Του Luka Ivan Jukic* από το Άρδην τ. 125
Θα σας συγχωρούσαμε αν δεν γνωρίζατε ότι ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα ήταν Τούρκος. Ή ότι ο Ιησούς Χριστός και ο Προφήτης Μωάμεθ ήταν, ομοίως, τουρκικής καταγωγής. Θα σας συγχωρούσαμε αν δεν γνωρίζατε ότι η Ρωσία είναι στην πραγματικότητα ένα μεγάλο τουρκικό έθνος, ότι οι Καζάκοι και οι Ιάπωνες είναι γενετικά πανομοιότυποι ή ότι ο θρυλικός βασιλιάς Αρθούρος της Αγγλίας ήταν… –καλά το μαντέψατε– Τούρκος.
Θα σας το συγχωρούσαμε, γιατί τίποτα από αυτά δεν ισχύει. Κι όμως, σε διάφορες χώρες, από την Κεντρική Ευρώπη έως την Κεντρική Ασία, οι θεωρίες αυτές έχουν βγει από τον στενό κύκλο κάποιων συνωμοσιολόγων και ψευδοακαδημαϊκών και έχουν περάσει στα σχολικά εγχειρίδια, στη λαϊκή κουλτούρα, ακόμη και στην επίσημη ιδεολογία κάποιων κυβερνήσεων.
Για παράδειγμα, στο γραφείο του Τούρκου προέδρου Ταγίπ Ερντογάν κρέμεται σε περίοπτη θέση ένα δεκαεξάκτινο αστέρι: πρόκειται για την προεδρική σφραγίδα, την παλαιότερη προεδρική σφραγίδα που εξακολουθεί να χρησιμοποιείται στην Ευρώπη. Κάθε ακτίνα αντιπροσωπεύει τις «16 μεγάλες τουρκικές αυτοκρατορίες», στις οποίες περιλαμβάνονται οι Ούννοι του Αττίλα, το χανάτο των Ουιγούρων, η αυτοκρατορία των Τιμουριδών, η αυτοκρατορία των Μουγκάλ στην Ινδία και πολλές άλλες, εκ των οποίων καμία δεν έχει κάποια σχέση με τη σύγχρονη Τουρκία. Αυτό, όμως, δεν εμποδίζει τον Ερντογάν να αντλεί νομιμοποίηση από την αντίληψη αυτή. Το 2015, όταν φιλοξένησε τον Παλαιστίνιο πρόεδρο Μαχμούντ Αμπάς, οι δύο τους πόζαραν για φωτογραφίες, πλαισιωμένοι από 16 φρουρούς, ντυμένους με κοστούμια που αντιπροσώπευαν αυτές τις «Μεγάλες Τουρκικές Αυτοκρατορίες», μία απόδειξη ότι η τραβηγμένη αυτή ψευδοθεωρία είναι ακόμη δημοφιλής.
Ως τουρκικοί λαοί λογίζονται όσοι μιλούν τουρκογενείς γλώσσες και η επιστήμη της Τουρκολογίας μελετά τους λαούς αυτούς, τη γλώσσα, την ιστορία και την καταγωγή τους. Το γεγονός ότι το τουρκικό κράτος υιοθέτησε το όνομα της ευρύτερης εθνοτικής αυτής ομάδας (και στα αγγλικά αναφέρονται και οι δύο ως Τούρκοι) μπορεί να προκαλέσει κάποια σύγχυση. Όμως οι δύο έννοιες είναι διακριτές. Οι Καζάκοι, οι Αζέροι, οι Ουιγούροι, οι Ουζμπέκοι, οι Κιργίζιοι, οι Τάταροι και πολλοί άλλοι είναι μεν τουρκογενείς, αν και πολύ διαφορετικοί από τους Τούρκους της Τουρκίας. Οι γλώσσες τους είναι παρόμοιες και πριν από πολύ καιρό μοιράζονταν μία κοινή γλώσσα. Αλλά οι αιώνες αποκλίνουσας ιστορίας έχουν διαχωρίσει πλέον σημαντικά τους λαούς αυτούς και τις γλώσσες τους.
