Αρχική » Μπαράκ Ομπάμα: Λάιφ-στάιλ ιμπεριαλισμός

Μπαράκ Ομπάμα: Λάιφ-στάιλ ιμπεριαλισμός

από Άρδην - Ρήξη

του Γ. Καπαρού, από το Άρδην τ. 71, Αύγουστος-Οκτώβριος 2008

Ο «φέρελπις» και «χαρισματικός» αφροαμερικανός γερουσιαστής από το Ιλινόι, έχοντας πάρει πια το χρίσμα του Δημοκρατικού κόμματος, φαίνεται να επελαύνει νικηφόρα προς το Λευκό Οίκο ενδεδυμένος το αστραφτερό χαμόγελο και τη λαμπερή συνθηματολογία της «Αλλαγής» και της απαλλαγής της αμερικανικής κοινωνίας και του πλανήτη ολάκερου από τη φθοροποιό διακυβέρνηση των αντιδραστικών «neocons». Έχει από πολύ καιρό αντιληφθεί το αγωνιώδες μαζικό κοινωνικό αίτημα των Αμερικανών να φυσήξει νέος άνεμος στο αποπνικτικό πολιτικό σκηνικό στη χώρα ενώ έχει εξασφαλίσει την προστασία ισχυρότατων εταιρικών φορέων της αμερικανικής ολιγαρχίας, από την «Wall Street Journal» και την «General Dynamics», τους δισεκατομμυριούχους Ουόρεν Μπάφετ και Τζορτζ Σόρος, έως τους επιχειρηματίες εκείνους που τα συμφέροντα και τα κέρδη τους δεν αυγάτισαν όσο θα επιθυμούσαν με τις εσωτερικές και εξωτερικές στρατηγικές επιλογές του Μπους.
Είναι λοιπόν εντελώς στρεβλή και ανυπόστατη η όποια επιχειρηματολογία είχε παρουσιαστεί στο δημόσιο διάλογο ότι ο Μπαράκ Ομπάμα, στη διαπάλη εντός του Δημοκρατικού Κόμματος για την εκλογή προεδρικού υποψηφίου, ανταγωνιζόταν ως εκπρόσωπος τάχα μιας πιο ευαίσθητης κοινωνικής αντίληψης την εκλεκτή του αμερικανικού κατεστημένου, την Χίλαρι Κλίντον. Και αυτό διότι οι μεγάλες δυναστείες, οι πάμπλουτοι παράγοντες και οι πανίσχυρες εταιρικές ολιγοπωλιακές συνομαδώσεις της αμερικανικής ολιγαρχίας δεν ήταν λιγότερο γαλαντόμες προς τον Ομπάμα. Μεταξύ των βασικών χρηματοδοτών εμφανίζονται: Goldman Sachs (πρόμαχος της ιδιωτικής κοινωνικής ασφάλισης), University of California, UBS AG, JPMorgan Chase & Co, Citigroup Inc, National Amusements Inc, Lehman Brothers, Google Inc, Harvard University, Sidley Austin LLP, Skadden Arps et al, Time Warner, Morgan Stanley, Jones Day, Exelon Corp, University of Chicago, Wilmerhale LLP, Latham & Watkins, Microsoft Corp, Stanford University κ.λπ.1 Είναι δε τόσο πλουσιοπάροχη η ιδιωτική στήριξη της προεκλογικής του εκστρατείας (ως τα τέλη Απριλίου μάζεψε 265 εκατ. δολάρια ενώ ο Μακέιν 115 εκατομμύρια) που αποφάσισε να αρνηθεί (γεγονός που συμβαίνει πρώτη φορά από το 1976) την δημόσια επιχορήγηση ώστε να αποφύγει κάθε χρηματοδοτικό περιορισμό: «Δεν ήταν εύκολη η απόφαση, και ειδικά γιατί υποστηρίζω ένα ισχυρό σύστημα δημόσιας χρηματοδότησης για τις εκλογές» δικαιολογήθηκε ο Ομπάμα2.
