Επαναφέροντας τη συζήτηση για την εγχώρια παραγωγή
Του Νίκου Ντάσιου από τη Ρήξη φ.112
Πέντε χρόνια μετά την επιβολή του μνημονίου, που μετέτρεψε τη χώρα μας σε πειραματόζωο της Γερμανικής Ηγεμονίας στη Γηραιά Ήπειρο, ο εγχώριος πολιτικός λόγος είναι βαθύτατα πολωμένος σε τεχνητές αντιθέσεις: Μνημόνιο–αντιμνημόνιο, παραμονή στο ευρώ ή επιστροφή στη δραχμή, αντιθέσεις που έως τώρα έχουν λειτουργήσει υπέρ των σχεδίων της καγκελαρίας. Το μεγάλο έλλειμμα δυστυχώς είναι ότι δεν υπάρχει ακόμα κανένα συγκεκριμένο σχέδιο, καμία στρατηγική που, σε συνδυασμό με την όποια –αναγκαία- μελλοντική διαπραγμάτευση σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τη μείωση του χρέους, θα επέτρεπε τον σταδιακό απεγκλωβισμό από τον θανάσιμο στραγγαλισμό που υφιστάμεθα από τους δανειστές μας μέρα με την ημέρα.
Ένα σχέδιο για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας – που θα έπρεπε να ήταν ήδη σε εφαρμογή-, προϋποθέτει βέβαια τον βαθύτατο μετασχηματισμό στο αξιακό πρότυπο των Ελλήνων (ιδιαιτέρως των νέων) και στις μελλοντικές τους προσδοκίες. Αξίες όπως ο κόπος της δουλειάς, η αποταμίευση, η αγάπη για τους τόπους μας στο πλαίσιο ενός νέου πατριωτισμού, η συνεργασία, η τιμιότητα, αποτελούν μερικά χαρακτηριστικά του απαιτούμενου μετασχηματισμού στον αντίποδα του μεταμοντέρνου παγκοσμιοποιητικού προτύπου της LIFO…
Με μοχλό το κράτος (σε μια διαδικασία ανασυγκρότησης και αποκέντρωσης) και με τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση, θα πρέπει ν αρχίσει η αποκατάσταση των ζημιών της έως τώρα καταστροφής που έχει προκαλέσει το μοντέλο συσσώρευσης του μνημονίου, καθώς και να σχεδιαστεί ένα Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο που να εξειδικεύει σε χωρικό επίπεδο τους επιδιωκόμενους στόχους, τους διαθέσιμους πόρους, το ανθρώπινο κεφάλαιο, τις δυνατότητες και τα αναμενόμενα αποτέλεσμα (μετρίσιμα) ως προστιθέμενη αξία στην εγχώρια οικονομία.
Στη στρατηγική αυτή απαιτείται αναπροσαρμογή και διαφάνεια στη διάθεση των διαθέσιμων πόρων (Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, ΕΣΠΑ , Πακέτο Γιουνκέρ κ.λπ.) ώστε να σταματήσουν ν αναπαράγουν τον εγχώριο παρασιτισμό. Η έως τώρα προτεραιότητα σε επιδοτήσεις μέσω αναπτυξιακών νόμων, σε επιδόματα για εκπαιδεύσεις και καταρτίσεις ανθρώπινου δυναμικού, σε συμβουλευτικές – υποστηρικτικές υπηρεσίες και σε μελέτες, είχε σαν αποτέλεσμα τη διοχέτευση του μεγαλύτερου ποσοστού (πάνω από το 60%) των δημόσιων κονδυλίων –εθνικών και ευρωπαϊκών- στην κατανάλωση από επαγγελματίες, μεσάζοντες του συστήματος, σε συνεργασία με αξιωματούχους του δημοσίου και πολιτικούς προϊσταμένους που επόπτευαν τις αξιολογήσεις και περιόριζαν τους ελέγχους στη λογιστική απορρόφηση των κονδυλίων και όχι στο παραγόμενο κοινωνικό αποτέλεσμα. Κανένα πρόγραμμα αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης, καμία στρατηγική ενδογενούς παραγωγικής ανασυγκρότησης δεν μπορεί να υπάρξει με κανόνες που καθιστούν δικαιούχους, φορείς με συγκεκριμένες προδιαγραφές και πιστοποιήσεις στις οποίες αδυνατούν να ανταποκριθούν έντιμοι πολίτες, συλλογικότητες, τοπικές πρωτοβουλίες, συνεταιρισμοί, μικρές επιχειρήσεις κοκ.
