Όταν ο σταχανοβισμός συνάντησε τις πολιτικές δολοφονίες
του Κωνσταντίνου Μαυρίδη
Αναμφίβολα έχουν υπάρξει πολλοί δήμιοι στην ανθρώπινη ιστορία διότι, όπως έχει πει ο Βρετανός Άλμπερτ Πιερπόιντ έχοντας μετάσχει προσωπικά σε εξακόσιους θανάτους, «Είναι βρόμικη δουλειά, αλλά κάποιος πρέπει να την κάνει». Ο Σαρλ-Ανρί Σανσόν, αρχιεκτελεστής κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, λέγεται πως εκτέλεσε περί τους τρεις χιλιάδες ανθρώπους με την μέθοδο της γκιλοτίνας. Μέσα σε σαράντα χρόνια, ο Γιόχαν Ράιχαρτ, ο επίσημος εκτελεστής του κρατιδίου της Βαυαρίας, σκότωσε 3.165 κατάδικους, δουλεύοντας διαδοχικά για τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης, το Γ΄ Ράιχ και, τελικά, τη συμμαχική διοίκηση της κατειλημμένης Γερμανίας. Παρά ταύτα και παρά τις μη ευκαταφρόνητες προσπάθειες των τριών προαναφερθέντων δημίων, ο πλέον παραγωγικός εκτελεστής στην ιστορία με πάνω από δέκα χιλιάδες θανατώσεις στο ενεργητικό του, παραμένει σχετικά άγνωστος και δεν είναι άλλος από τον Σοβιετικό παγκόσμιο πρωταθλητή των εκτελέσεων και υποστράτηγο της μυστικής αστυνομίας, Βασίλι Μιχαήλοβιτς Μπλόχιν.
Δεν είναι και πολλά γνωστά για το πρώιμο παρελθόν του Μπλόχιν. Ξέρουμε ότι καταγόταν από οικογένεια μουζίκων και ότι ήταν τραυματίας σε νοσοκομείο του Ανατολικού Μετώπου όταν ξέσπασε η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917. Στη συνέχεια τάχθηκε με το μέρος των μπολσεβίκων και τον Μάρτιο του ’21 κατατάχθηκε στη διαβόητη Τσε-Κά ως απλός αστυνομικός. Προφανώς, στη συγκεκριμένη υπηρεσία και στο χαοτικό κλίμα της ΕΣΣΔ εκείνης της εποχής, που η ανθρώπινη ζωή –ειδικά των αντιπάλων κάθε είδους– δεν είχε ιδιαίτερη αξία, ο Μπλόχιν πρέπει να βρήκε την αποστολή του σ’ αυτόν τον κόσμο. Διασώζονται αναφορές που εκθειάζουν την απόδοσή του σε ενέργειες που κατ’ ευφημισμό ονομάζονταν «τσέρναγια ραμπότα», δηλαδή «σκοτεινή εργασία», και δεν ήταν τίποτε άλλο παρά δολοφονίες, βασανιστήρια, εκφοβισμοί και μυστικές εκτελέσεις.
Κάπου εκεί οι επιδόσεις του θα πέσουν στην αντίληψη του μεγάλου αφεντικού, Ιωσήφ Στάλιν, που εκτιμά ιδιαίτερα τις βάναυσες και ταυτόχρονα εχέμυθες προσωπικότητες, οπότε και η ιεραρχική του ανέλιξη είναι ιλιγγιώδης. Έτσι, σε έξι μόνο χρόνια, ο Μπλόχιν θα τοποθετηθεί επικεφαλής της κομαντατούρας, δηλ. ενός επίλεκτου λόχου της NKVD, με βάση τη φυλακή Λουμπιάνκα της Μόσχας. τα μέλη της ομάδας εγκρίνονται και επιλέγονται προσωπικά από τον Στάλιν και λογοδοτούν αποκλειστικά σ’ αυτόν. Αυτός είναι και ο λόγος που η μονάδα όχι μόνο θα επιβιώσει, αλλά και θα φέρει εις πέρας εις διπλούν την εξολόθρευση της ίδιας της ηγεσίας της NKVD, όταν ο μεγάλος ηγέτης το θεωρήσει απαραίτητο.
