Προσφυγικό: Ζήτημα ευαισθησίας ή πολιτικής;
Του Γιάννη Τσούτσια*
Με αφορμή την τελευταία συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου Βριλησσίων.
Συζητήσαμε στο τελευταίο δημοτικό συμβούλιο το ενδεχόμενο εγκατάστασης αγνώστου αριθμού προσφύγων, υπό άγνωστες προϋποθέσεις, στο χώρο της πρώην Ναυτικής Βάσης. Λόγω «φημών»; Όχι. Επειδή το ζήτησε η κυβέρνηση από τους δημάρχους, δια του Γ.Γ. Μεταναστευτικής Πολιτικής. ΣΑΝ να επρόκειτο για ένα σενάριο με ελάχιστες πιθανότητες να υλοποιηθεί, μια αφορμή για διάλογο – επίδειξη της ευαισθησίας μας μπροστά στο δράμα των προσφύγων.
Θεωρητικολογήσαμε, συμφωνώντας οι πάντες, (πλην του γράφοντος), ότι ΘΑ θέλαμε να δεχτούμε, (ή ΘΑ «ανεχόμασταν»), ΑΝ χρειαστεί, λίγους (όχι και πολλούς) πρόσφυγες, ΑΛΛΑ όχι στη Ναυτική Βάση, διότι αυτή είναι χώρος ακατάλληλος, που δεν διαθέτει υποδομές. Κάπου αλλού, ίσως… Μπορεί και με επιδότηση ενοικίου…
Τα ίδια συντρέχουν στην κεντρική πολιτική σκηνή με τα κόμματα που υπερψήφισαν το 3ο μνημόνιο (τυχαίο;): Όλα μοιάζουν μοιραία. Οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι που προκαλούν προσφυγικές ροές. Η Ευρώπη, που οφείλει να τις αντιμετωπίσει περιφρουρώντας τις αρχές του διαφωτισμού! Η χώρα μας, που καλείται να αναλάβει το συμφωνημένο μερίδιό της. Ο δήμος μας, το ίδιο. Γιατί όλοι είμαστε ανθρωπιστές και δεν ανεχόμαστε το δράμα των προσφύγων. Υποκρισία και αφασία, μαζί! Έτσι, η πολιτική ως διαδικασία διαμεσολάβησης καταργείται. Και η κοινωνία καλείται απλώς να παρακολουθεί τα γεγονότα… και τις προσαρμογές μιας «υπάκουης» κυβέρνησης… την ώρα που η χώρα καλείται να αντιμετωπίσει κάθε ενδεχόμενο, γυμνή από προϋποθέσεις.
Τι κι αν η κοινωνία είναι γονατισμένη από την κρίση και σε απόγνωση; Τι κι αν το ΝΑΤΟ διχοτομεί το Αιγαίο, η Frontex αναλαμβάνει τη φύλαξη των συνόρων μας και η Τουρκία βάζει στο τραπέζι όλα τα «ιστορικά» θέματα; Τι κι αν έχει δοθεί τελεσίγραφο για την «επίλυση» του Κυπριακού; Ουδείς ασχολείται. Τι κι αν το πρωθυπουργικό αεροπλάνο δεν μπορεί να προσγειωθεί στη Ρόδο; Τι κι αν θησαυρίζουν οι διακινητές και οι ΜΚΟ; Τι κι αν στη Συρία μυρίζει μπαρούτι. Τι κι αν η προοπτική μετατροπής της Ελλάδας σε ευρωπαϊκό λοιμοκαθαρτήριο, ομολογείται ανοιχτά; Ουδείς τα παίρνει στα σοβαρά. Όλα είναι απότοκα μιας «κρυφοεθνικιστικής» υστέρησης της «καθ’ ημάς ανατολής» ή έστω, μιας αναπόφευκτης σύγκρουσης, όπου οι ακλόνητες αξίες της Δύσης καλούνται να επιβεβαιωθούν και να θριαμβεύσουν…
Τηρουμένων των (τεράστιων) αναλογιών, κάτι ανάλογο συνέβη και στο δημοτικό συμβούλιο των Βριλησσίων. Τι θα απαντήσουμε στο (πραγματικό) αίτημα μιας κυβέρνησης, που ζήτησε από τους δημάρχους να προσδιορίσουν χώρους εγκατάστασης προσφύγων; Ότι δεν είμαστε μεν αρνητικοί, όμως, δυστυχώς, η Ναυτική Βάση, για την οποία έγινε λόγος, είναι χώρος ακατάλληλος, διότι δεν διαθέτει επαρκείς υποδομές;
Για να τελειώνουμε με την υποκρισία, αν δεν είναι η Ναυτική Βάση κατάλληλη γι’ αυτό το σκοπό, με τα τόσα στρέμματα ελεύθερα, ορατά και από δορυφόρο, ποιος άλλος χώρος είναι καταλληλότερος στα Βριλήσσια; Το ΤΥΠΕΤ; Ή η πλατεία Αναλήψεως; Και τι νόημα έχουν οι συναντήσεις με αρμοδίους για τη διερεύνηση ενός ζητήματος, όταν ουδείς μπορεί να έχει εμπιστοσύνη προς συνομιλητές, που επανειλημμένα, έστω αθέλητα (!), αθέτησαν ό,τι είχε «συμφωνηθεί» με την κοινωνία;
Έρχονται κάποιες στιγμές, που όσοι επιλέξαμε να ασχοληθούμε με τα δημοτικά, οφείλουμε να σταθούμε απέναντι στον εαυτό μας, όχι σε τρίτους. Να μιλήσουμε καθαρά. Να μην κρυφτούμε. Να καταθέσουμε το πιστεύω μας. Και να αναλάβουμε την ευθύνη της έκθεσης κάποιας θέσης, (και της διάψευσής της), χωρίς να συνυπολογίσουμε τίποτε άλλο, άντε, έστω τον δημότη – συνομιλητή, εις το όνομα του οποίου, υποτίθεται, ότι επιδιώκουμε να λειτουργούμε.
