Όταν η δικτατορία προωθούσε την παράνομη απασχόληση ξένων εργατών στην Ελλάδα
του Γιώργου Ρακκά από το Άρδην τ. 90 που κυκλοφορεί
Σάλο προκάλεσαν οι δημόσιες δηλώσεις υποστήριξης του επικεφαλής και των βουλευτών της Χρυσής Αυγής προς την επταετή δικτατορία. Παρ’ όλο που τα καθεστωτικά μέσα και οι σχολιαστές έπεσαν υποτίθεται από τα σύννεφα, η στάση της Χ.Α. είναι αναμενόμενη –και εκπεφρασμένη ρητώς εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Στοχεύει δε στην εκ των υστέρων αποκατάσταση της δικτατορίας στα μυαλά του φτωχού και εν πολλοίς ανενημέρωτου κόσμου στον οποίο απευθύνεται, μέσα από την υιοθέτηση ενός πολύ απλού αναδρομικού σχήματος: Αφού η δημοκρατία απέτυχε, και η χώρα χρεοκόπησε, η δικτατορία ήταν… καλύτερη!
Πρόκειται για την κλασική γκεμπελική διαστροφή της πραγματικότητας, που επιστρατεύει μισή αλήθεια, για να δικαιώσει ένα ψέμα. Επί του προκειμένου, το γεγονός ότι, όντως, η 3η ελληνική δημοκρατία και οι παρασιτικές δυνάμεις που την εξέφραζαν χρεοκόπησαν, χρησιμοποιείται για να αποκαταστήσει ένα προχτεσινό, ήδη χρεοκοπημένο καθεστώς –με τον ίδιο τρόπο που, οι ναζί κατά τον μεσοπόλεμο, προέβαλαν την παρακμή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης ως το κύριο επιχείρημα για την αναδίπλωση σ’ έναν επιθετικό σοβινισμό.
Ωστόσο, η πανουργία της Ιστορίας εκθέτει ανεπανόρθωτα τη Χρυσή Αυγή και τη γραμμή αποκατάστασης των πεπραγμένων της επταετίας που έχει υιοθετήσει. Διότι μια μελέτη ορισμένων, πολύ σημαντικών για την εποχή τους, επιλογών της δικτατορίας, αναδεικνύει λησμονημένες πολιτικές που ομοιάζουν εντυπωσιακά με ό,τι η Χρυσή Αυγή σήμερα καταγγέλλει, ιδιαίτερα δε σε ό,τι αφορά σ’ ένα ζήτημα που αναδεικνύει κατ’ εξοχήν η Χ.Α.: τη μετανάστευση! Έτσι, ποιος σήμερα θυμάται ότι η δικτατορία ήταν η πρώτη που συστηματικά προώθησε την εγκατάσταση ξένων, και κατά κύριο λόγο παράνομων, εργατών στην Ελλάδα, ως μια ύστατη λύση για να συγκρατήσει χαμηλά τα μεροκάματα; Αυτό, δηλαδή, για το οποίο καταγγέλλει η Χ.Α. τη «δημοκρατία», σ’ ένα όργιο πολιτικής διαστροφής, το έκαναν οι ίδιοι οι πολιτικοί της πρόγονοι! Ας πάρουμε τα πράγματα όμως από την αρχή.
Είναι γνωστή η παραφιλολογία που αναπτύσσουν κύκλοι της Χ.Α. για τα «οικονομικά επιτεύγματα» της δικτατορίας. Για την επαλήθευσή τους παραθέτουν διάφορα, ατάκτως ερριμμένα στατιστικά στοιχεία, όπως για παράδειγμα τους ρυθμούς μεγέθυνσης (7,2%- 1968, 11.6%-1969, 8.9%-1970, 7.8%-1971, 10.2%-1972), ή την προνομιακή ενίσχυση συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων και οικονομικών δραστηριοτήτων (γεωργία, οικοδομή, τουρισμός)¹.
Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι ότι η δικτατορία πάτησε επάνω στην κεκτημένη ταχύτητα ενός αναπτυξιακού άλματος που πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα κατά τη δεκαετία 1957-1966. Σε μεγάλο βαθμό μάλιστα το εξάντλησε, με την έννοια ότι αρκέστηκε σε μια πολιτική διαχείρισης, και μάλιστα στρεβλής, διάφορων πλευρών του, ενώ δεν προέβη σε καμία πρωτοβουλία για να το προστατέψει από την υπερθέρμανση ή από τη διεθνή οικονομική κρίση που ξέσπασε κατά τις αρχές του ’70.
Είναι γνωστό ότι, κατά την περίοδο 1957-1966, η Ελλάδα μπήκε σε έντονη αναπτυξιακή τροχιά, που μπορεί να συγκριθεί μόνο με εκείνες χωρών όπως η… Ιαπωνία. Αρχικά, αιχμή της ελληνικής ανάπτυξης υπήρξε η οικοδομή, που στη συνέχεια τροφοδότησε την εγχώρια βαριά βιομηχανία (τσιμέντα, αμίαντος κ.α.), η οποία άρχισε να αποκτάει και εξαγωγικό χαρακτήρα².