Οι πολιτικοί υποστηρικτές και οι συμπαθούντες του Μπαράκ Ομπάμα προβάλλουν ενθουσιωδώς την άποψη πως εφόσον εκλεγεί στην προεδρία μπορεί ν΄ αλλάξει την Αμερική. Πως οι εξαγγελίες του για την εξωτερική και την εσωτερική πολιτική οριοθετούν μια καινούργια φάση για τις ΗΠΑ με στοιχεία φιλελεύθερης προοδευτικής έως και ριζοσπαστικής μετατόπισης. Το μεγάλο ρεύμα της εύνοιας προς τον Ομπάμα καθώς επεκτείνεται δεν συμμαζεύει μόνο την καθεστωτική και φιλελεύθερη «αριστερά» αλλά διεισδύει ακόμα και εντός των «συνόρων» της ριζοσπαστικής αριστεράς όπου πρόσωπα και μερίδες της (ευτυχώς μειοψηφικές) λοξοκοιτάζουν αποπροσανατολιστικά και τείνουν άκριτα ευήκοον ους, με την ευχή για νίκη του αμερικανοκενυάτη υποψηφίου3.
Είναι σίγουρο πως πριν δυο-τρεις δεκαετίες λόγω της εσωτερικής φυλετικής διαίρεσης, παρά τους μεγάλους αγώνες της “μαύρης κοινότητας”, μια υποψηφιότητα μαύρου πολιτικού για το Λευκό Οίκο θα ήταν αδύνατη. Τώρα όμως γίνεται πολιτικά εφικτή για το λόγο ότι είναι κοινωνικά αναγκαία καθώς οι ΗΠΑ γνωρίζουν μια σοβαρότατη κρίση ηγεμονίας αλλά και διότι στο αμερικανικό πολιτικό και ιδεολογικό εποικοδόμημα λειτούργησε επικουρικά η χρόνια επίδραση των ρευμάτων της ιδιόρρυθμης «πολιτικής ορθότητας», με επακόλουθη εξέλιξη μια, ορισμένου βαθμού, «αποφυλετικοποίηση» στο ύφος της δημόσιας κεντρικής πολιτικής αντιπαράθεσης. Μια τέτοια πραγματικότητα εξ άλλου άρχισε να αντικατοπτρίζεται και στο επίπεδο της στελέχωσης των εκτελεστικών κέντρων εξουσίας επί προεδρίας Μπους όπως για παράδειγμα με τους (πρώην και νυν) υπουργούς Εξωτερικών Κόλιν Πάουελ και Κοντολίζα Ράϊς. Η ιδεολογικο-πολιτική κοσμοεικόνα και παρουσία των οποίων, όπως άλλωστε και του Μπαράκ Ομπάμα, είναι αδύνατο να αξιολογηθεί και να αποτιμηθεί με τα μέτρα μιας φυλετικής ή κοινωνικής συνείδησης καθόσον η καρδιά τους και το πνεύμα τους είναι απόλυτα συντονισμένα με τη καρδιά και το πνεύμα του αμερικανικού καπιταλισμού.
Στη τωρινή χρονική περίοδο η αναγκαιότητα ενός πολιτικού λίφτινγκ για τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό είναι ολοφάνερη. Μια σειρά εσωτερικοί και εξωτερικοί όροι επιβάλλουν την προσφυγή σε μια τέτοια διαδικασία, όπως:
–Η ενδοσυστημική αταξία λόγω της ανάπτυξης των αντιθέσεων μέσα στους κόλπους της αμερικανικής ολιγαρχίας. Η ρεπουμπλικανική διακυβέρνηση δεν διεύρυνε μόνο το ερεβώδες χάσμα της ανισότητας μεταξύ της εύπορης ελίτ και της κοινωνικής λαϊκής βάσης αλλά παράλληλα άσκησε μια κορπορατιβιστική, ευνοιοκρατική πολιτική υπέρ των ειδικών συμφερόντων ορισμένων πτερύγων αυτής της ελίτ εις βάρος των υπόλοιπων.
