Η ιστορία και η εστία έντασης με το Αζερμπαϊτζάν
Πενήντα χρόνια από τη Γενοκτονία των Αρμενίων, το 1965 σε διαδήλωση στο Ερεβάν ακούγονται συνθήματα και για το Αρτσάχ
Του Αρά Μαγκογιάν* αναδημοσίευση από το www.pontos-news.gr
Οι ευρείας κλίμακας στρατιωτικές επιχειρήσεις που εξαπέλυσαν οι δυνάμεις του διεφθαρμένου δικτάτορα Αλίεφ κατά του Αρτσάχ (Ναγκόρνο Καραμπάχ) τη νύχτα της 1ης προς την 2α Απριλίου 2016, συσπείρωσαν και πάλι όλους τους Αρμενίους τόσο στην Αρμενία όσο και στη διασπορά, κατά του διαχρονικού εχθρού, του δεύτερου δηλαδή τουρκικού κράτους που προέκυψε μετά το τέλος του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, φέροντας το όνομα της ιρανικής επαρχίας Αζερμπαϊτζάν (Ατροπατηνή).
Με την υποκίνηση του αλαζονικού «μεγάλου αδελφού» Ταγίπ Ερντογάν, που βλέπει να καταρρέουν τα σχέδιά του στη Συρία, αλλά και την οικονομική δυσπραγία που προκαλεί στη χώρα του η πρωτοφανής υποχώρηση των διεθνών τιμών του πετρελαίου, ο Ιλχάμ Αλίεφ θεώρησε πως η προσφορότερη επιλογή γι’ αυτόν θα ήταν η προσφυγή στη στρατιωτική βία στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, με την υποστήριξη τζιχαντιστών και Γκρίζων Λύκων!
Οι Αζέροι υποστηρίζουν πως η περιοχή τούς ανήκει και πως οι στρατιωτικές τους επιχειρήσεις έχουν σαν σκοπό την αποκατάσταση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας τους. Αντίθετα, για την αρμενική πλευρά, εκτός από τα ιστορικά δικαιώματα που διατηρούν σε μια γη που την κατοικούσαν πολύ πριν έρθουν οι Τουρκοαζέροι (Τάταροι), προέχει το απαράγραπτο δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των λαών, αρχή που ίσχυσε κατά την κατάρρευση και αποσύνθεση της Σοβιετικής Ένωσης, με εξαίρεση το Αρτσάχ!
Αξίζει να σημειωθεί πως το «Αζερμπαϊτζάν» είναι ένα σύνθετο όνομα που προέρχεται από τις περσικές λέξεις «αζέρ» που σημαίνει «φωτιά» και «μπαϊτζάν» που σημαίνει «χώρα», εξού και η κατά κόρον διαφημιζόμενη «Γη του πυρός».
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Φωτιστής στο Μπακού
Το 1979, δηλαδή λίγα χρόνια πριν από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, βάσει των επίσημων στοιχείων κατοικούσαν στη χώρα 4.700.000 Αζέροι (78,1% του πληθυσμού), 475.000 Αρμένιοι, ομοίως 475.000 Ρώσοι, 158.000 Λεζγκί, 35.500 εβραίοι καθώς και καμιά δεκαριά άλλες εθνότητες, όπως Άβαροι, Ταλίς, Γεωργιανοί κτλ. ανεβάζοντας τον συνολικό πληθυσμό της χώρας σε 6.026.515.
Είναι εντυπωσιακό πως μόλις τριάντα χρόνια μετά (με βάση στοιχεία του 2009), ενώ ο συνολικός πληθυσμός της χώρας εμφανίζεται να έχει αυξηθεί σε 8.922.400, ο μεν αριθμός των Αζέρων έχει ανέλθει σε 8.172.800 (91,6% του πληθυσμού), ενώ όλες οι άλλες εθνότητες (φυσικά δεν έχει μείνει ούτε ένας Αρμένιος), απαρτίζουν μόλις το 8,4% του συνολικού πληθυσμού. Γεγονός που αποδεικνύει πως υπό το βάρος της καταπίεσης, εγκαταλείπουν τις εστίες τους και οι υπόλοιπες εθνικές μειονότητες που ζούσαν στη χώρα!
Αρμένιοι εγκαταλείπουν το έδαφος του Αζερμπαϊτζάν μετά την έναρξη του πογκρόμ με τη σφαγή του Σουμγκάιτ
Η σύσταση της Δημοκρατίας του Αρτσάχ
Το Ναγκόρνο (ορεινό) Καραμπάχ ή «Αρτσάχ», όπως το αποκαλούν οι Αρμένιοι με την αρχαία ονομασία του, είναι ένα νεοσύστατο κράτος με δημοκρατικό πολίτευμα.