Σ’ αυτή τη δυναμική, η δικτατορία προσέθεσε μόνο κάποιες πινελιές… παρασιτισμού, με την έμφαση που έδωσε στον τουρισμό ή στα δημόσια έργα. Χαρακτηριστικές οι εικόνες με τον Παττακό να κρατάει μυστριά και σκεπάρνια στα εγκαίνια των δρόμων, ακόμα πιο χαρακτηριστική, ως απαράδεκτη, η τακτική της δικτατορίας να συνάπτει εξωτερικά δάνεια με διαμεσολαβητή την Τράπεζα της Ελλάδος, προκειμένου να χρηματοδοτήσει αυτά τα δημόσια έργα³. Το αποτέλεσμα αυτών των παρασιτικών πρακτικών ήταν να εμφανιστούν, σε εμβρυακή μορφή, όλες εκείνες οι τάσεις που, τρεις δεκαετίες αργότερα, υπό τον μανδύα του εκσυγχρονισμού, υπονόμευσαν την οικονομική και κοινωνική βάση της χώρας: από τα φαραωνικά έργα και την «ανάπτυξη της μπουλντόζας», που διέλυσαν τις πόλεις και τα χωριά μας, μέχρι το εξωτερικό χρέος, το οποίο κατά τη διάρκεια της επταετίας υπερδιπλασιάστηκε (βάσει των στοιχείων της Τράπεζας της Ελλάδος, κατά την πενταετία 67-71 εισήχθησαν στην Ελλάδα 550.8 εκ. $ στον ιδιωτικό τομέα, και 602.2 εκ.$ στον δημόσιο, υπό τη μορφή δανείων)4.
Μέσα σε αυτό το οικονομικό κλίμα, κάνει την πρώτη του εμφάνιση το φαινόμενο της εισαγωγής ξένης εργατικής δύναμης. Η ιστορία έχει ως εξής: Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, η φυγή των Ελλήνων εργαζόμενων προς το εξωτερικό εντείνεται. Επίσης μειώνεται δραστικά το ποσοστό των επαναπατρισμών. Το στοιχεία είναι αμείλικτα: Μετά την πτώση στο ποσοστό της μετανάστευσης, που καταγράφηκε το 1966, είχαμε νέα αύξηση των ρευμάτων προς το εξωτερικό. Το 1968 έφυγαν 51.000 άτομα, το ’69 91.500, το ’70 93.000 και το 1971 62.0005. Ταυτόχρονα, το ποσοστό της παλιννόστησης έπεσε από το 38% που κυμαινόταν κατά τη δεκαετία 1951-1960, στο 14% κατά την τριετία ’67-’706.
Η μεγάλη μαζική φυγή οφείλεται σε δύο παράγοντες. Ο πρώτος είναι πολιτικός, και οφείλεται στο γενικότερο κλίμα της έλλειψης ελευθεριών και της στέρησης των δημοκρατικών δικαιωμάτων των Ελλήνων εργαζόμενων. Ο δεύτερος είναι οικονομικός: Ο κατώτατος μισθός για μια ανειδίκευτη Ελληνίδα εργάτρια στη Γερμανία ήταν 260 δρχ, ενώ ενός ανειδίκευτου εργάτη 320 δρχ. Την ίδια εποχή, στην Ελλάδα, οι αντίστοιχοι μισθοί κυμαίνονταν από 120 μέχρι το πολύ 150 δρχ7. Μεγάλη διαφορά έχουν και οι συνθήκες δουλειάς, η ασφάλιση κ.ο.κ. Είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία του αντιπροέδρου της ΛΑΡΚΟ, για την άρνηση του ελληνικού προλεταριάτου να παραμείνει απασχολημένο με τους όρους δουλειάς που του επιφυλάσσει η ελληνική βιομηχανία: Με μεγάλη δυσκολία καλύπτουμε προσωρινά ένα μέρος από τις ανάγκες μας σε μεταλλωρύχους. Ειδικοί υπάλληλοί μας περιοδεύουν στην ύπαιθρο και προσπαθούν να αποσπάσουν υποαπασχολούμενους αγρότες από τα χωράφια και να τους οδηγήσουν στο εργοστάσιο. Για να πείσουν τους αγρότες, έχουν μαζί τους διάφορα διαφημιστικά έντυπα, που δείχνουν τις εγκαταστάσεις της ΛΑΡΚΟ και τις γενικότερες συνθήκες διαβιώσεως του προσωπικού της, ενώ σκεφτόμαστε παράλληλα να γυρίσουμε διαφημιστικές ταινίες, οι οποίες θα προβληθούν από τους κινηματογράφους των επαρχιών. Οι περισσότεροι όμως από τους προσλαμβανόμενους φεύγουν πολύ σύντομα και επιστρέφουν στα χωριά τους, γιατί δεν μπορούν να προσαρμοσθούν στις συνθήκες της βιομηχανικής εργασίας»8.
Επάνω ακριβώς σε αυτή την τεχνητή έλλειψη, που δημιουργούν οι άθλιες συνθήκες δουλειάς, προκύπτει η ανάγκη για την υποκατάσταση της ντόπιας εργατικής δύναμης από την ξένη. Στο σχετικό δημοσίευμα, με τις δηλώσεις του εκπροσώπου της Λάρκο, ανακοινώνεται ότι η εταιρεία ήδη αναζητούσε εργάτες στις αφρικανικές χώρες.
