του Μ. Εγγλέζου- Δεληγιαννάκη, από το Άρδην τ. 64, Απρίλιος – Μάιος 2007
Όταν ακούμε για τις παραγκουπόλεις της Λατινικής Αμερικής, ο νους μας πάει στις απρόσιτες εκείνες γειτονιές των απόκληρων της κοινωνικής ανισότητας, όπου το οργανωμένο έγκλημα κυριαρχεί και η είσοδος εκεί είναι απλά αδιανόητη. Όλα συνηγορούν σ’ αυτό, τα κείμενα που διαβάζουμε, οι ταινίες που βλέπουμε, οι ειδήσεις που ακούμε, οι φήμες που κυκλοφορούν από τους γνωστούς, αυτούς που πήγαν στο Ρίο, που τους είπαν οι ντόπιοι γνωστοί, που άκουσαν να μιλούν για τις φαβέλες τρίτοι, δεν άκουσαν όμως τις φαβέλες να μιλούν. Ούτε τόλμησαν να πάνε, και πώς να τολμήσουν όταν ακούνε ότι με το που θα μπεις θα σου βγάλουν μέχρι και το παντελόνι που φοράς!
Οι φαβέλες υπάρχουν σ’ όλο τον κόσμο. Και στην Ελλάδα. Είναι το προϊόν της αστικοποίησης, της μετανάστευσης της υπαίθρου στις πόλεις αναζητώντας μιαν υποτυπώδη ζωή ως απάντηση στην πείνα και την ανεργία στα χωράφια. Είναι οι φτωχογειτονιές των προσφύγων, των ανειδίκευτων εργατών, των αυθαιρέτων και της κοινωνικής ανισότητας, αλλά και χώροι γέννησης της κοινωνικής αλληλεγγύης, ειδικά δε στη Λατινική Αμερική, και χώροι καταφυγής του οργανωμένου εγκλήματος.
Η πρώτη φαβέλα δεν φτιάχτηκε στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Στα τέλη του 19ου αιώνα, στη Μπαία της Βραζιλίας, ο στρατός της νεοανακηρυχθείσας δημοκρατίας της χώρας, εστάλη να καταστείλει φιλομοναρχικό κίνημα. Οι στρατιώτες ήταν μαύροι, απελεύθεροι σκλάβοι μετά την κατάργηση της δουλείας λίγα χρόνια πριν, που είχαν συρρεύσει άνεργοι και πεινασμένοι στις πόλεις. Ο στρατός τους έδινε μιαν απασχόληση, φαγητό και υπόσχεση για οικιστική αποκατάσταση μετά τον πόλεμο. Έκατσαν για δύο χρόνια στην Μπαία, στρατοπεδευμένοι πρόχειρα σ’ ένα ύψωμα σαν κι αυτά του Ρίο, όπου φύτρωνε το φαβελέιρο, ένα είδος όσπριου. Το φαβελέιρο δίνει τον καρπό της φαβέλας, και το ύψωμα πήρε το όνομα του καρπού.
Όταν επέστρεψαν στην πρωτεύουσα (τότε ακόμα το Ρίο), είχαν πολλοί απ’ αυτούς ήδη κάνει οικογένειες, που ήρθαν μαζί τους να κατοικήσουν στα σπίτια που τους περίμεναν ως ανταμοιβή, υπεσχημένα από την κυβέρνηση. Και βεβαίως, δεν βρήκαν σπίτια. Η κυβέρνηση τους επέτρεψε να εγκατασταθούν σ’ έναν από τους πολλούς (βράχους πιο πολύ παρά) λόφους, που αποτελούν κομμάτι της γεωγραφίας του Ρίο και χαρακτηριστικό του γνώρισμα. Ποιος δεν ξέρει το άγαλμα του Χριστού στο βράχο-λόφο του Κορκοβάντο, που κοιτάζει όλο τον κόλπο της Γκουαναμπάρα; Ο βράχος της Προβιντένσια έγινε ο χώρος της εγκατάστασης αυτών των εξαπατημένων. Επειδή έμοιαζε με το ύψωμα που είχαν κατοικήσει στην Μπαία, το ονόμασαν Φαβέλα της Προβιντένσια, για να καθιερωθεί τελικά η πρώτη λέξη για τις φτωχογειτονιές όλης της Λατινικής Αμερικής, που από γειτονιές, πολλές απ’ αυτές είναι πια πόλεις.
