Του Μιχάλη Σταυρή από την Σημερινή
Η σημασία των μουσειακών χώρων είναι εν πολλοίς προφανής. Η ανίχνευση και κατανόηση του παρελθόντος, προκειμένου μάλιστα να καταστεί δυνατή η ερμηνεία του παρόντος, είναι ανάγκες κάθε κοινωνίας. Περαιτέρω, η άμεση (και απτή) επαφή με το παρελθόν συμβάλλει στη σχηματοποίηση της εθνικής ταυτότητας με την ανάδειξη κοινών σημείων αναφοράς, την εντύπωση της εθνικής ιδιαιτερότητας και της καλλιέργειας του αισθήματος του συν-ανήκειν.
Δεδομένων τούτων, το Μουσείο Αγώνος λειτουργεί συμπληρωματικά προς τους υπόλοιπους μουσειακούς χώρους του νησιού, επιτρέποντας την επαφή μας με το ιστορικό παρελθόν. Εντούτοις, το συγκεκριμένο Μουσείο έχει να διαδραματίσει και έναν άλλον ρόλο, ζωτικής σημασίας στην προσπάθεια του λαού μας για εθνική επιβίωση στη σκιά της τουρκικής κατοχής.
Πρόκειται για τον χώρο που στεγάζει ένα κομμάτι (το σημαντικότερο ίσως) του ιδρυτικού μύθου του κράτους, εντός του οποίου καλούμαστε σήμερα να ζήσουμε, να δημιουργήσουμε, να οραματιστούμε και, τελικά, να διαφυλάξουμε την ταυτότητα και την ιδιοπροσωπία μας αν αναγνωρίζουμε την αξία τους.
Το Μουσείο έχει να διαδραματίσει έναν ρόλο, ζωτικής σημασίας στην προσπάθεια του λαού μας για εθνική επιβίωση στη σκιά της τουρκικής κατοχής
Πρόκειται, παράλληλα, για τον χώρο στον οποίο διαφυλάσσεται η μαχητικότερη έκφραση του εθνικού μας προσανατολισμού και η απόδειξη των προτεραιοτήτων μας ως ξεχωριστής οντότητας σε ένα παγκοσμιοποιημένο γίγνεσθαι· των προτεραιοτήτων που θεμελίωσαν και επικύρωσαν με τη στάση ζωής (και με τον τρόπο θανάτου τους) οι αγωνιστές της τετραετούς εποποιίας του 1955-1959, ως συνέχεια ενός διαχρονικού ελληνικού τρόπου: Ελευθερία, αυτοθυσία, φιλοπατρία, συλλογικότητα.
Μέσω των συλλογών του Μουσείου προβάλλει εναργώς το πνεύμα του αγώνα, που αποτέλεσε ίσως την τελευταία έκφανση του ελληνικού αλυτρωτισμού. Οι τόμοι των ενωτικών δημοψηφισμάτων καταδεικνύουν την πορεία μέχρι την αποκορύφωση της ειρηνικής πτυχής του ενωτικού κινήματος· ο οπλισμός και τα μέσα κατασκευής του φανερώνουν τον βαθμό δυσκολίας του ένοπλου εγχειρήματος· ο ρουχισμός, οι ταμπακιέρες, τα βιβλία και τα ημερολόγια είναι ψηφίδες της καθημερινότητας των ανταρτών, που θυσίασαν την ασφάλεια της καθημερινότητας, σμίγοντας με τον Πενταδάκτυλο και το Τρόοδος· τα θρησκευτικά κειμήλια αποτελούν δείγματα της ψυχοσύνθεσης της νεολαίας που άφησε τις κυριακάτικες εκδρομές της ΟΧΕΝ για να λειτουργηθεί στον Κύκκο, στον Μαχαιρά και στο μοναστήρι της Αχειροποιήτου· τα ενθυμήματα των κρατητηρίων αποκαλύπτουν τον παλλαϊκό χαρακτήρα του αγώνα, που σήκωσαν στους ώμους τους οι καθημερινοί άνθρωποι προτιμώντας τη στέρηση των προσωπικών τους ελευθεριών και της οικογενειακής θαλπωρής από την προδοσία· προκηρύξεις και παράνομος Τύπος, φωτογραφικό υλικό, αναφορές στους μαρτυρήσαντες στα χέρια ανακριτών-βασανιστών, συνθέτουν την απεικόνιση της ατμόσφαιρας και του πνεύματος μιας περιόδου καθοριστικής για τη σύγχρονη κυπριακή Ιστορία, που κορυφώνεται και συμπυκνώνεται συμβολικά στην πηγή του καθαγιασμού: στην αγχόνη.
Πέραν, λοιπόν, της επαφής με το παρελθόν, που αποσκοπεί στην ιστορική επιμόρφωση, στην κατανόηση και στην ερμηνεία του παρόντος, το Μουσείο Αγώνος ενέχει βαθύτερη σημασία για τον (κυπριακό) Ελληνισμό: Συνδέεται με τα γεγονότα που οδήγησαν στην ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, Διαφυλάσσει την κληρονομιά που αποδεικνύει μια συνέχεια του ελληνικού τρόπου μέσα στον χρόνο και προβάλλει τα στοιχεία που καθόρισαν το αξιακό σύστημα της συλλογικότητας που (κατά την πρώτη προκήρυξη του Διγενή) από τα βάθη των αιώνων αγωνιζόταν για να διατηρήσει την ελευθερία της.