Έτσι, κατά τα τέλη του 1972, ο ΣΕΒ ζητάει επίσημα από την κυβέρνηση να προβεί σε διακρατικές συμφωνίες για 10.000 ξένους εργαζόμενους9. Η κυβέρνηση, βέβαια, έχει ήδη ξεκαθαρίσει ότι δεν προβλέπεται να προβεί σε τέτοιες επίσημες κινήσεις10. Ωστόσο, οι δηλώσεις της είναι παραπλανητικές: Τα σχετικά δημοσιεύματα αναφέρουν ότι ήδη στη χώρα εργάζονται 20-30 χιλιάδες ξένοι άνθρωποι (από την Αίγυπτο, το Πακιστάν, τη Λιβύη, τον Λίβανο, την Ινδία κ.α.), που στην πλειονότητά τους δεν διαθέτουν άδειες εργασίας, και αμείβονται με πολύ χαμηλά ημερομίσθια, δίχως ασφάλιση11.
Καθώς οι εργαζόμενοι αυτοί απορροφούνται στην ελληνική βιομηχανία και αρχίζουν να εμφανίζονται οι πρώτες συνέπειες της υποκατάστασης ντόπιας εργατικής δύναμης από την ξένη, αρχίζουν και οι πρώτες αντιδράσεις, ενώ δεν λείπουν και τα δημοσιεύματα που αποκαλύπτουν τις άθλιες συνθήκες διαβίωσής τους, τα πρώτα προβλήματα στη γειτονιά κ.ο.κ.12. Τον Ιούνιο του 1974, το Εργατικό Κέντρο Αθήνας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τη συμπαιγνία της δικτατορίας και των μεγαλοβιομηχάνων, υποστηρίζοντας ότι η «εύκολη λύση» της εκμετάλλευσης των ξένων εργατών ρίχνει κι άλλο τα ημερομίσθια και εξαναγκάζει τους Έλληνες στη μετανάστευση, και ζητά τη νομιμοποίησή τους13. Από την αρχή που ανοίγει το ζήτημα, τα συνδικάτα είχαν τοποθετηθεί λέγοντας ότι η λύση στο πρόγραμμα περνάει μέσα από την αύξηση των ημερομισθίων και τη γενικότερη βελτίωση των όρων δουλειάς14.
Η δικτατορία, βέβαια, κάνει τα στραβά μάτια. Οι ταξικές της συμμαχίες απαγορεύουν κάτι τέτοιο, και τα φθηνά μεροκάματα είναι το μόνο συγκριτικό πλεονέκτημα της ελληνικής βιομηχανικής ανάπτυξης. Δίχως αυτά, θα σταματούσε το «ελληνικό θαύμα» – και γι’ αυτό η δικτατορία κρατούσε τους μισθούς πολύ χαμηλά σε σχέση με την άνοδο της παραγωγικότητας (βλέπε πίνακα 1). Το γενικό σχήμα περιγράφεται ανάγλυφα από τον Γ. Καραμπελιά, σε βιβλίο της περιόδου:
Η εξίσωση των μεροκάματων, από «καθαρά οικονομική» άποψη, είναι το ίδιο αναπόφευκτη, όμως μια τέτοια εξίσωση θα σήμαινε καταστροφή για τον αναπτυσσόμενο ακόμη ελληνικό καπιταλισμό. Η δυνατότητά του να πλησιάσει, αν όχι να φτάσει τα βιομηχανικά ανεπτυγμένα κράτη της Ευρώπης, στηρίζεται σήμερα σε μια πολιτική χαμηλών μεροκάματων. Η βίαιη όμως διατήρηση των μεροκάματων σε χαμηλό επίπεδο […] δημιουργεί αυτόματα μια τάση ροής του εργατικού δυναμικού προς το εξωτερικό, τη μετανάστευση. […]
Η μετανάστευση, ενώ έχει αρχίσει να ’ναι αχρείαστη και βλαβερή για τον βιομηχανικό καπιταλισμό, συνεχίζεται ασταμάτητη. Το αποτέλεσμα είναι μια ισχυρή τάση για ανέβασμα των μεροκάματων και έλλειψη εργατικών χεριών σε αρκετούς κλάδους (πλοία, ναυπηγεία, μεταλλεία, υφαντουργεία κ.λπ.). Η δυνατή λύση, της αύξησης σχεδόν σε δυτικοευρωπαϊκό επίπεδο των μεροκάματων, είναι αυτοκτονία για τον ελληνικό καπιταλισμό. Η στρατιωτική φασιστική δικτατορία, η κυβέρνησή της, κατορθώνει σ’ ένα βαθμό να κρατήσει τα μεροκάματα χαμηλά, με την ανοιχτή βία. Όμως τους Έλληνες αγρότες και εργάτες δεν κατορθώνει να τους κρατήσει «μέσα». Κόβει τα διαβατήρια από τις περιοχές της Β. Ελλάδας, κάνει προπαγάνδα («γίνετε ναυτικοί»), από τότε που πήρε την εξουσία διπλασίασε τις σχολές τεχνικής εκπαίδευσης, προπαγανδίζει για «επιστροφή» από την Δ. Γερμανία κ.λπ. Αποτέλεσμα: μηδέν εις το πηλίκον. Οι Έλληνες εξακολουθούν νά ’χουν το «πνεύμα του Οδυσσέως».