Ο δρόμος έχει ανοίξει διάπλατα για τον Μπλόχιν, καθώς τα παράσημα και οι βαθμοί συσσωρεύονται στη στολή του ευθέως ανάλογα προς τις ακραίες βιαιοπραγίες του. Θα συμμετάσχει ενεργά σε όλες τις δράσεις εξόντωσης πολιτικών αντιπάλων του εντολέα του και θα τραβήξει ο ίδιος τη σκανδάλη στις εκτελέσεις των Λεβ Κάμενεβ και Γκριγκόρι Ζηνόβιεβ (8/36), του στρατάρχη Μιχαήλ Τουχατσέφσκυ (6/37), των προϊσταμένων του διοικητών της NKVD, Γκένριχ Γιάκοντα (3/38) και Νικολάι Γιεζόφ (2/40), του συγγραφέα Ισαάκ Μπάμπελ (1/40) και πλείστων άλλων. Επίσης, θα είναι ο πρώτος κρατικός υπάλληλος που θ’ ανοίξει τον φάκελο της διαταγής Νο 485 (11/8/1937). η διαταγή αυτή θα σφραγίσει την τύχη της πολωνικής μειονότητας στα δυτικά σύνορα της ΕΣΣΔ. Στα δύο χρόνια που θ’ ακολουθήσουν, εκτελέστηκαν πάνω από εκατό χιλιάδες Πολωνοί, μαζί με όσους σοσιαλιστές συμπατριώτες τους είχαν καταφύγει στην ΕΣΣΔ, αλλά και όλοι σχεδόν οι αιχμάλωτοι του σοβιετο-πολωνικού πολέμου του 1919-21.
Για τις εξαίρετες υπηρεσίες του στην παραπάνω επιχείρηση ο Μπλόχιν θα ανταμειφθεί με το σοβιετικό παράσημο της τιμής και το 1940 προάγεται σε διοικητή εθνικής ασφαλείας. Το 1940 θα είναι και η απόλυτη χρονιά του. τότε θα επιτελέσει το επαίσχυντο Magnum Opus του και θα εξελίξει την εκτελεστική του τεχνική σε σχεδόν βιομηχανική φονικότητα. Τα θύματά του είναι πάλι πολωνικής καταγωγής και το μακάβριο σκηνικό θα αποτελέσει η διαβόητη σφαγή του Κατίν, κατά την οποία εκτελέστηκαν είκοσι δύο χιλιάδες Πολωνοί αξιωματικοί, αστυνομικοί, ιερείς και διανοούμενοι. Η εν λόγω σφαγή είναι γνωστή τοις πάσι, αλλά ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες, όπως λένε. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο διάβολος έφερε το όνομα Βασίλι Μπλόχιν και θα σκότωνε με τα ίδια του τα χέρια τον ασύλληπτο αριθμό των εφτά χιλιάδων ανθρώπων σε είκοσι οχτώ μόλις μέρες ή μάλλον νύχτες, διότι ο σύντροφος Μπλόχιν προτιμούσε να «εργάζεται» από τη δύση του ηλίου ως την αυγή.
Οι εκτελέσεις ξεκίνησαν το βράδυ της 5ης Μαρτίου στη φυλακή της NKVD στο Καλίνιν, με τον Μπλόχιν να έχει φροντίσει σχολαστικά όλες τις λεπτομέρειες της ταχύτατης διαδικασίας που προέβλεπε μία εκτέλεση κάθε τρία λεπτά σε 10ωρες βάρδιες. Οι κρατούμενοι σπρώχνονταν ένας-ένας σ’ ένα μικρό δωμάτιο με κόκκινους τοίχους, προπαγανδιστικές αφίσες κι ένα άγαλμα του Λένιν, με τη επωνυμία «το κόκκινο δωμάτιο», όπου δήλωναν το όνομα, τον βαθμό και την ημερομηνία γέννησής τους. Αμέσως μετά τους περνούσαν χειροπέδες πισθάγκωνα και τους μετέφεραν σε παρακείμενο ηχομονωμένο δωμάτιο που διέθετε κεκλιμένο πάτωμα με υδρορροή για γρήγορο καθαρισμό του αίματος. Πίσω από την πόρτα περίμενε ο Μπλόχιν ως παρανοϊκός χασάπης, ντυμένος με μακριά δερμάτινη ποδιά, γάντια μέχρι τους αγκώνες και καπέλο πιλότου, για να τους επιφέρει τη μοιραία βολή στη βάση του κρανίου με ένα γερμανικό πιστόλι τσέπης Βάλθερ Μοντ.2.