Αν έχουν ένα κοινό οι τουρκογενείς αυτοί λαοί είναι το γεγονός ότι έλκουν όλοι την καταγωγή τους από την ευρασιατική στέπα, μια απέραντη, επίπεδη έκταση με λιβάδια, που εκτείνεται από τα ανατολικά σύνορα της Ευρώπης μέχρι την Κίνα. Πριν εγκατασταθούν, ήταν νομάδες και, κάθε χρόνο, με την εναλλαγή των εποχών, ταξίδευαν διασχίζοντας μεγάλες αποστάσεις στην Ευρασία. Περιστασιακά, αυτοί οι νομάδες κατακτούσαν κοντινούς πολιτισμούς, όπως η Περσία, η Κίνα ή η Ινδία, αλλά οι περιπτώσεις αυτές είχαν πάντα ως αποτέλεσμα τη γρήγορη αφομοίωσή τους από τον πολιτισμό των κατακτημένων, παρά το αντίθετο. Αν και πολλά νομαδικά κράτη υπήρξαν ιδιαίτερα ισχυρά, εντούτοις άφησαν ελάχιστες γραπτές πηγές.
Αυτό σημαίνει ότι η μελέτη πολλών λαών της στέπας –συμπεριλαμβανομένης της μεγάλης Μογγολικής Αυτοκρατορίας– περνάει υποχρεωτικά μέσα από τις μαρτυρίες των κατακτημένων, παρά των κατακτητών. Το γεγονός αυτό καθιστά τη μελέτη των ιστορικών τουρκικών κρατών και λαών ιδιαίτερα δύσκολη και αφήνει πολλά περιθώρια για την υιοθέτηση υποθετικών ή και εντελώς κατασκευασμένων θεωριών.
Η προεδρική σφραγίδα της Τουρκίας, όπως και διάφοροι άλλοι παράδοξοι ισχυρισμοί, έχουν τις ρίζες τους σε ένα σύνολο εξωφρενικών και ψευδοεπιστημονικών θεωριών σχετικά με τους τουρκικούς λαούς, που είναι γνωστές με τον τίτλο «ψευδοτουρκολογία». Ενώ η τουρκολογία αποτελεί έναν αναγνωρισμένο επιστημονικό τομέα, η ψευδοτουρκολογία είναι κάτι το τελείως διαφορετικό, που βρίσκεται εκτός της σφαίρας της ακαδημαϊκής κοινότητας.
Στη συμβολή των επιστημών της ανθρωπολογίας, της αρχαιολογίας, της ιστορίας, της γλωσσολογίας και της γενετικής και με ελάχιστο, αν όχι καθόλου, σεβασμό στις μεθόδους και τις παραδόσεις των επιστημών αυτών, η ψευδοτουρκολογία έχει έναν και μοναδικό στόχο: να καλύψει το ιδεολογικό κενό που αφήνει η ασάφεια της ιστορίας της στέπας με μια εκτεταμένη και ένδοξη ιστορία, την οποία θα ζήλευε κάθε άλλο έθνος.
Έτσι, αρχαίοι πολιτισμοί μετατρέπονται σε ιστορικά τουρκικά κράτη. Σημαντικές ιστορικές προσωπικότητες γίνονται μεγάλοι Τούρκοι. Τα σύγχρονα έθνη δεν θεωρούνται παρά χαμένα τμήματα ενός μεγαλύτερου τουρκικού συνόλου. Οι Τούρκοι δεν γίνονται απλώς ένας ακόμη λαός, αλλά ο λαός από τον οποίο κατάγονται όλοι οι άλλοι: η πηγή του ίδιου του πολιτισμού.
ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΟΥ ΠΑΝΤΟΥΡΚΙΣΜΟΥ
Ενώ ο μέσος Δυτικός μπορεί να έχει εξοικειωθεί με τέτοιες θεωρίες μέσω του YouTube και του Twitter, η ψευδοτουρκολογία έχει πολύ μεγαλύτερη ιστορία και βαθύτερη παρουσία στις τουρκικές χώρες από ό,τι συνήθως αναγνωρίζεται. Αναπτύχθηκε χέρι-χέρι με το σύγχρονο τουρκικό κράτος και την ταυτότητά του, και σήμερα έχει φτάσει να αποτελεί ένα διεθνές φαινόμενο, που γνώρισε μία αναγέννηση τις τελευταίες δεκαετίες χάρη στην παγκοσμιοποίηση.
Η αρχή της ψευδοτουρκολογίας μπορεί να εντοπιστεί στον 19ο και στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν ο ρομαντικός εθνικισμός και ο επιστημονικός ρατσισμός συγχωνεύτηκαν με την αρχαιολογία και την πρώιμη ανθρωπολογία για να παραγάγουν φανταστικές γενεαλογίες των λαών της στέπας και να προβάλουν σύγχρονες εθνικές, εθνοτικές και «φυλετικές» κατηγορίες στο παρελθόν. Ήταν μια τάση που ενθαρρύνθηκε από τις προκλήσεις της ίδιας της τουρκολογίας, καθώς και από τα πολιτικά αιτήματα του πρώιμου τουρκικού εθνικισμού.