Πού βρίσκεται η λύση, λοιπόν; Στα ελληνικά καράβια δουλεύουν ήδη 30-40 χιλ. ξένοι εργάτες, μαύροι και κίτρινοι. Ο Παττακός περιόδευσε και εξακολουθεί να περιοδεύει στην Αφρική, για μια βασική ανομολόγητη αιτία: Το νοίκιασμα φτηνής εργατικής σάρκας. Ήδη υπάρχουν εργοστάσια (όπως του Κεράνη) που το ανειδίκευτο προσωπικό τους είναι έγχρωμοι εργάτες. Ανάμεσα στη λύση του απομονωτισμού και την επικίνδυνη εισαγωγή ξένων εργατών, οι Έλληνες καπιταλιστές θα διαλέξουν τη δεύτερη. […] Μέσα σε λίγα χρόνια ο καπιταλισμός θα παρουσιάζει ένα «περίεργο» φαινόμενο (αν, φυσικά, δεν υπάρξει γενικότερη κρίση). Θα προμηθεύει μετανάστες στους μεγαλύτερους αδερφούς, και θα παίρνει από τους καταπιεζόμενους λαούς15.
Έτσι, με αυτήν τη λογική, η δικτατορία συνέχισε να ευνοεί επί της ουσίας την παράνομη απασχόληση των ξένων εργατών, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα ώστε να κινητοποιηθούν οι χώρες προέλευσης, για να διεκδικήσουν τα δίκαια των πολιτών τους! Έτσι, σε σχετικό δημοσίευμα, πληροφορηθήκαμε ότι ήδη η Αίγυπτος έχει κάνει σχετικά διαβήματα προς την ελληνική πλευρά16. Επίσης, στο ίδιο δημοσίευμα, τονίζεται ότι η ολιγωρία του καθεστώτος απειλεί να διασύρει την Ελλάδα διεθνώς αναφορικά με το ζήτημα, διότι είναι αδιανόητο να επικαλείται τις διεθνείς συνθήκες για τη μετανάστευση σε σχέση με τους Έλληνες εργάτες του εξωτερικού, και να τις παραβιάζει σε ό,τι έχει να κάνει με τους ξένους εργάτες που δουλεύουν στην χώρα.
Ποιος να το φανταζόταν, λοιπόν, ότι η δικτατορία θα ήταν εκείνη που θα εγκαινίαζε τη συστηματική χρησιμοποίηση της παράνομης εργασίας των μεταναστών, ως εργαλείο υποκατάστασης της ανύπαρκτης οικονομικής πολιτικής της; Κι όμως, σ’ αυτό, όπως και σε πολλά άλλα ζητήματα, αναδεικνύεται, παραδόξως ως ο προπάτορας του… εκσυγχρονισμού και των πολιτικών με τις οποίες το ΠΑΣΟΚ κατά κύριο λόγο, και η ΝΔ στη συνέχεια, διέλυσαν την ελληνική κοινωνία και οικονομία κατά τη δεκαπενταετία 1996-2011.
Οι εκλεκτικές συγγένειες μπορούν να ερμηνευθούν. Από τις αρχές της δεκαετίες του 1970 κι έπειτα, ξεκινάει μια κρίση σε όλον το δυτικό κόσμο, η οποία θα καταλήξει στην αποβιομηχάνιση και στη χρηματιστηριοποίηση. Τούτο είναι και το απώτερο αίτιο που σοβεί πίσω από την υπερθέρμανση και την κρίση που αντιμετωπίζει το «ελληνικό οικονομικό θαύμα» από το 1970 κι έπειτα. Μέσα σ’ αυτή την αρχική, θα λέγαμε, κρίση, συμπυκνωμένα και σε εμβρυακό στάδιο, κάνει τα πρώτα του βήματα ο μετέπειτα κυρίαρχος παρασιτισμός – και αυτό φαίνεται στην έμφαση που δίνεται στην κατανάλωση, στον ατομικισμό, αλλά και στο… τσιμέντο με το οποίο η χούντα πνίγει την Ελλάδα, στα χρέη, και βέβαια στην… παράνομη μετανάστευση.
Βέβαια, όλα αυτά είναι ψιλά γράμματα για τον Μιχαλολιάκο και την κοινοβουλευτική του συμμορία τραμπούκων. Εξάλλου, η δικτατορία λειτουργεί γι’ αυτούς ως πρότυπο, σε ό,τι έχει να κάνει με την κατάργηση της δημοκρατίας και την αυταρχική επιβολή, κι από εκεί και πέρα «άσπρος γάτος, μαύρος γάτος, αρκεί να πιάνει ποντίκια», που θα έλεγε και ο μισητός σε αυτούς Ντεγκ Σιαοπίνγκ. Εξάλλου, αυτός είναι ο στόχος: Η αυταρχική εκτροπή της εξουσίας και η οριστική υπονόμευση της δημοκρατίας. Κατά τα άλλα, ακόμα και η Χρυσή Αυγή θα μπορούσε να δικαιολογήσει μια τέτοια πολιτική για «το καλό της τάξης». Ούτως ή άλλως, επωάζεται στο θνησιγενές στάδιο ενός καθεστώτος, που έχει κηρύξει πόλεμο στην ιστορική μνήμη – και άρα ευνοεί τη διαστροφή και τον εξωραϊσμό του παρελθόντος…
Σημειώσεις
1. Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, Τόμος ΙΣΤ΄, σελ. 289.
2. Γιώργος Καραμπελιάς, Μικρομεσσαία Δημοκρατία, Εκδόσεις Κομμούνα, Αθήνα 1982, σελ. 129-131.
