του Γιώργου Παπασίμου
Η επέτειος της γενοκτονίας των Ποντίων είναι μια σημαντική στιγμή για την ελληνική ιστορία και την εθνική μνήμη, τα γεγονότα της οποίας όχι μόνο δεν πρέπει να λησμονούνται υποδορίως, αλλά ιδιαιτέρως πρέπει να μας υπενθυμίζουν τη σημασία της διατήρησης της ιστορικής αλήθειας και της αναγνώρισης των τραγικών γεγονότων που επηρέασαν τον ποντιακό λαό και τον Ελληνισμό. Δυστυχώς όμως, παρά το βαρύ εθνικό καθήκον, η Κυβέρνηση, τα πολιτικά κόμματα και τα ΜΜΕ δεν αντιμετώπισαν ούτε φέτος το θέμα με την πρέπουσα σημασία, περιοριζόμενα σε εθιμοτυπικές ανακοινώσεις, αντί της ανάδειξης του στο προσκήνιο της επικαιρότητας. Ο συνδυασμός, δε, της επίσκεψης του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Άγκυρα και η προσπάθεια να υπάρξουν χαμηλοί τόνοι από την πλευρά της Ελλάδος με τις πανηγυρικές λεκτικές ακροβασίες της τουρκικής πλευράς, δεδομένου ότι την ημέρα της επετείου της γενοκτονίας το τουρκικό κράτος εορτάζει την εθνική του απελευθέρωση (!), δεν μπορεί παρά να προκαλεί θλίψη και αγανάκτηση για την προσβολή της ιστορικής αλήθειας.
Η φετινή θλιβερή επέτειος της 19ης Μαΐου, ημέρας πένθους και εθνικής μνήμης για τη γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, συμπίπτει με έναν περίπου αιώνα από τη μικρασιατική καταστροφή που αποτέλεσε την μεγάλη τομή της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Η ήττα και η συντριβή της μεγάλης ιδέας για επέκταση του Ελληνισμού στα όρια της ύστερης βυζαντινής αυτοκρατορίας είχε καταλυτικές συνέπειες για την πορεία αυτού, λόγω του περιορισμού της δράσης του στα όρια του σημερινού νεοελληνικού κράτους.
Η εξόντωση του Ποντιακού ελληνισμού, που αποτελούσαν ισχυρότατο πόλο εμπορικής και πολιτιστικής ανάπτυξης στην περιοχή του Ευξείνου Πόντου, αλλά και των άλλων μη τουρκικών εθνοτήτων, όπως οι Αρμένιοι, οι Έλληνες της Μικράς Ασίας, οι Μαρωνίτες και οι Ασσύριοι, από τους Νεότουρκους αρχικά και στη συνέχεια από τον Κεμάλ κατά την περίοδο 1915-1923, είχε την στήριξη του αναπτυσσόμενου τότε γερμανικού κεφαλαίου, το οποίο είχε διεισδύσει οικονομικά στην ευρύτερη περιοχή των ορίων της τότε Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Άλλωστε από επίσημα έγγραφα προκύπτει ότι το σχέδιο εκκαθάρισης της Μικράς Ασίας από τους χριστιανικούς πληθυσμούς, δια της εξαφανίσεως τους, τέθηκε σε εφαρμογή από τους Νεότουρκους μετά την ανάληψη της εξουσίας απ’ αυτούς το 1908, υπό την υψηλή καθοδήγηση και εποπτεία του Γερμανού αρχιστράτηγου Λίμαν Φον Σάντερς.
Η γενοκτονία και ο εξανδραποδισμός των Ποντίων και των Αρμενίων με θύματα που ξεπερνούν τους 1.500.000 ανθρώπους, έγινε στη βάση του ακραιου εθνικισμού των νεότουρκων και στη συνέχεια του Κεμαλικού καθεστώτος, που τους διαδέχθηκε υπό την ιδεολογική ομπρέλα του παντουρκισμού σύμφωνα με την οποία στη θέση της ανοιχτής οθωμανικής κοινωνίας, όπου συνυπήρχαν Τούρκοι, Έλληνες, Αρμένιοι, Μαρωνίτες, Ασσύριοι κ.λπ., έπρεπε να επιβληθεί με «σιδερένιο» τρόπο μόνο το τουρκικό στοιχείο. Η εφαρμογή στην πράξη αυτής της αιματηρής γιγάντιας εθνοκάθαρσης των χριστιανικών λαών της Μικράς Ασίας, αποτέλεσε τον πρόδρομο της ναζιστικής θηριωδίας και του εβραϊκού ολοκαυτώματος.
Ο ιδεολογικός καθοδηγητής των Νεότουρκων Ζιγιά Γκιοκάλπ συνέβαλε καθοριστικά στην εκπόνηση του σχεδίου εθνικής εκκαθάρισης των χριστιανικών λαών από την Μικρά Ασία με την υπέρβαση της χαλαρής πολυεθνικής και θρησκευτικής οθωμανικής αυτοκρατορίας και τη μετατροπή των ομάδων που ζούσαν σε αυτήν σε ένα συμπαγές ομοιόμορφο τουρκικό σώμα. Η περίπτωση αυτή αποτελούσε την πρωτόλεια εκδοχή της ναζιστικής κοσμοθεωρίας όπου βασικό ρόλο είχαν οι διαστρεβλωμένες και εκχυδαϊσμένες απόψεις του Νίτσε και του θαυμασμού τους προς τον υπεράνθρωπο, που για τους Νεότουρκους ήταν «ο Τούρκος και η τουρκότητα». Στη συνέχεια τη θέση του υπερανθρώπου η αρία φυλή του Χίτλερ, ο οποίος εκδήλωνε ιδιαίτερο θαυμασμό για την γενοκτονική δράση των Νεότουρκων.
