωγής σε διαφορετικό νόμισμα απ’ αυτό που η κάθε Εταιρεία εισπράττει πουλώντας το (π.χ. παράγω σε $, πουλώ σε €).

Είναι αλήθεια πως -βήμα το βήμα- παρατηρείτο σταδιακή αύξηση κόστους παραγωγής, κατά κύριο λόγο εξαιτίας της αύξησης του κόστους εργασίας (αύξηση κατά κεφαλήν εισοδήματος σε «ταχέως αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ασίας, όπως η Κίνα), ενώ πολύ πιο σύνθετες παράμετροι επηρέαζαν και επηρεάζουν την αυξομείωση των τιμών των πρώτων υλών ή -φυσικά- και τις συναλλαγματικές διαφορές.

Και αν κάτι τέτοιο αντιμετωπιζόταν ως μία «ελεγχόμενη κανονικότητα» ήρθε η τελευταία διετία να αλλάξει με τρόπο πρωτοφανή και κατακλυσμιαίο τη λειτουργία της παραγωγικής και εφοδιαστικής αλυσίδας σε παγκόσμιο επίπεδο.

Έτσι, η πανδημική κρίση καταρχάς, διέκοψε βίαια την ροή παραγωγής-κατανάλωσης καθώς επεβλήθησαν απαγορεύσεις και περιορισμοί λειτουργίας των φυσικών Δικτύων καταστημάτων του Λιανεμπορίου με πολλαπλά αποτελέσματα, όπως:

  • Αύξηση αποθεμάτων και μάλιστα -σε πολλές περιπτώσεις όπως π.χ. στη μόδα -με υψηλούς βαθμούς γρήγορης απαξίωσης λόγω τάσεων και εποχικότητας
  • Ακυρώσεις, μεταφορές και μειώσεις ανοικτών παραγγελιών σε προμηθευτές
  • Σημαντικά προβλήματα cash flow σε όλη την έκταση της αλυσίδας (λιανική, χονδρική, παραγωγή, πρώτες ύλες κλπ.)

…όλα αυτά -δε- οδήγησαν με μαθηματική ακρίβεια σε:

  • Χειροτέρευση της ποιότητας του προσφερόμενου προϊοντικού μίγματος
  • Υψηλές εκπτώσεις για την ταχύτερη και μαζικότερη διάθεση του επικίνδυνα αυξημένου αποθέματος
  • Και άρα συρρίκνωση των λειτουργικών περιθωρίων σε πολύ χαμηλά επίπεδα, προκαλώντας σημαντικές ζημιές.

Επιπρόσθετα των συνεπειών της πανδημικής κρίσης, η αύξηση του ενεργειακού κόστους, αλλά και του κόστους μεταφορών συμπλήρωσαν την «τέλεια καταιγίδα»:

  • Σημειώθηκε αύξηση του κόστους παραγωγής
  • Ενδεικτικά το κόστος μεταφοράς ενός container από την Κίνα στον Πειραιά υπερ-επταπλασιάστηκε (από 2.500 σε περισσότερο από 17.000€!)
  • Αυξήθηκαν δραματικά οι καθυστερήσεις προγραμματισμένων παραδόσεων, πολλές φορές και κατά περισσότερο από 2-3 μήνες

Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι εξελίξεις όπως οι προαναφερθείσες, ιδίως για κλάδους όπως η ένδυση-υπόδηση μόδας «εξαέρωσαν» έτι περαιτέρω τα λειτουργικά περιθώρια, επηρέασαν τις προβλεπόμενες πωλήσεις (καθώς κανένα πλάνο παράδοσης εμπορευμάτων δεν ισχύει πλέον) και φυσικά συνέχισαν να ωθούν σε αύξηση αποθεμάτων.

Αρκεί κανείς να σκεφτεί απλά τι θα συμβεί αν αντί να παραλάβεις προς πώληση ένα παλτό στα τέλη Οκτωβρίου (με ήδη αυξημένο κόστος παραγωγής και μεταφοράς), τελικά το παραλαμβάνεις στις αρχές Φεβρουαρίου…

Με βάση όλα τα παραπάνω, αντιλαμβανόμαστε πως η παραγωγή σε γεωγραφικές ζώνες μακρινές από αυτές της Λιανικής διάθεσης αποτελεί το πλέον κομβικό στοιχείο έκθεσης σε πολλαπλούς κινδύνους:

  • Κίνδυνος αύξησης του κόστους μεταφοράς
  • Κίνδυνος μη τήρησης του χρονικού προγραμματισμού παραγωγής, μεταφοράς και εντέλει διάθεσης των προϊόντων
  • Συναλλαγματικός κίνδυνος (καθώς η Ελλάδα εισπράττει ευρώ και αγοράζει από την Ασία σε δολάρια)
  • Περιορισμός των περιθωρίων αντίδρασης των λιανεμπορικών ομίλων σε παρατηρούμενες αλλαγές στην αγορά ως προς την παραγωγή, καθώς ο χρόνος μεταξύ παραγγελίας και παράδοσης έχει φτάσει να ξεπερνά του 7-8 μήνες!!

Για τους παραπάνω (και όχι μόνον) λόγους, καθίσταται σήμερα επιτακτικότερη από ποτέ, η ανάγκη περιορισμού της απόστασης τόπων παραγωγής και διάθεσης με σκοπό τον περιορισμό της έκθεσης στους ανωτέρω κινδύνους και την αύξηση της ευελιξίας που οι διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες επιβάλλουν.