3. Ιωάννης Πεσμαζόγλου, «Η ελληνική οικονομία μετά την 21η Απριλίου – η σύγκριση με τα πρίν χρόνια», Οικονομικός Ταχυδρόμος, Πέμπτη 15 Αυγούστου 1974, σελ. 5-8.
4. Μιχάλης Λυμπεράτος, «Οικονομικές σχέσεις και μηχανισμοί κατά τη διάρκεια της δικτατορίας», Δρόμος της αριστεράς, Σάββατο 16 Απριλίου 2011.
5. Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, Τόμος ΙΣΤ΄, σελ. 288.
6. Πάνου Λουκάκου, Η έλλειψις εργατικών χεριών εις την βιομηχανίαν», Β΄ μέρος, Το Βήμα, 6/7/1971.
7. Πάνου Λουκάκου, «Οι εργάτες φεύγουν –κι όμως μας λείπουν εργατικά χέρια», Το Βήμα, 9/10/1971.
8. Πάνου Λουκάκου, «Η έλλειψις εργατικών χεριών εις την βιομηχανίαν», Α΄ μέρος, Το Βήμα, 4/7/1971.
9. «Αι απόψεις του Συνδέσμου Βιομηχάνων διά την αντιμετώπισιν του εργατικού», Το Βήμα, 19/10/1971.
10. «Απεκλείσθη η χρησιμοποίησις ξένων εργατών εις την Ελλάδα», Το Βήμα, 6/5/1972.
11. Ροσέτου Ευθ. Φακιόλα, «Η πρόσκλησις των ξένων εργατών», Το Βήμα, 5/11/1972 και Βασίλειου Τζαννετάκου, «Τι μπορεί και τι πρέπει να γίνει με τους ξένους εργάτες στην Ελλάδα», Το Βήμα 14/07/1974.
12. Πάνου Λουκάκου, «20 Πακιστανοί στριμωγμένοι σε 3 δωμάτια!», Το Βήμα, 11/02/1973.
13.«Τίθεται και πάλι το πρόβλημα των ξένων εργατών», Το Βήμα, 14/06/1972.
14. Πάνου Λουκάκου, Η έλλειψις εργατικών χεριών εις την βιομηχανίαν, Α΄μέρος, Το Βήμα, 4/7/1971.
15. Γιώργος Καραμπελιάς, Το τέλος του Παλιού Κόσμου, Εκδόσεις Πολιτιστική Επανάσταση, σελ. 192-193, Αθήνα 1975.
16. Βασίλειου Τζαννετάκου, «Τι μπορεί και τι πρέπει να γίνει με τους ξένους εργάτες στην Ελλάδα», Το Βήμα 14/07/1974.
15 ΣΧΟΛΙΑ
εξαιρετικό κείμενο. αναρτήθηκε στο facebook και μας άρεσε πολύ. κάντε κάτι να περνάνε όλα τα κείμενα στο φατσοβιβλίο μου ή στείλτε τα σε mail και τα περνάω εγώ. Σας ευχαριστώ Κ.Χ
Προς επιβεβαίωση των παραπάνω, πολύ ενδιαφέρουσα αποδελτίωση της εφημερίδας Ακρόπολις της δεκαετίας του ’70 δίνεται εδώ:
http://www.hellasgr.net/illegalaliens.htm
Ότι και να κάνετε, οτι κι αν λέτε, Ερχόμαστεεεεεε!!!!!!!!!! Ξύδιιιιιι!!!!
Που θα έρθετε για να είμαστε εκεί, μην περιμένετε. Αι στο διάλοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοο νούμεραααααααααααααα σας επέτρεψε το σύστημα από συμμορία να γίνετε κόμμα και νομίζετε ότι κάνατε και κάτι.
Ἡ σταλινικὴ μέθοδος τῆς τρομοκρατήσεως
________________________________________
῾Ωραῖα προσπάθεια νὰ μᾶς τρομάξετε. Ἀλλὰ δὲν . . .
Ἵσως πρέπει νὰ διδαχθῆτε ἀπὸ τοὺς ἀναδεξιμιοὺς σας, τοὺς τριτοκοσμικοὺς.
Γιατὶ δὲν ἀσχολεῖστε καὶ μὲ τὰ σκατὰ τοῦ Τσίπρα ἐπὶ παραδείγματι, τὶ ἔκανε τῷ 1981, Ἤ πῶς ὁ Ἀλαβάναρος τὸν ἐδραίωσε ἀντ’ αὐτοῦ;
Υπερβολική η άποψη σας. Σε λίγο θα μας πείτε οτι ο Παπαδόπουλος και ΠΑΣΟΚ-ΝΔ είχαν την ίδια μεταναστευτική πολιτική. Η εισροή μεταναστών επι χούντας ήταν πολύ περιορισμένη και φυσιολογική ως ένα βαθμό αφού οι Έλληνες δεν ήταν μαθημένοι σε βιομηχανικές δουλειές και υπήρχαν ανάγκες σε εργατικό δυναμικό. Οι συνθήκες εργασίας για τους βιομηχανικούς εργάτες ήταν άθλιες όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Όσο για τα έργα και τους δρόμους, αυτά ήταν ζωτικής σημασίας για την οικονομία και δεν μπορούν να συγκριθούν με τα Ολυμπιακά έργα της απάτης του Σημίτη. Αν θέλετε να χτυπήσετε τη χούντα , χτυπήστε τη αλλού , είχε αρκετά τρωτά σημεία.