-Η οικονομική ύφεση. Με καταλύτες την κατάρρευση της subprime αγοράς των τιτλοποιημένων στεγαστικών δανείων, την υποτιμημένη διεθνή δύναμη του δολαρίου, την πετρελαϊκή και διατροφική κρίση. Παλιότερα η καπιταλιστική Δύση έψεγε την ΕΣΣΔ για τα κρατικά κουπόνια προμήθειας των αγαθών. Σήμερα στις ΗΠΑ πάνω από το 10% των πολιτών, ζώντας μέσα στην απόλυτη ανέχεια, καταφεύγει στα προγράμματα κρατικής συνδρομής για να προμηθευτεί τα ειδικά κουπόνια ώστε να αντιμετωπίσει τις πιο στοιχειώδεις διατροφικές του ανάγκες .
-Η γεωπολιτική καθήλωση των ΗΠΑ με την αποτυχία στους πρόσφατους νεοταξικούς πολέμους σε Ιράκ, Αφγανιστάν και τις ημιαυτόνομες περιοχές FATA στο Πακιστάν καθώς και την εμπλοκή της επέκτασης προς ανατολάς του ΝΑΤΟ (Γεωργία, Ουκρανία).
-Η πλεονάζουσα ηθική κρίση τροφοδοτημένη από τα κατά συρροή ψεύδη για τη δικαιολόγηση των πολεμικών σταυροφοριών της Νέας Τάξης και τη ναζιστική κτηνωδία του Γκουαντάναμο. Αυτή επίσης συνοδεύεται από ένα τεράστιο έλλειμμα γοήτρου για τις ΗΠΑ, λόγω της αρνητικής εξωτερικής «εικόνας» και του απορριπτικού «κλίματος» σε πλανητική κλίμακα.
-Η αξιοσημείωτη μετατόπιση μεριδίων οικονομικής και πολιτικής ισχύος προς τα Νέα Επεκτατικά Κράτη (Ρωσία, Κίνα), σε αντίπαλες ημιαυτόνομες περιφερειακές δυνάμεις (Ιράν) καθώς και η σοβαρή ηγεμονική κρίση στην ίδια την άμεση σφαίρα αμερικανικής επιρροής (Λατινική Αμερική).
Είναι βέβαιο ότι το νεφελώδες διάγραμμα, η σκοπίμως αόριστη θεματολογία της «αλλαγής» που ευαγγελίζεται ο «κεντρώος» Ομπάμα, οι (ηθικής υφής) ρητορικές του διαβεβαιώσεις για «κοινωνική δικαιοσύνη», «αποκατάσταση διεθνώς του αμερικανικού γοήτρου», «προτεραιότητα της διπλωματίας», «σημασία στο περιβάλλον» κ.λπ., βρίσκονται σε αλληλενέργεια τόσο με τις μαζικές απογοητεύσεις (όχι λόγω των πολέμων αλλά) λόγω των πολεμικών ηττών όσο και με τις προσδοκίες της συντριπτικής πλειοψηφίας των αφροαμερικανών, των νέων ηλικιών μα και ενός μεγάλου μέρους όλου του λοιπού πληθυσμού της χώρας. Στο μαζικό συλλογικό υποσυνείδητο του οποίου έχει στοιχειώσει το πάλαι ποτέ «αμερικάνικο όνειρο».
Καθώς βιώνει την έντονα αρνητική συγκυρία προσβλέπει «εδώ και τώρα» στην νεκρανάσταση αυτού του «ονείρου» ενώ στη παρουσία του Ομπάμα, την οποία εξυπηρετεί επιτυχημένα η διαφημιστική βιομηχανία των δημοσίων σχέσεων, προσωποποιεί την απαντοχή θεωρώντας τον ως τον «προφήτη-οδηγό»4 μιας νέας ελπιδοφόρας εποχής. Είναι πασίδηλο πως στην ελκυστική, επικοινωνιακή εικόνα του Ομπάμα επιχειρείται μια μυθολογική χρωματική τονικότητα με αναγωγές στη δεκαετία του ’60, τον Τζων Κένεντι και τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Και αν ως προς τον δεύτερο αυτό παραπέμπει στο τότε εγχώριο κίνημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι ταυτόχρονα ασαφές προς τα που παραπέμπει ως προς τον πρώτο.
