Αρχική » Αφύπνιση, ή μήπως αυτοκαταστροφή;

Αφύπνιση, ή μήπως αυτοκαταστροφή;

από Γιώργος Ρακκάς

Του Γιώργου Ρακκά

Βιβλιοκριτική για το βιβλίο του Ματιέ Μποκ Κοτέ Η Φυλετιστική Επανάσταση και άλλα ιδεολογικά ζιζάνια, Εναλλακτικές εκδόσεις, Αθήνα 2022

Νέος Λόγιος Ερμής τεύχος 25

Πριν από μερικούς μήνες στην Αγγλία, ένα δίδυμο οικοακτιβιστριών θέλησε να προβεί σε μια συμβολική διαμαρτυρία για την εντεινόμενη εξόρυξη πετρελαίου εν μέσω της κλιματικής αλλαγής. Ποια ενέργεια επέλεξε να κάνει;  Άδειασε το περιεχόμενο από δύο κονσέρβες ντοματόσουπα πάνω στα «Ηλιοτρόπια» του Βαν Γκονγκ.

Θα σκεφτεί κανείς, τι σχέση έχει ο Βαν Γκονγκ με την εντεινόμενη κλιματική αλλαγή. Προφανώς καμία, αλλά μια καινούργια γενιά ακτιβιστών έχει αναδυθεί εδώ και μερικά χρόνια στο προσκήνιο, η οποία πιστεύει ότι ο δυτικός πολιτισμός είναι εγγενώς περιβαλλοντοκτόνος. Όποτε η θετική του συνεισφορά, που στο παρόν περιστατικό αντιπροσωπεύεται από τον Βαν Γκονγκ και τον πίνακά του, λειτουργεί σαν προπέτασμα καπνού της εγγενούς βλαπτικότητάς του. 

Αυτό το «εγγενώς» ακούγεται πολύ τώρα τελευταία. Στα πανεπιστήμια, η άποψη περί της συστημικότητας του ρατσισμού, της δουλοκτησίας, της αποικιοκρατίας και της πατριαρχίας του δυτικού πολιτισμού έχει παρασύρει σαν χείμαρρος κάθε τι που αντιμετωπιζόταν ως κλασικό.

Ιδεολογικά δικαστήρια στήνονται για την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, για τον Αισχύλο ή τον Σαίξπηρ. Η Αναγέννηση απορρίπτεται ως προπαγανδιστική της λευκότητας. Ο Διαφωτισμός, ταυτοχρόνως με τα ρεύματα σκέψης που του άσκησαν κριτική, καταγγέλλονται ως διατυπώσεις υπεροχής του σκεπτόμενου λευκού άνδρα. Ούτε ο μαρξισμός γλυτώνει από το κάδρο, καθώς, σίγουρα, ο θεμελιωτής του υπήρξε ευρωκεντρικός, ενώ η πίστη στην επαναστατική αποστολή του προλεταριάτου παραείναι «ματσό». Ο κατάλογος δεν έχει τέλος, διότι εν τέλει στο στόχαστρο τίθεται ολάκερο το παρελθόν του δυτικού πολιτισμού, το οποίο απορροφάται από τη μαύρη τρύπα της «εγγενούς κακότητας». 

Το woke κίνημα, όπως έχει επικρατήσει να λέγεται, οι «αφυπνισμένοι», παλεύει για να στρέψει αυτήν την κακότητα εναντίον του εαυτού της: Αφού η Δύση ταυτίζεται με τον λευκό φυλετισμό, την αποικιοκρατία, τη δουλοκτησία και την ανισότητα των φύλων, η αποκατάσταση της δικαιοσύνης θα συμβεί όχι μόνον με τη μεταμέλεια αλλά αφότου οι καταπιεσμένοι των προηγούμενων φάσεων επιστρέψουν το ελάχιστο της βίας που υπέστησαν τους προηγούμενους αιώνες, έστω και συμβολικά.  