Απέναντι σ’ αυτά τα άγρια εγκλήματα και στον ηρωικό αγώνα των Ελλήνων του Πόντου, οι οποίοι προσπάθησαν να περισώσουν την ανθρώπινη αξιοπρέπειά τους και τον πολιτισμό τους, η εξαρτημένη πολιτική και οικονομική ολιγαρχία της χώρας στην εποχή εκείνη και ιδιαίτερα η φιλομοναρχική παράταξη, φέρει τεράστια ευθύνη, αφού δεν παρείχε καμία βοήθεια για την ενίσχυση του αντάρτικου κινήματος του Πόντου και την δημιουργία ενός νέου μετώπου στα νώτα του Κεμάλ, που ενδεχομένως να αποτελούσε καταλυτικό στοιχείο ακόμα και για την μη επέλευση της Μικρασιατικής καταστροφής, αλλά εγκατέλειψε αυτό το κομμάτι του Ελληνισμού την κακή του τύχη.
Έτσι, η περίπτωση του δράματος του ολοκαυτώματος του Ποντιακού ελληνισμού απεικονίζει ανάγλυφα τις δύο κυρίαρχες συνιστώσες της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, όπως εύστοχα προσδιόρισε ο Νικόλαος Σβορώνος. Από τη μια μεριά ο αντιστασιακός χαρακτήρας των Ελλήνων στην μακραίωνη ιστορική τους διαδρομή και από την άλλη η απουσία εθνικής συνείδησης στη νόθα και εξαρτημένη οικονομική ολιγαρχία και των πολιτικών εκφραστών της, που φέρουν σοβαρότατες ευθύνες για τους εθνικούς ακρωτηριασμούς, τις καθυστερήσεις και τις χρεωκοπίες της χώρας.
Αποτέλεσμα αυτών των αβελτηρίων και των συνεπειών της μικρασιατικής καταστροφής είναι η διαχρονική ιδιότυπη σιωπή της ελληνικής πολιτικής εξουσίας, που πλην της ιστορικής πράξης της αναγνωρίσεως της γενοκτονίας του ποντιακού ελληνισμού του 1994 από την κυβέρνηση του Α. Παπανδρέου, ουδέν έπραξε προς την υλοποίηση της διεθνούς αναγνώρισης αυτής της γενοκτονίας. Και όχι μόνο αυτό, αλλά υπάρχουν και τμήματα αυτής, που συμμετέχουν στο δημόσιο λόγο, ισχυριζόμενοι ότι δεν πρόκειται περί γενοκτονίας, αλλά απλώς για αναπότρεπτες βιαιότητες του τουρκικού καθεστώτος, ρίχνοντας έτσι νερό στο μύλο του ιστορικού αναθεωρητισμού. Πλην όμως, οι μικρασιατικές γενοκτονίες από τον τουρκικό στοιχείο και η ναζιστική γερμανική γενοκτονία των εβραίων αποτελούν κρίσιμους παράγοντες για τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης και του αγώνα για την εξεύρεση της αλήθειας, το πλαίσιο, δηλαδή, εκείνο βάσει του οποίου η Διεθνής Κοινότητα οφείλει να αποτρέπει επαναλήψεις κάθε είδους εθνοκάθαρσης που συντελείται σε διάφορα μέρη του πλανήτη και στη σημερινή εποχή.
Γι’ αυτό η Ελλάδα πλέον οφείλει να θέσει το θέμα σε όλα τα διεθνή φόρα και να συνδράμει ουσιαστικά τις ποντιακές οργανώσεις, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ για τη διεθνή αναγνώριση αυτής της γενοκτονίας μετά την αναγνώριση της αρμενικής γενοκτονίας από τον Μπάιντεν και όχι να επιδίδεται σε ανούσιες τυπικές λεκτικές ανακοινώσεις, όπως έπραξε για μια ακόμα φορά και φέτος.
Η αναγνώριση της γενοκτονίας του ποντιακού Ελληνισμού (355.000 θύματα), αφενός θα επιφέρει την ηθική δικαίωση για να επουλωθούν τα τραύματα από αυτήν, που μεταφέρονται από γενιά σε γενιά και αφετέρου θα αποτελέσει ισχυρή καταδίκη του ιδεολογικού πυρήνα του παντουρκισμού, ως πηγή γενοκτονιών και εθνοκαθάρσεων, δεδομένου ότι αυτός παραμένει η κινητήρια δύναμη του σημερινού αναθεωρητικού νεο-οθωμανικού καθεστώτος Ερντογάν. Επιπροσθέτως, η δικαίωση αυτή δεν αφορά μόνο τον Ποντιακό ελληνισμό, αλλά συνολικά την ανθρωπότητα, προκειμένου να αποτελέσει παρακαταθήκη για μη επανάληψη νέων γενοκτονιών στον πλανήτη στη σημερινή ρευστή και επικίνδυνη γεωπολιτική περίοδο.