Μια στρατηγική, για παράδειγμα, ανάταξης του αγροτοδιατροφικού τομέα με σκοπό τόσο την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, όσο και τη σταδιακή υποκατάσταση των εισαγωγών, θα έπρεπε να ξεκινάει από την αφετηρία της αποκατάστασης της ποικιλομορφίας της παραγωγής από το αγρόκτημα έως τα δίκτυα προώθησης και διάθεσης των προϊόντων. Κάτι τέτοιο θα ήταν εφικτό μόνο μέσα από την στήριξη και την άμεση ενίσχυση των μικρών παραγωγών και τη δημιουργία οριζόντιων δικτύων συνεκμετάλλευσης και διανομής. Αυτό, για παράδειγμα, είναι το στοίχημα της Κίνησης Κτηνοτρόφων Ηπείρου (μετά την ιδιωτικοποίηση της ΔΩΔΩΝΗΣ), για την από κοινού προώθηση φρέσκου και παστεριωμένου γάλακτος στα τοπικά και περιφερειακά σούπερ μάρκετ σε συνέχεια του επιτυχημένου παραδείγματος των Θεσσαλών κτηνοτρόφων που, μέσω του ΘΕΣ-Γάλα, επικρατούν στην αγορά της Θεσσαλίας. Αντίστοιχα ελπιδοφόρο το εγχείρημα της ΦΑΡΜΑΣ Δοξάτου, που εκμεταλλευόμενη προσθετικά ακαλλιέργητες εκτάσεις κ’ μικρές καλλιέργειες, παράγει με την μέθοδο της πολυκαλλιέργειας, τυποποιεί και διανέμει εξασφαλίζοντας τις απαιτούμενες υποδομές και την άμεση πρόσβαση στα σημεία πώλησης.
Η ανισομέρεια στην κατανομή του πληθυσμού μεταξύ αστικών κέντρων και εγκαταλειμμένης υπαίθρου και τα ελλείμματα εγχώριας παραγωγής είχαν καταστήσει, σε συνθήκες απελευθέρωσης του εμπορίου, ρυθμιστικό τον παράγοντα των αλυσίδων σούπερ μάρκετ και των χονδρεμπόρων που λειτουργούν ως ολιγοψώνια. Το μοντέλο διάθεσης των προϊόντων είναι αυτό που έχει συμβάλει στην εδραίωση της μονοκαλλιέργειας των μεγάλων εκμεταλλεύσεων και των εισαγωγών ενώ μεταφέρει τα υπερκέρδη στο εξωτερικό, αφαιρώντας φορολογικά έσοδα. Οι πολυεθνικές εταιρείες –λειτουργώντας ως καρτέλ εισαγωγής προϊόντων ευρείας κατανάλωσης-, παρά την εισοδηματική καθίζηση που έχουν υποστεί τα μεσοστρώματα, συνεχίζουν να δηλώνουν κερδοφορία της τάξεως του 1-2% κάνοντας χρήση των ενδοομιλικών υποτιμολογήσεων, ενώ τα προϊόντα στα ράφια τους τιμολογούνται με διπλάσιες τιμές απ’ ότι τα αντίστοιχα σε χώρες του Βορρά! Ταυτόχρονα στέλνουν αφορολόγητα στη μητρική επιχείρηση τα διανεμηθέντα κέρδη, ενώ τα πακέτα των μετόχων τους δηλώνονται σε χώρες με ανύπαρκτη μερισματική φορολογία, με τις οποίες η χώρα μας έχει συνάψει συμφωνία αποφυγής διπλής φορολογίας! Επιπρόσθετα, απολαμβάνουν ένα συνόλο διευκολύνσεων όπως π.χ. ασφαλιστική ασυλία, χαμηλό τίμημα στις ενοικιάσεις κτηριακών συγκροτημάτων κ γηπέδων, χρήση υποδομών και δικτύων των οποίων η κατασκευή και η συντήρηση επιβαρύνουν τους εγχώριους «ιθαγενείς».