Διότι ειδικά στα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής ο Κένεντι ήταν συνδεδεμένος με καίριες ιμπεριαλιστικές πολεμικές αποφάσεις. Ήταν αυτός που συνέχισε και κλιμάκωσε τον πόλεμο του Βιετνάμ, που ενέκρινε την απόβαση στον Κόλπο των Χοίρων, το 1961 στην Κούβα κ.ά. Όμως σε τελική ανάλυση το καίριο ερώτημα δεν είναι αν έχουμε να κάνουμε με έναν «μαύρο Κένεντι» ή έναν «μαύρο Μπους» αλλά ποιο μπορεί να είναι το αληθινό πολιτικό πρόσωπο του «μαύρου Ομπάμα».
Η Νέα Τάξη αδιαπραγμάτευτη
Σ το τομέα της εξωτερικής πολιτικής ο Ομπάμα συμβουλεύεται τον Ζμπίγκνιου Μπρζεζίνσκι (σύμβουλο εθνικής ασφαλείας επί προεδρίας Κάρτερ) ο οποίος πάντοτε χαρακτηριζόταν από τις επιθετικές αντιλήψεις μιας δυναμικής ευρασιατικής γεωπολιτικής, τον Τόνι Λέικ (σύμβουλο εθνικής ασφαλείας στη πρώτη τετραετία του Κλίντον), τον Ντένις Ρος, (πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, τεχνοκράτης στο «Ινστιτούτο Πολιτικού Σχεδιασμού του Εβραϊκού Λαού» και θασιώτη της Ισραηλινής πολιτικής στη Παλαιστίνη), τη Σούζαν Ράις (πρώην υφυπουργό Εξωτερικών) κ.α. Είναι φανερό ότι ο Ομπάμα προσανατολίζεται στην άσκηση μιας περισσότερο πολύπλευρης και πραγματιστικής, ως προς το «ύφος», δράσης σε σύγκριση με την μονόπλευρη, μανιχαϊστική πραξεολογία των νεοσυντηρητικών του Μπους. Επί της ουσίας όμως οι θεμελιώδεις επιλογές του αμερικανικού νεοταξικού προτάγματος θα παραμείνουν ίδιες. Ένα αποκαλυπτικό άρθρο του «ειρηνοποιού» Μπαράκ Ομπάμα είχε δημοσιευτεί πριν ένα χρόνο στο Foreign Affairs (έκδοση του C.F.R., του Ροκφέλερ κ.α.) με τον εύγλωττο τίτλο «Ανανέωση της Αμερικανικής Ηγεσίας»5. Στο κείμενο ξεδιπλώνονται με αποκαλυπτικό τρόπο οι προτεραιότητες της εξωτερικής πολιτικής και οι «ρηξικέλευθες» θέσεις και προτάσεις του για τη διατήρηση μακροχρόνια της πλανητικής ηγεμονικής ισχύος των ΗΠΑ. Ας υπογραμμιστούν λοιπόν κάποιες από αυτές.
– O Ομπάμα αναπαράγει το εφεύρημα Μπους για «κράτη-παρίες» και «άξονα του κακού» και μένει πιστός στο δόγμα του «αντιτρομοκρατικού πολέμου»: «Καλούμαστε ξανά σήμερα να προσφέρουμε μια οραματική ηγεσία. Οι απειλές αυτού του αιώνα είναι τουλάχιστον τόσο επικίνδυνες αλλά και… πιο σύνθετες από εκείνες που αντιμετωπίσαμε στο παρελθόν. Προέρχονται από τα φονικά, σε μαζική κλίμακα, όπλα και από τους παγκόσμιους τρομοκράτες που αντιδρούν στην αποξένωση ή την αντιληπτή αδικία με το δολοφονικό νιχιλισμό. Προέρχονται από τα κακοποιά κράτη που συνδέονται με τους τρομοκράτες και από τις ανερχόμενες δυνάμεις που θα μπορούσαν να προκαλέσουν την Αμερική και το διεθνές κληροδότημα της φιλελεύθερης δημοκρατίας». Οι θέσεις αυτές βρίσκονται στο ίδιο «πνεύμα» με το οποίο ο Ομπάμα, το 2006, πρόσθετε τη ψήφο του στις άλλες 89 με τις οποίες η αμερικανική Γερουσία αποφάσιζε (με 10 ψήφους κατά) την παράταση της αντιτρομοκρατικής νομοθεσίας της κυβέρνησης Μπους, του λεγόμενου «Patriot Act».