Ιδρύθηκε το 1991 κηρύσσοντας την ανεξαρτησία του από το Αζερμπαϊτζάν μετά από καθολικό δημοψήφισμα.
Η κήρυξη της ανεξαρτησίας έγινε με χρήση του σχετικού δικαιώματος που παρείχε το ισχύον τότε σοβιετικό σύνταγμα, και αφού αποδεδειγμένα η παραμονή εντός των ορίων του Αζερμπαϊτζάν είχε καταστεί αδύνατη, μετά τις φρικαλεότητες που είχαν διαπράξει οι Αζέροι σε βάρος των Αρμενίων σε διάφορες περιοχές και κυρίως στην πόλη Σουμγκάιτ.
Πρόκειται για μια γεωγραφική περιοχή της ιστορικής Αρμενίας με σχεδόν αποκλειστικά Αρμένιους κατοίκους, που το 1923 είχε υπαχθεί διοικητικά ως «Αυτόνομη Διοικητική Περιφέρεια του Ορεινού Καραμπάχ» (Ομπλάστ) στην ξένη προς τους ίδιους και ταυτόχρονα καταπιεστική Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν.
Η υπαγωγή είχε γίνει με αυθαίρετη απόφαση του σοβιετικού δικτάτορα Ιωσήφ Στάλιν, στο πλαίσιο του κατακερματισμού της Αρμενίας και παρά τις έντονες διαμαρτυρίες και επίμονες δραματικές εκκλήσεις των κατοίκων της περιφέρειας προς τη Μόσχα. Με την ίδια απόφαση, ο Στάλιν είχε προσαρτήσει στο Αζερμπαϊτζάν και την περιφέρεια του Ναχιτσεβάν, που βρίσκεται δυτικά της Αρμενίας, στα σύνορα δηλαδή με την Τουρκία, χωρίς να συνορεύει με το Αζερμπαϊτζάν, ενώ την αρμενική περιοχή του Τσαβάχκ με πάνω από 90% Αρμενίους κατοίκους, την είχε προσαρτήσει στη δική του πατρίδα, τη Γεωργία.
Ήταν μια απόφαση την οποία ουδέποτε αποδέχτηκαν οι Αρμένιοι.
Τον Απρίλιο του 1965, εποχή της παντοδυναμίας του ηγέτη της Σοβιετικής Ένωσης Λεονίντ Μπρέζνιεφ, ξέσπασαν ταραχές τόσο στο Στεπανακέρτ, πρωτεύουσα του Αρτσάχ, όσο και στο Ερεβάν, με αίτημα την ένωση του Αρτσάχ στη Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Αρμενίας.
Σε πρωτοφανείς σε όγκο διαδηλώσεις, οι παράτολμοι νεαροί τότε Αρμένιοι βροντοφώναζαν επί ημέρες «τα χώματά μας, τα χώματά μας». Ταυτόχρονα, επιτροπή κατοίκων του Αρτσάχ μεταβαίνοντας στο Κρεμλίνο επέδιδε σχετικό γραπτό αίτημα στην ηγεσία της ΕΣΣΔ. Μάταια όμως.
Σε μια κατάσταση όμοια με της τουρκοκρατούμενης βόρειας Κύπρου σήμερα, το Αρτσάχ ήταν καταδικασμένο να περιμένει άλλες τρεις δεκαετίες την απελευθέρωση του!
Κάνοντας μια σύγκριση του τι θα συνέβαινε εάν οι Αρμένιοι του Αρτσάχ υπέκυπταν στη μοίρα τους, βλέπουμε ότι κατά την εποχή της προσάρτησης τόσο της περιοχής τους όσο και του Ναχιτσεβάν στο Αζερμπαϊτζάν, πλέον του ημίσεος των κατοίκων του Ναχιτσεβάν ήταν οι Αρμένιοι. Εξαιτίας όμως της συστηματικής εθνοκάθαρσης που πραγματοποίησε το καθεστώς του Μπακού, σταδιακά δεν είχε μείνει ούτε ένας Αρμένιος στην περιοχή.
