Αρχική » Ο ιδεαλισμός του ‘21 στον 21ο αιώνα

Ο ιδεαλισμός του ‘21 στον 21ο αιώνα

από Άρδην - Ρήξη

Υδραίοι ναυτικοί, Λιθογραφία του Friedel

του Χρήστου Κλειώση*

Η επανάσταση του 1821 στη συλλογική μας συνείδηση είναι ένας απόμακρος και θολός αντίλαλος από αξίες, οι οποίες δεν φαίνεται να μπορούν να ενσαρκωθούν σήμερα στην πολιτική ζωή αλλά και στη ζωή του καθενός μας χωριστά. Και ο λόγος είναι ότι έχουμε εισάγει ένα άλλο μοντέλο ζωής τελείως διαφορετικό από αυτό των ανθρώπων της παλιγγενεσίας, έχουμε μια άλλη ιεράρχηση αξιών, η οποία αντανακλάται με διαύγεια στον διαφορετικό τρόπο βιοπορισμού.

Το σημερινό μοντέλο οικονομικής ζωής αναπαράγει, αναγνωρίζει και υποστηρίζει δυο βασικές κοινωνικές τάξεις, τους μισθωτούς και τους κεφαλαιούχους, ενώ οι άνθρωποι που πρωταγωνίστησαν στα γεγονότα του 1821, ζώντας σε προκαπιταλιστική κοινωνία δεν άνηκαν σε κάποια από αυτές τις δυο: ήταν κυρίως άνθρωποι ανεξάρτητα απασχολούμενοι, (είτε νόμιμα π.χ. έμποροι, είτε παράνομα π.χ. κλεφταρματωλοί).

Και σήμερα υπάρχουν φυσικά ανεξάρτητα απασχολούμενοι άνθρωποι, αλλά το ιερατείο των σοφών της δημόσιας οικονομικής επιστήμης, ανεξαρτήτως κυβερνήσεως, τους αντιμετωπίζει ως λέπρα: ενδεικτικό είναι π.χ. ότι ο ελεύθερος επαγγελματίας δεν έχει κανένα αφορολόγητο όριο ή εξαιρείται επιδεικτικά από μέτρα ενίσχυσης όπως π.χ. τα 800 ευρώ ως έκτακτο μέτρο για λόγω κορωνοϊού. Και ο λόγος αυτής της αντιμετώπισης είναι ότι δεν συμμορφώνονται με το δόγμα της “συγκέντρωσης”: Τόσο ο καπιταλισμός όσο και ο πάλαι ποτέ εφαρμοσμένος σοσιαλισμός απαιτούν μια “πρωσικής” νοοτροπίας προσήλωση και συγκέντρωση μέσων παραγωγής όπως η εργασία σε κεντρικά σχεδιασμένους σκοπούς, είτε από κρατικούς αξιωματούχους είτε κεφαλαιούχους.

Από το σύστημα της παιδείας μέχρι το φορολογικό σύστημα και τη νομοθεσία κανονιστικής συμμόρφωσης, τα πάντα είναι σχεδιασμένα ώστε να ωθούν σε μια υπαλληλοποίηση των πολλών και τη δυσχέρανση της δημιουργίας πολλών ανεξάρτητων και αυτόνομων παραγωγικών μονάδων. Η “εθνική” οικονομία ωφελείται από τις συγκεντρώσεις μέσων παραγωγής, περισσότερες θέσεις εργασίας, όπως και οι καταναλωτές, άρα γιατί να παραπονούμαστε;

Όμως αυτά τα πράγματα ήταν ανήκουστα και απαράδεκτα για τον “απείθαρχο” Έλληνα του 1821 και σίγουρα θα τον έκαναν να γελάει ή να φρίττει. Σκοπός του δεν ήταν να γίνει μισθωτός καταναλωτής ή κεφαλαιούχος, γιατί πολύ απλά δεν μετείχε του υλισμού, ήταν ένας καθαρόαιμος ιδεαλιστής, με ενδεχομένως κάποιες τυχοδιωκτικές αποκλίσεις. Τα μεν μέσα δράσης του ήταν υλικά (π.χ. εμπόριο), τα δε κίνητρά του όμως, όχι. Και φάνηκε από τις εκτεταμένες και αυτοκαταστροφικές συνεισφορές επιφανών αλλά και αφανών της εποχής. Ο Έλληνας του 1821 είχε κίνητρα ιδεαλιστικά, τα οποία δεν μπορεί να συλλάβει κάποιος ο οποίος επιμένει να αναλύει τα πάντα με τα μεθοδολογικά εργαλεία του ιστορικού υλισμού ή μέσα από μια οπτική νεοφιλελευθερισμού. Δεν υπάρχει γραπτή μαρτυρία ότι ο Έλληνας του 1821 πολέμησε για να δικαιωθεί σε μια ταξική πάλη ή ότι αγωνίστηκε για την ελευθερία διακίνησης αγαθών προσώπων και υπηρεσιών. Μόνο μέχρι έναν πρώιμο πολιτικό φιλελευθερισμό έφτανε η ανάλυσή του, η οποία δεν ήταν και αντίθετη με τον ιδεαλισμό του, αντιθέτως τον συμπλήρωνε. Το ότι υπήρχαν συμφέροντα αντικρουόμενα που κατέληξαν σε εμφύλιες διαμάχες δεν σημαίνει ότι δικαιώνονται οι εικασίες περί υλιστικής ερμηνείας και υλιστικών κινήτρων του 1821, αφού αφορμή για τέτοιες διαμάχες υπήρξαν προσωπικά συμφέροντα και φιλοδοξίες όχι κάποια ταξική συνείδηση ή κάποιος καημός να αποκτήσουμε φιλελεύθερη οικονομία.