– Ως προς την πολυδιαφημισμένη αποχώρηση από το Ιράκ η θέση είναι στο «ναι μεν αλλά». Aποχωρούμε μένοντας, έως ότου καταστρέψουμε την Αλ Κάϊντα: «Για να ανανεώσουμε την αμερικανική ηγεσία στον κόσμο, πρέπει πρώτα να φέρουμε τον πόλεμο του Ιράκ σε ένα υπεύθυνο πέρας και να επικεντρώσουμε εκ νέου την προσοχή μας στην ευρύτερη Μέση Ανατολή… να αρχίσει μια συγχρονισμένη απόσυρση των δυνάμεων μας… έως τις 31 Μαρτίου 2008… (Αυτό) θα μπορούσε να ανασταλεί προσωρινά εάν η ιρακινή κυβέρνηση συναντήσει πολιτικά και οικονομικά όρια ασφάλειας στα οποία έχει δεσμευθεί… Πρέπει να αφήσουμε μόνο μια ελάχιστη, εποπτική στρατιωτική δύναμη στην περιοχή για να προστατεύει το αμερικανικό προσωπικό και τις εγκαταστάσεις, να συνεχίσει την εκπαίδευση των ιρακινών δυνάμεων ασφάλειας, και για να ξεριζώσει την Αλ Κάϊντα».
– Προτεραιότητα στη στρατηγική συμμαχία με Ισραήλ απέναντι σε Ιράν, Αλ Κάϊντα, Χαμάς, Χιζμπολάχ: « Η αφετηρία μας πρέπει πάντα να είναι μια σαφής και ισχυρή δέσμευση για την ασφάλεια του Ισραήλ, ο ισχυρότερος σύμμαχος μας στην περιοχή και η μόνη καθιερωμένη δημοκρατία της. Εκείνη η υποχρέωση είναι ακόμα σημαντικότερη… με την ανάπτυξη των απειλών στην περιοχή – ένα ενισχυμένο Ιράν, ένα χαοτικό Ιράκ, η αναβίωση της Αλ Κάϊντα, η επαναδραστηριοποίηση της Χαμάς και της Χιζμπολάχ». Είναι δε απορίας άξιον το φαινόμενο ότι διάφοροι απληροφόρητοι ένιωσαν έκπληκτοι όταν πρόσφατα ο Ομπάμα μιλώντας σε συγκέντρωση του μεγαλύτερου εβραϊκού λόμπι των ΗΠΑ (Aipac) δήλωσε ότι «η Ιερουσαλήμ θα παραμείνει πρωτεύουσα του Ισραήλ και πρέπει να παραμείνει αδιαίρετη» για να εισπράξει τη θετικότατη ανταπόκριση του Ισραηλινού πρωθυπουργού Εχούντ Ολμερτ για «εντυπωσιακή εμφάνιση», «λόγια συγκινητικά» και άλλα παρόμοια. Σε αντίθεση με τη Χαμάς που επέκρινε τον Ομπάμα ότι «εκφράζει την αμερικανική εχθρότητα απέναντι στους Άραβες και τους Μουσουλμάνους», ο δυτικόφιλος Παλαιστίνιος πρόεδρος Μαχμούντ Αμπάς έδειξε να μην πολυκαταλαβαίνει δηλώνοντας πως «η Ιερουσαλήμ αποτελεί ζήτημα υπό διαπραγμάτευση», ο δε Λίβυος ηγέτης Μουαμάρ Καντάφι ερμήνευσε τη φιλοσιωνιστική στάση Ομπάμα με ψυχολογικίζουσες αναλύσεις του τύπου «Φοβόμαστε ότι επειδή ο Ομπάμα είναι μαύρος με κόμπλεξ κατωτερότητας, αυτό θα τον οδηγήσει να συμπεριφέρεται χειρότερα από τους λευκούς»6.
