του Σπύρου Κουτρούλη από το Αρδην τ. 127 που κυκλοφορεί στα περίπτερα
Στον χριστιανισμό η εξουσία ερμηνεύεται ως διακονία, δηλαδή ως υπηρεσία προς στον άλλο άνθρωπο. Με αυτό τον τρόπο η διεύθυνση των ανθρώπινων υποθέσεων υπηρετεί υπέρτερους σκοπούς: την καλλιέργεια του εσωτερικού ανθρώπου, τη μάχη με τα εγωκεντρικά κίνητρα και τη δίχως προϋποθέσεις και όρια αγάπη. Σε όλα τα Ευαγγέλια υπάρχουν αναφορές όπου ο έσχατος γίνεται πρώτος και, ο πρώτος, διάκονος
όλων των άλλων.
Σε αυτά τα κείμενα, όπως και στις επιστολές του Απόστολου Παύλου και του Απόστολου Πέτρου, φωτίζεται η σχέση της εξουσίας με τη διακονία και των χριστιανών με τα κράτη.
Στα αποσπάσματα που ακολουθούν, η απόδοσή τους στη νεοελληνική προέρχεται από την Ελληνική Βιβλική Εταιρία (Π. Βασιλειάδης, Ι. Γαλάνης, Γ. Γαλίτης, Ι. Καραβιδόπουλος, Κ. Χιωτέλλη).
Κατά
Ματθαίον,18:
«Ἐν ἐκείνῃ τὴ ὥρα προσῆλθον οἱ μαθηταὶ τῷ Ἰησοῦ λέγοντες, τὶς ἄρα μείζων ἐστὶν ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν; καὶ προσκαλεσάμενος ὁ Ἰησοῦς παιδίον ἔστησεν αὐτὸ ἐν μέσῳ αὐτῶν καὶ εἶπεν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ στραφῆτε καὶ γενῆσθε ὡς τὰ παιδία, οὐ μὴ εἰσελθῆτε εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Ὅστις οὗν ταπεινώσει ἑαυτὸν ὡς τὸ παιδίον τοῦτο, οὗτος ἐστὶν ὁ μείζων ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν. Καὶ ὅς ἐὰν δέξηται παιδίον τοιοῦτον ἐν ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου, ἐμὲ δέχεται.»
(Εκείνη την ώρα, πήγαν οι μαθητές στον Ιησού και τον ρώτησαν: «Ποιος είναι άραγε ανώτερος στη βασιλεία του Θεού;» Ο Ιησούς φώναξε τότε ένα παιδάκι, το ’βαλε να σταθεί ανάμεσά τους και είπε: «Σας βεβαιώνω πως αν δεν αλλάξετε κι αν δεν γίνετε σαν τα παιδιά, δε θα μπείτε στη βασιλεία του Θεού. Όποιος λοιπόν ταπεινώσει τον εαυτό του σαν αυτό το παιδί, αυτός είναι ο ανώτερος στη βασιλεία του Θεού. Και όποιος δεχτεί ένα τέτοιο παιδί στο όνομά μου, δέχεται εμένα τον ίδιο).
