του Γιάννη Σιδέρη από το liberal.gr
Μια αγκαλιά λουλούδια θα πρέπει να στείλει η ΝΔ στον Παύλο Πολάκη, με αφορμή τις τελευταίες πρόζες του στα κοινωνικά δίκτυα. Στο ευαίσθητο διάνυσμα προ των εκλογών, το μόνο που δεν χρειαζόταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν μια εσωκομματική διαταραχή, που αφορά ένα προβεβλημένο στέλεχος του μηχανισμού.
Αλλά δεν είναι μόνο το πρόσωπο. Εξαιτίας του διαχέεται η ταραχή καθέτως στα πλοκάμια του κοινωνικού ΣΥΡΙΖΑ: Στα απλά μέλη των οργανώσεων και στους ψηφοφόρους του, οι οποίοι έχουν θεοποιήσει τον Πολάκη, και δεν είναι λίγοι.
Η καθ΄ έξιν υβριστική στην αρχαϊκότητά της συμπεριφορά του εν λόγω, εκλαμβάνεται ως «αγωνιστική αντισυστημικότητα» από τους οπαδούς, ξεσηκώνοντας θύελλα στα κοινωνικά δίκτυα. Εκλαμβάνεται ως η αγανακτισμένη έκφραση της αγνής λαϊκής αριστερής ψυχής, και όχι ως καιροσκοπικός – και εκ του ασφαλούς τραμπουκισμός – ενός τύπου που καλυπτόταν επί χρόνια πίσω από την ασφάλεια του ακαταδίωκτου, λόγω βουλευτικής ιδιότητας.
Αν άλλαξε κάτι προσφάτως και οι εξελίξεις βαίνουν εναντίον του (αν τελικά θα έχει το θάρρος ο Τσίπρας να ακυρώσει τη βουλευτική του υποψηφιότητα), είναι επειδή αμφισβήτησε το αρχηγικό ιμπέριουμ του Αλέξη, όταν απείλησε πως δεν θα θέσει υποψηφιότητα εάν δεν κατεβάσουν ως συνυποψήφιο τον φίλο του Χαιρετάκη.
Όταν όμως, για παράδειγμα, ο Πολάκης έδινε στη δημοσιότητα τη διεύθυνση του σπιτιού του καθηγητή Συνολάκη δεν ίδρωσε το αφτί του Αλέξη. Δεν το θεώρησε ως φασιστική προγραφή, ως βορά στις διαθέσιμες ομάδες εφόδου. Δεν έχει σημασία αν είχε δίκιο ή όχι ο επιστήμονας. Η επιστημονική γνώση υπόκειται μόνο στην κριτική και αντίκρουση από τους ομοειδείς συναδέλφους του. Όχι στην κριτική του κάθε άσχετου, που κάτι έμαθε στα…κοινωνικά δίκτυα.
Έχει όμως σημασία ότι ως καταδότης ο πρώην υπουργός, δημοσίευσε τη διεύθυνση κατοικίας του, καθιστώντας τον βορά στις τυχάρπαστες ορδές «λαϊκών εκδικητών» που θα ήθελαν να τον «τιμωρήσουν». Τότε δεν ανησύχησαν ο Αλέξης και σύμπας ο ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν ακόμη συνεπαρμένοι από τη λογική της «λαϊκής αγανάκτησης».
Υπάρχει η εμπεριστατωμένη στους αιώνες διαχρονική ρήση «Το μυρμήγκι όταν θέλει να χαθεί βγάζει φτερά». Αυτό συνέβη με τον Παύλο. Χαίρει ιδιαίτερης αποδοχής, έως λατρείας, σε μεγάλο μέρος της λαϊκής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ. Σε ένα μπρουτάλ κοινό, από το οποίο κάποιοι είναι βιωματικά αντιδεξιοί λόγω οικογενειακών καταβολών (χωρίς να έχουν την ευγένεια των προγόνων τους), και άλλοι είναι λούμπεν περιθωριακοί. Στο πρόσωπο του Πολάκη βλέπουν τον τροπαιοφόρο εκδικητή που θα κατατροπώσει τους κακούς.