– Σταμάτημα του πυρηνικού σχεδίου του Ιράν. Κατ’ αρχήν δια της διπλωματικής οδού και των κυρώσεων αλλά και προσφυγή εφ’ όσον χρειαστεί στη πολεμική βία: «Αν και δεν πρέπει να αποκλείσουμε τη χρησιμοποίηση της στρατιωτικής δύναμης, δεν πρέπει να διστάσουμε να μιλήσουμε άμεσα με το Ιράν. Η διπλωματία μας πρέπει να στοχεύσει να αυξήσει για το Ιράν το κόστος της συνέχισης του πυρηνικού προγράμματός του με την εφαρμογή των πιο σκληρών κυρώσεων και την αύξηση της πίεσης από τους βασικούς εμπορικούς εταίρους του. Ο κόσμος πρέπει να εργαστεί για να σταματήσει το ιρανικό σχέδιο εμπλουτισμού του ουρανίου και να αποτρέψει το Ιράν από την απόκτηση πυρηνικών όπλων. Είναι άκρως επικίνδυνο να υφίστανται πυρηνικά όπλα στα χέρια μιας ριζοσπαστικής θεοκρατίας».
– Κλιμάκωση των επιχειρήσεων απέναντι στην Αλ Κάιντα στο «κεντρικό αντιτρομοκρατικό μέτωπο» του Αφγανιστάν-Πακιστάν: «Πρέπει να επικεντρώσουμε εκ νέου τις προσπάθειές μας στο Αφγανιστάν και το Πακιστάν –το κεντρικό μέτωπο του πολέμου μας ενάντια στην Αλ Κάϊντα– καθώς αντιμετωπίζουμε τους τρομοκράτες όπου οι ρίζες τους φθάνουν πολύ βαθιά».
–Συγκρότηση μιας αποτελεσματικής στρατιωτική συμμαχία ανάλογα όπως στη εποχή του ψυχρού πολέμου: «Για την κατανίκηση της Αλ Κάϊντα θα οικοδομήσω (για τον 21ο αιώνα) μια στρατιωτική ικανότητα και συμπαρατάξεις, τόσο ισχυρές όσο η αντικομουνιστική συμμαχία η οποία κέρδισε τον ψυχρό πόλεμο, για να αντιμετωπίσει παντού την παράβαση από το Τζιμπουτί ως το Κανταχάρ». «θα συναθροίσω τους Συμμάχους του ΝΑΤΟ μας για να συμβάλουν με περισσότερα στρατεύματα στις διαδικασίες ομαδικής ασφαλείας και για να επενδύσουν περισσότερους στις δυνατότητες αναδημιουργίας και σταθεροποίησης. Και δεδομένου ότι ενισχύουμε το ΝΑΤΟ, πρέπει να χτίσουμε τις νέες συμμαχίες και τις συνεργασίες σε άλλες ζωτικής σημασίας περιοχές».
– Εξασφάλιση της αμερικανικής ηγεμονίας δια του μιλιταρισμού: «Για να ανανεώσουμε την αμερικανική ηγεσία στον κόσμο, πρέπει αμέσως να αρχίσουμε την εργασία αναζωογόνησης της στρατιωτικής μας δυνατότητας. Μια στρατιωτική ισχύς είναι… αναγκαία για να στηρίξουμε την ειρήνη… Πρέπει… να επανοικοδομήσουμε τη στρατιωτική μας ικανότητα και να την προετοιμάσουμε για τις αποστολές του μέλλοντος… Δεν θα διστάσω να χρησιμοποιήσω τη δύναμη, μονομερώς εάν είναι απαραίτητο, για να προστατεύσω τον αμερικανικό πληθυσμό ή τα ζωτικά συμφέροντά μας οσάκις προσβληθούμε ή απειληθούμε άμεσα».