Όσο «αναπτύσσονταν» οικιστικά οι πόλεις, τόσο μαράζωνε η επαρχία, όπως ξέρουμε κι εμείς πολύ καλά. Κι οι αγρότες γίνονταν οι ανειδίκευτοι στις οικοδομές, που μεγάλωναν την πόλη. Η γεωγραφία του Ρίο είναι διάσπαρτη από τους βράχους («πέτρες» κατά την τοπική έκφραση) που ξεφυτρώνουν ανάμεσα στα επίπεδα κομμάτια. Εφόσον λοιπόν η δόμηση γινόταν στα επίπεδα παραθαλάσσια τμήματα της πόλης, οι εργάτες έμεναν στον παρακείμενο λόφο, ώστε να βρίσκονται σε απόσταση περιπάτου από τον χώρο δουλειάς. Τα παραπήγματα που έχτιζαν κατέληγαν σε μόνιμες κατοικίες. Κι όταν τελείωνε η οικοδόμηση, συνέχιζαν πολλοί ως υπηρέτες των σπιτιών και διαμερισμάτων που κατοικούνταν, ως θυρωροί, φύλακες, κηπουροί, καθαρίστριες και μαγείρισσες οι γυναίκες τους. Κι έμεναν πάντα δίπλα στα σπίτια που υπηρετούσαν –δεν ήταν εύκολο να συντηρήσουν οικογένειες έχοντας και το έξοδο του λεωφορείου. Γι’ αυτό και προσπάθειες μεταφοράς των κατοίκων σε άλλες περιοχές απέτυχαν. Γύριζαν πίσω στα σπίτια τους, για να είναι κοντά στις δουλειές τους. Το Ρίο αναπτύχθηκε μ’ αυτόν τον τρόπο, μια φτωχογειτονιά δίπλα στην πλούσια που υπηρετεί.
Οι πρώτες κατοικίες ήταν από ξύλο και λαμαρίνες. Σε πολύ μεγάλο βαθμό, αυτό δεν ισχύει πια. Σιγά-σιγά χτίζουν με τούβλα τα σπίτια τους, πάντως αυτά παραμένουν ασοβάντιστα, οι προτεραιότητες δεν φτάνουν μέχρι τους σοβάδες. Το τούβλο και το μπετό εξυπηρετούν τόσο την πυρασφάλεια, όσο και την ανάγκη της προς τα πάνω, κατ’ όροφον, οικιστικής αποκατάστασης των παιδιών των οικογενειών, που μεγαλώνουν και δημιουργούν τις δικές τους οικογένειες. Γη για να χτίσουν κατά κανόνα δεν υπάρχει, αφού η πυκνότητα της κατασκευής είναι ασφυκτική, κι έτσι ανεβαίνουν προς τα πάνω. Ούτε δρόμοι υπάρχουν. Σε κάθε φαβέλα υπάρχει ένας κεντρικός δρόμος, που κατά κανόνα προϋπήρχε αυτής, και στις άκρες του χτίζονταν τα σπίτια. Π.χ. στη μεγαλύτερη φαβέλα του Ρίο, τη Ροσίνια, ο κεντρικός δρόμος είναι παλιά πίστα αγώνων της Φόρμουλα 1. Ο δρόμος όμως μπορεί να χωρίζει απλά τη φαβέλα από την πλούσια γειτονιά που υπηρετεί. Αυτό συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις, κι εκεί είναι εντυπωσιακή η αντίθεση, οι βίλες της μιας μεριάς του δρόμου, τα στριμωγμένα σπίτια τής απέναντι, και στον δρόμο να παίζουν τα παιδιά της φαβέλας. Στο εσωτερικό δρόμοι δεν υπάρχουν. Υπάρχει ένας λαβύρινθος διαδρόμων πλάτους όσο ένας διάδρομος σπιτιού δικού μας, που χωρίζει τα σπίτια και χρησιμοποιείται ως δρόμος. Κι επειδή οι φαβέλες είναι χτισμένες στους λόφους, δεν υπάρχει ίσιος «δρόμος». Υπάρχουν σκαλοπάτια όπως αυτά μιας πολυκατοικίας που περνούν οι κάτοικοι της φαβέλας για να διαπεραιωθούν μέσα σ’ αυτήν.