Γιατί ως γνωστόν στην αριστερή μυθολογία, οι κακοί είναι υπεύθυνοι δια πάσαν νόσον και κακοδαιμονίαν του αγνού «πολυπροδομένου» λαού – όπως θέλει πάντα τον λαό ο χύδην λαϊκισμός, που τον αντιμετωπίζει ως άβουλο υποκείμενο χωρίς δική του βούληση, αυτενέργεια και προσωπική ευθύνη.
Κάποιοι θεωρούν ότι η σκληρή στάση Τσίπρα έναντι Πολάκη, βοηθά τον Αλέξη να σμιλέψει ένα θεσμικό προσωπείο ενόψει των εκλογών και τη διευκόλυνση της συνάντησής του με τους μετριοπαθείς κεντροαριστερούς. Αυτό όμως θα ίσχυε εάν αρκούσαν τα «κουκιά» για να έχει κυβερνητική ώσμωση ο ΣΥΡΙΖΑ με το ΠΑΣΟΚ. Κάτι που οι δημοσκοπήσεις δεν προεικάζουν.
Όσο για τη στοχοποίηση των δημοσιογράφων (αναφερόμαστε επιλεκτικά σε αυτούς όχι από συντεχνιακή λογική, αλλά επειδή υπάρχει προηγούμενο), ο Πολάκης δεν έκανε κάτι διαφορετικό από τον επίσημο ΣΥΡΙΖΑ. Στο προτελευταίο συνέδριο εμφάνισαν σε βίντεο γουόλ τηλεοπτικούς παρουσιαστές και σχολιαστές (π.χ. Τρέμη, Πρετεντέρη, Κοσιώνη, κ.ά.) τους οποίους κατήγγειλαν ως όργανα των αφεντικών τους και φορείς αντισυριζαϊκής προπαγάνδας. Και από κάτω το ενθουσιασμένο πλήθος των συνέδρων να διονυσιάζεται σε ένα μακρόσυρτο γιουχάισμα, βιώνοντας το επαναστατικό καθήκον τους.
Όμως ο ΣΥΡΙΖΑ, που κατήγγειλε τους «συστημικούς δημοσιογράφους», ποτέ δεν είπε καταδικαστική λέξη για τα ίδια τα αφεντικά τους, αυτούς που έδιναν τη «γραμμή». Πώς είναι δυνατόν να καταγγέλλονται οι δημοσιογράφοι ως φερέφωνα των αφεντικών τους, να καταγγέλλονται και να αποδοκιμάζονται ονομαστικώς οι ίδιοι, και όχι τα αφεντικά τους; Τα αφεντικά δεν ήταν οι κατεξοχήν «ταξικοί εχθροί» για τον ΣΥΡΙΖΑ;
Όμως για τον Βαρδινογιάννη, τον Μπόμπολα, τον Αλαφούζο, τον μακαρίτη Κοντομηνά, ποτέ δεν ακούστηκε κουβέντα κριτικής, ούτε από το κόμμα, αλλά ούτε και από τον ακάματο ρωμαλέο διώκτη της «συστημικής δημοσιογραφίας» Παύλο Πολάκη. Ήταν για όλους τους ο εύσχημος τρόπος υποταγής τους στους καναλάρχες, χρησιμοποιώντας ως φύλο συκής και εύκολη λεία τη φωτογενή βιτρίνα τους, τους παρουσιαστές και σχολιαστές.
Εν κατακλείδι ο Πολάκης δεν έκανε και αυτή τη φορά κάτι διαφορετικό από τον θεσμικό ΣΥΡΙΖΑ. Απλώς είχε την αστοχασιά να τα βάλει με το τοτέμ του ΣΥΡΙΖΑ, τον Αλέξη.