Στο όνομα του Κεφαλαίου
Ο Ομπάμα στο οικονομικο-κοινωνικό του αφήγημα προσπαθεί να συνδυάσει τις αξίες της «δυναμικής ελεύθερης αγοράς», της «επιχειρηματικής καινοτομίας» και της «εκτεταμένης οικονομικής ασφάλειας» με κάποια δευτερεύοντα μέτρα κρατικής κοινωνικής πολιτικής και με εργαλείο την «ορθολογική διακυβέρνηση». Στις ομιλίες του, αναφερόταν (σε σύγκριση με την Κλίντον) λιγότερο στην ανάγκη εισοδηματικής αναβάθμισης των κατώτερων κοινωνικών ομάδων και περισσότερο εμφανιζόταν ως υπέρμαχος των ενδιαφερόντων των μεσαίων αστικών στρωμάτων. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τις πολιτικοοικονομικές θέσεις της Κλίντον για «οικονομικό προστατευτισμό», «ενίσχυση δημόσιου ασφαλιστικού συστήματος», «εθνικό σύστημα υγείας» κ.ά. αποτέλεσε έναν από τους λόγους που σημαντικό τμήμα της αμερικανικής εργατικής τάξης προτιμούσε ως υποψήφια τη Χίλαρι. Έτσι, μέχρι τέλους του 2007, εκδηλώθηκαν υπέρ της Κλίντον εννιά παναμερικανικά συνδικάτα, υπέρ του Έντουαρντς τέσσερα και υπέρ του Ομπάμα κανένα7. Πρόσφατα τα εργατικά συνδικάτα επέκριναν τον Ομπάμα για την απόφασή του να επιλέξει ως συνεργάτη του στα οικονομικά, τον Τζέισον Φέρμαν (ήταν ειδικός σύμβουλος του Μπιλ Κλίντον και του υπουργού του Ρόμπερτ Ρούμπιν). Εξέφρασαν την ανησυχία τους για την επιρροή των επιχειρήσεων στο Δημοκρατικό Κόμμα και κατηγόρησαν τον Φέρμαν ως εκφραστή μιας οικονομικής πολιτικής σύμφωνης με «την ατζέντα της Wall Street» σε βάρος των εργαζομένων.
Μακριά από εθνικές αυταπάτες
Έχει γίνει παράδοση για μια πλειοψηφική μερίδα του ελληνικού κομματικού και επικοινωνιακού κατεστημένου να καλλιεργεί ψευδαισθήσεις αποδίδοντας «φιλελληνικές» προθέσεις σε Αμερικανούς υποψήφιους προέδρους και κυρίως του «Δημοκρατικού κόμματος» αγνοώντας πως η αμερικανική εξωτερική πολιτική δεν καθοδηγείται ούτε από συναισθηματικές σκοπιμότητες ούτε από κανόνες δικαίου αλλά από συμφέροντα και σχεδιασμούς οικονομικής και πολιτικής ισχύος. Από τον «φιλέλληνα» Κάρτερ το 1976, τον «ομογενή» Δουκάκη το 1988, τον «προοδευτικό» Κλίντον το 1992, τον «φιλελεύθερο της Μασαχουσέτης» Κέρρυ το 2004, έως τον «οραματιστή» Ομπάμα το 2008, οι όποιες αναφορές τους στα ελληνικά εθνικά ζητήματα είναι ένα από τα μέσα της ψηφοθηρικής απεύθυνσης τους προς μια έτσι κι αλλιώς ανίσχυρη πολιτικά και αποπροσανατολισμένη πνευματικά ελληνοαμερικανική ομογένεια. Συνεχιστής αυτής της τακτικής ο Μπαράκ Ομπάμα επιχείρησε, στις συναντήσεις του με ομογενείς εκπροσώπους, να επιδείξει ένα «φιλελληνικό» προσωπείο σχετικά με τα προβλήματα και τα δικαιώματα του οικουμενικού Πατριαρχείου στην Τουρκία καθώς και τα εθνικά θέματα της Κύπρου και της ΠΓΔΜ 8.