“οι Έλληνες δεν ήταν μαθημένοι σε βιομηχανικές δουλειές” και ηταν μαθημενοι οι Πακιστανοί; Τι απίθανα πράγματα είναι αυτά που λέτε; Οι χούντα ηθελε να κρατήσει χαμηλά τα μεροκάματα προς όφελος των φίλων της των βιομηχάνων και γι’ αυτό έφερνε μετανάστες. Ξεκίνησε αυτό που ελληνικές κυβερνήσεις από το 90 και μετά, και εκμεταλλευόμενες και άλλες συνθήκες, έκαναν κατά κόρον. Δεν ξέρω πόσο χρονών είστε αλλά ο πατέρας μου που ηταν βιομηχανικός εργάτης στο εξωτερικό οι συνθήκες εργασίας δεν είχαν καμια σχέση με αυτά που περιγράφονται στο άρθρο. Οι Ελληνες βιομήχανοι ήθελαν να κερδίζουν τα περισσότερα εκμεταλλευόμενοι όσο μπορούσαν τους εργάτες και χωρίς να έχουν καμια διάθεση να εκσυγχρονίσουν τις μονάδες τους. Γι αυτό και στη Μεταπολίτευση που το εργατικό κίνημα άρχισε να διεκδικεί αυτονόητα πράγματα οι βιομήχανοι προτίμησαν να κλείσουν τις μονάδες παρά να επενδύσουν σε τεχνογνωσία.
Δεν ξέρω βιωματικά πως ήταν εκείνα το χρόνια, διότι δεν είχα γεννηθεί, αλλά έχω ακούσει ότι είχαμε αξιόλογη βιομηχανία. Πολλές ελληνικές εταιρίες πουλούσαν τεχνογνωσία στην Τουρκία, ενώ τώρα εμείς δεν παράγουμε τίποτα και αυτοί κατασκευάζουν αεροπλάνα.Επίσης δεν γνωρίζω για τα μεροκάματα, αλλά γνωρίζω ότι εκείνα τα χρόνια οι άνθρωποι χτίζανε σπίτια, κάνανε οικογένειες κ.τ.λ. Δεν με ενδιαφέρει ο Παπαδόπουλος, ούτε κανείς από όλους αυτούς, αλλά πιστεύω ότι η μεταπολίτευση έφερε μια απίστευτη γραφειοκρατία και ιδιαίτερα μετά τα μέσα της δεκαετίας του 80. Η γραφειοκρατεία δεν είχε μόνο κρατικό χαρακτήρα, αλλά επεκτάθηκε και στον ιδιωτικό τομέα. Όταν λέω γραφειοκρατία, αναφέρομαι σε οποιαδήποτε διαδικασία, η οποία δεν έχει καμιά ουσία και δρα επιβαρυντικά στο όλο σύστημα, δαπανώντας κεφάλαια, εργασία, χωρίς καμιά ωφελιμότητα. Είχαμε φτάσει στο σημείο, για να δουλέψεις ακόμα και σαν σκουπιδιάρης θα έπρεπε να γνωρίζεις ξένες γλώσσες, για να βρεις δουλειά στη δημοτική αστυνομία θα έπρεπε να έχεις κάνει ανώτερες σπουδές με μεταπτυχιακά και όλα αυτά για να κόβεις κλίσεις. Όταν είχα ακούσει κάποτε τον κύριο Ραγκούση, πραγματικά θεώρησα ότι η ανοησία έχει ξεφύγει από κάθε όριο, ο άνθρωπος είχε πει ότι στο ελληνικό δημόσιο θα πρέπει να προσλαμβάνονται άνθρωποι με διδακτορικά, με ανώτερες σπουδές και απόρησα, για να κάνουν τι; Μου φαίνεται ότι πιο εύκολα προσλαμβανόσουν στη Νasa παρά στο ελληνικό δημόσιο. Στον ιδιωτικό τομέα ούτε εκεί υπήρχε κάποια λογική, Ανέθεταν τις προσλήψεις σε κάτι εταιρείες δημοσίων σχέσεων και κατά τις συνεντεύξεις σε ρωτούσαν του κόσμου τις ανοησίες, άσχετες με τη δουλειά, χώρια αυτά τα χαζοαμερικάνικα ψυχολογικά τεστ που έπρεπε να περάσεις. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις αναρωτιόμουν, καλά πως οι Έλληνες πήγαιναν να δουλέψουν στα γερμανικά εργοστάσια, τότε με την μετανάστευση, όταν δεν γνώριζαν καν γερμανικά;
Φαίνεται τα γερμανικά εργοστάσια ήταν της πλάκας σε αντίθεση με τα ελληνικά που χρησιμοποιούν σύγχρονη τεχνολογία και άρα είναι υψηλής εξειδίκευσης. Ανέφερα την εργασία διότι πιστεύω πως είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα, τα ίδια κατά αναλογία συνέβαιναν σε όλους τους τομείς της ελληνικής κοινωνίας της μεταπολίτευσης.