Το πρώτο σύγχρονο και ανεξάρτητο τουρκογενές κράτος ήταν η Τουρκία, το 1923. Ως τότε, η Τουρκία, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, δεν ήταν παρά ένα μόνο συστατικό στοιχείο της ευρύτερης οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ομοίως, το Αζερμπαϊτζάν και οι σημερινές δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας βρέθηκαν υπό την κυριαρχία της ρωσικής Αυτοκρατορίας και στη συνέχεια της Σοβιετικής Ένωσης. Ανατολικότερα, οι Ουιγούροι βρίσκονταν –και εξακολουθούν να βρίσκονται– υπό τον έλεγχο της Κίνας, ενώ αρκετές μικρότερες τουρκογενείς εθνοτικές ομάδες, όπως οι Τάταροι και οι Τσουβάσοι, παρέμειναν μέρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Μετά τη δημιουργία της σύγχρονης Τουρκίας, κατόπιν ενός σκληρού πολέμου κατά της Ελλάδας και των δυτικών δυνάμεων, οι ιδρυτές του κράτους αυτού –με κυριότερο τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ– βρέθηκαν εξ αρχής αντιμέτωποι με ένα δίλημμα. Έχοντας μόλις βγάλει τη χώρα από το οθωμανικό παρελθόν της, χρειάζονταν μια νέα κρατική ταυτότητα η οποία θα παρουσίαζε με θριαμβευτικό τρόπο τους προηγούμενους έξι αιώνες της οθωμανικής κυριαρχίας. Ο Ατατούρκ οραματίστηκε ένα κοσμικό, εθνικιστικό κράτος κατά το δυτικό πρότυπο, αλλά βρέθηκε με μια χώρα στην οποία πρωταρχική πηγή ταυτότητας ήταν η θρησκεία και όχι η φυλή ή το έθνος. Η ψευδοτουρκολογία, εμπνευσμένη από τις δυτικές ιδεολογικές μόδες της εποχής, προσέφερε μια διέξοδο.
Ενώ το κεμαλικό σχέδιο κρατικής οικοδόμησης ήταν θεμελιωδώς προσανατολισμένο προς τη Δύση, εντούτοις η Τουρκία δεν αντιμετωπίστηκε με αμοιβαιότητα από τη Δύση. Λόγω των παλαιών ρατσιστικών αντιλήψεων στην Ευρώπη, η Τουρκία, καθώς και οι άλλοι τουρκογενείς λαοί, αντιμετωπίζονταν υποτιμητικά, αν δεν θεωρούνταν ρητά «κατώτερη φυλή». Οι Ευρωπαίοι φιλόλογοι και γλωσσολόγοι θεωρούσαν τις τουρκικές γλώσσες «απολίτιστες» συγκριτικά με τις «πολιτισμένες» ινδοευρωπαϊκές γλώσσες.
Το 1932 ιδρύθηκε το Ινστιτούτο Τουρκικής Γλώσσας με σκοπό να καθαρίσει την τουρκική γλώσσα από τα μη τουρκικά στοιχεία (προερχόμενα κυρίως από περσικές και σημιτικές γλώσσες), και να επινοήσει στη θέση τους «αυθεντικές» τουρκικές λέξεις. Εκτός από πολλούς τουρκικούς νεολογισμούς, το Ινστιτούτο παρήγαγε ένα από τα θεμελιώδη στοιχεία της ψευδοτουρκολογίας: τη «Θεωρία της Γλώσσας του Ήλιου».
Η θεωρία της Γλώσσας του Ήλιου υποστήριζε ότι η τουρκική γλώσσα είναι όχι μόνον πολιτισμένη αλλά και η πηγή όλων των γλωσσών της ανθρωπότητας. Ήταν, συνεπώς, και η πηγή όλου του ανθρώπινου πολιτισμού. Με ένα μείγμα ιστορικής φιλολογίας, ψυχολογικών θεωριών και ψυχαναλυτικών εννοιών, δανεισμένων από τον Σίγκμουντ Φρόιντ και τον Καρλ Γιουνγκ, οι γλωσσολόγοι του Ινστιτούτου ισχυρίστηκαν ότι η γλώσσα είχε εφευρεθεί από τους ηλιολάτρες πρωτο-Τούρκους της Κεντρικής Ασίας, καθώς μουρμούριζαν προς τον ήλιο. Αυτοί, στη συνέχεια, φέρονται να μετανάστευσαν στη Μεσοποταμία, όπου και το λίκνο του παγκόσμιου πολιτισμού.