Κατά
Μάρκον, 9:
«Καὶ ἦλθεν εἰς Καπερναοὺμ καὶ ἐν τῇ οἰκίᾳ γενόμενος ἐπηρώτα αὐτούς: τί ἐν τῇ ὁδῷ πρὸς ἑαυτοὺς διελογίζεσθε; Οἱ δὲ ἐσιώπων⸱ πρὸς ἀλλήλους γὰρ διελέχθησαν ἐν τῇ ὁδῷ τὶς μείζων. Καὶ καθίσας ἐφώνησε τοὺς δώδεκα καὶ λέγει αὐτοῖς: εἰ τὶς θέλει πρῶτος εἶναι, ἔσται πάντων ἔσχατος καὶ πάντων διάκονος⸱ καὶ λαβῶν παιδίον ἔστησεν αὐτὸ ἐν μέσῳ αὐτῶν, καὶ ἐναγκαλισάμενος αὐτὸ εἶπεν αὐτοῖς: ὅς ἐὰν ἐν τῶν τοιούτων παιδίων δέξηται ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου, ἐμὲ δέχεται⸱ καὶ ὅς ἐὰν ἐμὲ δέξηται, οὐκ ἐμὲ δέχεται, ἀλλά τον ἀποστείλαντά με. »
(Ο Ιησούς ήρθε στην Καπερναούμ και όταν μπήκε στο σπίτι ρώτησε τους μαθητές: «Τι συζητούσατε μεταξύ σας στο δρόμο;» Αυτοί όμως σιωπούσαν, γιατί στο δρόμο συζητούσαν μεταξύ τους ποιος είναι ανώτερος ανάμεσά τους. Κάθισε τότε ο Ιησούς, φώναξε τους δώδεκα και τους λέει: «Όποιος θέλει να είναι ο πρώτος θα πρέπει να γίνει ο τελευταίος απ’ όλους κι ο υπηρέτης όλων». Ύστερα πήρε ένα παιδάκι, το έβαλε ανάμεσά τους, το αγκάλιασε και τους είπε: «Όποιος δεχτεί ένα τέτοιο παιδί στο όνομά μου, δέχεται εμένα τον ίδιο⸱ κι όποιος δέχεται εμένα, δεν δέχεται εμένα, αλλά αυτόν που μ’ έστειλε στον κόσμο»).
Κατά
Λουκάν, 22:
«Ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς, οἱ βασιλεῖς τῶν ἐθνῶν κυριεύουσιν αὐτῶν, καὶ οἱ ἐξουσιάζοντες αὐτῶν εὐεργέται καλοῦνται, ὑμεῖς δὲ οὐχ οὕτως, ἀλλ’ ὁ μείζων ἐν ὑμῖν γινέσθω ὡς ὁ νεώτερος καὶ ὁ ἡγούμενος ὡς ὁ διακονῶν⸱ τὶς γὰρ μείζων, ὁ ἀνακείμενος ἢ ὁ διακονῶν; Οὐχὶ ὁ ἀνακείμενος; Ἐγὼ δὲ εἰμὶ ἐν μέσῳ ὑμῶν ὡς ὁ διακονῶν, ὑμεῖς δὲ ἐστὲ οἱ διαμεμενηκότες μετ’ ἐμοῦ ἐν τοῖς πειρασμοῖς μου⸱ κἀγὼ διατίθεμαι ὑμῖν καθὼς διέθετό μοὶ ὁ πατήρ μου βασιλείαν, ἵνα ἐσθίητε καὶ πίνητε ἐπὶ τῆς τραπέζης μου ἐν τῇ βασιλείᾳ μου, καὶ καθίσεσθε ἐπὶ θρόνων κρίνοντες τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ. »
(Ο Ιησούς τους είπε: Οι βασιλιάδες των εθνών καταδυναστεύουν τους λαούς τους και οι δυνάστες τους τιτλοφορούνται ευεργέτες. Εσείς όμως δεν πρέπει να κάνετε το ίδιο, αλλά ο ανώτερος ανάμεσά σας πρέπει να γίνει σαν τον κατώτερο, κι ο αρχηγός σαν τον υπηρέτη. Ποιος είναι ανώτερος; Αυτός που κάθεται στο τραπέζι ή αυτός που τον υπηρετεί; Δεν είναι αυτός που κάθεται στο τραπέζι; Εγώ όμως είμαι σαν τον υπηρέτη ανάμεσά σας. Κι εσείς είστε αυτοί που μείνατε κοντά μου στις δοκιμασίες μου. Όπως ο Πατέρας μου μού έδωσε τη βασιλεία, θα σας δώσω κι εγώ το δικαίωμα να τρώτε και να πίνετε στο τραπέζι μου στην βασιλεία μου. Θα καθίσετε πάνω σε θρόνους και θα κρίνετε τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ).