Η τελευταία πράξη του εγκλήματος σε βάρος του Ναχιτσεβάν εκτυλίχθηκε το 2005, όταν στρατιωτικές μονάδες του δικτάτορα Αλίεφ αφάνισαν ό,τι είχε απομείνει από το ιστορικό αρμενικό νεκροταφείο της πόλης Τζούλφα (Τζουγά στην αρμενική), ενός πολιτιστικού μνημείου της ανθρωπότητας με χιλιάδες ανεκτίμητης αξίας «σταυρόπετρες» (χατσκάρ) που περιλαμβάνονταν στον κατάλογο παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Καταστροφές στο πνεύμα των πολιτιστικών εγκλημάτων που διέπραξαν πρόσφατα οι τζιχαντιστές στην Παλμύρα της Συρίας!
Κομμάτια και θρύψαλα έγιναν αιώνες πολιτισμού των Αρμενίων και σταυρόπετρες από την Τζουγά
Η μοίρα που επιφύλαξαν οι Αζέροι στους Αρμένιους του Ναχιτσεβάν ήταν ακόμα μια απόδειξη για τους σκληροτράχηλους κατοίκους του Αρτσάχ, ότι η περαιτέρω συμβίωση με τους τουρκογενείς γείτονές τους ήταν εντελώς αδύνατη!
Από την αρχαιότητα έως τις ημέρες μας
Το Αρτσάχ βρίσκεται στην Υπερκαυκασία και συνορεύει δυτικά με την Αρμενία, ανατολικά και βόρεια με το Αζερμπαϊτζάν και νότια με το Ιράν. Ο Στράβων στα Γεωγραφικά του αποκαλεί το Αρτσάχ «Ορχιστηνή». Γράφει συγκεκριμένα: «έστι δε και η Φαυηνή της Αρμενίας επαρχία και η Κωμισινή και Ορχιστηνή πλείστην ιππείαν παρέχουσα». Δηλαδή: «είναι και η Φαυηνή επαρχία της Αρμενίας καθώς επίσης και η Κωμισινή και η Ορχιστηνή, που εκτρέφει πολλά άλογα».
Πρέπει να σημειωθεί ότι ακόμη και στα χρόνια που η υπόλοιπη Αρμενία ήταν ολοκληρωτικά υπόδουλη, το Αρτσάχ παρέμενε ημιανεξάρτητο, χωρισμένο σε πέντε αρμενικά πριγκιπάτα (Μελικουτιούν) που υπάγονταν στον Σάχη της Περσίας. Η κατάσταση αυτή άλλαξε στα μέσα του 18ου αιώνα, όταν άρχισαν να εγκαθίστανται στη περιοχή τουρκικά φύλα, προκαλώντας πολεμικές συγκρούσεις με τις δυνάμεις των Αρμένιων πριγκίπων (Μελίκ). Επίσης, από το 551 μέχρι το 1828 στο Αρτσάχ υπήρχε τοπικό αρμενικό Καθολικοσάτο (Πατριαρχείο – Աղուանից կաթողիկոսութիւն), με 81ο και τελευταίο Καθολικό τον Σαρκίς Β΄ Καντσασαρετσί (1810-1828). Έκτοτε η έδρα μετατράπηκε σε Μητρόπολη.
Σήμερα η επίσημη ονομασία του κράτους είναι «Δημοκρατία του Αρτσάχ», με πρωτεύουσα την πόλη Στεπανακέρτ.
Πολιτιστική πρωτεύουσα της δημοκρατίας είναι η αρχαία αρμενική πόλη Σουσί, που απελευθερώθηκε τον Μάιο του 1992, μετά από σφοδρές μάχες των Αρμένιων αγωνιστών κατά των συντριπτικά πολυπληθέστερων αζερικών δυνάμεων. Οι περίπου 140.000 κάτοικοι της δημοκρατίας είναι όλοι Αρμένιοι, ενώ κατά την περίοδο της κυριαρχίας στη περιοχή κατοικούσαν και Αζέροι που αποτελούσαν περίπου το 10% του πληθυσμού. Όλοι αυτοί εγκατέλειψαν τη χώρα μετά την έναρξη των εχθροπραξιών.
Ως αποτέλεσμα των μαχών, οι Αρμένιοι του Καραμπάχ κατόρθωσαν να διασώσουν μεγάλο μέρος της πρώην Αυτόνομης Διοικητικής Περιφέρειας του Αρτσάχ, αλλά και να απελευθερώσουν μερικές ακόμη γειτονικές περιοχές. Αντίθετα, μέρος της περιοχής Σαχουμιάν και τα ανατολικά τμήματα του Μαρτακέρτ και του Μαρτουνί, περιήλθαν στον έλεγχο του Αζερμπαϊτζάν.