Η θεωρία αυτή ταίριαζε πολύ καλά με μια άλλη κρατικά κατευθυνόμενη ψευδοτουρκολογική θεωρία της εποχής, τη «Θεωρία της Τουρκικής Ιστορίας», η οποία διατεινόταν ότι οι Τούρκοι είχαν φέρει τον πολιτισμό στην Κίνα, την Ευρώπη, την Ινδία και αλλού, όταν μετανάστευσαν από την ευρασιατική στέπα.
Τελικά, η ψευδοτουρκολογία αποτέλεσε βασικό συστατικό στοιχείο της σύγχρονης τουρκικής ταυτότητας, η οποία δεν βασίζεται πια στη μουσουλμανική πίστη, αλλά σε μια φανταστική εθνική ιστορία και σε μια φυλετικού τύπου εθνική ταυτότητα.
Όποια κριτική κι αν δέχονταν αυτές οι πρώιμες ψευδοτουρκολογικές θεωρίες, αυτή δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τη δύναμη της κρατικής υποστήριξης. Και οι δύο αυτές θεωρίες βρήκαν ευήκοα ώτα στην τουρκική εθνικιστική ελίτ –και στον ίδιο τον Κεμάλ Ατατούρκ– και στη συνέχεια εισχώρησαν στα τουρκικά σχολικά βιβλία, όπου διδάσκονταν για χρόνια, ενώ πολλές ψευδοτουρκολογικές ιδέες, που συνδέονταν με τις θεωρίες αυτές, διατηρήθηκαν για δεκαετίες.
Η ψευδοτουρκολογία υπηρέτησε την πολιτική του τουρκικού κράτους με διάφορους τρόπους. Ένα παράδειγμα είναι η δικαιολόγηση της τουρκικής κρατικής πολιτικής έναντι των Κούρδων: η ψευδοτουρκολογία ισχυρίζεται ότι οι Κούρδοι είναι απλώς «ορεσίβιοι Τούρκοι» που έχουν ξεχάσει τη γλώσσα τους. Στη δεκαετία του 1980, εξακολουθούσαν να εκδίδονται από κρατικά χρηματοδοτούμενα ιδρύματα βιβλία με τίτλους όπως: «Οι Κούρδοι: Τούρκοι από κάθε άποψη», «Μια τουρκική φυλή από το Τουρκεστάν: Οι Κούρδοι», και, «Είναι Τούρκος, όχι Κούρδος!». Τα βιβλία αυτά διατέθηκαν δωρεάν σε σχολεία, βιβλιοθήκες, φυλακές και στην επαρχία.
Θεωρίες και δηλώσεις παρόμοιες με τους τίτλους αυτών των βιβλίων εξακολουθούν να αποτελούν κοινό τόπο στην Τουρκία και η ψευδοτουρκολογία εξακολουθεί να απολαμβάνει ευρεία απήχηση τόσο στο ευρύ κοινό όσο και στον ακαδημαϊκό χώρο. Σύμφωνα με τον Τούρκο καθηγητή Τσακίρ Τζεϊχάν Σουβάρι, τουλάχιστον ορισμένες από τις θεωρίες της ψευδοτουρκολογίας, «υιοθετούνται και κυκλοφορούν από τη μεγάλη πλειοψηφία των ακαδημαϊκών που μελετούν εθνοτικά και ταυτοτικά ζητήματα στην Τουρκία».
Τέτοιες απόψεις υποστηρίζονται επίσης από ακραίες παντουρκιστικές ομάδες, οι οποίες επιδιώκουν την ενοποίηση όλων των τουρκικών λαών. Οι Γκρίζοι Λύκοι και το Εθνικιστικό Κόμμα (MHP) δεν είναι μόνο γνωστοί για την προπαγάνδιση των πλέον ακραίων και εξωφρενικών μύθων της ψευδοτουρκολογίας, αλλά αποτελούν επίσης και ένα κομμάτι της εκλογικής βάσης του Ερντογάν.
Διαβάστε και το δεύτερο μέρος:
*Ο Luka Ivan Jukić είναι ανεξάρτητος δημοσιογράφος με ειδίκευση στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη και την Ευρασία.
Πηγή: newlinesmag.com 22 Ιουλίου 2021 Μετάφραση: Νικόλας Δημητριάδης.
Ενισχύστε την προσπάθειά μας κάνοντας μια δωρεά στο Άρδην πατώντας ΕΔΩ.
Γνωρίστε τα βιβλία των Εναλλακτικών Εκδόσεων
Ακολουθήστε το Άρδην στο Facebook
Ακολουθήστε το Άρδην στο twitter
Εγγραφείτε στο κανάλι του Άρδην στο Youtube
1 ΣΧΟΛΙΟ
[…] ΤΟΥ Luka Ivan Jukic* από το Άρδην τ. 125 ΠΗΓΗ ardin-rixi.gr […]