Οι αόριστες εθιμοτυπικές νύξεις που ηχούσαν εύηχα στα αυτιά των παρευρισκομένων ομογενών στερούνται σημασίας. Διότι, κάθε Αμερικάνος υποψήφιος πρόεδρος, ενώπιον ελληνοαμερικανικού κοινού θα αναφερόταν στην ανάγκη επίλυσης του Κυπριακού στη βάση της αποδοχής «από τις δύο κοινότητες» και «στις αρχές του δικαίου». Ή μήπως στα τελευταία 50 χρόνια έχει υπάρξει Αμερικανός υποψήφιος ή εν ενεργεία πρόεδρος που δεν θα χαρακτήριζε την Ελλάδα «ισχυρό σύμμαχο και εταίρο των ΗΠΑ»; Σχετικά με τα ζητήματα του Οικουμενικού Πατριαρχείου πάντα βρίσκονται πρώτα στον κατάλογο των διαβεβαιώσεων και έσχατα στον κατάλογο των ιεραρχημένων αμερικανικών επιλογών και ενεργειών. Και οι όποιες θετικές σκέψεις του Ομπάμα σχετικά με το Σκοπιανό (όπως η συνυπογραφή του στην κατάθεση του ψηφίσματος αριθμό 300 στη Γερουσία (3-8-2007)9 το πιθανότερο είναι να μεταβληθούν υπό το βάρος των βαλκανικών προτεραιοτήτων των ΗΠΑ. Πάντως και αυτές φαίνεται να διαμορφώθηκαν προτού ακόμα ο Τζώρτζ Σόρος (ισχυρός υποστηρικτής του επεκτατισμού-αλυτρωτισμού των Σκοπίων καθώς και ποικίλων ΜΚΟ με έντονη τοπική ανεθνική και μειονοτική παρέμβαση και υποσκαπτική προπαγάνδα) αναλάβει να συνδράμει ουσιαστικά στην υποβοήθηση της προεκλογικής του εκστρατείας.
Ως προς την προοπτική
Ο Μπαράκ Ομπάμα θα μπορούσε να είναι ο επόμενος Ρόναλντ Ρέιγκαν των Δημοκρατικών; Είναι κάτι πολύ πιθανό. Η μόνιμη επωδός του πως «δεν υπάρχει καμιά φιλελεύθερη Αμερική, δεν υπάρχει καμιά συντηρητική Αμερική, υπάρχουν μοναχά οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής» είναι εύκολο να γίνει αντιληπτή ως προσκλητήριο για μια «παναμερικανική συνέγερση». Για την νέα «πατριωτική ενότητα», δηλαδή την απαιτούμενη ιμπεριαλιστική σοβινιστική καθολική συσπείρωση με δυο κύρια χαρακτηριστικά: τον αποτελεσματικότερο «αντιτρομοκρατικό» νεοταξικό πόλεμο στο εξωτερικό και την αποτελεσματικότερη συναινετική καταστολή στο εσωτερικό.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

  1. Barack Obama (D)- Top Contributors (opensecrets.org, 2008).
  2. Παραιτείται από την κρατική χρηματοδότηση…ο Ομπάμα (in.gr, 19-6-2008).
  3. Τσάβες: άνοιγμα στον…επόμενο πρόεδρο των ΗΠΑ (enet.gr, 9-6-2008).
  4. The Audacity of Hope. Thoughts on Reclaiming the American Dream (book, 2006) by Barack Obama.
  5. Barack Obama: «Renewing American Leadership» (Foreign Affairs, July/August 2007).
  6. Σκληρή επίθεση Καντάφι στον Ομπάμα… (in.gr, 12-6-2008).
  7. J.J.Holland: Obama Comes Up Short on Union Support (usatoday.com, 18-12-2007).
  8. Ο Μπαράκ Ομπάμα και τα Ελληνικά θέματα (voanews.com, 13-6-2008).
  9. 110th CONGRESS-1st Session-S. RES. 300 (opencongress.org, 2007).

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