Αντί λοιπόν να επιχειρείται η φορολογική και ασφαλιστική εξόντωση του μικρού παραγωγού, αντί να οδηγούνται στις φυλακές υπόχρεοι των 1.000 €, αντί να αντιμετωπίζονται ως κερδοσκοπικές εταιρείες οι κοινωνικές, αντί να επιβάλλονται πρόστιμα της επιθεώρησης εργασίας σε εθελοντικές πρωτοβουλίες κοκ -και αυτό να βαφτίζεται εξορθολογισμός των εσόδων!!!-, απαιτείται άμεσα η αποκατάσταση της δικαιοσύνης . Απαιτείται δηλαδή να αναγκαστούν να πληρώσουν για πρώτη φορά όσοι έσπευσαν να εξάγουν τον ιδιωτικό τους πλούτο στο εξωτερικό, όσοι νομότυπα και συστηματικά υποκλέπτουν το κράτος στο όνομα της ανάπτυξης δεδομένου ότι πλέον τα μέσα υπολογισμού των διαφευγόντων κερδών είναι δυνατά και υπολογίσιμα.
Δεδομένης της αδυναμίας –λόγω παγκοσμιοποίησης- να υπάρξουν κευνσιανές ρυθμίσεις, το κράτος θα μπορούσε με ουσιαστικούς φορολογικούς ελέγχους να επιβάλει αναδρομικά πρόστιμα, να φορολογήσει τα διαφεύγοντα κέρδη, να ενσωματώσει το περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος στις τιμές των εμπορευμάτων των μεγάλων επιχειρήσεων και να υποχρεώσει στην απόκτηση ομολογιακού δανείου συναρτημένου με το πραγματικό εισόδημα φυσικών προσώπων, για την κάλυψη των τρεχουσών υποχρεώσεών του. Παράλληλα θα πρέπει να διασφαλιστεί μέσω ενός δημόσιου τραπεζικού πυλώνα και νέων –καινοτόμων χρηματοδοτικών εργαλείων και εγγυήσεων, η υποστήριξη νέων επιχειρηματικών πρωτοβουλιών και να παρασχεθούν φορολογικά και ασφαλιστικά κίνητρα (π.χ. η μη καταβολή εισφορών για ένα χρόνο από το άνοιγμα μιας επιχείρησης), ειδικότερα για όσους επιστρέφουν στους τόπους καταγωγής τους ή ξεκινούν την οικογένειά τους.
Ένα εναλλακτικό μοντέλο ενδογενούς -βιώσιμης παραγωγικής ανασυγκρότησης θα υποστήριζε τοπικά σχέδια παραγωγής και κατανάλωσης, ενδυναμώνοντας τη σύζευξη αγροτικών συνεταιρισμών και κοινωνικών επιχειρήσεων. Σήμερα θα μπορούσε να γίνει μια πρώτη αξιολόγηση του ανθρώπινου δυναμικού που διατηρεί, σε πείσμα των καιρών, ελπιδοφόρα υβριδικά εγχειρήματα, νεώτερα, όπως για παράδειγμα η ΚΟΙΣΠΕ ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ στην Κομοτηνή, το BIOS–COOP στη Θες/νίκη, ποικίλοι συνεταιρισμοί γυναικών, ή παλαιότερα «κοινοτιστικά» εγχειρήματα όπως η Ανάβρα και ο Βελβεντός, αλλά και τα εν εξελίξει στον δευτερογενή τομέα, όπως η προοπτική επανακυκλοφορίας του αυτοκινήτου Πόνυ από τη NAMCO ή των ηλεκτρικών συσκευών ΙΖΟΛΑ. Τα μέλη τέτοιων πρωτοβουλιών θα πρέπει να είναι οι συντονιστές στους υπό διαμόρφωση περιφερειακούς μηχανισμούς στήριξης της Κοινωνικής Οικονομίας ή να συμμετέχουν ως εκπαιδευτές στο πλαίσιο στοχευμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων νέων τοπικών συμπράξεων με άξονες: τη διατήρηση των παραδοσιακών τεχνών, την εφαρμογή οικολογικών μεθόδων στην παραγωγή, τη λειτουργία των συνεταιρισμών, τη μεταποίηση και τη διάθεση των προϊόντων.
Η σημασία προβολής και ενίσχυσης αυτών των εγχειρημάτων είναι σημασντιή, γιατί μπορούν να προσφέρουν πραγματικό εισόδημα στους άνεργους, αφού είναι εντάσεως εργασίας, αποτελούν αυθεντικές μορφές εκσυγχρονισμού της παραγωγικής παράδοσης κάθε τόπου, δημιουργούν πλεονάσματα που είναι δυνατόν να καλύψουν προνοιακές ανάγκες και να εδραιώσουν προπλάσματα άμεσης δημοκρατίας και ενεργού συμμετοχής.