Το βιβλίο του Ματιέ Μποκ Κοτέ, Η Φυλετιστική Επανάσταση και άλλα ιδεολογικά ζιζάνια (Εναλλακτικές Εκδόσεις), αποπειράται τη διεξοδική πολιτική-κοινωνική ανάλυση αυτής της νέας μαζικής υστερίας, που φαίνεται να έχει κατακλύσει τον δυτικό κόσμο.

Τρεις είναι οι σημαντικές αναλυτικές του καινοτομίες. 

Πρώτον, αποδίδει ορθώς τις διαστάσεις αυτού του ρεύματος μιλώντας για επανάσταση. Το κίνημα των «αφυπνισμένων» δρα σαν πολιτιστική επανάσταση, κατακλύζει τους θεσμούς του πνεύματος γυρεύοντας να επαναπρογραμματίσει ριζικά την κοινωνική, πολιτική και ιστορική συνείδηση. Είναι μεσσιανικό –θέλει δηλαδή να δημιουργήσει τον «νέο άνθρωπο»– στήνει σε αυτήν του την προσπάθεια ιδεολογικά δικαστήρια, απαιτεί από τους πάντες τη δημόσια ομολογία και μεταμέλειά τους. 

Δεύτερον, εντοπίζει εύστοχα την ιδιοτυπία της επανάστασης αυτής, ότι πρόκειται για μια επανάσταση από τα πάνω. Που εκπορεύεται κυρίως από τις ελίτ και, με παραδειγματικό σημείο αναφοράς την κάθε λογής φυλετική και πολιτιστική μειονότητα, θέτει στο στόχαστρο τους «από κάτω». Δηλαδή το λαϊκό σώμα, και ιδίως τις μεσαίες και κατώτερες τάξεις, που αντιμετωπίζονται σαν να ήταν η ραχοκοκαλιά του συστημικού ρατσισμού στις δυτικές κοινωνίες. 

Η νέα αυτή δικαιωματιστική ιδεολογία των ελίτ συγκροτεί, σύμφωνα με τον Μποκ Κοτέ, ένα «διαφοροποιητικό καθεστώς». Διαφοροποιητικό κυρίως γιατί αποπειράται να οικοδομήσει έναν ασυμφιλίωτο ηθικό, κι εν συνεχεία ιδεολογικό, διαχωρισμό, ανάμεσα στην «πεφωτισμένη ηγεσία» και την κοινωνία.

Η ταύτιση των «νοικοκυραίων» με τη «συστημική κακότητα» σε όλες τις παραλλαγές της (ρατσισμός, πατριαρχία, δουλοκτησία και αποικιοκρατία) χρησιμοποιείται ως στοιχείο αντιδιαστολής για να τονιστεί η ηθική και πολιτική καθαρότητα των δικαιωματιστικών ελίτ. Αυτό που αποκαλεί ο συγγραφέας «ακροδεξιοποίηση της διαφωνίας», δηλαδή οι δολοφονίες χαρακτήρων με τις οποίες ο δικαιωματισμός επιδιώκει να απαντήσει σε κάθε κριτική, απορρίπτοντάς την εκ προοιμίου ως φασιστική, βρίσκεται στην αιχμή αυτής της πρακτικής.

Βρισκόμαστε ήδη πολύ μακριά από την κλασική αρχή της ενιαίας δημοκρατικής κοινότητας και της λαϊκής κυριαρχίας. Πλέον, η λαϊκή πλειοψηφία είναι «βίαιη, βρώμικη, και κακή», για να θυμηθούμε την ταινία του Έτορε Σκόλα. Ο χαρακτήρας αυτού του «διαφοροποιητικού καθεστώτος» είναι πολεμικός, όχι συναινετικός. Οι λευκές πλειοψηφίες, στιγματισμένες για πάντα από τη συλλογική ευθύνη του «συστημικού κακού» οφείλουν να περάσουν στο περιθώριο. Ο παραγκωνισμός τους παίρνει τη μορφή του στιγματισμού, της ολοκληρωτικής αποκαθήλωσης του κοινού παρελθόντος, της κοινής πολιτιστικής αναφοράς.

