Αρχική » Το τριπλό λάθος της Γερμανίας

Το τριπλό λάθος της Γερμανίας

από Αναδημοσιεύσεις

Η Γερμανία ανέθεσε την ασφάλειά της στις ΗΠΑ, την ανάπτυξή της στην Κίνα –μέσω των εξαγωγών της– και τις ενεργειακές της ανάγκες στη Ρωσία.

Από την Καθημερινή

Το οικονομικό θαύμα της Γερμανίας κλονίζεται επειδή το επιχειρηματικό της μοντέλο αποδεικνύεται πλήρως εξαρτημένο από τη φθηνή ρωσική ενέργεια και από τη στιγμή που αυτή εξέλιπε, τρίζει και η γερμανική βιομηχανία. Οι εγγενείς του αδυναμίες αντανακλώνται στην περίπτωση του γερμανικού κολοσσού των χημικών, της εμβληματικής BASF, που έχει εδώ και μερικές εβδομάδες ανακοινώσει ότι θα περιορίσει αισθητά τις δραστηριότητές της εντός Ευρώπης και κυρίως εντός Γερμανίας και θα επενδύσει σημαντικά στις ΗΠΑ. Και βέβαια η αιτία είναι η ενεργειακή κρίση που έχει φέρει σε αδιέξοδο πολλές γερμανικές επιχειρήσεις και έχει ενσπείρει εντονότατο προβληματισμό για τη βιωσιμότητα του γερμανικού επιχειρηματικού μοντέλου.

Οπως επισημαίνει σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times, τα στατιστικά στοιχεία του γερμανικού κράτους σκιαγραφούν μια άκρως ανησυχητική εικόνα. Η παραγωγή στις βιομηχανίες εντάσεως ενέργειας, που αντιπροσωπεύουν το 23% των βιομηχανικών θέσεων εργασίας στη Γερμανία, έχει μειωθεί κατά 10% από τις αρχές του έτους. Τομείς όπως τα μέταλλα, τα υαλικά, τα κεραμικά, οι χαρτοβιομηχανίες και η κλωστοϋφαντουργία υφίστανται το μεγαλύτερο πλήγμα. Η σχεδόν ιστορικής σημασίας βιομηχανία υαλικών Heinz-Glas, που εδώ και 400 χρόνια παράγει μπουκαλάκια για αρώματα και καλλυντικά αγωνίζεται να επιβιώσει, ενώ η ΚΡΜ, μια από τις παλαιότερες βιομηχανίες πορσελάνης έχει μειώσει την κατανάλωση ενέργειας κατά 10% με 15% αλλά δεν μπορεί να αποφύγει την εκτόξευση του κόστους των πρώτων υλών της.

Οπως επισημαίνει ο Κλέμενς Φούεστ, επικεφαλής του οικονομικού ινστιτούτου Ifo, στην πράξη αυτό σημαίνει πως 1,5 εκατ. εργαζόμενοι στη Γερμανία απασχολούνται σε βιομηχανίες που υφίστανται μεγάλες πιέσεις. Η κατάσταση είναι γενικότερη στη χώρα. Βιομηχανίες και επιχειρήσεις ανά τη Γερμανία αγωνίζονται από το καλοκαίρι να προσαρμοστούν στην εξαφάνιση του ρωσικού αερίου. Χαμηλώνουν τα φώτα, αντικαθιστούν το αέριο με πετρέλαιο και στη χειρότερη περίπτωση μειώνουν την παραγωγή. Και δεν είναι λίγες που ενδέχεται να ακολουθήσουν τα βήματα της BASF και να μεταφέρουν μονάδες παραγωγής σε άλλες χώρες όπου είναι φθηνότερη η ενέργεια. Σκιαγραφώντας επιγραμματικά το πρόβλημα της Γερμανίας, η Κονστάντζε Στελζενμίλερ, διευθύντρια του κέντρου ΗΠΑ και Ευρώπης στο Ιδρυμα Brookings, επισημαίνει πως η Γερμανία αποτελεί μια περίπτωση δυτικής χώρας που στοιχημάτισε στην παγκοσμιοποίηση και την αλληλεξάρτηση και τώρα υφίσταται τις συνέπειες. Η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία, υπογραμμίζει η ίδια, «ανέθεσε την ασφάλειά της στις ΗΠΑ, την ανάπτυξή της στην Κίνα μέσω των εξαγωγών της και τις ενεργειακές της ανάγκες στη Ρωσία». Και τώρα είναι σε ανυπόφορο βαθμό ευάλωτη στις αρχές του 21ου αιώνα, αντιμέτωπη με έναν θηριώδη ανταγωνισμό για τις προμήθειες σε ενέργεια και με την τακτική εχθρών και φίλων να μετατρέπουν την αλληλεξάρτηση σε όπλο εναντίον των πάντων. Πράγματι ο κολοσσός BASF αποτελεί την επιτομή των όσων επισήμανε η κ. Στελζενμίλερ.