Κι εμένα ο πατέρας μου επι χούντας ήταν ναυτικός και μου είπε οτι στο πλοίο που δούλευε το 90% ήταν Έλληνες . Επίσης μου είπε οτι στο χωριό που ζούσε προ χούντας δεν είχαν ούτε δρόμους , ούτε ηλεκτρικό , ούτε τουαλέτες , στα χωράφια οργώνανε με ζώα και η χούντα έφερε τα Τρακτέρ. Όσον αφορά τα εργοστάσια του εξωτερικού ο παππούς μου δούλεψε σε ορυχεία τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό (1970) και μου είπε οτι δεν καλοπέρασε και στη Γερμανία. Σίγουρα η Χούντα δεν ήταν το ιδανικό καθεστώς να ζει κάποιος αλλά εσείς σε λίγο θα μας πείτε οτι στο μεταναστευτικό Παπαδόπουλος=Σημίτης. Ήμαρτον. Αυτή η τακτική μου θυμίζει την τακτική ΠΑΣΟΚ του 90′ που ενώ καταλήστευε τη χώρα πουλούσε προοδευτιλίκι και έβγαζε στην επιφάνεια παλιές ιστορίες για δήθεν αγώνες κατά της χούντας και του φασισμού για να ξεπλένει τις αμαρτίες της. Κατα τα άλλα συμφωνώ μαζί σας ως περιοδικό σε αρκετά σημεία.
Ποιά τακτική σου θυμίζει «ΠΑΣΟΚ του ’90», άνθρωπέ μου; Θα μας τρελλάνεις εντελώς;
Τα επίσημα στοιχεία, με τις διαφορές μισθών τα είδες; Την ομολογία του διευθυντικού στελέχους της Λάρκο, που λέει ότι του φεύγουν οι εργάτες και πάνε στη Γερμανία;
Εδώ υπάρχουν αμείλικτα στοιχεία που λένε ότι η Χούντα συνηγόρησε στην μαύρη εργασία των μεταναστών. Κι αυτά προέρχονται από ΕΠΙΣΗΜΕΣ ανακοινώσεις των κατ’ εξοχήν αρμόδιων φορέων.
Τόσο πουρέ σας έχει κάνει τα κριτήρια η ‘νέα Ιστορία’ και τακτικές σαν της Ρεπούση, ώστε σε μια συζήτηση να προσπερνάμε τις πηγές, και να λέμε «έτσι είναι, αν έτσι νομίζουμε»;
Η Χούντα συνέπεσε με την εξάντληση της ελληνικής βιομηχανικής ανάπτυξης, για λόγους που την ξεπερνούσαν. Ωστόσο, αντέδρασε με πολύ παρασιτικό τρόπο. Το ‘ριξε στην οικοδομή και στα δημόσια έργα μ’ έναν τρόπο που αργότερα θα έθετε τη χώρα σε τροχιά καταστροφής.
Το ΠΑΣΟΚ ακριβώς συνέχισε και ‘κοινωνικοποίησε’ τις πολιτικές της χούντας, ακόμα και διάφορα καταναλωτικά ήθη που για πρώτη φορά εξαπλώθηκαν σε ορισμένα στρώματα των μεγάλων πόλεων.
Αυτά τα πράγματα είναι ιστορική, αμείλικτη πραγματικότητα, και δεν έχει σημασία το τι λέει ο τάδε ή ο δείνα. Οποιαδήποτε εφημερίδα της εποχής κι αν ανοίξετε, θα το διαπιστώσετε και οι ίδιοι.
Έλεος πια, δεν μπορεί η ιστορία να γράφεται και να ξαναγράφεται για να εξυπηρετεί την κάθε άποψη.
Καλέ μου φίλε πράγματι στο άρθρο βλέπουμε ότι οι μισθοί στη Γερμανία ήταν διπλάσιοι από εδώ, λάβαμε όμως υπόψη το κόστος ζωής;
Γνωρίζω ηλικιωμένα άτομα, που σύμφωνα με διηγήσεις των ιδίων, αφού παντρεύτηκαν και πήγαν στρατό, γυρίζοντας βρήκαν έτοιμο σπίτι, ένας χαρακτηριστικά μου είπε, ότι ενώ ο ίδιος υπηρετούσε την θητεία του, η γυναίκα του μαζί με τον πατέρα του, ο οποίος ήταν μάστορας, χτίζανε το σπίτι του. Λοιπόν οι διαδικασίες και γενικά τα πράγματα ήταν πιο απλά. Οι συνθήκες ζωής ήταν δύσκολες, αλλά υπήρχε ελπίδα, υπήρχε προοπτική για πρόοδο, όλα αυτά νομίζω πως έχουν χαθεί.
