Από την ιστοσελίδα cognoscoteam.gr
Ο Μανουήλ Πανσέληνος, Βυζαντινός ζωγράφος, έζησε γύρω στο 13ο με 14ο αιώνα στη Θεσσαλονίκη. Περίφημες είναι οι τοιχογραφίες του στο ναό του Πρωτάτου στο Άγιο Όρος. Γι’ αυτό ακριβώς το έργο του θεωρήθηκε δίκαια ο δημιουργός της «Μακεδονικής Σχολής» και παραλληλίστηκε από πολλούς με τον Τζιότο και το Ραφαήλ. Τα έργα του χαρακτηρίζονται από τη λιτότητα των χρωματισμών τους, την ευρύτητα του σχεδίου και τη μεγαλειώδη τους σύνθεση. Παίρνοντας συγκριτικά τις τοιχογραφίες του Π. και του ζωγράφου του Αγίου Ευθυμίου συμπεραίνουμε ότι πρέπει να μαθήτευσαν στο ίδιο καλλιτεχνικό εργαστήρι.
Στο ναό του Πρωτάτου υπερέχουν οι τοιχογραφίες που αφορούν τη ζωή του Χριστού, όπως η «Γέννηση», η «Βάπτιση», ο «Νιπτήρας», η «Σταύρωση», η «Υπαπαντή», η «Προδοσία», η «Ανάσταση», οι μορφές των τεσσάρων ευαγγελιστών, διάφορων αγίων, προγόνων του Χριστού κ.ά. Σημαντικότερη είναι η τοιχογραφία του Χριστού «εν ετέρα μορφή». Σ` όλες σχεδόν τις προσωπογραφίες του αποδίδεται η σωστή εκφραστική σημασία με τη χρησιμοποίηση των ιδιαίτερων χρωματισμών και των φωτεινών τόνων.
https://paletaart.wordpress.com/
Η Ανάσταση
Ο εμός έρως εσταύρωται, 13ος αιώνας
Ένας από τους τύπους ιστόρησης του Χριστού ως «Αναπεσόντος». Στον άλλο τύπο εικονίζεται μεταξύ αγγέλου, που κρατάει τα σύμβολα του Πάθους, και της Παναγίας, που σαν στοργική μητέρα σκεπάζει τον μικρο Ιησού με ένα σεντόνι. O εικονογραφικός αυτός τύπος απαντάει στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια από τον 13ο αιώνα. Ο τύπος του Πρωτάτου είναι απλός, ο Ιησούς εικονίζεται μισοξαπλωμένος σε λίκνο, με το σώμα στραμμένο προς τα δεξιά, με το κεφάλι στηριγμένο στον αγκώνα του δεξιού χεριού. Το θέμα απουσιάζει εξ ολοκλήρου από την κρητική σχολή, υπάρχει όμως στον σύνθετο τύπο στο καθολικό της μονής Σταυρονικήτα του Αγίου Όρους, όπου ιστορήθηκε από τον αρχηγέτη της Θεοφάνη τον Κρήτα. Προέρχεται από το μθ’ 9 της Γενέσεως: αναπεσών εκοιμήθη ως λέων και ως σκύμνος· τις εγερεί αυτόν; Το έργο του Πανσέληνου έχει χρησιμοποιηθεί ως πρότυπο σε πολλές παραστάσεις στον ελλαδικό και στον βαλκανικό χώρο.
Από τους επιβλητικότερους στρατιωτικούς αγίους του Πανσέληνου, κρατάει με το δεξί του χέρι το δόρυ διαγώνια μπροστά στο στήθος.
Αριστουργηματική, μεγαλειώδης σύνθεση του Πανσέληνου. Παρά τις φθορές που υπέστη, διατηρεί όλη τη ζωντάνια, τον ρεαλισμό και τη συγκίνηση των Εισοδίων της Θεοτόκου. Ναός κaι εις την άκρην πύλη με τρία σκαλούνια, και ο προφήτης Ζαχαρίας ιστάμενος εις την πύλην μετά αρχιερατικής στολής, απλώνει έμπροσθεν τας χείρας· και η Παναγία τριετίζουσα έμπροσθεν αυτού αναβαίνει τα σκαλούνια, έχουσα την μεν μίαν χείρα προς αυτόν απλωμένην και με το άλλο (χέρι) βαστά λαμπάδα· και όπισθέν της ο Ιωακείμ και η Άννα, βλέποντες αλλήλους και δεικνύντες αυτήν· και πλησίον αυτών πλήθος λαμπαδηφόρων παρθένων· άνωθεν δε του ναού κουβούκλι ωραίον, εις το οποίον μέσα η Παναγία καθημένη λαμβάνει τον άρτον, τον οποίον φέρνει ,προς αυτήν o αρχάγγελος Γαβριήλ ευλογών αυτήν (Διονύσιος εκ Φουρνά). Το πρόσωπο του Ιωακείμ έχει τελείως καταστραφεί. Σοβαρές φθορές έχει υποστεί και η παράσταση του Γαβριήλ με την Παναγία.