Σήμερα η εικόνα του Έλληνα του 1821 πρέπει να παραμορφωθεί, τα γραπτά του πρέπει να διαστρεβλωθούν και η ψυχή του να ακρωτηριαστεί στο κρεββάτι του Προκρούστη, για να μπορέσουμε να τον χωρέσουμε στην μικρή, μίζερη, φοβική και κυρίως χωρίς όραμα ψυχή του νεοέλληνα. Μπορεί τα υλικά μέσα που διαθέτουμε να είναι πολύ περισσότερα σήμερα, αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν τα διαθέτουμε, μας διαθέτουν. Ενόψει της κυριαρχίας του υλισμού στη ζωή μας, δεν έχουμε εμείς το ακίνητο, το ακίνητο έχει εμάς. Δεν έχουμε μια δουλίτσα, μας έχει μια δουλίτσα. Δεν έχουμε οικονομίες στη τράπεζα, μας έχουν οι οικονομίες στη τράπεζα. Έτσι ο εορτασμός του αγώνα ζωής των ανθρώπων που δεν λογάριασαν περιουσίες για έναν άυλο συλλογικό σκοπό ξεφτίζει σε συμβολισμούς και μένει χωρίς συνέχεια γιατί φοβόμαστε εγκλωβισμένοι στον υλισμό μας να οραματιστούμε και να ρισκάρουμε. Επαναπαυόμαστε ότι όλα τελείωσαν πια, φτιάξαμε το κράτος μας και η ιστορία τελείωσε. Έλα όμως που η Τουρκία είναι απέναντι και θυμάται όσα εμείς ξεχνάμε.

Όμως ο ιδεαλισμός που κρύβει ένα τόσο συνταρακτικό γεγονός όπως η επανάσταση του 1821 είναι σαν το οξυγόνο: μπορεί να πιεστεί και να συμπιεστεί ο όγκος του σε εξαιρετικά μικρές διαστάσεις, δεν παύει όμως ποτέ να υπάρχει. Όσο το πίεζαν οι συνθήκες της υλιστικής ευημερίας και του ιδεολογικού υλιστικού δογματισμού, ο ιδεαλισμός του 1821 έμενε στο περιθώριο, όπως το πιεσμένο οξυγόνο. Τώρα όμως που η μέγγενη των δυο υλισμών (του σοσιαλιστικού και του καπιταλιστικού) αρχίζει να αδυνατίζει και η απειλή από την Τουρκία επανακάμπτει ιστορικά ο ιδεαλισμός αυτός θα ανακτήσει τον χαμένο εδώ και έναν αιώνα ζωτικό χώρο του. Δεν θα μου κάνει εντύπωση να δούμε απλούς ανθρώπους να προσφέρουν χρήματα και υπηρεσίες σε εθνικούς συλλογικούς σκοπούς όπως ακριβώς η Ψωροκώσταινα στο Ναύπλιο ή ανθρώπους της οικονομικής “ελίτ” να κάνουν ανορθολογική χρήση της περιουσίας τους για κάποιο μη κερδοσκοπικό σκοπό (π.χ. το παράδειγμα του εφοπλιστή Λασκαρίδη που χάρισε πλοία στο Πολεμικό Ναυτικό). Και αυτό γιατί το οξυγόνο του ιδεαλισμού, σε αντίθεση με τον υλισμό, χαρακτηρίζεται από λιτότητα και αυτάρκεια. Όταν είσαι ιδεαλιστής δεν χρειάζεσαι να έχεις πολλά αλλά να δώσεις πολλά.