Την χούντα, την χρυσή αυγή, είναι πράγματα που τα απορρίπτω ασυζήτητη, κάνω λόγο όμως, για το πως εξελίχθηκε η ελληνική κοινωνία με το πέρασμα του χρόνου, για αυτό αναφέρω τη γραφειοκρατία, με κάποιον ιδιότυπο χαρακτηρισμό βέβαια. Απορώ γιατί οι άνθρωποι ψάχνουν να βρουν διέξοδο σε πράγματα που θα έπρεπε να είναι απορριπτέα εξ’ ορισμού και δεν κάνουν αναφορά στην απλή λογική; Αυτό δεν είναι πιο εύκολο; Πριν πολλά χρόνια, στο τελείωμα του γυμνασίου, είχα διαβάσει τυχαία ένα βιβλίο, το κοινωνικό συμβόλαιο του Ρουσσω, εκεί αν θυμάμαι καλά και αν δεν κάνω λάθος, ο συγγραφέας αναφέρει για τα κράτη που αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της υπογεννητικότητας και λέει την εξής φράση – Η αιτία της δυστυχίας τους είναι η ίδια τους η ευδαιμονία- σίγουρα δεν μεταφέρω σωστά τον συγγραφέα, αλλά νομίζω ότι αυτό ήταν το νόημα. Αυτό μου είχε μείνει διότι τότε ήταν που πρωτοακουγόταν ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει πρόβλημα υπογεννητικότητας. Πολύ αργότερα όταν βρήκα την πρώτη μου δουλειά, σε έναν μικροεργολάβο δημοσίων έργων, λίγο πριν τους ολυμπιακούς αγώνες, σε μια συζήτηση που είχα μαζί του, του είπα, είναι δυνατόν να δαπανούν τόσα εκατομμύρια για μια στέγη, ενώ θα μπορούσαν να χτίσουν με αυτά τα λεφτά εργοστάσια, έτσι ώστε να παράγουμε και κάτι; (εννοώ τη στέγη Καλατράβα) και εκείνος μου έδωσε την καταπληκτική απάντηση, όταν ένα κράτος έχει λύσει όλα τα βιοποριστικά προβλήματα, δεν είναι κακό να δαπανά χρήματα για έργα πολιτισμού. Τότε ήταν η δυνατή Ελλάδα του κυρίου Σημίτη, Καραμανλη. Νομίζω ότι έχουμε φάει πολύ παραμύθι, το παραμύθι της ψεύτικης ευημερίας, του καταναλωτισμού, των δανείων. Η οικονομία μας μετατράπηκε σε μια μηχανή υπηρεσιών, παραβλέποντας τις παραγωγικές διαδικασίες, η χειρονακτική εργασία ήταν εφιάλτης, όνειρο μια θέση σε γραφείο. Τόσους και τόσους επιστήμονες έχει βγάλει αυτός ο τόπος, μερικοί έχουν σπουδάσει στα καλύτερα πανεπιστήμια του εξωτερικού, πως αυτή η κατάσταση, που αντιμετωπίζουμε τώρα, δεν είχε προβλεφθεί;
Οι πολιτικοί εντάξει, ας τους εξαιρέσουμε αυτούς, οι άλλοι; Οι ειδήμονες που παρακολουθούμε στα κανάλια, να κάνουν επίδειξη των οικονομικών τους γνώσεων, να δίνουν συμβουλές και να επισημαίνουν κινδύνους, πως δεν μας είχαν προειδοποιήσει;
Εδώ πιστεύω ταιριάζει μια άλλη φράση, νομίζω του Βίκτωρ Ουγκώ: ο υπερβολικός εκλεπτυσμός οδηγεί στην ηλιθιότητα. Θεωρώ ότι η ελληνική κοινωνία εξελίχθηκε σε κοινωνία ηλιθίων, συγνώμη αλλά αυτή είναι η άποψή μου, την οποία παραθέτω χωρίς ίχνος εμπάθειας.
Αν κάποιος που θα διαβάσει όλα τα παραπάνω, θεωρήσει ότι η μόνη ηλιθιότητα κρύβεται σε αυτόν που έγραψε αυτό το σχόλιο, η παρατήρηση αυτή εκ μέρους μου είναι αποδεκτή.
Εντάξει φίλε , η χούντα φταίει για όλα. Κυρίως γιατί μας έφτιαξε ένα στοιχειώδες οδικό δύκτιο άφηνοντας πίσω ένα αστρονομικό δημόσιο χρέος της τάξης του 20%. Κοίτα να δεις που είχε δίκιο ο Λαλιώτης τελικά.
Ό,τι ναναι. Έχεις μια λογική, που είτε κρύβεται πίσω από την υποστήριξη του ΠΑΣΟΚ, είτε της δικτατορίας μας έχει οδηγήσει εδώ που φτάσαμε.
Μερικά πράγματα, έχουν γίνει ό,τι και να λέει ο Λαλιώτης.
Τα εγκλήματα του ΠΑΣΟΚ, έχουν καταγραφεί στην ιστορία, όπως και της Χούντας.
Το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω, και, ευτυχώς, η περίοδος όπου οι αμαρτίες του ενός δικαιολογούσαν τις αμαρτίες του άλλου έχει παρέλθει.
Πολυ ευστοχο το κειμενο ,ραπισμα στους νοσταλγούς της χούντας που θέλουν να παρουσιάζονται ως”λαικοί εθνικιστές”.
Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι οτι τα εγγόνια του Παππαδόπουλου η Χρυσή Αυγή θυμήθηκαν την τουρκοφαγία ενώ ο Παππούς ήταν υπέρ μιας Ελληνοτουρκικής ομοσπονδίας .Μην θυμηθούμε και ποιος ΄΄εθνικιστής” πήρε την μεραρχία από την Κύπρο για να παρελάσει άνετα ο Αττίλας.Μια μεραρχία που την έστειλε στην Κύπρο όχι κανένας δεξιός εθνικόφρων αλλά ο Κεντρώος Γ.Παπανδρέου.
Εχει πολλά τερτίπια η ιστορία τελικά…..
Πολύ καλό κείμενο και θίγει ένα θέμα που πραγματικά αγνοούσα. Κοίτα να δεις!Και όμως, έχουν καταφέρει να πλέξουν ένα φωτοστέφανο σχετικά με την οικονομική πολιτική της χούντας τα παπαγαλάκια της!