Το ιδιοκτησιακό είναι καταρχήν λυμένο. Οι εκτάσεις αυτές ανήκουν είτε στο κράτος, είτε στην Εκκλησία, ιδιοκτήτες ανεκτικούς ή ανοργάνωτους στην αντιμετώπιση προσβολών της ιδιοκτησίας τους. Και μετά από πέντε (παλιότερα δέκα) χρόνια ακώλυτης παραμονής, οι κάτοικοι μπορούν να κατοχυρώσουν τη γη τους. Αυτό εξυπηρετεί πια και το κράτος, αφού τώρα δεν εισπράττει φόρους από την ιδιοκτησία και από τις –ελάχιστες– μεταβιβάσεις. Πάντως, η διαδικασία νομιμοποίησης είναι εξαιρετικά αργή, καθώς ξεπερνάει τη δεκαετία. Αγοραπωλησίες, δύσκολο να γίνουν, αφού κανείς δεν έχει τα χρήματα για να αγοράσει σπίτι. Καταπατούν τη γη και χτίζουν σιγά-σιγά, καταστάσεις που κι εμείς έχουμε ζήσει. Ούτε δάνειο μπορούν να πάρουν, αφού δεν έχουν τίτλους ιδιοκτησίας για να παράσχουν εξασφαλίσεις στις τράπεζες. Παρ’ όλα αυτά, στις δοσοληψίες τους επί πιστώσει, οι κάτοικοι της φαβέλας είναι συνεπείς και αξιόπιστοι, γι’ αυτό θεωρούνται πολύ καλοί πελάτες από τους εμπόρους ειδών νοικοκυριού, που επιδιώκουν να τους πουλούν με δόσεις. Και βέβαια, την απουσία της κρατικής μέριμνας υποκαθιστά τόσο η ασφάλεια της ιδιοκτησίας έστω του φτωχικού σπιτιού, όσο και η αλληλεγγύη μεταξύ των μελών της φαβέλας, γειτόνων και συγγενών. Κοινωνική πολιτική ασκούν και οι συμμορίες. Έτσι, στις σπάνιες περιπτώσεις που η αστυνομία θα μπεί, το φράγμα σιωπής προστατεύει τους εμπόρους πιο πολύ από τα σύγχρονα όπλα τους.
Οι φαβέλες υπήρξαν θεματοφύλακες της παράδοσης της Βραζιλίας. Η μουσική κι ο χορός της σάμπα κι η πολεμική τέχνη της καποέιρα ήταν μέχρι πριν λίγες δεκαετίες παράνομες (βίοι παράλληλοι με το ρεμπέτικο, σε άλλες συντεταγμένες και ημισφαίρια). Εκεί όμως διατηρήθηκαν και συνέχισαν, μέχρι που η ανακάλυψή τους από τη Δύση και η συνειδητοποίηση από την Πολιτεία τής τουριστικά αξιοποιήσιμης πλευράς τους τις έβγαλε από το περιθώριο. Και σήμερα, οι σχολές της σάμπα που διαγωνίζονται στο σαμποδρόμιο στο καρναβάλι του Ρίο είναι σχολές από τις φαβέλες κι έχουν τα ονόματά τους. Κάποιες χρηματοδοτούνται από τις συμμορίες, στα πλαίσια της κοινωνικής πολιτικής που αναφέραμε παραπάνω.
Το Ρίο έχει 750 φαβέλες. Από αυτές οι 250 ελέγχονται από τις συμμορίες των ναρκωτικών. Και σ’ αυτές, το 1% του πληθυσμού απασχολείται στα ναρκωτικά. Παρ’ όλα αυτά, η ταύτιση της φαβέλας και του πληθυσμού της με τα ναρκωτικά είναι απόλυτη στη συνείδηση των έξω, και καλλιεργεί τη συγκεκριμένη εικόνα της εγκληματικότητας και βίας ως καθημερινού φαινομένου. Όμως, κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Στις μη εμπλεκόμενες με τα ναρκωτικά φαβέλες, δεν υπάρχει λόγος. Όλοι γνωρίζονται και είναι συγγενείς ή φίλοι, όλοι ξέρουν τις κινήσεις όλων, και επιπλέον δεν υπάρχει κάτι για να κλέψει ο ένας από τον άλλο. Η φτώχεια είναι κοινός παρονομαστής.
Στις φαβέλες που ελέγχονται από συμμορίες, η ειρήνη επιβάλλεται από τους ίδιους τους εμπόρους ναρκωτικών. Δεν θέλουν ενοχλήσεις στην περιοχή τους, θέλουν να είναι απερίσπαστοι στο έργο τους, γι’ αυτό και τιμωρούν την κλοπή με σκληρό τρόπο, τέτοιο που δεν αφήνει περιθώρια ούτε για σκέψεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη Ροσίνια, μια φαβέλα διακοσίων χιλιάδων κατοίκων, με τέσσερις τράπεζες, πέντε ραδιοφωνικούς σταθμούς και τρεις εφημερίδες, η μόνη απόπειρα ληστείας τράπεζας έγινε όχι από κατοίκους, αλλά από αστυνομικούς με πολιτικά, τους οποίους συνέλαβε η τοπική συμμορία και τους παρέδωσε στη Δικαιοσύνη! Έτσι, οι φαβέλες είναι ασφαλείς για τους κατοίκους τους, ενώ οι απ’ έξω δεν θα δοκιμάσουν ποτέ αυτή την ασφάλεια, αφού δεν τολμούν να εισέλθουν.