Η τρίτη ερμηνευτική καινοτομία του βιβλίου έχει να κάνει με το γεγονός ότι συνδέει την ανάδυση της «κουλτούρας της αφύπνισης» με τις κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις που σφράγισαν την πορεία των δυτικών κοινωνιών στις τελευταίες δεκαετίες: Αποβιομηχάνιση, σαρωτική διεθνοποίηση των οικονομιών, μαζική μετανάστευση, δημογραφική υποχώρηση των γηγενών πληθυσμών, συγκρότηση «παγκόσμιων πόλεων», μέσα στις οποίες οι χαμηλές και οι μεσαίες τάξεις δεν έχουν πλέον θέση.

Η σύγχρονη παγκόσμια πόλη αποτελείται από τις συμπαγείς νέες ελίτ –στελέχη του χρηματοπιστωτικού κλάδου και εκείνου των υψηλών τεχνολογιών, παράγοντες της βιομηχανίας του θεάματος και της πληροφορίας– και ένα πολυπολιτισμικό σμήνος κοινοτήτων οι οποίες τους υπηρετούν αναλαμβάνοντας τις δουλειές στην εστίαση, την καθαριότητα, τις μετακινήσεις και το λιανικό εμπόριο.

Δύσκολα αυτό το περιβάλλον μπορεί να χαρακτηριστεί ως κοινωνία: η επιταχυνόμενη κινητικότητα σαρώνει κάθε έννοια εντοπιότητας, το κοινό ιστορικό και πολιτισμικό υπόβαθρο εκλείπει, οι δεσμοί αντιπροσώπευσης ή κοινών συμφερόντων, που επισφράγιζαν τη συνοχή της βιομηχανικής πόλης στον 20ό αιώνα, χάνονται.

«Οι νέοι καιροί αναγγέλλουν μια ανθρωπότητα, όπου ο δεσμός μεταξύ κάθε λαού και της χώρας του αποκόπτεται», γράφει ο Μποκ-Κοτέ. Η φυλετιστική επανάσταση, όπως ο ίδιος την αποκαλεί, συνιστά την ιδεολογική έκφραση των αλλαγών αυτών. Μέσα από αυτήν επιδιώκεται η πολιτισμική ρήξη με τις –περιττές πλέον, στα μάτια των ελίτ– εθνικές κοινωνίες.   

Η κριτική της αποικιοκρατίας, της δουλοκτησίας, του ανδρικού σωβινισμού ή της περιβαλλοντικής καταστροφής αποτελούν θεματικές της κριτικής σκέψης που συνόδευαν επί μακρόν τις ιδεολογικές διεργασίες εντός του δυτικού κόσμου. Η κριτική που ασκεί ο Μποκ-Κοτέ στην «κουλτούρα της αφύπνισης» δεν τις αρνείται, ούτε τις απορρίπτει. Η οπτική του δεν είναι εκείνη της αντίστροφης πολιτικής των ταυτοτήτων που επιστρατεύεται από την αμερικανική εναλλακτική δεξιά, ή τα ακροδεξιά ευρωπαϊκά ρεύματα, που, κριτικάροντας το ρεύμα της αποδόμησης, φτάνουν σε σημείο να υπερασπίζονται και να εξωραΐζουν αυτές τις αρνητικές ιστορικές πτυχές της ιστορίας και του πολιτισμού της Δύσης.

Σημειώνει εξ άλλου ως προς αυτό, ο συγγραφέας, ότι οι εν λόγω τάσεις χρησιμοποίησαν ως αφετηρία τους αρχές και αξίες της ίδιας Δύσης που καταδικάζεται σήμερα στο πυρ το εξώτερον. Αλλά και υπενθυμίζει ότι ο ρατσισμός, ο συστηματικός επεκτατισμός και η πατριαρχία δεν αποτελούν κάποια σκοτεινή καινοτομία του δυτικού πολιτισμού, αλλά χαρακτηρίζουν τις ιστορικές διαδρομές και άλλων πολιτισμών, όπως και το παρόν τους. Αυτό μπορούμε σήμερα να το κατανοήσουμε πολύ καλά, βλέποντας τον ρωσικό στρατό να χτυπάει στα τυφλά τις ουκρανικές πόλεις με δρόνους (drones), την αποχαλίνωση του τουρκικού επεκτατισμού ή το τι συμβαίνει στο Ιράν, με την αιματηρή καταστολή του κινήματος διαμαρτυρίας για τη δολοφονία της Ζίνα Αμίνι. 