Τρια πράγματα αρκούσαν για να χτίσουν την φιλική εταιρεία που με τη σειρά της έκτισε το ‘21, και τρία πράγματα μπορούν να στεριώσουν μια υγιή ιδεαλιστική συνείδηση στη Ελληνική κοινωνία και μετά στο κράτος: ανεξάρτητη οικονομική δράση, επικοινωνία και τήρηση κανόνων. Όμως αυτά έρχονται σε αντίθεση με την εδραιωμένη μας οικονομική αντίληψη.

Η πηγή της σημερινής καχεξίας μας είναι η οικονομική μας αντίληψη. Νομίζουμε στην αρχή ότι έχοντας όσο το δυνατόν πιο πολλά, ο καθένας ατομικά, αποκτούμε ελευθερία και αυτάρκεια, ενώ βλέποντας στην συνέχεια ότι είναι μάταιος αυτός ο δρόμος, αποξενωνόμαστε και τελικά υποκύπτουμε αν προλάβουμε στην υπαλληλοποίηση. Αντίθετα δίνοντας και προσφέροντας σε μια συλλογική ιδεαλιστική προσπάθεια αποκτάς μια παράδοξη αίσθηση ελευθερίας, ανάλογη με αυτή των εμπόρων της Οδησσού ή των καπεταναίων του ‘21. Αλλά σήμερα πού μπορούμε να προσφέρουμε από κοινού για να πετύχουμε έναν ιδεαλιστικό στόχο; Η απάντηση είναι η εξής: σε κάτι που συνιστά την καρδιά του σημερινού υλιστικού οικονομικού γίγνεσθαι: Σε μια Τράπεζα. Σε μια Τράπεζα όπου θα κατατεθεί η ελληνική ψυχή για να εισπράξει τους τόκους της ανεξαρτησίας και της αξιοπρέπειας. Σε μια τράπεζα φτιαγμένη από Έλληνες για τους Έλληνες. Σε μια τράπεζα που θα λειτουργεί με σκοπό να αναπτυχθούν και να προκόψουν όσοι δανείζονται από αυτήν, και όχι την κερδοσκοπία πάνω σε πτώματα. Μια τράπεζα που θα ανήκει σε βιοπαλαιστές μικρομετόχους και όχι σε ανήθικους τυχοδιώκτες. Μια τράπεζα που θα εφαρμόζει αρχές εντιμότητας και αμοιβαίας ωφέλειας στις συναλλακτικές σχέσεις της, όχι απλά και κακόπιστα τον τύπο των μικρών γραμμάτων. Μια τράπεζα πάνω στην οποία θα στηριχθούν όλοι όσοι θέλουν να παραμείνουν ανεξάρτητα απασχολούμενοι. Μια Τράπεζα με μπέσα.

Όμως μην είμαστε αφελείς: Ένα τέτοιο εγχείρημα ενδέχεται να γίνει κόκκινο πανί γιατί ίσως χαλάσει την πιάτσα. Για αυτό θα πρέπει από την πρώτη στιγμή να υποστηριχθεί με δυο αμυντικά μέσα: ένα ισχυρό μέσο μαζικής επικοινωνίας που θα ανήκει στους μετόχους της τράπεζας, ως εγγύηση ανεξαρτησίας και μια ισχυρή ομάδα από την κοινωνία των πολιτών-μετόχων που θα επιβλέπουν την τήρηση των κανόνων και θα αναδεικνύουν κάθε απόπειρα να ελεγχθεί ή να αφομοιωθεί μια τέτοια Τράπεζα με τεχνάσματα και παρατυπίες.

Πρέπει να προσαρμόσουμε στα σύγχρονα δεδομένα τον ελληνικό τρόπο συγκέντρωσης μέσων παραγωγής που χαρακτηρίζεται από τη μπέσα, το φιλότιμο και τη λαχτάρα για προκοπή, όχι την κερδοσκοπία την απληστία και την εσωστρέφεια.
Ας θυμηθούμε πως οι Έλληνες νησιώτες και έμποροι του 18ου αιώνα ομονοούσαν και ρίσκαραν τις πενιχρότατες οικονομίες τους για να εμπορευθούν σε όλο το κόσμο, συμμετέχοντας όλοι μαζί αναλογικά στα κέρδη και τις ζημίες, αποσκοπώντας να σταθούν στα πόδια τους οικονομικά όχι για να ικανοποιήσουν την απληστία τους αλλά για να χαρίσουν στις επόμενες γενιές τα άυλα αγαθά της ανεξαρτησίας και της αξιοπρέπειας και ας ρωτήσουμε τους εαυτούς μας, γιατί όχι και εμείς;

*δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, υποψήφιος διδάκτωρ στο φορολογικό δίκαιο

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