Χριστός ένθρονος, Άγιον Όρος πρωτάτο π.1290
Στο νεανικό πρόσωπο του μεγαλομάρτυρα αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, του «καβαλάρη αγίου της Ρωμιοσύνης», όπως τον έχει χαρακτηρίσει, καθώς και τον άγιο Δημήτριο, ο Φώτης Κόντογλου, αποτυπώνεται όλη η αγιότητα της ωραίας ψυχής του, της αφιερωμένης εξ ολοκλήρου στον Χριστό. Συνήθως παριστάνεται έφιππος νά φονεύει τον δράκοντα. Ιστορούνται επίσης τα μαρτύρια και o αποκεφαλισμός του. Εδώ εικονίζεται όρθιος με το δεξί χέρι κρατάει το ξίφος του και με το αριστερό τη φαρέτρα με τα βέλη. Πίσω φαίνεται η ασπίδα του και την πλούσια κόμη του στολίζει διάδημα (που υποδηλώνει το άξίωμά του), όμοιο με του αγίου Δημητρίου.
Όλη η τραχύτητα και σκληρότητα της ζωής του Τιμίου Προδρόμου στην έρημο αποτυπώνεται στο ασκητικό πρόσωπό του, καθώς και η ιερότητα του βαπτιστή του Χριστού. Το έργο του Πανσέληνου είναι το πρότυπο πολλών μεταγενέστερων απεικονίσεων του αγίου και κυρίως όσων ακολούθησαν ή επηρεάσθηκαν από τη μακεδονική σχολή.
Έργο του Μανουήλ Πανσέληνου (1290). Ο αρχιστράτηγος των επουρανίων δυνάμεων εικονίζεται στο μεταίχμιο μεταξύ «ουρανού και γης» -άυλου και πραγματικού- φορώντας στρατιωτικό φόρεμα και εζωσμένο με ζώνη χρυσή και βαστώντας εις τας χείρας του κοντάρια με πελέκεις και λόγχας εις τας κορυφάς των κονταρίων (Διονύσιος εκ Φουρνά).Εβουλόμην σε, Μιχαήλ, άσμα πρέπον άσαι πρεπόντως, αλλ’άυλον ουκ έχω. Στη Φρυγία της Μικρασίας αναπτύχθηκε αίρεση αγγελολατρείας και από εκεί πέρασε στη Σύμη της Δωδεκανήσου ως τιμή των Αγγέλων και ιδίως του Αρχαγγέλου (Μονή Ταξιάρχου Μιχαήλ του Πανορμίτη, Μιχαήλ Ρουκουνιώτη κ.α.). Μεγάλο προσκύνημα υπάρχει και στον Μανταμάδο της Μυτιλήνης.
Ο αρχάγγελος, που έφερε στην Παναγία το χαρμοσυνο άγγελμα, απευθύνοντάς της τον γνωστό χαιρετισμό «Χαίρε, Κεχαριτωμένη…». Εμφανίσθηκε ως μοναχός στον «Λάκκο του Άδειν» κοντά στις Καρυές κι έψαλε μπροστά στην εικόνα της Παναγίας τον ύμνο «Άξιον Εστίν» (το θαύμα τοποθετείται στις 11 Ιουνίου 982 μ.Χ.). Με την ονομασία αυτή αποκαλείται έκτοτε η θαυματουργή εικόνα και έγινε η εφέστια του Αγίου Όρους. Σήμερα βρίσκεται στο Ιερό Βήμα του Πρωτάτου
Η τοιχογραφία έχει υποστεί μεγάλες φθορές. Ο καθηγητής του ασκητικού βίου, συγγραφέας της ουρανοδρομου Κλίμακος, έζησε τον 6ο αι. και ασκήτευσε στο όρος Σινά, επί Ιουστίνου Β΄ (565-578). Το περίφημο έργο του, που θεωρείται ως το «ευαγγέλιο» των μοναχών, έγραψε ύστερα από παράκληση του ομωνύμου του Καθηγουμένου στη Ραϊθώ (σημερινή Τουρ). Οι μοναχοί της Αγίας Αικατερίνης του Σινά τον ανέδειξαν Καθηγούμενό τους, αλλά o ίδιος, συνηθισμένος στον ερημικό βίο, εγκατέλειψε γρήγορα το μοναστήρι και ξαναγύρισε στην έρημο και στην απομόνωσή του. Εικονίζεται σε βαθύ γήρας.