Ευθύς αμέσως το πτώμα φορτωνόταν σε φορτηγό που περίμενε έξω από το οικοδόμημα με τη μηχανή αναμμένη για να μεταφέρει τους νεκρούς στο Μιέντνογιε, όπου θάβονταν σε ομαδικούς τάφους. Η επιλογή του συγκεκριμένου γερμανικού πιστολιού από τον Μπλόχιν μόνο τυχαία δεν ήταν. πρώτον, το Βάλθερ Μοντ.2 παρουσίαζε μηδενικές εμπλοκές κι είχε σαφώς λιγότερη ανάκρουση σε σχέση με τα σοβιετικά πιστόλια και δεύτερον, ήταν το πιστόλι που χρησιμοποιούσε η Γκεστάπο. Έτσι, σε περίπτωση που ανακαλύπτονταν ποτέ οι ταφές, η βαλλιστική ανάλυση θα έδειχνε γερμανική ανάμειξη στο έγκλημα. Σημειωτέον, ότι μαζί με τα γερμανικά πιστόλια και πυρομαχικά η Μόσχα είχε αποστείλει και άφθονη βότκα για την σταθεροποίηση των νεύρων των εκτελεστών, η οποία καταναλώθηκε μέχρι τελευταία σταγόνα.
Για τα ανδραγαθήματά του στο Κατίν ο Μπλόχιν τιμήθηκε με το παράσημο της κόκκινης σημαίας και μηνιαίο μπόνους παραγωγικότητας ίσο με τον μισθό του. Το 1943 έγινε συνταγματάρχης και το 1945 υποστράτηγος. τιμήθηκε και με το παράσημο Λένιν. Ο θάνατος του μέντορά του, Στάλιν, θα τον βρει συνταξιούχο «ήρωα της Σοβιετικής Ένωσης» με σύνταξη 3.150 ρούβλια τον μήνα. Όχι κι άσχημα, για μια χώρα που ο μέσος μισθός της εποχής ανερχόταν στα 700 ρούβλια. Βέβαια το πρόβλημα ήταν ότι με 3.150 ρούβλια τον μήνα αγοράζεις πολλή βότκα και ο Μπλόχιν είχε πέσει με τα μούτρα στο πιοτό. Δεν τον βοήθησε πολύ και το γεγονός ότι, με την πολιτική αποσταλινοποίησης του Χρούτσεφ το ’54, του αφαίρεσαν τα παράσημά του και έπεσε σε δυσμένεια. Στο τέλος, αφού του έκοψαν και τη σύνταξη, βυθίστηκε στην παράνοια και τον αλκοολισμό μέχρι τον θάνατό του, τον Φλεβάρη του ’55.
Θα είχε μάλλον ξεχαστεί, όπως τόσοι άλλοι εκτελεστές των μυστικών υπηρεσιών της ΕΣΣΔ, αλλά τα ρεκόρ εκτελέσεών του ήταν ανυπέρβλητα και, με την άνοδο του Μπρέζνιεφ στην εξουσία, τον θυμήθηκαν και τον αποκατέστησαν, μετά θάνατον, επιστρέφοντάς του τα κερδισμένα με αίμα (των άλλων) παράσημά του. Σήμερα, ο πολυτελής τάφος του με την περίτεχνη πλάκα, στην οποία δεσπόζει με τη μεγάλη στολή, βρίσκεται στο νεκροταφείο Νοβοντέβιτσι της Μόσχας. Ίσως στην ταφόπλακα θα ταίριαζε να αναγραφεί το κυνικό απόφθεγμα του συναδέλφου του, Πιερπόιντ, «Αν δεν μπορείς να το κάνεις χωρίς ουίσκι, καλύτερα μην το κάνεις καθόλου».
1 ΣΧΟΛΙΟ
Η “ψυχή” αυτού του ανθρωπόμορφου τέρατος είμαι σίγουρος πως βρήκε την επάξια θέση που της άξιζε στα Τάρταρα της κολάσεως.
Ρει άϊ στο Δίάβολο