Θα το θέσω απλά: Το πραγματικό δίλημμα δεν είναι Ναι ή Όχι στους πρόσφυγες. Για τους τελευταίους, μπορεί και πρέπει έκαστος να πράξει τα πάντα, εξαντλώντας το ψυχικό του απόθεμα. Σύμφωνα μάλιστα, με την ελληνική παράδοση! Αλλά ως μέλος του δημοτικού συμβουλίου, καλείται να απαντήσει σε συγκεκριμένα ζητούμενα, θα υλοποιήσει η αυτοδιοίκηση ή όχι την κυβερνητική πολιτική για το προσφυγικό; (Και όλων εκείνων που υπό τον μανδύα της νεοσύστατης εθνικής ενότητας τη στηρίζουν). Καλώς ή κακώς, περί αυτού πρόκειται.
Όπως λοιπόν συμβαίνει με τα «συστημικά» κόμματα, που τώρα ταυτίζονται με την κυβέρνηση, (όπως και όταν ψήφιζαν το 3ο μνημόνιο), έτσι και στο δημοτικό συμβούλιο, ουδείς μίλησε ευθέως. Οι παρατάξεις, (ενδεχομένως, με οριζόντιους, σιωπηλούς, διαχωρισμούς), προτίμησαν να συζητούν… για την καταλληλότητα του χώρου της Ναυτικής Βάσης!
Ναι, είναι αλήθεια, το ζήτημα είναι (συνολικά) εκρηκτικό, ικανό να δυναμιτίσει και τα τελευταία αποθέματα της ελληνικής κοινωνίας. Ναι, είναι αλήθεια, δεν χωρούν εύκολες απαντήσεις. Όμως, τουλάχιστον, ας τοποθετήσουμε το ερώτημα στην πραγματική του βάση. Η αυτοδιοίκηση δεν έχει λόγο να αυτοακυρωθεί, μετατρεπόμενη σε φορέα υλοποίησης εντολών που εμφανίζονται ως αυτονόητες, αλλά δεν αποτελούν τίποτα περισσότερο από τη θλιβερή κατάληξη μιας προσέγγισης, που σύντομα, εκ των πραγμάτων, θα καταστεί αναλώσιμη και περιττή.
Η κυβέρνηση ας κάνει ό,τι η ίδια κρίνει με το προσφυγικό. Ο δήμος Βριλησσίων όμως, χωρίς πολλά – πολλά, χωρίς εμπλοκές και δραματοποιήσεις, οφείλει να στείλει ένα σαφές και «τίμιο» μήνυμα, ότι ΔΕΝ επιθυμεί να συνυπογράψει καμία εγκατάσταση στρατοπέδων στα όριά του, 1) διότι απλούστατα, δεν συντάσσεται, ως εκτελεστικός κομπάρσος με την κυβερνητική πολιτική, 2) διότι δεν θέλει να καταλήξει ο ίδιος Πόντιος Πιλάτος, καθώς σύντομα, θα παρακολουθεί ανήμπορος τη δραματική εγκατάλειψη των προσφύγων στη μοίρα τους, και τέλος, 3) γιατί οφείλει έγκαιρα να προστατέψει την τοπική κοινωνία από τη διαλυτική λογική τετελεσμένων, που δεν εντάσσονται σε κανένα ευοίωνο σχεδιασμό.
Αντί λοιπόν να προβληματιζόμαστε, για το αν μπορεί να αποκτήσει γρήγορα αποχέτευση η Ναυτική Βάση ή αντίστοιχα, για τα ποσοστά αναπλήρωσης συντάξεων που δεν θα πάρουμε ποτέ ή για τον αριθμό των τηλεοπτικών αδειών που θα διατεθούν, με διαγωνισμό (!), σε Τούρκους επιχειρηματίες, καλύτερα να θέσουμε το επείγον σε προτεραιότητα: Να σταθεί η χώρα, (και να κρατηθεί η τοπική κοινωνία), στα πόδια της.
*Μέλος του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου Βριλησσίων με τη «Δράση για μια άλλη Πόλη»