Ήταν έπαρχος στην Κωνσταντινούπολη, κατά τον Σωφρόνιο Ευστρατιάδη, επί Θεοδοσίου Β’ (408-450). Μαζί με τη γυναίκα του, με την οποία είχαν αποκτήσει δύο παιδιά, έφυγαν στην Αλεξάνδρεια, όπου χωρίσθηκαν. O άγιος Νείλος πήρε μαζί του στο όρος Σινά τον γιο τους Θεόδουλο και η σύζυγός του την κόρη τους. Στο Σινά τον Θεόδουλο άρπαξαν βάρβαροι επιδρομείς. Κατέγινε με τη συγγραφή ασκητικών έργων κι έζησε σε αυστηρή άσκηση. Τα ιερά λείψανά του μεταφέρθηκαν επί Ιουστίνου (518-527) και τοποθετήθηκαν στον ναό του Αποστόλου Παύλου στο ομώνυμο Ορφανοτροφείο της Κωνσταντινούπολης.
Στην τοιχογραφία του Πανσέληνου δίδεται η εντύπωση ότι θρηνεί τον χαμό του γιου του Θεόδουλου. Χαρακτηριστικός είναι o κυματισμός της μακριάς γενειάδας του. Μορφολογικά αντιστοιχεί στην απεικόνιση του αγίου Θεόκτιστου.
Ο ΑΓΙΟΣ ΠΕΤΡΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ
Ο «παππούς» του αγιορείτικου μοναχισμού, όταν ο βίος των ασκητών του Άθω ήταν ερημιτικός. Διατρεφόταν μέ κάστανα και σκεπαζόταν με δέρματα ζώων. Η απεικόνιση του αγίου Πέτρου αναφέρεται στους ερημίτες της πριν από τον άγιο Αθανάσιο του Αθωνίτη εποχής. «Στις πρώτες δεκαετίες του 9ου αι.», γράφει η Διονυσία Παπαχρυσάνθου, «σ’ ένα ερημικό μέρος του Άθω, αποκαλύφθηκαν τα λείψανα ενός ερημίτη. Ασφαλώς στο ίδιο μέρος είχε διατηρηθεί η μνήμη ενός ασκητή, που έφερε το όνομα Πέτρος· η ταύτιση ανάμεσα στην ανεύρεση και την ανάμνηση του ασκητή έγινε αυτόματα και ίσως δίκαια, και αμέσως ή λίγο μετά οι γύρω μοναχοί απέδωσαν στο σκήνωμα λατρευτικές τιμές».
Η ΑΓΙΑ ΦΩΤΕΙΝΗ Η ΣΑΜΑΡΕlΤΙΣ
Η αγία Φωτεινή η Σαμαρείτις η και ωμίλησεν ο Χριστός εν τω φρέατι, σύμφωνα με τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, μαρτύρησε επί Νέρωνα (54-68) μαζί με τους πέντε αδελφούς και τους δύο γιους της. Ο Σωφρόνιος Ευστρατιάδης απορρίπτει κατηγορηματικά ως πλασματική την παράδοση αυτή. Πίσω της ο τεχνίτης με την απεικόνιση των τειχών δίνει ικανό βάθος στή σύνθεση. Και η παράσταση αυτή, στην οποία ξεχωρίζει η γυναικεία χάρη της αγίας Φωτεινής, ξενίζει ανάμεσα στις αυστηρές μορφές των ερημιτών, ασκητών, στυλιτών και λοιπών μοναχών, που ιστορεί o Πανσέληνος στο Πρωτάτο. Η κίνηση του δεξιού χεριού της αγίας Φωτεινής, που με την στάση και κλίση του σώματος προσδίδει ζωντάνια κι ενάργεια στη γυναίκα που πλησιάζει στο φρέαρ με τη στάμνα της για να πάρει νερό.
Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΡΚΟΥΡΙΟΣ
Από τους ωραιότερους και αδρότερους στρατιωτικούς αγίους, που ο Πανσέληνος ιστόρησε στο Πρωτάτο. Προερχόταν από την Καππαδοκία και είχε καταταγεί στον στρατό των Μαρτησίων επί Δεκίου (249-251) και Ουάλεντος (251-259) φθάνοντας σε ηλικία 25 ετών στον βαθμό του στρατηγού, για τα ανδραγαθήματά του στο πεδίο της μάχης.
Ήταν σκυθικής καταγωγής «νέος, ωραίος, ξανθός την κόμην, υψηλός και την όψιν διαπρεπής» (Σωφρόνιος Ευστρατιάδης). Μαρτύρησε, γιατί ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό. Του επεφύλαξαν φρικτά βασανιστήρια: μαστιγώσεις, μαχαιρώματα, κάψιμο στη φωτιά και τελικά του πήραν με ξίφος το κεφάλι. Όλη η αγνότητα του αγίου αποτυπώνεται στη μορφή του. Κρατάει σπαθί, τόξο και ασπίδα.
Το μικρό γένι υπογραμμίζει τη νεαρή ηλικία του μάρτυρα, το σκυθικό κάλυμμα της κεφαλής την καταγωγή του και τα πλούσια ενδύματα το υψηλό αξίωμά του.
homouniversalisgr.blogspot.com