Ο χριστιανισμός δεν ξεκίνησε ως κοσμικό κίνημα, παρότι μακροπρόθεσμα άλλαξε τον κόσμο. Οι στόχοι του ήταν και είναι πρωτίστως πνευματικοί, δηλαδή η καλή αλλαγή των συνειδήσεων. Με αυτό τον τρόπο ο άνθρωπος τίθεται έναντι και υπάρχει ως πρόσωπο σε αναφορά προς τον Θεό.
Ο Απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή 13 γράφει: «Πᾶσα ψυχὴ ἐξουσίαις ὑπερεχούσαις ὑποτασσέσθω. Οὐ γὰρ ἔστιν ἐξουσία εἰ μὴ ὑπὸ Θεοῦ, αἱ δὲ οὖσαι ἐξουσίαι ὑπὸ τοῦ Θεοῦ τεταγμέναι εἰσιν⸱ ὥστε ὁ ἀντιτασσόμενος τῇ ἐξουσίᾳ τῇ τοῦ Θεοῦ διαταγῇ ἀνθέστηκεν, οἱ δὲ ἀνθεστηκότες ἑαυτοῖς κρῖμα λήψονται». (Κάθε άνθρωπος οφείλει να υποτάσσεται στις ανώτερες εξουσίες, γιατί δεν υπάρχουν εξουσίες παρά από τον Θεό, κι αυτές οι εξουσίες που υπάρχουν έχουν τεθεί από το Θεό. Έτσι λοιπόν, όποιος αντιτάσσεται στην εξουσία, αντιστέκεται στην τάξη που έβαλε ο Θεός κι όσοι αντιστέκονται είναι οι ίδιοι υπεύθυνοι για την τιμωρία τους».
Βεβαίως μερικές γραμμές παρακάτω συμπληρώνει, «ἀποδότε οὖν πᾶσι τὰς ὀφειλάς», σίγουρα όχι ότι δεν του οφείλουμε.
Τα αποσπάσματα από την προς Ρωμαίους επιστολή προβλημάτισαν ιδιαίτερα για τη σχέση εξουσίας, κράτους και θρησκείας πολλούς στοχαστές, όπως τον Τολστόι και τον Ζακ Ελλύλ. Ενώ ο χριστιανισμός διωκόταν ήδη από τη ρωμαϊκή εξουσία και δημιουργούσε τους πρώτους μάρτυρες, εδώ αντί της ανταρσίας και της επανάστασης προτείνεται η αποδοχή, αλλά με τη σημείωση να μη της αποδίδετε τίποτε παραπάνω από ό,τι της οφείλουμε. Η αλλαγή στην ιστορία επέρχεται σταδιακά, μακροπρόθεσμα, με την αλλαγή των συνειδήσεων.
Στην ίδια επιστολή αναφέρεται, «Εὐλογεῖτε τους διωκόντας ὑμᾶς, εὐλογεῖτε καὶ μὴ καταρᾶσθε» (να προσεύχεστε για το καλό των διωκτών σας, να ζητάτε την ευλογία του Θεού γι’ αυτούς και όχι να τους καταριέστε), και προσθέτει, «ἐὰν οὖν πεινᾶ ὁ ἐχθρός σου, ψώμιζε αὐτόν, ἐὰν διψᾶ, πότιζε αὐτόν, τοῦτο γὰρ ποιῶν ἄνθρακας πυρὸς σωρεύσεις ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ, μὴ νικῶ ὑπὸ τοῦ κακοῦ, ἀλλὰ νίκα ἐν τῷ ἀγαθῷ τὸ κακόν». (Αν λοιπόν πεινάει ο εχθρός σου, δώσ’ του να φάει, αν διψάει, δώσ’ του να πιεί, μ΄αυτή την τακτική θα τον κάνεις να αισθανθεί τύψεις και ντροπή. Μην αφήνεις να σε νικήσει το κακό, αλλά να νικάς το κακό με το αγαθό).