Το εμπόρευμα, κοκαΐνη και μαριχουάνα, έρχεται επεξεργασμένο από τη Βολιβία και το Περού. Η έλευσή του σηματοδοτείται από έναν κώδικα επικοινωνίας που περιλαμβάνει βεγγαλικά, χαρταετούς και αυξημένη επιτήρηση στους δρόμους. Στα σημεία και τις ώρες ολοκλήρωσης της διαδικασίας δεν υπάρχει κίνηση. Στο Ρίο γίνεται μόνο διακίνηση, λιγότερο τοπική και πιο πολύ διεθνής. Όταν λέμε τοπική, εννοείται όχι μέσα στη φαβέλα, αφού δεν υπάρχουν τα χρήματα για αγορά. η μεσαία και η ανώτερη τάξη του Ρίο έρχεται και ψωνίζει από τα όρια του οικισμού. Τρεις συμμορίες ελέγχουν τη δραστηριότητα αυτή: η Ερυθρή, η Τρίτη και οι Φίλοι των Φίλων. Οι μόνες περιπτώσεις βίας στη φαβέλα είναι αυτές της σύγκρουσης συμμοριών για τον έλεγχό της. Τότε είναι και η μόνη περίπτωση που καλείται η αστυνομία, από τη συμμορία που ήδη ελέγχει, για να αντιμετωπίσει την εισβάλλουσα. Και αφού η συμμαχία αστυνομίας και ελέγχουσας διώξει την εισβάλουσα, αποσύρεται κι η αστυνομία στον συνήθη της χώρο, που είναι η είσοδος της φαβέλας. Μέσα, και να μπεί, θα χαθεί στους λαβυρίνθους και θα φύγει άπρακτη. Η σκληρότερη σύγκρουση των τελευταίων χρόνων ήταν όταν η Τρίτη συμμορία από τη φαβέλα του Βιντιγκάλ επιχείρησε να αποσπάσει τον έλεγχο της Ροσίνια από την Ερυθρή. Οι δύο φαβέλες είναι χτισμένες στις δύο πλευρές του ίδιου λόφου. Η αστυνομία παρενέβη, ενώ ο αρχηγός της Ερυθρής συνήψε συμμαχία και με τους Φίλους των Φίλων για να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Οι συγκρούσεις μαίνονταν για έναν μήνα, και τελικά, όταν η Ερυθρή έμεινε ακέφαλη λόγω θανάτου του αρχηγού της, οι Φίλοι των Φίλων επωφελήθηκαν και απέκτησαν αυτοί τον έλεγχο της μίας από τις δύο μεγαλύτερες φαβέλες της Λατινικής Αμερικής.
Τον τελευταίο καιρό το κράτος ανακάλυψε (κυριολεκτικά) τις φαβέλες. Πριν από λίγα χρόνια δεν υπήρχαν καν στους χάρτες. στη θέση τους φαινόταν το πράσινο των λόφων. Τώρα, έχουν έρθει κάποιες υπηρεσίες: το ρεύμα (παλιότερα το έπαιρναν δωρεάν με γάντζους που συνέδεαν στους στύλους), αποχέτευση, συλλογή σκουπιδιών (από τον κεντρικό δρόμο μόνο, βεβαίως). Ταχυδρομείο κατά κανόνα δεν υπάρχει, αφού δεν υπάρχουν διευθύνσεις. Οι κάτοικοι εξυπηρετούνται από τα μαγαζιά του κεντρικού δρόμου των οποίων είναι πελάτες, και η αλληλογραφία αφήνεται εκεί. Βέβαια, οι υπηρεσίες ήρθαν αφού η φαβέλα είχε πια χτιστεί. Έτσι, ένα δάσος από σύρματα υπάρχει πάνω από τα κεφάλια των κατοίκων, αλλά η βελτίωση των συνθηκών είναι προφανής στη ζωή τους.
Η βελτίωση της ζωής των κατοίκων αποτελεί συνήθη προεκλογική υπόσχεση. Δεν είναι εύκολο όμως να επιφέρεις βελτιώσεις σε κάτι που δημιουργεί η τεράστια κοινωνική ανισότητα. Μόνο με το κλείσιμο αυτής της ψαλίδας θα αλλάξουν οι συνθήκες της φαβέλας, αυτό όμως πιθανότατα ξεπερνάει τις προθέσεις του Λούλα. H φαβέλα δεν βελτιώνεται. Θέλει χτίσιμο από την αρχή, πάνω σε άλλους κοινωνικούς συσχετισμούς.