Τον Μάιο του 1994 υπεγράφη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός μεταξύ του Αρτσάχ, του Αζερμπαϊτζάν και της Αρμενίας, η οποία παρέμενε σε ισχύ μέχρι πρόσφατα, παρά τις σποραδικές –ενίοτε όμως αιματηρές– παραβιάσεις. Έκτοτε διεξάγονταν διαπραγματεύσεις μεταξύ του Αζερμπαϊτζάν και της Αρμενίας με τη διαμεσολάβηση της λεγόμενης Ομάδας Μινσκ του ΟΑΣΕ υπό τη συμπροεδρία της Γαλλίας, της Ρωσίας και των ΗΠΑ. Παρά ταύτα, με σκοπό την άσκηση πίεσης προς την αρμενική πλευρά, το Αζερμπαϊτζάν και η Τουρκία συνέχιζαν να κρατούν κλειστά τα σύνορά τους με την Αρμενία, προσπαθώντας να της προκαλέσουν οικονομική ασφυξία.
Το Σουσί ισοπεδωμένο μετά το 1920
Σήμερα, μετά από δύο και πλέον δεκαετίες ανεξαρτησίας, το Αρτσάχ δεν αποτελεί μια «γκρίζα ζώνη» διακυβέρνησης, αλλά μια δημοκρατική οντότητα που έχει συσταθεί με βάση την αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών, με εξαιρετική διοικητική δομή και λειτουργία, με μια απόλυτα ελεύθερη κοινωνία πολιτών και εκλεγμένη κυβέρνηση, με πλήρη οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή. Συνοπτικά, ένα μικρό κράτος που διαθέτει όλες τις ιδιότητες μιας ανεξάρτητης πολιτείας, εκτός από διεθνή αναγνώριση. Οι εκλεγμένες αρχές της χώρας δηλώνουν με κάθε ευκαιρία ότι θα ήσαν ευτυχείς να υποδεχτούν διεθνείς παρατηρητές και επισκέπτες που θα επιθυμούσαν να εξετάσουν την κατάσταση επιτόπου και να διαπιστώσουν με τα δικά τους μάτια τις αβάσιμες και ανιστόρητες προσπάθειες παραπληροφόρησης που καταβάλλει η αζερική πλευρά.
Το χρονικό της ίδρυσης της Δημοκρατίας του Αρτσάχ
Η Δημοκρατία του Αρτσάχ συστάθηκε στις 2 Σεπτεμβρίου 1991 στα εδάφη της πρώην Αυτόνομης Διοικητικής Περιφέρειας του Αρτσάχ και μέρος της παρακείμενης περιοχής Σαχουμιάν (Shahumyan). Εκείνη την ημέρα η κοινή σύνοδος των συμβουλίων των δύο ανωτέρω περιοχών, με τη συμμετοχή εκπροσώπων λαϊκών συμβουλίων όλων των στρωμάτων, ψήφισε μια Διακήρυξη για τη σύσταση του Αρτσάχ.
Η νομοθεσία της ΕΣΣΔ και το δικαίωμα των εθνών στην αυτοδιάθεση που καθορίζονται στα πλέον σημαντικά διεθνή έγγραφα, απετέλεσαν τη νομική βάση αυτής της πράξης.
Αργότερα, κάνοντας χρήση του δικαιώματος για διεξαγωγή ανεξάρτητου δημοψηφίσματος σχετικά με τη νομική και κρατική υπόστασή της περιοχής, όπως καθόριζε η σοβιετική νομοθεσία, το Συμβούλιο των Λαϊκών Αντιπροσώπων της Αυτόνομης Διοικητικής Περιφέρειας του Αρτσάχ εξέδωσε σχετική απόφαση για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία της δημοκρατίας. Το δημοψήφισμα πραγματοποιήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 1991 εν μέσω ανηλεών βομβαρδισμών από τις ένοπλες δυνάμεις του Αζερμπαϊτζάν.
Στο δημοψήφισμα, στο οποίο συμμετείχε το 82,2% των ψηφοφόρων, έλαβαν μέρος και οι κάτοικοι της επαρχίας Γκετασέν, αποκτώντας έτσι νόμιμα δικαίωμα ένταξής της στη Δημοκρατία του Αρτσάχ. Η πλειονότητα των κατοίκων που δεν συμμετείχε στο δημοψήφισμα ήσαν κάτοικοι των αζερικών οικισμών.
