από το Άρδην τ. 63, Φεβρουάριος – Μάρτιος 2007
Το μεγαλύτερο διάστημα της αντιπαράθεσης γύρω από την τριτοβάθμια εκπαίδευση, το φιλο-κυβερνητικό στρατόπεδο το πέρασε αυτο-υπονομευόμενο.
Τα επιχειρήματα και ο λόγος του ήταν απελπιστικά φτωχά για να μπορέσουν να συνηγορήσουν, ενώπιον της κοινής γνώμης, υπέρ μιας στρατηγικής της ελεύθερης αγοράς, σε μια εποχή μάλιστα που, σε παγκόσμιο επίπεδο, η λογική του νεοφιλελευθερισμού διέρχεται μια φάση έντονης απονομιμοποίησης.
Και τι δεν είδαμε κατά τη διάρκεια αυτής της πολύμηνης διαμάχης από την πλευρά τους: υπουργούς να μιλούν για εξορθολογισμό της διοίκησης και για αξιοκρατία στα πανεπιστήμια, την ίδια στιγμή που τα υπουργεία τους παραπαίουν για τους ίδιους λόγους· μεγαλο-δημοσιογράφους, που έχουν χτίσει την καριέρα τους πάνω στην ικανότητά τους να τοποθετούνται προς τα εκεί όπου φυσάει ο άνεμος της εξουσίας και του χρήματος, να μιλούν για τις «υψηλές αξίες της παιδείας», αξίες που καθημερινά υπονομεύουν μέσα από το γυαλί· και φοιτητοπατέρες της «πρώτης και καλύτερης» συνδικαλιστικής παράταξης να μιλούν εναντίον των συντεχνιών στις οποίες… μετέχουν προνομιακά ως οι εκφραστές του πλειοψηφικότερου ρεύματος μέσα στις σχολές.
Τι άλλο θα μπορούσαν να πουν; Να βγουν και να δηλώσουν ξεκάθαρα ότι το ζήτημα αφορά στη στρατηγική της προσαρμογής σ’ ένα διεθνές μοντέλο οικονομίας και πολιτικής που ήδη πνέει τα λοίσθια; Και βέβαια όχι! Δεν μπορείς από την μια πλευρά να διακηρύττεις ότι είσαι «δύναμη ανανέωσης» και από την άλλη να προσπαθείς να την υλοποιήσεις με αναφορές σ’ έναν εξαντλημένο θατσερισμό, ο οποίος προ πολλού έχει επιδείξει έμπρακτα τα τρομακτικά του αδιέξοδα σ’ όλο τον πλανήτη. Συνεπώς, ασφαλέστερη είναι η οδός της αυτο-γελοιοποίησης. Εξ άλλου, η κατάσταση του Πα.Σο.Κ. του Γιωργάκη και του Πάγκαλου εκμηδενίζει τη φθορά που σε άλλη περίπτωση θα επωμιζόταν μ’ αυτά τα χάλια….
Γ.Ρ.