Έτσι, θεωρώ πως οι παρούσες συνθήκες για τη βιομηχανία του ενδύματος, προσφέρουν μία μοναδική, ιστορική θα έλεγα, ευκαιρία επανεκκίνησης της προσπάθειας σοβαρής και μελετημένης αναβίωσης της παραγωγής στην Ελλάδα.

Κι αυτό γιατί, ο συνυπολογισμός, τόσο των υφιστάμενων διαφορών κόστους παραγωγής, όσο και ο μηδενισμός του μεταφορικού κόστους και του συναλλαγματικού κινδύνου, αλλά και η απαλοιφή κεκρυμμένων ζημιών και επιβαρύνσεων που το μοντέλο των παραγωγών στην Ασία εμπεριέχει, δίδουν τον «οικονομικό χώρο» να μελετήσουμε τη δυνατότητα ποιοτικών και ανταγωνιστικών παραγωγών στη χώρα μας.

Ας μην ξεχνάμε ότι χώρες όπως η Πορτογαλία έχουν εργαστεί στην κατεύθυνση αυτή, επιτυγχάνοντας εξαιρετικά αποτελέσματα:

Αρκεί να δούμε μόνον πως ενώ η Ελληνική και Πορτογαλική παραγωγή υποδημάτων ήταν προ 10-15 ετών ισομεγέθης (περί τα 6.000.000 ζευγάρια κάθε χώρα), σήμερα εμείς παράγουμε περίπου 3 εκατ. και η Πορτογαλία περισσότερο από 100.000.000 ζευγάρια!!

Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Ήπειρος αποτελεί και θα αποτελεί για δεκαετίες μία από τις ισχυρότερες αγορές του πλανήτη, συνεπώς η διασφάλιση μεγάλων αναγκών παραγωγής μπορεί να θεωρηθεί μακροπρόθεσμα -υπό όρους- εγγυημένη, για το ζητούμενο εύρος από μία χώρα σαν την Ελλάδα.

Λαμβάνοντας υπόψιν τα ανωτέρω στοιχεία κρίνεται απαραίτητη μία συντονισμένη συλλογική προσπάθεια σχεδιασμού, στην οποία πρέπει να συμμετέχουν ενδιαφερόμενοι επιχειρηματίες, φορείς και βέβαια το ίδιο το κράτος ώστε να καταστεί εφικτό να υλοποιηθεί ένα τόσο σημαντικό έργο.

Κρίσιμες παράμετροι θα είναι:

  • H εκπαίδευση προσωπικού για ανάληψη χιλιάδων θέσεων που προϋποθέτουν τεχνική γνώση και επάρκεια
  • Σημαντικά ιδιωτικά κεφάλαια προς επένδυση για εγκαταστάσεις, μηχανολογικό εξοπλισμό κλπ.
  • Διασφάλιση ελάχιστου εγγυημένου όγκου ετήσιων παραγωγών μέσα από συμφωνίες παραγγελιών που τόσο Έλληνες όσο και Ξένοι επιχειρηματίες μπορούν να συνάψουν, προκειμένου να εξασφαλιστεί η κάλυψη επενδυτικών αποσβέσεων και λειτουργικών εξόδων
  • Φιλικό πλαίσιο σε εργασιακό και φορολογικό επίπεδο
  • Δυνατότητες παροχής πρόσθετης κεφαλαιακής στήριξης μέσω στοχευμενων προγραμμάτων και τραπεζικών οργανισμών

Αν μιλήσω μόνον για την δική μου επιχείρηση, τον Όμιλο Intrafashion, ο οποίος διαθέτει το ευρέως αναγνωρισμένο σήμα γυναικείας ένδυσης PINK WOMAN, με πάνω από 100 καταστήματα στη χώρα μας, παρουσιάζει μία δυνητική ευκαιρία παραγωγής που, υπό τους ορθούς οικονομικούς όρους, θα μπορούσε να παράγει στην Ελλάδα πάνω από 2.500.000 τμχ ετησίως.

Είναι λοιπόν βέβαιο πως με τις κατάλληλες υποδομές και στήριξη, η παραγωγή ενδυμάτων θα μπορούσε να ανταποκριθεί σε ζητήσεις που θα υπερέβαιναν αρκετές δεκάδες εκατομμυρίων τμχ σε ετήσια βάση!

Δεν χρειάζεται να αναφερθώ στις σημαντικές θετικές επιπτώσεις που το ως άνω εγχείρημα θα μπορούσε να είχε στην εθνική οικονομία, καθώς θα δημιουργούσε χιλιάδες θέσεις εργασίας, θα παρήγαγε «πλούτο» που θα έμενε στην χώρα μας, θα πρόσφερε ευκαιρίες σημαντικών εξαγωγών και πολλά άλλα.

Επιλογικά οφείλω να παραδεχτώ πως πολλοί αναγνώστες όσων γράφω μπορεί να με χαρακτηρίσουν ως γραφικό ή αιθεροβάμονα…

Θέλω ωστόσο να τους διαβεβαιώσω πως δεν είμαι.

Η δυνατότητα και οι συνθήκες υπάρχουν.

Αρκεί να αποδείξουμε πως εκτός από σχέδια είμαστε ικανοί και για την υλοποίησή τους.

*ΠΡΟΕΔΡΟΣ & ΔΙΕΥΘΥΝΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ, INTRAFASHION GROUP S.A. (PINK WOMAN)

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