Το ψηφοδέλτιο εκτυπώθηκε σε τρεις γλώσσες: την αρμενική, την αζερική (τουρκική) και τη ρωσική. Το 99,89% των ψηφοφόρων που συμμετείχαν στο δημοψήφισμα ψήφισαν υπέρ της ανεξαρτησίας της δημοκρατίας. Τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος, καθώς επίσης και ο δημοκρατικός και διαφανής τρόπος διεξαγωγής του, αναγνωρίστηκαν από τους ανεξάρτητους διεθνείς παρατηρητές.
Παρέλαση στο κέντρο του Στεπανακέρτ με φόντο τη Βουλή
Το Ανώτατο Συμβούλιο (Κοινοβούλιο) του Αρτσάχ, που διαμορφώθηκε στις 28 Δεκεμβρίου 1991, υιοθέτησε μια Διακήρυξη Ανεξαρτησίας επικυρώνοντας έτσι τόσο το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος όσο και την αλληλουχία των νομικών εγγράφων που καθόριζαν την εφαρμογή του δικαιώματος του λαού στην αυτοδιάθεση και την πολιτική του υπόσταση.
Στην αρχή η Δημοκρατία του Αρτσάχ αποτέλεσε κοινοβουλευτική δημοκρατία. Λόγω όμως των ευρείας κλίμακας στρατιωτικών επιχειρήσεων του Αζερμπαϊτζάν, η πολιτεία αναγκάστηκε να περιορίσει τις εξουσίες του νομοθετικού και του εκτελεστικού σώματος, και τον Αύγουστο του 1992 το Κοινοβούλιο σχημάτισε ένα νέο ειδικό όργανο, την Κρατική Επιτροπή Άμυνας (ΚΕΑ). Η ΚΕΑ κινητοποίησε και συγκέντρωσε τις εσωτερικές δυνάμεις της δημοκρατίας για να αποκρούσει τις ευρείας κλίμακας επιχειρήσεις του εχθρού.
Επικεφαλής της επιτροπής ετέθη ο Ρομπέρτ Κοτσαριάν, ο οποίος και ανέλαβε καθήκοντα πρωθυπουργού.
Μετά όμως από την υπογραφή της συμφωνίας για εκεχειρία, η ανάγκη για ένα δημοκρατικότερο σύστημα διακυβέρνησης έγινε πλέον επιτακτική. Έτσι, στις 21 Δεκεμβρίου 1994 το ανώτατο Συμβούλιο του Αρτσάχ υιοθέτησε το θεσμό της Προεδρίας. Ο επικεφαλής της ΚΕΑ Ρομπέρτ Κοτσαριάν εκλέχτηκε από το Κοινοβούλιο ως ο πρώτος Πρόεδρος της Δημοκρατίας του Αρτσάχ. Σύμφωνα με το νόμο «Περί του Προέδρου», οι επόμενες προεδρικές εκλογές έπρεπε να πραγματοποιηθούν σε δύο χρόνια, μέσω γενικών εκλογών και για θητεία πέντε ετών.
Στις 24 Νοεμβρίου 1996 διεξήχθη η πρώτη καθολική ψηφοφορία με την οποία ο Ρομπέρτ Κοτσαριάν επανεκλέχτηκε πρόεδρος του Αρτσάχ.
Την 1η Σεπτεμβρίου 1997, λόγω της ανάληψης της πρωθυπουργίας της Δημοκρατίας της Αρμενίας από τον Ρομπέρτ Κοτσαριάν, διεξήχθη έκτακτη καθολική ψηφοφορία για την εκλογή νέου προέδρου, από τις οποίες νικητής ανεδείχθη ο Αρκάντι Γουκασιάν. Επανεξελέγη για δεύτερη θητεία τον Αύγουστο του 2002. Οι τέταρτες κατά σειράν προεδρικές εκλογές πραγματοποιήθηκαν στις 19 Ιουλίου 2007, τις οποίες κέρδισε ο σημερινός Πρόεδρος του Αρτσάχ Πακό Σαακιάν που επανεξελέγη στις 19 Ιουλίου 2012.
Το μνημείο “είμαστε τα βουνά μας” στο Αρτσάχ
_____
* Ο Αρά Μαγκογιάν είναι πρόεδρος του Κεντρικού Συμβουλίου των Ορθοδόξων Αρμενίων της Ελλάδας.
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Αζάτ Ορ, που εκδίδεται στην αρμενική γλώσσα.
1 ΣΧΟΛΙΟ
http://sotiriosdemopoulos.blogspot.gr/2016/04/blog-post.html#more