Υπάρχει, επομένως, μια διάσταση εργαλειοποίησης όλων αυτών των κριτικών ρευμάτων από την «κουλτούρα της αφύπνισης». Κι αυτό γιατί εκείνη σπεύδει να απαλλοτριώσει τη ρητορική τους από τα πολιτιστικά της συμφραζόμενα, για να τη στρέψει εναντίον του συλλογικού εαυτού.

Πώς μπορεί, όμως, ένας ολόκληρος πολιτισμός να έχει μέλλον όταν οι ορίζοντές του κατακυριαρχούνται από αυτό το αυτοκαταστροφικό πνεύμα; Πώς θα αντιταχθεί στην ανανέωση των ολοκληρωτισμών, οι οποίοι έρχονται σήμερα να απειλήσουν όλα τα θετικά κεκτημένα δύο και πλέον αιώνων, όταν κατεδαφίζει τις θεμελιώδεις ιστορικές αξίες που βρίσκονται μέσα του και οι οποίες θα του επέτρεπαν να το κάνει;

Δύο τελευταία σχόλια σε σχέση με το βιβλίο και τις σκέψεις που προκαλεί η ανάγνωσή του.

Πρώτον, ότι η απόπειρα αποκοπής του ανθρώπου από την ιστορία, τον πολιτισμό, αλλά και το σώμα του, αν εστιάσουμε στη θεματική που προπαγανδίζει τη ρευστότητα του φύλου και της δυνατότητας που παρέχεται στο άτομο, μέσα από την τεχνολογική εξέλιξη, να το μεταβάλλει κατά το δοκούν, ανάλογα με τις επιθυμίες του, στρέφεται όχι μόνον εναντίον του κοινωνικού δεσμού, αλλά και αυτού που ο Εντγκάρ Μορέν αποκαλούσε «ανθρωπινότητα του ανθρώπου». Γιατί τι άραγε μένει από τον άνθρωπο αν διαγράψει κανείς από αυτόν τη διάσταση της συλλογικής μνήμης, της κοινής πολιτιστικής αναφοράς, ή τη σχέση του με το ίδιο του το σώμα; Γι’ αυτό και η ρήξη που επιδιώκεται από τη φυλετιστική επανάσταση λειτουργεί και ως ιδεολογικό προαπαιτούμενο της περίφημης μετάβασης προς τον μετάνθρωπο, αυτόν που ο Νόε Γιουβάλ Χαράρι ονομάζει Homo Deus. Ένα είδος που διαχωρίζεται από τον Homo Sapiens στο ότι έχει αποκτήσει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει κατά το δοκούν και να επανακαθορίζει την ίδια του τη βιολογία, μέσα από τα επιτεύγματα της νευρονικής, της βιοτεχνολογίας, της τεχνητής νοημοσύνης και του ψηφιακού κόσμου. Ή τουλάχιστον νομίζει ότι μπορεί να τα κάνει και να τιθασεύσει τους ασκούς του Αιόλου που ανοίγονται μέσα από αυτόν τον δρόμο.

H φυλετιστική επανάσταση, λοιπόν, στοχοποιώντας τα εμπόδια που ανακόπτουν ή καθυστερούν τη μετάβαση αυτή –τον κοινωνικό δεσμό, τον δεσμό του ανθρώπου με την ίδια του τη βιολογική ύπαρξη– έρχεται να της ανοίξει τον δρόμο.

Γιώργος Ρακκάς

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