Στην προς Κορινθίους Α’, 7 επιστολή ο Απόστολος Παύλος γράφει:
«Ὁ γὰρ ἐν Κυρίῳ κληθεὶς δοῦλος ἀπελεύθερος Κυρίου ἐστὶν⸱ ὁμοίως καὶ ὁ ἐλεύθερος κληθεὶς δοῦλος ἐστὶ Χριστοῦ. τιμῆς ἠγοράσθητε⸱ μὴ γίνεσθε δοῦλοι ἀνθρώπων» (γιατί, όποιος δέχτηκε την κλήση του Κυρίου όντας δούλος, απελευθερώθηκε από τον Κύριο⸱ παρόμοια, κι αυτός που όντας ελεύθερος δέχτηκε την κλήση του Κυρίου, γίνεται δούλος του Χριστού. Έχει καταβληθεί το αντίτιμο για την απελευθέρωσή σας. Γι’ αυτό μην υποδουλώνεστε σε ανθρώπους).
Ίσως σε αυτό το σημείο γίνεται με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο η αποδοκιμασία της τυραννικής εξουσίας: ο Χριστός πλήρωσε το αντίτιμο και πλέον δεν μπορούμε να είμαστε δούλοι των ανθρώπων.
Είναι ενδιαφέρον και ενδεικτικό ότι στην χριστιανό-αναρχική προσέγγιση (μια ερμηνεία με μικρή απήχηση, που όμως επιδιώκει να συνενώσει πνευματικά δύο ρεύματα κατ’ αρχάς αντίθετα) η αποτίμηση των επιστολών του Απόστολου Παύλου είναι θετική, όπως και το γράμμα και το πνεύμα των Ευαγγελίων. Ο Αλέξανδρος Χριστογιαννόπουλος στο δοκίμιό του με τον τίτλο «Αντιδρώντας στο Κράτος: η θέση των χριστιανών αναρχικών για την Προς Ρωμαίους Επιστολή κεφ.13, “Τὰ τοῦ Καίσαρος τῷ Καίσαρι” και την πολιτική ανυπακοή», γράφει: «Έτσι, όσο παράξενο ή και εξωφρενικό μπορεί αρχικά να φανεί, πολλοί χριστιανοί αναρχικοί ισχυρίζονται ότι η Προς Ρωμαίους 13 καλεί τους χριστιανούς να αποδεχτούν και να συγχωρέσουν το κράτος, χωρίς όμως να του αναγνωρίζουν οποιαδήποτε απόλυτη εξουσία. Γι’ αυτούς σε καμία περίπτωση δεν τίθεται έτσι σε κίνδυνο η αδιαμφισβήτητη κριτική του Ιησού στο κράτος ή το κάλεσμα που κάνει στην ανθρωπότητα να το παραμερίσει. Απλά επιβεβαιώνεται πως ο Ιησούς καλεί σε ανατροπή του κράτους μέσω της αγάπης, της προσφοράς και της θυσίας».
Μια πολιτική θεολογία του χριστιανισμού για να είναι άρτια, αφού λάβει υπόψη το ιστορικό και κοινωνικό περιβάλλον μέσα στο οποίο για πρώτη φορά ο λόγος του ακούστηκε, θα πρέπει αναγκαστικά να αναφερθεί και σε άλλα θέματα που εδώ δεν μπορούν να εξεταστούν και θα είναι αντικείμενο ενός άλλου δοκιμίου, όπως: Η προτεραιότητα της ελευθερίας (ὅστις βούλεται πίσω μου ἐλθεῖν …), η αναφορά στο βασίλειο του Καίσαρα και στο βασίλειο του Θεού, η σημασία της επί του όρους Ομιλίας, η αποδοκιμασία του πλούτου, η υποχρέωση αμοιβής της ανθρώπινης εργασίας, δηλαδή μια πλειάδα σημαντικών θεμάτων και ερωτημάτων.