Επί χρόνια καλλιέργησε την εξάρτησή της από το ρωσικό αέριο που ερχόταν στη Γερμανία μέσω αγωγών. Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Μάρτιν Μπριντερμίλερ, δήλωσε προ μηνών ότι το ρωσικό αέριο «αποτελούσε τη βάση της ανταγωνιστικότητάς μας». Και βέβαια ανέπτυξε σχέση αλληλεξάρτησης με την Κίνα, που σήμερα αντιπροσωπεύει 12 δισ. ευρώ στα ετήσια έσοδά της. Τώρα η BASF οικοδομεί σύμπλεγμα χημικών στην πόλη Γκουανγκντόνγκ στη νοτιοανατολική Κίνα. Ο προϋπολογισμός της μονάδας ανέρχεται σε 10 δισ. ευρώ και είναι η μεγαλύτερη ξένη επένδυση στην ιστορία. Πολλοί στο Βερολίνο βλέπουν με καχυποψία αυτό το σχέδιο και εκφράζουν φόβους πως ίσως μια μέρα ο γερμανικός κολοσσός των χημικών θα εγκαταλείψει πλήρως τη Γερμανία, θα εγκατασταθεί οριστικά στην Κίνα και θα κλείσει τις κεντρικές του εγκαταστάσεις στη μικρή πόλη Λουντιβχάφεν, που σημειωτέον περιλαμβάνει τη μεγαλύτερη μονάδα επεξεργασίας νερού, ενώ έχει το δικό της νοσοκομείο και δική της μονάδα πυροσβεστών. Οι μέτοχοί της δεν ανησυχούν βέβαια, καθώς το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να ρέει το χρήμα. Η ίδια η BASF έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο, τονίζοντας πως δεν θα επαναλάβει το λάθος της Γερμανίας που εξαρτήθηκε ολοκληρωτικά από ένα αυταρχικό κράτος με επιθετικές διαθέσεις κατά των γειτόνων του. Σύμφωνα με τον κ. Μπριντερμίλερ, η βιομηχανία του δεν έχει την πολυτέλεια να αποφύγει την Κίνα, που αντιπροσωπεύει το 50% της παγκόσμιας αγοράς χημικών και αναπτύσσεται πολύ ταχύτερα και πολύ περισσότερο από την Ευρώπη. Τονίζει επίσης πως «υπάρχουν κίνδυνοι αλλά έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα πως η Κίνα αποτελεί ευκαιρία και πρέπει να επεκταθούμε εκεί». Καλεί μάλιστα τους Γερμανούς να κάνουν λίγη αυτοκριτική.

Πολλοί Γερμανοί κάνουν ακριβώς αυτό και ζητούν γενική επανεξέταση του οικονομικού παραδείγματος της χώρας στα πάντα, από την απορρύθμιση μέχρι την πολιτική της στο μεταναστευτικό. Μιλώντας στους F.T. ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Κρίστιαν Λίντνερ, δήλωσε κατηγορηματικά πως «το γερμανικό επιχειρηματικό μοντέλο πρέπει να αλλάξει, καθώς βασιζόταν στη φθηνή ενέργεια, στο άφθονο εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό και τις ανοιχτές αγορές για τα γερμανικά προϊόντα υψηλής τεχνολογίας».

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